Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν.Τμ.V/395/2016

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1481/1984, 4270/2014, 2362/1995

ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΟΛΟΓΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπό στοιχ. II σκέψη, με την παραλαβή της διαχείρισης της Αστυνομικής Διεύθυνσης Κ. στις 20.6.2002, ο εκκαλών κατέστη δημόσιος υπόλογος. Ως εκ τούτου υπέχει νόθο αντικειμενική ευθύνη, δηλαδή ευθύνεται για κάθε πταίσμα, συνεπώς και για ελαφρά αμέλεια, η ύπαρξη της οποίας τεκμαίρεται, απαλλάσσεται δε μόνον αν ο ίδιος, ο οποίος φέρει το βάρος απόδειξης σχετικά με την έλλειψη οποιουδήποτε βαθμού υπαιτιότητας αναφορικά με την ως άνω απώλεια (Ε.Σ. V Τμ. 1102/2006), αποδείξει ότι πράγματι δεν τον βαρύνει οποιονδήποτε βαθμού υπαιτιότητα. Κατά συνέπεια, απορριπτέος τυγχάνει ο πρώτος λόγος έφεσης, με τον οποίο επικαλείται εφαρμογή του άρθρου 46 του π.δ/τος 774/1980 (ήδη άρθρο 68 του ν. 4129/2013, ΦΕΚ Α΄ 52), προεχόντως ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, καθόσον εφαρμοστέες στην περίπτωση αυτή είναι οι διατάξεις περί δημοσίων υπολόγων (άρθρα 150 και 152 του ν. 4270/2014, καθώς και οι ομοίου περιεχομένου προγενέστερες διατάξεις των άρθρων 54 και 56 του ν. 2362/1995) και όχι αυτές περί αστικής ευθύνης υπαλλήλων του Δημοσίου.(..)Εν προκειμένω, ο εκκαλών πράγματι ευθύνεται για την απώλεια των επίμαχων ειδών σε βαθμό τουλάχιστον ελαφράς αμέλειας, καθόσον παρέλειψε να τηρήσει τα επιβαλλόμενα υπηρεσιακά του καθήκοντα, αφού δεν προέβη στην προβλεπόμενη διαδικασία παράδοσης της διαχείρισης πριν από την αποστρατεία του ή έστω στην καθ’ οιονδήποτε τρόπο παράδοση αυτής. Και ναι μεν αυτός ισχυρίζεται ότι αποστρατεύθηκε αιφνίδια προκειμένου να συμμετάσχει ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στις Δημοτικές Εκλογές της 7.11.2010, πλην όμως η ως άνω αποστρατεία του, η οποία προκλήθηκε με αίτηση παραίτησης του ιδίου και όχι από την Υπηρεσία του, δεν δύναται άνευ ετέρου να παράσχει νόμιμο λόγο παράλειψης της ως άνω υποχρέωσης, δεδομένου μάλιστα ότι η ημερομηνία διεξαγωγής των Δημοτικών Εκλογών ήταν ήδη γνωστή από μακρού χρονικού διαστήματος...


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/264/2018

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της της 49/20.1.2014 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (...)Τέλος, απορριπτέοι είναι και οι ισχυρισμοί του περί αδυναμίας εκμίσθωσης των κατοικιών λόγω της μείωσης του τουρισμού συνεπεία της οικονομικής κρίσης, ενόψει και του γεγονότος ότι από το προσκομισθέν αντίγραφο βιβλίου κίνησης πελατών προκύπτει ότι κατά τα έτη 2011 – 2014, που ακολούθησαν μετά τον έλεγχο, η επιχείρηση παρουσιάζει έσοδα από εκμισθώσεις κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Επικουρικά δε ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα υπολογίστηκε ως χρόνος μη λειτουργίας της επιχείρησης το σύνολο του χρονικού διαστήματος που προαναφέρθηκε (18.6.2009 έως 6.12.2010), αφού έπρεπε να ληφθεί υπόψη μόνο ο χρόνος από το τέλος της τουριστικής περιόδου. Ο λόγος αυτός είναι επίσης απορριπτέος, διότι, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, αφού δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια ο χρόνος κατά τον οποίο θεωρεί ο εκκαλών ότι μη νόμιμα καταλογίζεται, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι αυτός ανέλαβε την υποχρέωση να λειτουργεί η επιχείρησή του ορισμένη μόνο χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια του έτους. Μειοψήφησε η εισηγήτρια της υπόθεσης, Προεδρεύουσα Σύμβουλος του Τμήματος, Μαρία Αθανασοπούλου, που διατύπωσε τη γνώμη ότι δεν συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση διακοπής της λειτουργίας της επιχείρησης και παραβίασης των μακροχρόνιων υποχρεώσεων του εκκαλούντος, δοθέντος ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε ολοκληρωθεί η επένδυση και είχε αρμοδίως πιστοποιηθεί η ολοκλήρωσή της, βρισκόταν δε σε πλήρη ετοιμότητα και λειτουργία, προκειμένου να δεχτεί πελάτες. Οι επικαλούμενες από τη Διοίκηση παρατυπίες, στις οποίες και ερείδεται το πόρισμά της περί μη παραγωγικής λειτουργίας της επιχείρησης είναι μη ουσιώδεις και δεν μπορούν να αποτελέσουν νόμιμη αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, ως μη συνιστώσες βαρύνουσα δημοσιονομική παράβαση, ενόψει δε του ότι η επιχείρηση αυτή λειτουργεί έκτοτε αδιαλείπτως, δεν δικαιολογούν, κατ’ εφαρμογήν και της αρχής της αναλογικότητας, το ύψος του προς ανάκτηση ποσού. Πλην όμως, η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.Απορρίπτει την έφεση.


ΣΤΕ/4815/1997

Επειδή, με την υπ' αριθ. 4141.4/20/94/2.9.1994 απόφαση του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την κατάταξη στο Λιμενικό Σώμα 190 δοκίμων Λιμενοφυλάκων, στον οποίο έλαβε μέρος και ο ήδη εκκαλών. Με την υπ' αριθ. 4141.4/95/94/12.12.1994 απόφαση του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος (φ. Γ 237/12.12.1994) κλήθηκαν για κατάταξη οι επιτυχόντες δόκιμοι Λιμενοφύλακες έτους 1994, στον πίνακα δε αυτό επιτυχίας δεν συμπεριελήφθη ο εκκαλών, διότι δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη βαθμολογία. Κατά του ως άνω πίνακος, που είχε δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 12.12.1994 (κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 7 ν.δ. 530/1970 (Α 100) "περί λιμενοφυλάκων") ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς την από 13.12.1995 αίτηση ακυρώσεως. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά εφόσον η προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως για τον εκκαλούντα, ως τρίτο, άρχιζε από την επομένη της δημοσιεύσεως του ως άνω πίνακος, η προθεσμία έληγε την 10.2.1995, ημέρα Παρασκευή και συνεπώς η ως άνω αίτηση ακυρώσεως ασκήθηκε εκπροθέσμως την εξηκοστή τρίτη μέρα από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης πράξεως


ΕλΣυν.ΕλάσσοναΟλομ/784/2016

Συντάξεις στρατιωτικών:Στην κρινόμενη υπόθεση, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δέχθηκε ότι ο ήδη αναιρεσίβλητος, που αποστρατεύθηκε αυτεπάγγελτα με το από 5.3.2003 π.δ/γμα ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του με το βαθμό του Αντιστρατήγου .. και συνολική υπερεικοσιεννεατή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία, δικαιούται κανονισμού της σύνταξής του, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 περ. θ΄ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 3016/2002) και 2 του ν. 2838/2000, με βάση το μηνιαίο βασικό μισθό του βαθμού του Αντιστρατήγου  Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, τον οποίο έλαβε ένα μήνα πριν από την αποστρατεία του και όχι με βάση αυτόν του βαθμού Αντιστρατήγου Αρχηγού Γ.Ε.Σ..


ΕλΣυν.Τμ.3/375/2013

Αστική ευθύνη Δημοσίου:Με τα δεδομένα αυτά ο ενάγων, ο οποίος εξήλθε από την υπηρεσία με το βαθμό του Συνταγματάρχη πριν από την 1.7.2000 (συγκεκριμένα το έτος 1986), πληρούσε τις προϋποθέσεις για να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του άρθρου 6 παρ. 1 περ. στ΄ και 2 του ν. 2838/2000 και συνακόλουθα, η σύνταξή του έπρεπε να είχε αναπροσαρμοσθεί από 1.7.2000 με βάση το βασικό μισθό βαθμού Υποστρατήγου, αφού αφενός μεν είχε συμπληρώσει την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 περ. στ΄ του ν. 2838/2000 πραγματική υπηρεσία των τριάντα ενός (31) ετών προκειμένου να λάβει τη μισθολογική προαγωγή της διαφοράς των 2/3 μεταξύ του βασικού μισθού Υποστρατήγου και του (πλήρους) βασικού μισθού του βαθμού του Ταξιάρχου..αφετέρου δε, ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του, δικαιούται κατ’ εφαρμογή  της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, την πρόσθετη μισθολογική προαγωγή του επόμενου του Ταξιάρχου βαθμού, δηλαδή αυτήν του βαθμού  του Υποστρατήγου.Κατά συνέπεια, η παράλειψη του Γ.Λ.Κ. να εφαρμόσει τις επίμαχες διατάξεις των ν. 2838/2000 και 3016/2002 από την έναρξη ισχύος τους, είναι παράνομη κατά την έννοια του άρθρου 105 Εισ.Ν.Α.Κ. και προκάλεσε στον ενάγοντα αποθετική ζημία από τη στέρηση της αυξημένης σύνταξής του


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/305/2017

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.Νόμιμη η ανάθεση σε τρίτο για την Διαμόρφωση Συστήματος Διαδικασιών Εσωτερικού Ελέγχου και Εκπαίδευσης Προσωπικού για τη Διενέργεια Εσωτερικού Ελέγχου. (..) Με δεδομένα αυτά και λαμβανομένων ειδικότερα υπόψη ότι ο Δήμος … υποχρεούται να συστήσει μονάδα εσωτερικού ελέγχου με επαρκές και ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό από υπαλλήλους του, ότι στις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προγραμματισμού Οργάνωσης, Πληροφορικής & Τοπικής οικονομικής Ανάπτυξης δεν υπάγεται η διενέργεια εσωτερικών ελέγχων και ότι η σύνταξη του εγχειριδίου εσωτερικού ελέγχου απαιτεί πράγματι ειδικές γνώσεις και σχετική εμπειρία, νομίμως ο Δήμος ανέθεσε τις ως άνω υπηρεσίες σε τρίτο, καθόσον οι υπάλληλοί του δεν μπορούσαν να προβούν στην εκτέλεση των ως άνω υπηρεσιών. Και αυτό γιατί αντικείμενο των επίμαχων υπηρεσιών ήταν η εκπαίδευση των ίδιων των υπαλλήλων, η κατάρτιση και καθοδήγησή τους στη διεξαγωγή του ελέγχου, ακριβώς λόγω της μη εξειδίκευσής τους σε σχετικά ζητήματα.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/16/2019

Εξόφληση οφειλών από λογαριασμούς ύδρευσης:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Οι αξιώσεις της φερόμενης ως δικαιούχου …. που απορρέουν από 24 ανεξόφλητους λογαριασμούς υδροδότησης του ως άνω ακινήτου του … ετών 2006-2012 (καταναλώσεις από 7.12.2006 έως 23.10.2012) με ημερομηνίες λήξης από 7.12.2006 έως 19.11.2012, συνολικού ποσού 168 ευρώ (βλ. την καρτέλα παροχής, σύμφωνα με την οποία στις 26.10.2012, οπότε και εκδόθηκε ο  λογαριασμός, η τρέχουσα οφειλή ήταν 9 ευρώ και η συγχρέωση από τους προηγούμενους λογαριασμούς 159 ευρώ, ήτοι σύνολο 168 ευρώ), ενόψει του χρόνου έκδοσης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος (28.3.2018), έχουν υποπέσει στην πενταετή παραγραφή, η οποία άρχισε από το τέλος εκάστου έτους εντός του οποίου γεννήθηκαν οι αξιώσεις με την παρέλευση της ημερομηνίας λήξης κάθε λογαριασμού. Η παραγραφή δε αυτή άρχισε υπό την ισχύ των διατάξεων του άρθρου 48 του ν.δ.496/1974 (λόγω του ότι κατά το έτος 2006 έως και 31.7.2007 το τότε …, στην κυριότητα του οποίου ανήκε το υδροδοτούμενο ακίνητο δεν διέθετε ειδικές καταστατικές διατάξεις περί παραγραφής, βλ. σκέψη ΙΙ Α) και συνεχίστηκε χωρίς να έχει συμπληρωθεί έως την 1.8.2007 (ημερομηνία κατά την οποία το υδροδοτούμενο ακίνητο περιήλθε αυτοδικαίως στο …, βλ. σκέψη ΙΙ Β.), οπότε και άρχισαν να ισχύουν οι ειδικές καταστατικές περί … διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951 (Α΄179), όπως αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 15 του ν. 4476/1965 και 7 του ν. 825/1978 που όριζαν τον ίδιο χρόνο παραγραφής. Ωστόσο, οι αξιώσεις της φερόμενης ως άνω δικαιούχου εταιρείας από τους λοιπούς ανεξόφλητους λογαριασμούς υδροδότησης του ακινήτου του … (καταναλώσεις από 24.10.2012 έως 8.1.2018) με ημερομηνίες λήξης από 15.2.2013 έως 8.2.2018 (βλ. αναλυτικά την καρτέλα της παροχής 688691), ύψους 12.184 ευρώ (12.352 ευρώ που είναι το εντελλόμενο ποσό-168 ευρώ που είναι το παραγραφέν κατά τα ανωτέρω ποσό), παραμένουν ενεργές, καθόσον το τμήμα αυτό των αξιώσεων (από λογαριασμούς ετών 2013-2018), ενόψει και του χρόνου έκδοσης του ελεγχόμενου τίτλου πληρωμής (28.3.2018), δεν έχει υποπέσει, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, στην πενταετή παραγραφή, σύμφωνα με τις ως άνω ισχύουσες μέχρι 1.1.2017 (ημερομηνία κατά την οποία περιήλθε αυτοδίκαια το υδροδοτούμενο ακίνητο στον …) ειδικές καταστατικές διατάξεις του … και τις εντεύθεν ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 140 επ. του ν. 4270/2014 που εφαρμόζονται αναλογικά για τον … (σκέψη ΙΙ.Γ.) και ορίζουν τον ίδιο χρόνο παραγραφής.


ΕΣ/ΤΜ.6/291/2017

Κληροδοτήματα (ακύρωση απόφασης Καταλογισμού) (..)Με δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι τα ήδη καταλογιζόμενα μέλη της Διαχειριστικής Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο εκκαλών, δικαιολογημένα σχημάτισαν την πεποίθηση ότι το Ίδρυμα δεν δικαιούται να λάβει την ενιαία ενίσχυση για τα έτη 2007-2013. (..)Ενόψει των ανωτέρω, η παράλειψή του εκκαλούντος να μεριμνήσει για την ετήσια δήλωση των δικαιωμάτων ενίσχυσης, που οδήγησε στην απώλεια εσόδων συνολικού ύψους 25.042,36 ευρώ, δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια αυτού.(..)Ακυρώνει την 1550/260435/2012Π.Ε./20.1.2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ....., κατά το μέρος που καταλογίζει τον … ως μέλος της Διαχειριστικής Επιτροπής του ιδρύματος με την επωνυμία «Κληροδότημα ....» για ζημία που υπέστη η περιουσία του Ιδρύματος αυτού.


Ελ.Συν.Ολομ/243/2017

ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΟΛΟΓΟΙ:Ακολούθως, το Τμήμα έκρινε ότι, ως προς τις δαπάνες που αφορούν τα ..., ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, ως υπόλογος, ευθύνεται έστω και με ελαφρά αμέλεια, διότι όφειλε ως εκ της θέσης του και της μόρφωσής του να γνωρίζει ότι το ... έχει ίδια χρηματοδότηση, γεγονός που αποκλείει την περαιτέρω κρίση για τη λειτουργικότητα ή μη της δαπάνης, για το λόγο δε αυτό απορρίφθηκε ως αλυσιτελής ο σχετικός λόγος του τότε εκκαλούντος. 4.5. Τέλος, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι, σε ό,τι αφορά τα οδοιπορικά έξοδα, ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, είναι καταλογιστέος, ως αχρεωστήτως λαβών, ανεξαρτήτως υπαιτιότητάς αυτού, και μάλιστα για τη συνολική δαπάνη της μετακίνησης και όχι μόνο για το ποσό των 3.356,61 ευρώ, ισόποσο ελλείμματος, που προκλήθηκε από υπέρβαση του δικαιουμένου να λάβει αυτός ποσού ύψους 8.203,15 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2685/1999, πλην όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του τότε εκκαλούντος, μεταβάλλοντας σε βάρος του την αιτιολογία του καταλογισμού, και να ακυρώσει αυτή, επιβάλλοντας μεγαλύτερο ποσό καταλογισμού (άρθρο 49 π.δ.1225/1981). 5.1. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις σκέψεις 3.1. έως και 3.5. και 3.7. της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προαναφερθείσες και διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, τα δε αντιθέτως προβαλλόμενα με την ένδικη αίτηση αναίρεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμαΑκολούθως, το Τμήμα έκρινε ότι, ως προς τις δαπάνες που αφορούν τα ..., ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, ως υπόλογος, ευθύνεται έστω και με ελαφρά αμέλεια, διότι όφειλε ως εκ της θέσης του και της μόρφωσής του να γνωρίζει ότι το ... έχει ίδια χρηματοδότηση, γεγονός που αποκλείει την περαιτέρω κρίση για τη λειτουργικότητα ή μη της δαπάνης, για το λόγο δε αυτό απορρίφθηκε ως αλυσιτελής ο σχετικός λόγος του τότε εκκαλούντος. 4.5. Τέλος, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι, σε ό,τι αφορά τα οδοιπορικά έξοδα, ο τότε εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, είναι καταλογιστέος, ως αχρεωστήτως λαβών, ανεξαρτήτως υπαιτιότητάς αυτού, και μάλιστα για τη συνολική δαπάνη της μετακίνησης και όχι μόνο για το ποσό των 3.356,61 ευρώ, ισόποσο ελλείμματος, που προκλήθηκε από υπέρβαση του δικαιουμένου να λάβει αυτός ποσού ύψους 8.203,15 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2685/1999, πλην όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του τότε εκκαλούντος, μεταβάλλοντας σε βάρος του την αιτιολογία του καταλογισμού, και να ακυρώσει αυτή, επιβάλλοντας μεγαλύτερο ποσό καταλογισμού (άρθρο 49 π.δ.1225/1981). 5.1. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις σκέψεις 3.1. έως και 3.5. και 3.7. της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προαναφερθείσες και διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, τα δε αντιθέτως προβαλλόμενα με την ένδικη αίτηση αναίρεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα


ΕΣ/ΤΜ.6/492/2017

Καταλογισμός.(...) Με την κρινόμενη έφεση ο εκκαλών προβάλλει κατ’ αρχήν ότι η τυχόν επελθούσα ζημία στην περιουσία του Κληροδοτήματος δεν οφείλεται σε δόλο ούτε σε βαρεία αμέλεια αυτού. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα στοιχεία, σε προηγούμενο έλεγχο της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλίας, για τα έτη 1996 έως 2001 (γίνεται αναφορά στην ΕΜΠ.134/98, 173/2001, 141/2002/22.4.2003 έκθεση διαχειριστικού ελέγχου του Οικονομικού Επιθεωρητή ….), είχε προταθεί ο καταλογισμός των τότε μελών της διαχειριστικής επιτροπής του Ιδρύματος με το ποσό των 7.671,40 ευρώ για την ίδια αιτία, ήτοι διότι, λόγω αμελούς άσκησης των διαχειριστικών καθηκόντων τους, δεν προέβησαν στις οφειλόμενες ενέργειες για την είσπραξη των οικονομικών ενισχύσεων (επιδοτήσεων) ελαιολάδου. Με την 35/5.1.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Θεσσαλίας, αφότου διαπιστώθηκε ότι κατά τα κρίσιμα έτη 1996 και 1997 το Ίδρυμα ως εκ της φύσης του δεν μπορούσε να λάβει επιδότηση ελαιολάδου, κατά δε τα επόμενα έτη (1998 έως 2002) η επιδότηση γινόταν (παράτυπα) στο όνομα μέλους της Διαχειριστικής Επιτροπής που ακολούθως απέδιδε στο Ίδρυμα τα αντίστοιχα ποσά, κρίθηκε ότι τα μέλη της ως άνω Επιτροπής δεν άσκησαν αμελώς τα καθήκοντά τους και δεν πρέπει να καταλογιστούν. Με βάση την απόφαση αυτή, τα ήδη καταλογιζόμενα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο εκκαλών, δικαιολογημένα σχημάτισαν την πεποίθηση ότι το Ίδρυμα δεν δικαιούται να λάβει την ενιαία ενίσχυση για τα έτη 2006-2013. Εξάλλου, ενόψει της φύσης και του σκοπού του Κληροδοτήματος και του πολύπλοκου καθεστώτος της ενιαίας ενίσχυσης, οι προϋποθέσεις χορήγησης της οποίας είχαν προφανώς μεταβληθεί σε σχέση με παλαιότερα καθεστώτα ενισχύσεων, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπειρίας του εκκαλούντα ως προς τα θέματα κοινής αγροτικής πολιτικής, αφού κατά το κρίσιμο διάστημα ασκούσε μη αγροτική επαγγελματική δραστηριότητα (ιατρός), ο εκκαλών δεν μπορούσε να διαγνώσει ότι το ίδρυμα μπορούσε να λάβει την ως άνω ενιαία ενίσχυση. Παρά δε το γεγονός ότι με την από 15.6.2006 αίτηση του Ιδρύματος ενεργοποιήθηκαν τα δικαιώματα ενίσχυσης αυτού, από τα στοιχεία του φακέλου δεν να προκύπτει ότι ο εκκαλών γνώριζε, έστω μέσω στοιχειώδους ενημέρωσης από τον υποβάλλοντα την αίτηση πρώην Πρόεδρο της Διαχειριστικής Επιτροπής, τη διαδικασία που κινήθηκε για τη διεκδίκηση της ενιαίας ενίσχυσης με δικαιούχο το Ίδρυμα ως νομικό πρόσωπο ασκούν γεωργική δραστηριότητα. Ενόψει των ανωτέρω, η παράλειψή του να μεριμνήσει για την ετήσια δήλωση των δικαιωμάτων ενίσχυσης, που οδήγησε στην απώλεια εσόδων συνολικού ύψους 25.042,36 ευρώ, δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια αυτού. Στο μέτρο δε που η είσπραξη επιδοτήσεων δεν αποτελεί υποχρέωση που προβλέπεται ρητώς στη συστατική πράξη του ιδρύματος ούτε στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939, αλλά ανάγεται στην γενική ευθύνη του διαχειριστή της καταλειφθείσας περιουσίας, η έλλειψη υπαιτιότητας και συγκεκριμένα δόλου ή βαριάς αμέλειας, αποτελεί λόγο άρσης της ευθύνης του εκκαλούντα. (...)Κατ’ ακολουθία αυτών που κατά πλειοψηφία έγιναν δεκτά ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να αποδοθεί στον εκκαλούντα το καταβληθέν παράβολο και, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/263/2019

Καταβολή αμοιβής σε υπότροφο διδακτορικό..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος με την έκθεση διαφωνίας λόγος είναι βάσιμος και, συνεπώς, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι μη κανονική. Και τούτο διότι, κατά παράβαση της προβλεφθείσας στο άρθρο 66 παρ. 7 του ν. 4270/2014 και στο άρθρο 4 παρ. 3β του π.δ. 80/2016 ως άνω διαδικασίας, για την πραγματοποίηση της ελεγχόμενης δαπάνης, που αφορά υποχρέωση προηγούμενου οικονομικού έτους (2017), δεν εκδόθηκε, κατά το νέο οικονομικό έτος (2018) και πριν από την ανάληψη οποιασδήποτε νέας υποχρέωσης, απόφαση ανάληψης υποχρέωσης για ποσό ίσο με το ανεξόφλητο μέρος της προηγούμενης ανατραπείσας ανάληψης. Ειδικότερα, με την προαναφερθείσα 61/20.2.2018 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης αναλήφθηκαν νέες υποχρεώσεις κατά την έναρξη του οικονομικού έτους 2018 και ως εκ τούτου δεν δεσμεύτηκαν πιστώσεις, κατά προτεραιότητα, για την εξόφληση των παλαιότερων υποχρεώσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται και η κρινόμενη σύμβαση εργασίας. Ωστόσο το Κλιμάκιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την από 10.10.2018 βεβαίωση του Κοσμήτορα της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ..., η ελεγχόμενη σύμβαση εργασίας εκτελέστηκε και ο φερόμενος ως δικαιούχος παρείχε επιτυχώς τις ελεγχόμενες υπηρεσίες στο Πανεπιστήμιο, καθώς και ότι για την προαναφερθείσα 1079/22.9.2017 απόφαση ανάληψης του έτους 2017 υφίστατο κατά τη λήξη του έτους αυτού επαρκής πίστωση προς μεταφορά στο επόμενο οικονομικό έτος (2018), κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Πανεπιστημίου δεν ενήργησαν με σκοπό την καταστρατήγηση των κειμένων διατάξεων, αλλά συγγνωστώς υπέλαβαν ότι εκδίδοντας την 61/20.2.2018 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης μπορούσαν νομίμως να προβούν και στην ανάληψη της επίμαχης υποχρέωσης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη κανονική, όμως το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής μπορεί να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης.