ΕΣ/Τ7/228/2007
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 5 παρ.1 του π.δ/τος 34/1995, από την οποία προκύπτει, όπως προεκτέθηκε, ότι οι συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων που συνάπτουν οι δήμοι ισχύουν για δώδεκα έτη, ακόμα κι αν έχουν συναφθεί για μικρότερο χρονικό διάστημα και συνεπώς κατά το μήνα Ιανουάριο 2007 η από 28.12.2001 μίσθωση ήταν σε ισχύ, εφόσον δεν αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου της υπό κρίση υπόθεσης ότι είχε λυθεί με νεώτερη συμφωνία των ενδιαφερομένων μερών.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/225/2017
Aμοιβή για μίσθωση μηχανημάτων.(..) η τροποποίηση της διακήρυξης ως προς ουσιώδη όρο, σχετικά με την απαιτούμενη τεχνική ικανότητα των υποψήφιων αναδόχων, δημοσιεύτηκε στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημόσιων Συμβάσεων (εφεξής: Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ.) στις 4.4.2017, ο διαγωνισμός διενεργήθηκε στις 11.4.2017, κατά παράβαση της απαιτούμενης ελάχιστης προθεσμίας παραλαβής προσφορών στον συνοπτικό διαγωνισμό, που ανέρχεται σε δώδεκα ημέρες από την ημερομηνία δημοσίευσης στο Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ..(..)Με τα δεδομένα αυτά, ενόψει του ότι τελικά υπέβαλαν προσφορά τρεις ενδιαφερόμενοι, η πλημμέλεια του ορισμού της καταληκτικής ημερομηνίας παραλαβής προσφορών σε χρονικό διάστημα μικρότερο των δώδεκα ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της τροποποιημένης, ως προς τον ουσιώδη όρο σχετικά με την απαιτούμενη τεχνική ικανότητα των υποψήφιων αναδόχων, διακήρυξης στο Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ. δεν απέβη εν προκειμένω ουσιώδης. Ειδικότερα δεν εμπόδισε την ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού, λαμβανομένου υπόψη και του ύψους της οικείας προϋπολογισθείσας δαπάνης ούτε έπληξε τη διαφάνεια της διαδικασίας ή έθιξε το δημόσιο συμφέρον.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/2050/2020
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται η ακύρωση: 1) της 15364/18.8.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και 2) της εγκριθείσας στις 14.7.2014 από τον Ειδικό Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου(..)Ακολούθως προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη πάσχει νομίμου ερείσματος, καθόσον κύρια νομική βάση της έκδοσής της αποτελεί η παραβίαση της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993, η οποία κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, το μεν δεν παραβιάσθηκε, αφού κατ’ ουσίαν είχαν τηρηθεί όλες οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του ακινήτου ως τουριστικού καταλύματος και, το δε, κατά το χρόνο έκδοσής της ή τουλάχιστον επίδοσης αυτής (16.11.2015) είχε καταργηθεί. Ο λόγος αυτός κατά το πρώτο σκέλος του κρίνεται κατά πλειοψηφία ομοίως ως απορριπτέος εφόσον η έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993, όπως προεκτέθηκε στη σκέψη 9 είναι σαφής, και συνεπώς κατά πλάσμα του νόμου απεκδύθη του χαρακτηρισμού του ως τουριστικού καταλύματος το ακίνητο της εκκαλούσας που εκμισθώθηκε για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ενώ κατά την μειοψηφούσα άποψη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 10 το ακίνητο ουδέποτε απώλεσε τον χαρακτήρα του ως τουριστικό κατάλυμα. Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος κατά το δεύτερο σκέλος του πρέπει επίσης να απορριφθεί, καθόσον κρίσιμος εν προκειμένω είναι, όπως προαναφέρθηκε, ο χρόνος έκδοσης της 287248/11452/24.8.2004 απόφασης ένταξης του επενδυτικού σχεδίου της εκκαλούσας στον άξονα 7 του Ε.Π. «Αγροτική Ανάπτυξη-Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006», κατά τον οποίο και ήταν σε ισχύ η ανωτέρω διάταξη, όπως αυτή είχε τροποποιηθεί με την παρ.1 του άρθρου 21 του ν. 2741/1999. Τούτο δε έως την 1.1.2015, οπότε και η επίμαχη διάταξη καταργήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 51 του ν. 4276/2014 Α΄155 (στο άρθρο 2 παρ. 1 του οποίου προβλεπόταν ότι, ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή έως για χρονικό διάστημα μικρότερο των 30 ημερών, θεωρείται τουριστικό κατάλυμα, ενώ, ήδη από 7.4.2014, η επίμαχη ως άνω διάταξη της παρ.7 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 είχε αντικατασταθεί με την περ. 2 της υποπαρ. ΙΔ1της ΠΑΡ. ΙΔ του ν. 4254/2014, Α΄85/7.4.2014 ως εξής : «Ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή για χρονικό διάστημα μικρότερο των τριάντα (30) ημερών θεωρείται τουριστικό κατάλυμα», καταργουμένων εν τέλει αμφοτέρων των ως άνω διατάξεων -και των αντίστοιχων προβλεπόμενων σε αυτές χρονικών περιορισμών- των άρθρων 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993 και 2 παρ. 1 του ν. 4276/2014 ήδη από 1.11.2015, δυνάμει της παρ.4 της υποπαρ. Α3 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, Α΄94/14.8.2015). Ωστόσο, ουδεμία των ως άνω τροποποιήσεων καταλαμβάνει ούτε αφορά στον κρίσιμο χρόνο ένταξης του επίμαχου επενδυτικού σχεδίου στο Ε.Π., ούτε καν στο ελεγχόμενο διάστημα τήρησης μακροχρόνιων υποχρεώσεων (15.1.2009 έως 15.1.2014), μη δυνάμενης να προβληθεί βασίμως, κατ’ εκτίμηση του σχετικού λόγου, τυχόν πρόκληση στην εκκαλούσα σύγχυσης περί του εφαρμοστέου νομοθετικού πλαισίου.Περαιτέρω η εκκαλούσα προβάλλει αντιφατικότητα και έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλομένης. Ωστόσο, από την προσβαλλομένη, με την ειδικότερη αναφορά αυτής στην οικεία έκθεση ελέγχου στην οποία ερείδεται και της οποίας η εκκαλούσα έλαβε έγκαιρα πλήρη γνώση, ασκώντας τα δικαιώματα άμυνάς της, προκύπτει κατά τρόπο σαφή η συλλογιστική του εκδόντος την προσβαλλομένη οργάνου, ως προς τους λόγους που δικαιολογούν την αναλογική επιστροφή μέρους της καταβληθείσας ενίσχυσης, και δη αντιστοίχως της διαπιστωθείσας απόκλισης από τις αναληφθείσες υποχρεώσεις περί διενέργειας τουριστικών μισθώσεων, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της περαιτέρω διευκρίνισης του αχρεώστητου ή παράνομου χαρακτήρα της καταβολής, δεδομένου ότι επισύρουν την αυτή συνέπεια της επιβολής της δημοσιονομικής διόρθωσης. Ειδικότερα, η επιστροφή μέρους της ενίσχυσης δικαιολογείται από το ότι και οι 6 κατοικίες είχαν εκμισθωθεί με συνεχόμενη μακροχρόνια μίσθωση, η οποία, όπως σαφώς προκύπτει από την έκθεση ελέγχου και δεν αμφισβητείται από την εκκαλούσα, υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση τους 30 μήνες. Ως εκ τούτου, με νόμιμη αιτιολογία η προσβαλλομένη, αφού προσδιόρισε με σαφήνεια την αποδιδόμενη στην εκκαλούσα παρατυπία, συνιστάμενη σε αλλαγή χρήσης της επένδυσης, έκρινε ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τον κρίσιμο χρόνο διατάξεις του ν. 2160/1993, τα ανωτέρω ακίνητα δεν θεωρούνται τουριστικά καταλύματα, καθώς αποδεδειγμένα εκμισθώθηκαν για διαμονή του μισθωτή για διάστημα που υπερβαίνει κατά πολύ τις προβλεπόμενες στο νόμο 90 ημέρες (ενίοτε και τα 4 έτη) και άρα η εκκαλούσα μετέβαλε καταφανώς την προβλεπόμενη στο εγκριθέν και επιχορηγηθέν επενδυτικό της σχέδιο χρήση και εκμετάλλευση αυτών, προβαίνοντας σε αστικές μισθώσεις αντί τουριστικών, ως είχε δεσμευθεί. (Ι Τμ. 236/2019, 1253/2016, 636/2015, 3719/2014). Εξάλλου, απορριπτέος τυγχάνει ο λόγος περί παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, καθώς εν προκειμένω, μετά τη διαπίστωση της παραβίασης των όρων χορήγησης της ενίσχυσης, νομίμως επιβλήθηκε η συγκεκριμένη δημοσιονομική διόρθωση, για τον προσδιορισμό της οποίας τηρήθηκε προσηκόντως η αρχή της αναλογικότητας, αφού λήφθηκε υπόψη το είδος της παράβασης και η σοβαρότητα της διαπιστωθείσας παρατυπίας που συνίστατο στη μεταβολή της χρήσης των ακινήτων από τουριστικά σε αστικά με τη μακροχρόνια μίσθωση αυτών, η οποία μάλιστα υπερέβαινε κατά πολύ τις 90 ημέρες, δημιουργώντας συνθήκες εκμίσθωσης ίδιες με τις ισχύουσες γενικώς επί αστικών εκμισθώσεων ακινήτων, λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της υπερβαίνουσας το ως άνω νόμιμο όριο διάρκειας εκάστης, ήτοι της διαπιστωθείσας απόκλισης από το νόμιμο όριο χρόνου τουριστικής εκμίσθωσης για εκάστη κατοικία, προκειμένου ο αριθμητικός προσδιορισμός του προς ανάκτηση ποσού να γίνει αναλογικά, αντί της επιστροφής του συνόλου της επιχορήγησης. Ως εκ τούτου και λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της χρήσης σαφούς μαθηματικού τύπου προς υπολογισμό αναλογικά των προς ανάκτηση ποσών, η επιβολή της συγκεκριμένης δημοσιονομικής διόρθωσης δεν παρίσταται κατά την κρίση του Δικαστηρίου καταφανώς δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες διατάξεις σκοπό ανάκτησης των μη ορθώς διατεθέντων, για την επίτευξη των χρηματοδοτούμενων στόχων, κονδυλίων και αποτροπής της διασπάθισης αυτών (Ι Τμ. 1450/2018, 1007/2017, 1699/2016).Συνακόλουθα, η ένδικη έφεση πρέπει κατά την πλειοψηφούσα άποψη να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, ενώ κατά την μειοψηφούσα άποψη να γίνει δεκτή.