Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1470/2024

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΔΡΟΜΕΤΡΗΤΩΝ ΑΠΟΜΑΚΡΥΣΜΕΝΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ (...)Στο σημείο αυτό το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, τόσο η αρχή της ίσης μεταχείρισης, όσο και η υποχρέωση διαφάνειας, οι οποίες διέπουν τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων, έχουν, μεταξύ άλλων, την έννοια ότι στους διαγωνιζομένους πρέπει να επιφυλάσσεται ισότιμη μεταχείριση, τόσο κατά τον χρόνο προετοιμασίας των προσφορών τους, όσο και κατά τον χρόνο που οι προσφορές τους αξιολογούνται από τον αναθέτοντα φορέα (ΔΕΕ, 24.11.2005, ATI EAC e Viaggi di Maio κ.λπ., C‑331/04, σκ. 22, 24.5.2016, MT Højgaard και Züblin, C‑396/14, σκ. 37). Ειδικότερα, το αντικείμενο και τα κριτήρια ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων πρέπει να είναι καθορισμένα με σαφήνεια κατά την έναρξη της διαδικασίας για τη σύναψη τέτοιων συμβάσεων (ΔΕΕ, 10.5.2012, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, C‑368/10, σκ. 56), ο δε αναθέτων φορέας δεν μπορεί να εφαρμόσει, σε σχέση με τα κριτήρια ανάθεσης, επιμέρους κριτήρια, τα οποία δεν έχει καταστήσει προηγουμένως γνωστά στους διαγωνιζομένους (ΔΕΕ, 21.7.2011, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά EMSA, C‑252/10 P, σκ. 31). Ομοίως, ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να ακολουθεί την αυτή ερμηνευτική εκδοχή μεταξύ δύο ισοδύναμων υποστηρίξιμων όμοιων ως προς την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης καθ’ όλη τη διάρκεια της σχετικής διαδικασίας (ΔΕΕ, 18.10.2001, SIAC Construction, C‑19/00, σκ. 43).Με την προσφυγή αυτή επιδιώκεται η αναθεώρηση της 1109/2024 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος (Ε΄ Θερινό) του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Κατά την κρίση του Δικαστηρίου ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς, λόγω της αοριστίας της, η μέθοδος αξιολόγησης των επιμέρους κριτηρίων Κ.1.2 και Κ.2.3 μεταβλήθηκε ανεπίτρεπτα, εν τοις πράγμασι, μετά το άνοιγμα των προσφορών, κατά το στάδιο βαθμολόγησής τους, με αποτέλεσμα την προφανή παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ο λόγος αυτός αναθεώρησης, με τα δεδομένα της συγκεκριμένης υπόθεσης, είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος, καθόσον μέχρι τη συζήτηση της προσφυγής αναθεώρησης, όχι μόνο δεν έχει εξασφαλιστεί η απαιτούμενη για την υπογραφή της σύμβασης συνολική χρηματοδότηση, αλλά ούτε είναι και βέβαιο ότι η χρηματοδότηση αυτή θα εξασφαλιστεί με βάση τις μέχρι τώρα ενέργειες του αναθέτοντος φορέα.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη προσφυγή αναθεώρησης πρέπει να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.



Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1195/2024

Αποπεράτωση ημιτελούς 1ου ορόφου κτιρίου.(...) Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη ότι: α. κατά της απόφασης της αναθέτουσας αρχής περί εκκίνησης νέας κατ’ ουσίαν διαγωνιστικής διαδικασίας δεν ασκήθηκαν προδικαστικές και ένδικες προσφυγές από τους, ευλόγως ενημερωμένους και επιδεικνύοντες τη συνήθη επιμέλεια (βλ. συναφώς ΔΕΕ, 17.6.2021, C-23/20, Simonsen & Weel A/S σκ. 61, 71 και ΔΕΕ, 7.4.2016, C-324/14, Partner Apelski Dariusz σκ. 61), οικονομικούς φορείς που συμμετείχαν στην αρχική διαδικασία (πρβλ. ΕλΣυν Ολ. 376/2024 σκ. 33, Έβδομο Τμ. 535/2024 σκ. 9.4, VI Τμ. 19/2019 σκ. 5) β. αναπτύχθηκε επαρκής ανταγωνισμός στη νέα διαδικασία, με τη συμμετοχή 9 οικονομικών φορέων (πρβλ. ΕλΣυν Έβδομο Τμ. 535/2024 σκ. 9.4, Στ΄ Κλιμ. 371/2021 σκ. 4.6) γ. ενόψει των ανωτέρω, δεν προκύπτει ότι κάποιος ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας περιήλθε, σε μη αμελητέο βαθμό, σε μειονεκτική θέση έναντι των υπολοίπων (πρβλ. ΔΕΕ, 20.9.2018, C-518/17, Stefan Rudigier, σκ. 69) δ. η ελεγχόμενη διαδικασία εγκρίθηκε εκ νέου με τις αντίστοιχες αποφάσεις της αναθέτουσας αρχής και επικυρώθηκε με την τελική έκδοση κατακυρωτικής απόφασης και ε. κατά τη νέα διαδικασία επιτεύχθηκε έκπτωση 25,33%, ήτοι υψηλότερη αυτής που είχε επιτευχθεί στην αρχική διαδικασία και ανερχόταν σε 23,55%, αποτέλεσμα που συνάδει με τη - ρητώς θεσπιζόμενη στο άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4412/2016 αλλά και στο άρθρο 33 περ. α΄ και δη αα΄ του ν. 4270/2014 - αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, με ειδικότερη έκφανση την αρχή της οικονομικότητας, σύμφωνα με την οποία ο δημόσιος σκοπός που επιτελείται μέσω κάθε δημόσιας σύμβασης και δη με κριτήριο ανάθεσης τη χαμηλότερη τιμή, όπως η ελεγχόμενη, πρέπει να επιτυγχάνεται με τη μικρότερη δυνατή οικονομική (δημοσιονομική) επιβάρυνση (βλ. ΕλΣυν VI Τμ. 821/2019 σκ. ΙΙ.i.f., 1271/2016 σκ. V-VI, Στ΄ Κλιμ. 190/2023 σκ. 4), το Τμήμα κρίνει ότι η κατά τα ανωτέρω διαπιστωθείσα πλημμέλεια δεν παρίσταται, εν προκειμένω, ουσιώδης.Κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 87/2024 Πράξη προσυμβατικού ελέγχου του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Υπηρεσία Επιτρόπου 



ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1719/2023

Προμήθεια με τίτλο «Ολιστικό σύστημα παρακολούθησης και διαχείρισης δικτύων ύδρευσης Δήμου ...» (...)Εξάλλου, οι φερόμενες ως πλημμέλειες του από 30.11.2022 Πρακτικού της Επιτροπής Διερεύνησης Τιμών -κατά το πρώτο τους σκέλος- δεν τυγχάνουν ουσιώδεις, δοθέντος ότι αφενός εκ παραδρομής δεν ετέθη υπόψη του Κλιμακίου το ορθό έντυπο μη δεσμευτικής προσφορά της εταιρείας «… ΟΕ», όπως βασίμως προβάλλεται με την ένδικη προσφυγή (βλ. τη σχετική ηλεκτρονική αλληλογραφία του προσφεύγοντος με την εν λόγω εταιρεία αντίγραφο της οποίας προσκομίζεται), αφετέρου η απόκλιση των τιμών που περιέχονται στα έντυπα των μη δεσμευτικών προσφορών των οικονομικών φορέων σε σχέση με τις αποτυπωθείσες στο ως άνω Πρακτικό της Επιτροπής Διευρεύνησης δεν τυγχάνει τόσο ευρεία ώστε να επηρεάζεται ουσιωδώς το αποτέλεσμα της έρευνας τιμών.(...)Ειδικότερα, πρέπει να αιτιολογείται στο οικείο πρακτικό, έστω συνοπτικά, η δοθείσα στους προσφέροντες βαθμολογία στα επιμέρους κριτήρια της διακήρυξης, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία και κατ’ ιδίαν χαρακτηριστικά των προσφορών τους, ώστε να αναδειχθούν τα σημεία συγκριτικής υπεροχής ή υστέρησης εκάστης. Η απλή παράθεση μόνο βαθμών στα παραπάνω κριτήρια δεν συνιστά ειδική κρίση ούτε αρκεί για την αιτιολόγηση της αξιολόγησης των προσφορών, θα παρεχωρείτο δε στα αξιολογούντα όργανα διακριτική ευχέρεια ασύμβατη με τις ως άνω θεμελιώδεις αρχές, δημιουργώντας ευρύτατα περιθώρια αυθαιρεσίας και στερώντας από τα ελεγκτικά όργανα τη δυνατότητα επαλήθευσης της ορθότητας εφαρμογής των κριτήριων βαθμολόγησης (...)Ειδικότερα, με το έγγραφο αυτό το Δικαστήριο κρίνει ότι αιτιολογείται επαρκώς η βαθμολόγηση κάθε επιμέρους κριτηρίου, με λεκτική διατύπωση και τεκμηρίωση, κατά παραπομπή στα συγκεκριμένα στοιχεία της τεχνικής προσφοράς και σε αντιστοιχία προς τα προβλεπόμενα και απαιτούμενα από τη διακήρυξη, με τρόπο ώστε να καθίσταται επαληθεύσιμο ότι η προσφορά ανταποκρίνεται στις οριζόμενες τεχνικές προδιαγραφές, κατά τα βασίμως υποστηριζόμενα με την κρινόμενη προσφυγή.(...)Σχετικώς με την τρίτη διαπιστωθείσα από το Κλιμάκιο πλημμέλεια (σκ. 15), της μη νόμιμης εξειδίκευσης της ρήτρας αναπροσαρμογής τιμών που περιέχεται στο σχέδιο της σύμβασης, ο προσφεύγων Δήμος υποστηρίζει ότι σε συμμόρφωση με την προσβαλλομένη προσκομίζει διορθωμένο σχέδιο σύμβασης στο οποίο έχουν ληφθεί υπόψη οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν στη σκέψη 22 αυτής.(...)το Δικαστήριο κρίνει ότι με το υποβληθέν ενώπιόν του σχέδιο, με το παρατεθέν στην προηγούμενη σκέψη περιεχόμενο, ο προσφεύγων Δήμος συμμορφώθηκε εν μέρει προς την απαίτηση της προσβαλλομένης για την περαιτέρω εξειδίκευση της ρήτρας αναπροσαρμογής που περιλαμβανόταν στο άρθρο 6.7 της διακήρυξης και στο άρθρο 8 του υποβληθέντος ενώπιον του Κλιμακίου σχεδίου σύμβασης. Εξάλλου, το Δικαστήριο δεν δύναται να υπεισέλθει σε τεχνική κρίση σχετικά με την καταλληλότητα ή μη των δεικτών που δημοσιεύει η ΕΛ.ΣΤΑΤ. και επιλέγει ο εκάστοτε αναθέτων φορέας, όπως εν προκειμένω ο προσφεύγων Δήμος, πλην κρίνει ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. 24), εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση ο προσφεύγων επέλεξε να θέσει ρήτρα αναπροσαρμογής τιμών με βάση τον Δείκτη Βιομηχανικής Παραγωγής που δημοσιεύει η ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο δείκτης αυτός, προκειμένου η τεθείσα ρήτρα να φέρει τα χαρακτηριστικά της σαφούς και ακριβούς διατύπωσης και της εξειδικευμένης αποτύπωσης, κατά το δυνατόν, της τιμής των επιμέρους κατηγοριών των υπό προμήθεια ειδών, όπως επιτάσσει το άρθρο 337 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 4412/2016, οφείλει να είναι εξειδικευμένος, δηλαδή να αφορά τους ειδικότερους υποδείκτες για κάθε βιομηχανικό κλάδο, στον οποίο ο ίδιος ο προσφεύγων ενέταξε τα υπό προμήθεια αγαθά. Ανακαλεί την 441/2023 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αποφαίνεται ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης, ... υπό τον όρο ότι θα διορθωθεί το υποβληθέν προς έλεγχο σχέδιο σύμβασης κατά τα αναλυτικότερα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό, αντίγραφο δε του σχεδίου αυτού σε ηλεκτρονική μορφή, επισυναπτόμενο στην παρούσα, τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου.



ΕλΣυν/Κλ.Ζ/304/2010

Από τις ανωτέρω διατάξεις (3316/2005,2690/1999)διατάξεις , σε συνδυασμό με το άρθρο 20 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.2690/1999, ΦΕΚ Α΄ 45), που ορίζει ότι: «Όπου ο νόμος, για την έκδοση διοικητικής πράξης, προβλέπει προηγούμενη γνώμη (απλή ή σύμφωνη) (…) άλλου οργάνου (…) η γνώμη (…) πρέπει να είναι έγγραφη, αιτιολογημένη και επίκαιρη κατά το περιεχόμενό της» αλλά και με τη γενική αρχή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, η οποία απορρέει από τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων στους δημόσιους διαγωνισμούς, συνάγεται, πλην άλλων, ότι η αξιολόγηση των προσφορών των υποψηφίων για την ανάληψη δημοσίας συμβάσεως μελετών πρέπει να είναι ειδικώς και εμπεριστατωμένως αιτιολογημένη, με την παράθεση, στο οικείο πρακτικό, των στοιχείων που ελήφθησαν υπ' όψιν για την επιλογή του αναδόχου (βλ. Πρ. VI Tμ. 168/2008, 253/2007). Η επιλογή αυτή λαμβάνει χώρα κατόπιν αξιολογήσεως, κατ' εκτίμηση των οριζομένων στο νόμο και τη διακήρυξη κριτηρίων, των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, η δε βαθμολόγηση, ερειδομένη επί συγκριτικής εκτιμήσεως των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, ανταποκρινόμενα στα προμνησθέντα νόμιμα κριτήρια (βλ. ΣτΕ 2321/2009, Ε.Α. ΣτΕ 541/2009 και πρβλ. ΕΑ ΣτΕ 1073/2008, 944/2007). Τέλος, από τις προδιαληφθείσες διατάξεις του ν. 3316/2005 σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις της οικείας διακηρύξεως, ερμηνευόμενες υπό το πρίσμα του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (οδηγίες 2004/18 και 2004/17) και των εξ αυτού απορρεουσών αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας, συνάγεται ότι α) η αναθέτουσα αρχή έχει υποχρέωση να αναφέρει στην προκήρυξη, όλα τα κριτήρια για την ανάθεση του έργου τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιήσει προς τον σκοπό όπως καταστήσει γνωστό στους εν δυνάμει προσφέροντες, πριν από την υποβολή των προσφορών τους, τα κριτήρια αναθέσεως στα οποία πρέπει αυτές να ανταποκρίνονται, καθώς και τη σχετική τους σημασία (βλ. αποφάσεις ΔΕΚ της 12ης Δεκεμβρίου 2002, Universale – Bau AG κ.λ.π. κατά Entsorgungsbetriebe Simmering Gmbh, C-470/99, σκ. 97 και 98), β) η αναθέτουσα αρχή δεν δύναται να εφαρμόζει υποκριτήρια για τα κριτήρια αναθέσεως που δεν είχαν προηγουμένως γνωστοποιηθεί στους υποψηφίους (βλ. απόφαση ΔΕΚ της 24ης Ιανουαρίου 2008, Λιανάκης κ.λ.π.. κατά Δήμου Αλεξανδρουπόλεως, C- 532/06, σκ. 34 έως 38 και πρβλ. ΣτΕ 798/2009, 4024, 1794/2008, ΣτΕ 3497/2006) και γ) τα κριτήρια αναθέσεως πρέπει να διατυπώνονται, στην προκήρυξη του διαγωνισμού, κατά τρόπο που να επιτρέπει σε όλους τους προσφέροντες οι οποίοι είναι καλώς πληροφορημένοι και επιμελείς να τα ερμηνεύουν κατά τον αυτό τρόπο, τα κριτήρια δε αυτά πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο για όλους τους προσφέροντες (βλ. αποφάσεις ΔΕΚ της 17ης Σεπτεμβρίου 2002 Concordia Bus Finland Oy Ab και Ηelsingin Kaupunki,HKL –Bussiliikenne, C-513/99, σκ. 81 έως 83, της 18ης. 10.2001, SIAC Construction Ltd κατά County Council of the County of Mayo, C-19/00, σκ . 41 έως 44). Τεχνική αξιολόγηση.Μη νομίμως βαθμολογήθηκαν η γνώση των δεδομένων της περιοχής και η εμπειρία των συμπράξεων ως κριτήρια αξιολογήσεως, καθόσον αυτά δεν συγκαταλέγονται στα βαθμολογικά κριτήρια της διακηρύξεως, ενώ σε κάθε περίπτωση η εμπειρία δεν αποτελεί επιτρεπόμενο κριτήριο αναθέσεως


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/254/2018

Παροχή υπηρεσιών συντήρησης ηλεκτρομηχανολογικών και κτιριακών εγκαταστάσεων...Με τα δεδομένα αυτά το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης. Ωστόσο, θα πρέπει κατά τον χρόνο υπογραφής της σύμβασης να προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία έναρξης ισχύος της (είτε από την υπογραφή της, είτε κατά την 1.1.2019 κατά τα οριζόμενα στη διακήρυξη) και να διορθωθεί συναφώς το σχέδιο, ενώ περαιτέρω, ο όρος της σύμβασης, που προβλέπει τη δυνατότητα υποκατάστασης του αναδόχου, είναι μη νόμιμος και πρέπει να απαλειφθεί, διότι η υποκατάσταση τρίτου προσώπου που δεν συμμετείχε στη διαγωνιστική διαδικασία, στα δικαιώματα και υποχρεώσεις του νομίμως αναδειχθέντος αναδόχου συνιστά ουσιώδη τροποποίηση της σύμβασης (βλ. ΕΣ VI Τμ. 3507, 3374/2014, 1508/2012, Ζ΄ Κλιμ. 128/2018, 110,105/2014, ΔΕΕ αποφ. της 19ης Ιουνίου 2008, C- 454/06 pressetext Nachrichtenagentur GmbH κατά Republik Österreich, σκ.33-37,47-49 και C-496/99 P Επιτροπή ΕΚ κατά CAS Succhi di Frutta SpA, σκ. 113-121). Συναφώς, επισημαίνεται ότι τυχόν τροποποιήσεις των συμβατικών όρων (άρθρο 4.5. διακήρυξης), αν ανακύψει σχετικό ζήτημα κατά την εκτέλεση της σύμβασης, θα κριθούν από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τη διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας αυτών, με βάση τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι σχετικές διατάξεις


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1383/2024

Προμήθεια Αντιδραστηρίων με Συνοδό Εξοπλισμό.(...) Από τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ. 1, 75 παρ. 1γ΄,4 και 5, και 80 παρ. 1 και 5 σε συνδυασμό με τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτημα XII «Αποδεικτικά μέσα για τα κριτήρια επιλογής» του Προσαρτήματος A' του ιδίου νόμου για την απόδειξη της τεχνικής ικανότητας συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: (i) Κατά τη διαδικασία ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, οι όροι του διαγωνισμού πρέπει να διατυπώνονται κατά τρόπο τελούντα σε συνάρτηση με την ανάγκη, την οποία η αναθέτουσα αρχή επιδιώκει να ικανοποιήσει, όπως απαιτείται από την αρχή της αναλογικότητας, η οποία διέπει τις σχετικές ρυθμίσεις του νόμου ως εγγενές στοιχείο αυτών, αλλά και ως ερμηνευτικός κανόνας για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει οι ρυθμίσεις αυτές να εφαρμόζονται. Συνακόλουθα, όροι υπερβολικά περιοριστικοί, και συνεπώς μη αναλογικοί, πλήττουν τον ανταγωνισμό, διότι, περιορίζοντας, χωρίς την επίκληση λόγου δημοσίου συμφέροντος, τον κύκλο των δικαιουμένων να υποβάλουν προσφορά, δημιουργούν συνθήκες αθέμιτης εύνοιας υπέρ ορισμένων μόνον ή και μεμονωμένων οικονομικών φορέων (ΕλΣυν. Ολ. 180/2022 σκ. 6, 1832/2021 σκ. 9, 505/2021 σκ. 9, Εβδ. 1279/2023 σκ.3,4). (ii) Στο πλαίσιο αυτό οι αναθέτουσες αρχές διαμορφώνουν, κατά διακριτική ευχέρεια, ως επιμέρους κριτήριο καταλληλότητας των διαγωνιζομένων, τους όρους τεχνικής και επαγγελματικής επάρκειας, οι οποίοι πρέπει να αποβλέπουν στην αποτελεσματική εκτέλεση της σύμβασης και να είναι συναφείς ποσοτικά και ποιοτικά με το αντικείμενο αυτής, ώστε να καθίστανται πρόσφοροι για τη διακρίβωση της καταλληλότητας των υποψηφίων (ΕλΣυν. Ολ. 180/2022 σκ. 9, 1832/2021 σκ. 12, 505/2021 σκ.12, Τμ. Μείζ. - Επτάμ. Σύνθ. 1265, 1563/2019, 6022/2015, 3065/2014, πρβλ. ΔΕΕ αποφ. της 13.7.2017, INGSTEEL και Metrostav, C-76/16, σκ. 33, και της 18.10.2012, Edukozivig - Hochtief Construction AG, C-218/11, σκ. 29). Ειδικότερα, για την απόδειξη της τεχνικής και επαγγελματικής επάρκειας των διαγωνιζομένων, οι αναθέτουσες αρχές μπορεί να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να διαθέτουν ικανοποιητικό επίπεδο εμπειρίας, ζητώντας από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς την υποβολή καταλόγου των κυριότερων υπηρεσιών που παρασχέθηκαν από αυτούς την τελευταία τριετία στο πλαίσιο συμβάσεων που είτε έχουν περατωθεί είτε εκτελούνται ακόμη (ΕλΣυν. Ολ. 505/2021 σκ. 12, Έβδ. Τμ. 1279/2023 σκ. 4, 1400/2022 σκ. 5, 1274/2021 σκ. 7).Για τους λόγους αυτούς.Απορρίπτει την προσφυγή ανάκλησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση. Δεν ανακαλεί την 299/2024 Πράξη του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 




ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1008/2024

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου και αποτελεί γενική αρχή και του δικαίου της ΕΕ, οι πράξεις των διοικητικών οργάνων που εκδίδονται κατά διακριτική ευχέρεια δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν καταδήλως τα όρια του ενδεδειγμένου και αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η οικεία ρύθμιση, οι προκύπτουσες δε εξ αυτών δυσμενείς συνέπειες δεν πρέπει να τελούν σε προφανή δυσαναλογία με τη βαρύτητα των διαπραχθεισών παραβάσεων ή/και παρατυπιών. Η αρχή μάλιστα αυτή αποτυπώνεται ειδικότερα στους κανόνες που διέπουν τις παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, βάσει των οποίων τα όργανα ελέγχου των οικείων έργων που χρηματοδοτούνται με κονδύλια της ΕΕ, όταν διαπιστώνουν παραβιάσεις ή/και παρατυπίες των όρων των οικείων έργων δεν υποχρεούνται να ζητήσουν την επιστροφή της οικείας ενίσχυσης και μάλιστα στο σύνολο της αλλά διαθέτουν περιθώριο εκτίμησης και επιλογής, ανάλογα με τη φύση και βαρύτητα των παραβάσεων ή/και παρατυπιών, καθώς και την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις τους (άρθρο 39 παρ. 3 του κανονισμού 1260/1999, άρθρο 4 παρ. 2 του κανονισμού 448/2001, Έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 29.11.2007 COCOF 07/0037/03). Σε περίπτωση δε που η δημοσιονομική διόρθωση είναι καταφανώς δυσανάλογη, σύμφωνα με τα ανωτέρω κριτήρια, είναι δυνατή η εν όλω ή εν μέρει ακύρωσή της από το Δικαστήριο που κρίνει τη σχετική διαφορά (ΕλΣυν 1009/2022 σκ. 34, πρβλ. ΔΕΕ απόφ. της 25ης Μαρτίου 2010, C-414/08 P, Sviluppo Italia Basilicata SpA κατά Επιτροπής, σκ. 129 επ., της 5ης Ιουνίου 2008, C-534/06, Industria Lavoratione Carni Ovine Srl σκ. 25, όπου και παρατιθέμενη νομολογία, της 19ης Ιανουαρίου 2006, C-240/03 P, Comunita Montana della Valnerina κατά Επιτροπής, της 24ης Ιανουαρίου 2002, C-500/99 P, Conserve Italia κατά Επιτροπής, σκ. 100, σκ. 140, ΠΕΕ της 12ης Δεκεμβρίου 2007, Τ-308/05 Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, σκ. 153). Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον η επιστροφή του συνόλου της χρηματοδότησης δεν στηρίχθηκε σε τυπικές παραλείψεις, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει η αναιρεσείουσα, αλλά στην συνεκτίμηση της παράβασης επιμέρους αυτοτελών υποχρεώσεων σε συνδυασμό με τα ελεγκτικά ευρήματα, που οδήγησαν στη διαπίστωση ότι το τουριστικό κατάλυμα ουδέποτε τέθηκε σε λειτουργία, ούτε ήταν σε ετοιμότητα λειτουργίας σύμφωνα με το επενδυτικό σχέδιο. Η παράβαση δε αυτή, η οποία ματαιώνει τους σκοπούς του νομοθέτη της Ένωσης, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις σκέψεις 12 και 13, δικαιολογεί την επιβολή του μέτρου της επιστροφής του συνόλου της χρηματοδότησης, ως πρόσφορο και κατάλληλο για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των καταβληθέντων πόρων της Ένωσης, το οποίο δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο, εν όψει της σοβαρότητας της παρατυπίας της μη λειτουργίας της ενισχυόμενης επιχείρησης καθ’ όλο το χρονικό διάστημα των μακροχρόνιων υποχρεώσεών της. Τέλος, ισχυρισμοί αφορώντες τις καλές προθέσεις της ιδίας τυγχάνουν απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, καθόσον, ανεξαρτήτως του ότι εκτιμήθηκαν ως ουσία αβάσιμοι κατά την ανέλεγκτη κρίση του Τμήματος, πάντως δεν αίρουν την νομιμότητα του επιβληθέντος με αντικειμενικά κριτήρια μέτρου της δημοσιονομικής διόρθωσης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και μη προβαλλομένου άλλου λόγου η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.




ΣΤΕ/2384/2020

Παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών...Υπό τα δεδομένα αυτά, της ωριμότητας δηλαδή της διαγωνιστικής διαδικασίας που επήλθε με την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών και την ουσιαστική ανάδειξη του μειοδότη, μετά από πλήρη ανάπτυξη του ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων εντός του χρόνου ισχύος των προσφορών τους, ο αναθέτων φορέας δεν είχε υποχρέωση να ματαιώσει τον διαγωνισμό ούτε κωλυόταν να ζητήσει την παράταση της ισχύος των προσφορών και μετά την τυπική λήξη της (πρβλ. ΣτΕ 1189, 1190, 1193/2009 Ολομ.) - όπως έπραξε τελικά στις 13.4.2020 με τη ρητή και ανεπιφύλακτη αποδοχή της σχετικής προσκλήσεως από τους διαγωνιζομένους (... και ...). Τούτο δε, λαμβανομένου υπόψη και ότι η λήξη ισχύος των προσφορών κατά το άρθρο 97 παρ. 4 του ν. 4412/2016 περιλαμβάνεται, πάντως, στους δυνητικούς λόγους ματαιώσεως της διαδικασίας αναθέσεως, οι οποίοι απαριθμούνται στο άρθρο 317 παρ. 2 του ν. 4412/2016 (πρβλ. ΕΑ 63/2020). Συνεπώς, μη νομίμως με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε δεκτό ότι ο αναθέτων φορέας είχε υποχρέωση να ματαιώσει τη διαδικασία αναθέσεως. Και τούτο ανεξαρτήτως του αν η εταιρεία ..., ενόψει του όλου περιεχομένου της προδικαστικής της προσφυγής και, σε κάθε περίπτωση, μετά την από 13.4.2020 δήλωσή της περί παρατάσεως της ισχύος της προσφοράς της, είχε έννομο συμφέρον (πρβλ. άρθρο 29 του π.δ. 18/1989-Α΄ 8) για τη ματαίωση του διαγωνισμού, επικαλούμενη τη λήξη της ισχύος των προσφορών (πρβλ. ΣτΕ 4140, 542/2013, 4216, 1265/2011, 1190/2009 Ολομ., 4474/2005 κ.ά.). Για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές, να απορριφθούν οι παρεμβάσεις και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση της ....


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1716/2022

Προμήθεια, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία συστήματος τηλεελέγχου/τηλεχειρισμού:  ζητείται η αναθεώρηση της 576/2022 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Άλλωστε, η απαίτηση πρόσθετης εμπειρίας για τον δανείζοντα τεχνική ικανότητα τρίτο αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο (τον επονομαζόμενο «Τεχνικό Υπεύθυνο της Σύμβασης»), για τον οποίο απαιτείται (εκτός από τη σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου), βεβαίωση δεκαετούς «προϋπηρεσίας», η οποία κατά νομική ακριβολογία και σύμφωνα με τα δεδομένα της κοινής πείρας παρέχεται (όπως και η σύμβαση εργασίας συνάδει) μόνον σε φυσικά πρόσωπα.  Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αφορά στον αυτοδυνάμως συμμετέχοντα οικονομικό φορέα, που μπορεί να είναι και νομικό πρόσωπο, κοινοπραξία, ένωση ή σύμπραξη οικονομικών φορέων κ.λπ. και ο οποίος δεν έχει «προϋπηρεσία». Συνεπώς, η απαίτηση αυτή, όπως αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 2.2.6.1 της διακήρυξης, στην οποία άλλωστε παραπέμπει και αυτή του άρθρου 2.2.8. περί στήριξης στην ικανότητα τρίτων,   αφορά μόνον στον  υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη που δανείζει την εμπειρία του σε οικονομικό φορέα και έχει τεθεί κατά παράβαση των αρχών του ανταγωνισμού και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, διότι αφενός λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς τη συμμετοχή στο διαγωνισμό υποψηφίων που δεν διαθέτουν ίδια εμπειρία, αφετέρου, απαιτεί εμπειρία πολύ μεγαλύτερης διάρκειας σε περίπτωση που αυτή αποτελεί αντικείμενο «δανεισμού» από υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη του αναδόχου, παρόλο που, κατά τις οικείες διατάξεις, ο δανείζων εμπειρία καλείται να εκπληρώσει τα κριτήρια επιλογής τα οποία απαιτούνται για τον ίδιο τον προσφέροντα και μόνον αυτά. Κατά συνέπεια, συντρέχει εν προκειμένω ουσιώδης νομική πλημμέλεια, απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου προβαλλόμενων ισχυρισμών και δη τόσο αυτού περί αντιφατικής αιτιολογίας της προσβαλλόμενης όσο και περί  εσφαλμένης εκτίμησης της από 24.1.2021 «βεβαίωσης προϋπηρεσίας» της ως άνω αποκλεισθείσης εταιρείας. Εξάλλου, δια του υποθετικού συλλογισμού της προσβαλλόμενης ότι εάν ήθελε θεωρηθεί ότι ο επίμαχος όρος ήταν γενικός και ίσχυε ως προς όλους τους υποψήφιους θα συνιστούσε υπέρμετρο περιορισμό αφού θα επέτρεπε τη συμμετοχή μόνον όσων υποψηφίων διέθεταν αποδεδειγμένη 10ετή προϋπηρεσία στην εκτέλεση (άδηλου αριθμού) ανάλογων με τη δημοπρατούμενη συμβάσεων άνευ επίκλησης λόγων δημοσίου συμφέροντος, δεν προσετέθη νέα πλημμέλεια στην ελεγχόμενη διαδικασία, όπως αβασίμως ισχυρίζεται ο προσφεύγων, ενώ, περαιτέρω, ως αναπόδεικτος θα πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός ότι ο όρος αυτός δεν θέτει δυσανάλογα προσκόμματα στο διαγωνισμό διότι όλες οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην οικεία αγορά διαθέτουν στο προσωπικό τους έναν επαγγελματία με σχετική εμπειρία.Απορρίπτει την προσφυγή αναθεώρησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση.


ΑΕΠΠ/260/2020

Διαμόρφωση κτιρίου αποθηκών...Από το σύνολο των προαναφερόμενων προκύπτει ότι η, από 20.08.2019, Υπεύθυνη Δήλωση της εταιρίας με τον δ.τ. «...» υποβλήθηκε, όπως ορθώς υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ανεπικαίρως και ως εκ τούτου, μη νομίμως, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ληφθεί υπόψη από την οικεία αναθέτουσα αρχή, αφού δεν αποτελεί ένα «τυπικό» δικαιολογητικό κατακύρωσης, που υποβάλλεται στο στάδιο υποβολής των δικαιολογητικών κατακύρωσης από τον προσωρινό μειοδότη και εντός της τασσόμενης σε αυτόν (αρχικής ή συμπληρωματικής) προθεσμίας, σύμφωνα με το άρθρο 103 του Ν. 4412/2016, ως ίσχυε κατά τον επίμαχο χρόνο, αλλά δικαιολογητικό το οποίο βεβαιώνει γεγονότα, τα οποία όφειλαν να λάβουν χώρα σε πρωθύστερο χρόνο, τα οποία, όμως, δεν έλαβαν χώρα, ούτε άλλωστε ουδείς ισχυρίζεται το αντίθετο. Περαιτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εφαρμοζόμενοι στην προκείμενη περίπτωση όροι της Διακήρυξης (άρθρα 22.Δ. (ii), 23.6 και 24.2) ήταν διατυπωμένοι με σαφήνεια, ώστε να θεωρείται ότι δόθηκε σε όλους τους ευλόγως ενημερωμένους και κανονικά επιμελείς υποψηφίους, η δυνατότητα να κατανοήσουν το ακριβές περιεχόμενό τους και να τους ερμηνεύσουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Μάλιστα, λόγω της σαφήνειας των επίμαχων όρων, ήταν, εν προκειμένω, δυνατός ο εκ μέρους της οικείας αναθέτουσας αρχής αποτελεσματικός έλεγχος του εάν οι Προσφορές των υποψηφίων ανταποκρίνονται στα κριτήρια που διέπουν την προς ανάθεση σύμβαση (βλ. ΔΕΕ, Απόφαση της 18.06.2002, Υπόθεση C-92/00, Stadt Wien, σκέψη 45· ΔΕΕ, Απόφαση της 12.12.2002, Υπόθεση C-470/99, Universale-Bau, σκέψη 91· ΔΕΕ, Απόφαση της 29.04.2005, Υπόθεση C-496/1999, CAS Succhi di Frutta SpA, σκέψη 111 κλπ). Συναφώς υπενθυμίζεται, ότι, κατά πάγια νομολογία, η νομιμότητα συμμετοχής προϋποθέτει την εκπλήρωση τυπικών προϋποθέσεων (βλ. Ελ. Συν. VI Τμήμα, Αποφ. 24995, 1949/2009. Πρ. 115, 10/2008, 222/2005, Ζ΄ Κλιμάκιο, Πρ. 116/2012, 1177/2009, Δημήτριος Ι. Ράικος, Δίκαιο Δημοσίων Συμβάσεων, Β΄ έκδοση, Σάκκουλας, 2017, σελ. 195-197). Εν κατακλείδι, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων και της αρχής της τυπικότητας που διέπουν τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, αφής στιγμής η επίμαχη Υπεύθυνη Δήλωση άπτεται, κατά τα ανωτέρω, των προϋποθέσεων συμμετοχής της διαγωνιζόμενης εταιρίας «...» (απαράβατος όρος), η υπό κρίση Προδικαστική Προσφυγή θα πρέπει να γίνει δεκτή και συνεπώς, η προσβαλλόμενη, η υπ΄ αριθμ. 228/17.12.2019 Απόφαση της Ο.Ε. του εν λόγω Δήμου θα πρέπει να ακυρωθεί. 


ΕλΣυν/Κλ7/246/2014

Προμήθεια  αντλητικών συγκροτημάτων.(....) Σε κάθε περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί στο δεύτερο στάδιο της αξιολόγησης (βαθμολόγησης) των τεχνικών προσφορών να χρησιμοποιεί κριτήρια που συνδέονται με την εκτίμηση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, καθόσον αυτά χρησιμοποιήθηκαν ήδη κατά το πρώτο στάδιο, για την παραδεκτή συμμετοχή των υποψηφίων στο διαγωνισμό. Ειδικότερα, το κριτήριο της εμπειρίας, το οποίο αφορά στην καταλληλότητα των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, αξιολογείται στο πρώτο στάδιο του διαγωνισμού (και εάν δεν υπάρχει στο πρόσωπο υποψηφίου, κρίνεται απαράδεκτη η προσφορά του) και δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί εκ νέου για τη βαθμολόγηση των προσφορών, η δε πρόβλεψή του στη διακήρυξη, ως κριτήριο αξιολόγησης αυτών, καθιστά αυτή μη νόμιμη (Αποφάσεις Μείζονος Επταμελούς Σύνθεσης 610/2012, 992/2011, αποφάσεις VI Τμήματος 3061/2014, 3014/2013, πρβλ. απόφασεις ΔΕΚ της 20.9.1988, C-31/1987, Beentjes, Συλλογή 1988, σελ. 4635, σκ. 15 έως 24, της 12.11.2009, C-199/2007, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 51 έως 53, της 19.6.2003, C-315/2001, Gesellschaft      fur Abfallentsorgungs -Technik GmbH (GAT),  σκ. 59 έως 67,  της 24.1.2008, C-532/2006, Εμ. Γ. Λιανάκης Α.Ε., σκ. 26 έως 32, Ε.Α. Στ.Ε. 1148/2009. 1318/2009, 100/2009, 1091/2006). (....) Ενόψει όμως των συνθηκών υπό τις οποίες εξελίχθηκε ο ελεγχόμενος διαγωνισμός, η πρόβλεψη της εμπειρίας ως κριτηρίου αναθέσεως, δεν άσκησε επιρροή, καθόσον σε αυτό το στάδιο είχε απομείνει μόνον μία συμμετέχουσα προμηθεύτρια εταιρεία και ως εκ τούτου, η βαθμολογία της με συνυπολογισμό της εμπειρίας, δεν προσέδωσε σε αυτήν οιαδήποτε συγκριτική υπεροχή σε σχέση με τους λοιπούς διαγωνιζόμενους.