ΕλΣυν/Τμ.7/29/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ7/79/2007
Μη νόμιμη δαπάνη διότι ο 1ος Ανακεφαλαιωτικός Πίνακας Εργασιών (Α.Π.Ε.) με το 1° Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδων Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) και η συμπληρωματική σύμβαση εργασιών του έργου καταρτίστηκαν και εγκρίθηκαν μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας περαίωσης του έργου.
ΕλΣυν/Τμ.VII/344/2009
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων (1418/1984) προκύπτουν τα ακόλουθα: α) Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο ο Α.Π.Ε. συντάσσεται και εγκρίνεται πριν από τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας περαίωσης του έργου ή της νόμιμης παράτασης αυτής ισχύει στην περίπτωση κατά την οποία ο εν λόγω Α.Π.Ε. περιλαμβάνει πρόσθετες εργασίες, οι οποίες πρέπει να ολοκληρώνονται εντός των ανωτέρω προθεσμιών. Στην περίπτωση, όμως, κατά την οποία η σύνταξη Α.Π.Ε. σκοπό έχει τη διάθεση των απρόβλεπτων δαπανών (απρόβλεπτα) μιας εργολαβικής σύμβασης και μάλιστα για την κάλυψη αυξημένης δαπάνης αναθεώρησης, νομίμως η σύνταξη του εν λόγω Α.Π.Ε. λαμβάνει χώρα σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο της εκπνοής της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή της νόμιμα χορηγηθείσας παράτασης αυτής, εφόσον η ανωτέρω δαπάνη δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί πριν από τις προθεσμίες αυτές. β) Η αναθεώρηση – αύξηση ή μείωση – των συμβατικών τιμών κάθε σύμβασης δημοσίου έργου υπολογίζεται, για κάθε αναθεωρητική περίοδο, με βάση τον τύπο της παρ. 5 του άρθρου 10 του ν. 1418/1984, του οποίου ο συντελεστής «σ» προσδιορίζεται με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.. Η αναθεώρηση υπολογίζεται καταρχήν προσωρινά, με βάση τους συντελεστές της προηγούμενης αναθεωρητικής περιόδου και στη συνέχεια, μετά την κοινοποίηση των νέων συντελεστών, υπολογίζεται οριστικά η αναθεώρηση και περιλαμβάνεται στην πρώτη πιστοποίηση που ακολουθεί την κοινοποίηση αυτή. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι, εφόσον το τελικό ποσό της αναθεώρησης συναρτάται, όπως προεκτέθηκε, με προσδιοριζόμενο με απόφαση του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. συντελεστή, δηλαδή με κανόνα που καθιερώνεται ως υποχρεωτικός μετά την ανάθεση δημοσίου έργου, νομίμως το τυχόν αυξημένο ποσό αναθεώρησης καλύπτεται από το κονδύλι των απρόβλεπτων που περιλαμβάνεται στη σύμβαση, καθόσον μάλιστα η απαγόρευση της μεταφοράς των κονδυλίων της σύμβασης αφορά, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, μόνο στην αναθεώρηση και τον Φ.Π.Α.. γ) Είναι νόμιμη η σύνταξη Α.Π.Ε. που παρουσιάζει αύξηση σε σχέση με τη συνολική συμβατική δαπάνη σε ποσοστό έως και 20% αυτής.
ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/31/2012
Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής (εφ’ όσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν της καταληκτικής ημερομηνίας της), αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία, όμως, δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε εργασίες δημόσιου-δημοτικού έργου, οι οποίες έχουν εκτελεσθεί κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων, δηλαδή μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χορηγηθεισών παρατάσεων αυτής, δεν είναι νόμιμες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατήγησης των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων, υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξης, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης και παράδοσης ενός δημόσιου έργου. Εξάλλου, με την εγκριτική της παράτασης απόφαση προσδιορίζεται πάντοτε και ο υπαίτιος της καθυστέρησης των εργασιών – κύριος του έργου ή ανάδοχος, διότι, εφόσον υπαίτιος για την υπέρβαση είναι ο ανάδοχος, αφενός η εγκρινόμενη παράταση της προθεσμίας είναι ειδική «χωρίς αναθεώρηση», που σημαίνει ότι η αναθεώρηση των συμβατικών τιμών παγιώνεται στο ύψος της αναθεωρητικής περιόδου, η οποία συμπίπτει με τη λήξη της αρχικής συμβατικής προθεσμίας, αφετέρου επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής. Επιπλέον δε, ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας, προ της εγκρίσεως της παράτασης και σε αντιπαράσταση με τον ανάδοχο, καταρτίζει πίνακα διαχωρισμού των εργασιών, σε εκείνες που μπορούσαν και έπρεπε να εκτελεσθούν σε προηγούμενη αναθεωρητική περίοδο και στις λοιπές εργασίες. Αντιθέτως, υπάρχει υποχρέωση της διευθύνουσας υπηρεσίας να εγκρίνει την προτεινόμενη αναμόρφωση του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος του έργου και την παράταση του χρόνου εκτέλεσής του «με αναθεώρηση», χωρίς να απαιτείται επιπλέον η σύνταξη του ανωτέρω πίνακα διαχωρισμού των αναγκαίων εργασιών, όταν σημειώνεται καθυστέρηση εκτέλεσης αυτών, μη οφειλόμενη σε υπαιτιότητα του αναδόχου ή η καθυστέρηση προήλθε από την εκτέλεση νέων εργασιών (πρβλ. Απόφ. Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3208, 3053/2011, VI Τμ. 2753/2011, Πρ. VII Τμ. 46, 2/2012, 280, 244/2010, 103, 92/2009, IV Τμ. 60/2011). Περαιτέρω, σε περίπτωση που στην εγκριτική απόφαση της προϊσταμένης αρχής για την παράταση της συμβάσεως δεν αναφέρεται αν γίνεται με αναθεώρηση ή χωρίς αναθεώρηση, θα πρέπει στην απόφαση αυτή να αναφέρεται ότι ο ανάδοχος δεν είναι υπαίτιος για την επιμήκυνση του χρόνου ολοκληρώσεως του έργου ή τουλάχιστον αυτό να προκύπτει από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, οπότε τεκμαίρεται ότι η προϊσταμένη αρχή σιωπηρά αποδέχθηκε ότι δεν υπάρχει υπαιτιότητα του αναδόχου (βλ. Πρ. IV Τμ. 111/2002, πρβλ. Πρ. VII Τμ. 46/2012).
ΕΣ/Τ7/19/2006
Μη νόμιμες οι εργασίες της συμπληρωματικής σύμβασης,καθόσον εκτελέστηκαν κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρ.8 παρ.1 του ν.1418/84(ΦΕΚ 23Α) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρ.τέταρτου τουν.2372/96(ΦΕΚ 29 Α΄),δηλαδή μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας εκτελέσεως του έργου ή των νόμιμων χορηγηθεισών παρατάσεων αυτής.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)230/2013
Εξόφληση του 1ου λογαριασμού του έργου «Ασφαλτόστρωση οδών ΔήλεσιII.(...) Ο ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημόσιων έργων» (ΦΕΚ Α΄ 116) ορίζει, στο άρθρο 46, ότι: «1. Σε κάθε σύμβαση κατασκευής έργου ορίζεται προθεσμία για την περάτωσή του στο σύνολο και κατά τμήματα. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης, ο ανάδοχος με βάση την ολική και τις τμηματικές προθεσμίες, συντάσσει και υποβάλλει στη διευθύνουσα υπηρεσία το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου. 2. Η διευθύνουσα υπηρεσία εγκρίνει μέσα σε δέκα (10) ημέρες το χρονοδιάγραμμα και μπορεί να τροποποιήσει τις προτάσεις του αναδόχου σχετικά με τη σειρά και τη διάρκεια κατασκευής των έργων, ανάλογα με τις δυνατότητες χρονικής κλιμάκωσης των πιστώσεων, μέσα στα όρια των συμβατικών προθεσμιών. Το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποτελεί συμβατικό στοιχείο του έργου. … Η έναρξη των εργασιών του έργου από μέρους του αναδόχου δεν μπορεί να καθυστερήσει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης», ενώ στο άρθρο 48 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται ότι: «1. Κάθε σύμβαση, εκτός από την προθεσμία για την περάτωση του συνόλου του έργου (συνολική προθεσμία), περιλαμβάνει και προθεσμίες για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων τμημάτων αυτού (τμηματικές προθεσμίες). … 2. Όλες οι προθεσμίες (συνολική και τμηματικές) αρχίζουν από την υπογραφή της σύμβασης, εκτός αν στα συμβατικά τεύχη ορίζεται διαφορετικά. 3. Μέσα στη συνολική προθεσμία πρέπει να έχουν τελειώσει όλες οι επί μέρους εργασίες του έργου και να έχουν ολοκληρωθεί οι τυχόν προβλεπόμενες από τη σύμβαση δοκιμές. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για τις τμηματικές προθεσμίες. … 7. Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την κατασκευή του έργου για επιπλέον της συνολικής προθεσμίας χρονικό διάστημα ίσο προς το ένα τρίτο (1/3) αυτής και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών (οριακή προθεσμία). … 8. Παράταση της συνολικής ή των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται: α) Είτε «με αναθεώρηση», όταν η καθυστέρηση του συνόλου των εργασιών του έργου ή του αντίστοιχου τμήματος δεν οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου ή προκύπτει από αύξηση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου. β) Είτε «χωρίς αναθεώρηση», για το σύνολο ή μέρος των υπολειπόμενων εργασιών, όταν η παράταση κρίνεται σκόπιμη για το συμφέρον του έργου, έστω και αν η καθυστέρηση του συνόλου ή μέρους των υπολειπόμενων εργασιών οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Σε περίπτωση έγκρισης παράτασης προθεσμίας «χωρίς αναθεώρηση» για το σύνολο των υπολειπόμενων εργασιών του έργου ή μιας τμηματικής προθεσμίας του, επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής. … 10. Η έγκριση των παρατάσεων προθεσμιών γίνεται από την προϊσταμένη αρχή, ύστερα από αίτηση του αναδόχου. Παράταση μπορεί να εγκριθεί και χωρίς αίτηση του αναδόχου, αν αυτή δεν υπερβαίνει την οριακή προθεσμία.(…)». Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 36 του ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (Α΄ 116) και του π.δ. 171/1987 «Όργανα που αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν και ειδικές ρυθμίσεις σε θέματα έργων που εκτελούνται από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και άλλες σχετικές διατάξεις» (Α΄ 84), συνάγεται ότι για έργα που εκτελούνται από τους Δήμους διευθύνουσα ή επιβλέπουσα υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση, τον έλεγχο ή την διοίκηση των έργων αυτών, είναι η τεχνική τους υπηρεσία και σε περίπτωση που δεν υπάρχει, η τεχνική υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων της Νομαρχίας (ΤΥΔΚ, Πράξη VII Τμ. 215/2011), ενώ μετά τη θέσπιση του ν. 3852/2010 (από 1.1.2011) αρμόδια είναι η τεχνική υπηρεσία του δήμου της έδρας του νομού (άρθρα 258 και 280 παρ.VII ν. 3852/2010). Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι οι εργασίες δημόσιου έργου εκτελούνται νομίμως μετά την υπογραφή σχετικής σύμβασης, μόνο εφόσον δεν έχει ακόμη εξαντληθεί η συμβατική προθεσμία περάτωσης του έργου ή η νόμιμη παράταση αυτής από την προϊσταμένη αρχή. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας προθεσμίας δεν είναι νόμιμη (εφόσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν από την καταληκτική ημερομηνία της), αλλά συνιστά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Για τον ίδιο λόγο δεν είναι δυνατή ούτε η σύναψη νέας σύμβασης προκειμένου να χορηγηθεί νέα προθεσμία εκτέλεσης του έργου, διότι αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατηγήσεων των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων υπαγορεύεται από λόγους ασφάλειας δικαίου και δημόσιας τάξεως, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκληρώσεως του έργου και παραδόσεώς του έγκαιρα προς θεραπεία δημόσιου σκοπού. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε εργασίες δημόσιου έργου, οι οποίες έχουν εκτελεσθεί μετά την εκπνοή της προβλεπόμενης από τις προαναφερόμενες διατάξεις συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χ
ΕλΣυν.Κλ.Ε'/458/2016
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής:α) Μη νομίμως εκδόθηκε η αρ. ΑΔΕ 4940/12.10.2016 απόφαση, με την οποία παρατάθηκε η προθεσμία περατώσεως του έργου μέχρι τις 26.4.2017, αφού η απόφαση αυτή εκδόθηκε μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας, η οποία, κατόπιν νομίμου παρατάσεως αυτής, έληξε στις 18.7.2016.Σύμφωνα, δε, με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙV, δεν είναι νόμιμη η παράταση που χορηγείται μετά τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας, καθόσον συνιστά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία δεν προβλέπεται και δεν ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Κ.Δ.Ε.β) Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι εργασίες για τις οποίες προβλέπεται πρόσθετη αμοιβή της αναδόχου περιλαμβάνονταν στο αντικείμενο της αρχικής συμβάσεως και ως εκ τούτου δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν ως πρόσθετες ή υπερσυμβατικές ή εργασίες που εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο από τον προβλεπόμενο στη σύμβαση, ώστε να δικαιολογείται η σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως για την εκτέλεσή τους.(..)Kατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω το Κλιμάκιο κρίνει ότι η σύναψη της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Κάθετος Άξονας … Οδού … – … – ..: Βελτίωση – Διαπλάτυνση τμήματος … – … από χ.θ. 0+000 έως χ.θ. 4+200 (58.4.1.)» δεν είναι νόμιμη και για τον λόγο αυτό κωλύεται η υπογραφή της.
Ελσυν/Τμ 7/344/2009
Εξόφληση του 3 ου και τελικού λογαριασμού του έργου «Ασφαλτοστρώσεις δρόμων ». Νομίμως ο 2ος Α.Π.Ε. συντάχθηκε και εγκρίθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο της λήξης της συμβατικής προθεσμίας περάτωσης του έργου και αμέσως μετά την έκδοση των οριστικών συντελεστών αναθεώρησης, καθόσον οι εν λόγω συντελεστές δεν ήταν προηγουμένως γνωστοί, ώστε να προσδιοριστεί η συνολική δαπάνη αναθεώρησης, ενώ εξάλλου, ο Πίνακας αυτός δεν περιλάμβανε πρόσθετες εργασίες που επρόκειτο να εκτελεστούν μετά τη σύνταξή του. Περαιτέρω, η αυξημένη δαπάνη του 2ου Α.Π.Ε. για την πληρωμή της αναθεώρησης δεν υπερβαίνει το τιθέμενο με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 6 του ν. 1418/1984 όριο του 20% της συνολικής συμβατικής δαπάνης
ΣτΕ/86/2005
Δημόσια έργα. Ο ανάδοχος δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για μή προβλεπόμενες εργασίες κατά ποσότητα ή είδος των οποίων η δαπάνη υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού. Δικαιούται όμως τα ανωτέρω αν προέβη σε εκτέλεσή τους κατόπιν έγγραφης εντολής της υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής στον τόπο εκτέλεσης του έργου, που καταχωρήθηκε στο ημερολόγιό του έργου.
ΣτΕ/2017/2006
Δημόσια έργα. Σε περίπτωση που ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές, με εξαίρεση την περίπτωση που ο ανάδοχος εκτέλεσε τις ως άνω εργασίες κατόπιν έγγραφης εντολής της Υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας στον τόπο εκτέλεσης του έργου, καταχωρηθείσης στο ημερολόγιο αυτού .
ΕλΣυν/Τμ.4/206/2009
Δεν επιτρέπεται όμως σε καμμία περίπτωση ο επιμερισμός (κατάτμηση) εργασιών, που επί τη βάσει λειτουργικών κριτηρίων, όπως η οικονομική και η τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος στο οποίο αυτές αποβλέπουν, σύμφωνα με στοιχεία, όπως η ταυτόχρονη έναρξη των διαδικασιών αναθέσεώς τους και η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου πρόκειται αυτές να εκτελεστούν, αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου έργου και για το οικονομοτεχνικώς άρτιο αυτού επιβάλλεται να ανατεθούν με έναν ενιαίο διαγωνισμό (βλ. ΕλΣ IV Τμ. πράξεις 88, 72, 13, 5/2008, 89, 21, 18/2007, 43, 44, 45/2006, 137/2004). Επίσης δεν επιτρέπεται ο επιμερισμός εργασιών που αποτελούν εργασίες συμπληρωματικές αυτών ενός ήδη ανατεθέντος και εκτελούμενου έργου του οικείου φορέα. Τέτοιες είναι εργασίες συναφείς με το οικείο έργο, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην αρχική του σύμβαση, δεν μπορούν, τεχνικά ή οικονομικά, να διαχωρισθούν από αυτές της αρχικής συμβάσεως χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίηση του έργου, κατέστησαν δε αναγκαίες κατά την εκτέλεσή του λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, πραγματικών δηλαδή γεγονότων τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Οι εργασίες αυτές (συμπληρωματικές) ανατίθενται στον ανάδοχο του οικείου αρχικού έργου με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής ή των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού των ανατιθέμενων εργασιών ως συμπληρωματικών. Δεν αποτελούν πάντως συμπληρωματικές εργασίες οι εργασίες που αφορούν στη διαφοροποίηση, στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου ή στη βελτίωση της ποιότητας του έργου (βλ. ΕλΣ ΙV Τμ. πράξεις 199, 120/2008, 122, 143, 63/2007, 91, 88, 56/2006).(...)Από το συνδυασμό των προεκτιθέμενων διατάξεων, συνάγεται ότι η σύναψη συμβάσεως εκτελέσεως συμπληρωματικών εργασιών δημόσιου έργου είναι νόμιμη μόνο όταν η απόφαση για την ανάθεση των οικείων εργασιών και η υπογραφή της συμβάσεως λαμβάνουν χώρα πριν από τη λήξη της συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεως του οικείου έργου ή της νόμιμης παρατάσεώς της, ήτοι παρατάσεως που εγκρίνεται με σχετική απόφαση της προϊσταμένης αρχής του έργου, η οποία όμως έχει εκδοθεί πριν από τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του. Η έκδοση δε αποφάσεως για παράταση του χρόνου εκτελέσεως του έργου μετά την εκπνοή της αρχικής ή νομίμως παραταθείσας συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του, δε συνεπάγεται την παράταση αλλά αποτελεί μη προβλεπόμενη από τις ως άνω διατάξεις χορήγηση νέας προθεσμίας εκτέλεσης του έργου (βλ. ΕλΣ VII Τμ. πράξη 92/2009).