Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ4/79/1999

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: εσ/τ4/79/1999

Εργασίες εκτέλεσης Δημ.έργου που δεν κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων που προέκυψαν κατά την εκτέλεση του έργου, αλλά αποτελούσαν επέκταση του τεχνικού αντικειμένου αυτού και συνεπώς μπορούσαν να εκτελεσθούν μόνο ως ανεξάρτητο έργο. 


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ4/1/2003

Συμπληρωματικές εργασίες που δεν αποδείχθηκε ότι κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων.


ΕΣ/Τ4/121/2002

Συμπληρωματικές εργασίες δεν κατέστησαν κατά την εκτέλεση του έργου αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων δεν είναι νόμιμες.


ΕΣ/Τ4/185/2003

Η ανάθεση της εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών στον αρχικό ανάδοχο του έργου δεν είναι νόμιμη, κατά παραδοχή , αφού δεν προκύπτει ότι αυτές κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, μόνη δε η αρτιότητα και λειτουργικότητα του έργου δε δύνανται άνευ ετέρου να στηρίξουν νομιμότητα της εν λόγω σύμβασης.


ΕΣ/Τ4/0002/2004

Δεν δύνανται να θεωρηθούν ως νομίμως εκτελεσθείσες συμπληρωματικές εργασίες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου ή στη βελτίωση της ποιότητας του χωρίς, όμως, να γίνεται επίκληση στην σχετική απόφαση της αρμόδιας αρχής και να προκύπτει η συνδρομή των ως άνω απρόβλεπτων περιστάσεων που κατέστησαν αναγκαία τη σύναψη της οικείας σύμβασης εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών.Νόμιμη η αναδρομικότητα των αποφάσεως παράτασης εκτέλεσης για εύλογο χρονικό διάστημα που δεν δύναται να υπερβαίνει τους 3 μήνες


ΕΣ/Τ4/0004/2005

Μη νόμιμα και κατά παράβαση των οικείων διατάξεων ανατέθηκε η εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών στον αρχικό ανάδοχο του έργου, αφού δεν συντρέχουν οι από την παράγραφο 1 του άρθρου 8 απαιτούμενες προϋποθέσεις και ειδικότερα δεν αποδεικνύεται ότι οι εν λόγω συμπληρωματικές εργασίες κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων.


ΕΣ/Τ4/63/2007

Εντελλόμενη δαπάνη αφορούσε στην πληρωμή συμπληρωματικών εργασιών, που δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση του έργου και οι οποίες ανατέθηκαν με την εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προς τούτο προϋποθέσεις, χωρίς, δηλαδή, να πρόκειται για εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση του έργου


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/101/2017

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ:(...) Από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι η ανάθεση συμπλη-ρωματικών εργασιών στον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου έργου επιτρέπεται, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του οικείου τεχνικού συμβουλίου, όταν οι συμπλη-ρωματικές εργασίες κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι αυτές δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή ή, μολονότι μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται αυτές που, είτε προβλέπονται, κατ’ είδος, από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό, αλλά εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες), είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν, αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Ως απρόβλεπτες, εξ άλλου, περιστάσεις νοούνται τα αιφνίδια εκείνα πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν προϋπήρχαν της ανάθεσης του έργου και, παρότι κατά την εκπόνηση της μελέτης δημοπράτησης του έργου καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, ούτως ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την οικεία σύμβαση (Ε.Σ. αποφ. Τμ. Μείζονος - Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, VI Τμ. 614/2014, Πραξ. Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. 35/2015). Η δε απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην ως άνω διαδικασία για την εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών πρέπει, ως εκ της φύσης της, να είναι σαφώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητάς της από το Δικαστήριο τούτο (Ε.Σ. VI Τμ. 2066/2010 κ.α., Πραξ. Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. 35/2015). Ειδικότερα, ο χαρακτηρισμός των συμπληρωματικών εργασιών ως εργασιών που κατέστησαν αναγκαίες, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, πρέπει να αιτιολογείται με πραγματικά και αναλυτικά στοιχεία, τόσο στις απαιτούμενες γνωμοδοτήσεις του οικείου τεχνικού συμβουλίου, όσο και στις αντίστοιχες αποφάσεις της προϊσταμένης αρχής, ενώ δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως συμπληρωματικές εργασίες, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του με ανώτερα ποιοτικώς υλικά και μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη ή είναι επακόλουθο της έλλειψης επιμέλειας της αναθέτουσας αρχής. (Ε.Σ. Πράξ. VII Τμ. 57/2012, Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. 35/2015, 290/2014 κ.α.).(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα εξής: Η προκείμενη τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου αποτελεί απρόβλεπτη περίσταση που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, καθώς έλαβε χώρα μετά την αρχική μελέτη του έργου και την αρχική σύμβαση, δεν ήταν δε αντικειμενικά δυνατό, σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να προβλεφθούν εξ αρχής οι εργασίες που κατέστησαν εκ των υστέρων αναγκαίες λόγω της τροποποίησης αυτής. Εκ τούτων παρέπεται ότι μόνον οι συναφείς με την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου εργασίες, ως οφειλόμενες στο απρόβλεπτο αυτό γεγονός, μπορούν να εκτελεσθούν νομίμως κατόπιν σύναψης συμπληρωματικής σύμβασης. Αντιθέτως, όσες εργασίες δεν συνέχονται με την εν λόγω τροποποίηση, ήταν δυνατό να προβλεφθούν κατά το στάδιο της αρχικής μελέτης και επομένως η ανάθεσή τους με την επίμαχη συμπληρωματική σύμβαση είναι μη νόμιμη.Βάσει αυτών, οι εργασίες υπό στοιχεία β) και δ) που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη 4 της παρούσας νομίμως ανατέθηκαν με συμπληρωματική σύμβαση, διότι αποδεικνύεται από τη σχετική αιτιολογική έκθεση και την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ότι κατέστησαν αναγκαίες λόγω αλλαγής των σχετικών Ο.Α. μετά την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου. Ωστόσο, οι λοιπές ως άνω υπερσυμβατικές ή νέες εργασίες, δεν προκύπτει από τις ίδιες αποφάσεις ότι σχετίζονται με την εν λόγω τροποποίηση.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και εκ του λόγου τούτου το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν/τμ.6/274/2011

Από τις ως άνω διατάξεις (3669/2008) συνάγεται ότι η απευθείας ανάθεση συμπληρωματικών εργασιών στον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημόσιου έργου, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία απευθείας αναθέσεως και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνον στις περιοριστικά αναφερόμενες στο Νόμο περιπτώσεις, καθόσον συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως συμπληρωματικές δε εργασίες θεωρούνται εκείνες, για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις : α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικώς συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση και τα οικεία συμβατικά τεύχη (μελέτες, γενική συγγραφή υποχρεώσεων κ.λπ.), λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται εκείνες, οι οποίες προβλέπονται κατά είδος από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό, αλλά εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες) είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν, αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές οι εργασίες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του. Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων το φέρει όποιος τις επικαλείται. Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Ε.Σ. 1780/2009, 2506/2009, 2726/2010, κ.α.). Περαιτέρω με το ποσό του κονδυλίου των απροβλέπτων της αρχικής συμβάσεως δύνανται να καλυφθούν εργασίες οι οποίες προκύπτουν από τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου, η οποία λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια εκτελέσεως και επιβάλλει αναγκαστικές τροποποιήσεις στο σχεδιασμό του αρχικού έργου καθώς και διαφορές, οι οποίες προκύπτουν στις ποσότητες των εργασιών που πρέπει να εκτελεσθούν και οφείλονται σε προφανείς παραλείψεις ή σε σφάλματα των προμετρήσεων.


ΕΣ/ΚΛ.Ε/534/2020

Επέκταση ΧΥΤΑ...Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι περιστάσεις που επικαλείται η αναθέτουσα αρχή, εξ αιτίας των οποίων φέρεται ότι κατέστησαν αναγκαίες οι εργασίες που περιλαμβάνονται στη συμπληρωματική σύμβαση, δεν δικαιολογούν τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης.  Και τούτο, πρωτίστως διότι, προϋπόθεση για τη νόμιμη ανάθεση συμπληρωματικών εργασιών, κατά το άρθρο 57 της Κωδικοποίησης της Νομοθεσίας Δημοσίων Έργων, αποτελεί οι συμπληρωματικές εργασίες να κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων «κατά την εκτέλεση του έργου», επομένως, κρίσιμος χρόνος για τη συνδρομή των απρόβλεπτων περιστάσεων είναι ο χρόνος ανάθεσης της αρχικής σύμβασης, όπως προσδιορίζεται από την ημερομηνία της σχετικής κατακυρωτικής απόφασης.  Εντούτοις, στην προκειμένη περίπτωση, οι ζημίες στον ΧΥΤΑ … από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που έπληξαν την περιοχή στις 21-22.10.2016 (η συνδρομή των οποίων διαπιστώθηκε από τις αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας που αναφέρονται στην Αιτιολογική Έκθεση και δεν αμφισβητούνται), προκλήθηκαν και διαπιστώθηκαν σε χρόνο πριν από την ανάθεση της από 15.6.2017 αρχικής σύμβασης, η οποία κατακυρώθηκε στον ανάδοχο με την 21/10.2.2017 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής (βλ. την προαναφερθείσα 114/2017 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου).  Περαιτέρω, η αναθέτουσα αρχή επικαλείται μεν την επέλευση ακραίων καιρικών φαινομένων την 1.12.2017 (η συνδρομή των οποίων διαπιστώθηκε από τις αποφάσεις που αναφέρονται στην Αιτιολογική Έκθεση του Α.Π.Ε. και δεν αμφισβητούνται), ήτοι σε χρόνο κατά την εκτέλεση της εργολαβίας, πλην όμως δεν συνδέει την επέλευση των φαινομένων αυτών με συγκεκριμένες ζημίες, στην αποκατάσταση των οποίων αποσκοπούν οι εργασίες που ήδη περιλαμβάνονται στη συμπληρωματική σύμβαση (δηλαδή δεν προκύπτει ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των απρόβλεπτων περιστάσεων και των ανατιθέμενων εργασιών). 


ΕΣ/Τ7/143/2009

Ως συμπληρωματικές εργασίες θεωρούνται εκείνες για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται αυτές που είτε προβλέπονται κατά είδος από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό αλλά εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες), είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται πραγματικά γεγονότα τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές εργασίες οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητας του (βλ. πρ. VII Τμ. 32, 78/2006). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην προρρηθείσα διαδικασία ανάθεσης, πρέπει, ως εκ της φύσεως της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος της νομιμότητας της.