ΕλΣυν.Τμ.4/265/2015
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις το Δικαστήριο κρίνει ότι, η ιστορική αιτία του καταλογισμού, όπως αποτυπώνεται στην προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη παρίσταται ελλιπής, αφού το Κλιμάκιο με μια γενικόλογη κρίση περί της έννοιας του συνευθυνομένου και των πράξεων εν γένει των εκκαλούντων, αποφαίνεται για τον καταλογισμό τους, χωρίς στο σώμα της προσβαλλόμενης πράξης να εξειδικεύεται ο χρόνος δημιουργίας των επιμέρους ελλειμμάτων, ο τρόπος με τον οποίο τα ποσά αυτά προέκυψαν και υπολογίσθηκαν με αναφορά σε κάθε επιμέρους αχρεωστήτως καταβληθείσα σύνταξη, καθώς και οι ειδικότερες διαχειριστικές πράξεις των εκκαλούντων, ως συνευθυνομένων, οι οποίες συνδέονται αιτιωδώς με τη δημιουργία εκάστου επιμέρους ελλείμματος. Ένεκα των ελλείψεων των ως άνω κρίσιμων για τη δημοσιολογιστική ευθύνη των εκκαλούντων στοιχείων, η προσβαλλόμενη πράξη στερείται ειδικής, πλήρους και σαφούς αιτιολογίας, η οποία δεν δύναται να συμπληρωθεί, ούτε άλλωστε συνάγεται από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, τα οποία είναι πάντως ελλιπή, ενώ δεν στηρίζουν την κρίση της προσβαλλόμενης πράξης, με συνέπεια το Τμήμα τούτο να μην δύναται να εκφέρει ασφαλή κρίση, αφού δεν προκύπτουν με σαφήνεια τα στοιχεία εκείνα που δικαιολογούν τον κρινόμενο καταλογισμό..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης, να επιστραφεί το κατατεθέν παράβολο στους εκκαλούντες (βλ. άρθρο 73 παρ. 4 του ν. 4129/2013) και εκτιμωμένων των περιστάσεων να απαλλαγεί ο εφεσίβλητος Οργανισμός από τη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Τμ.V/13/2017
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την 2823.10/2015/αριθμ. σχεδίου 48352/28.12.2015 πράξη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καταλογίστηκε σε βάρος του αιτούντος, απόστρατου αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου το ποσό των 1.500,00 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι αντιστοιχεί σε αχρεωστήτως καταβληθείσα στον αιτούντα, το έτος 2007, προκαταβολή έναντι οδοιπορικών εξόδων. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 1252/26.2.2016 ταμειακή βεβαίωση της Δ.Ο.Υ. .., με την οποία βεβαιώθηκε εις βάρος του το ανωτέρω ποσό. Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η από 11.3.2016 .. ανακοπή είναι βάσιμη, καθόσον η προσβαλλόμενη πράξη ταμειακής βεβαίωσης εκδόθηκε χωρίς να προηγηθεί η επίδοση ή κοινοποίηση στον αιτούντα της προαναφερόμενης καταλογιστικής πράξης, η οποία αποτελεί τον νόμιμο τίτλο, βάσει του οποίου έγινε η ως άνω ταμειακή βεβαίωση. Ειδικότερα ο αιτών υποστηρίζει ότι στις 7.3.2016 έλαβε γνώση της προαναφερόμενης καταλογιστικής πράξης, η οποία κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν με το 4378/7.3.2016 έγγραφο της Δ.Ο.Υ. .., κατόπιν σχετικής αιτήσεώς του, ενώ είχε προηγηθεί η από 26.2.2016 ταμειακή βεβαίωση του καταλογιζόμενου με βάση την ανωτέρω πράξη ποσού. Ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται βάσιμος, καθόσον, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι είχε κοινοποιηθεί στον αιτούντα, σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης της προσβαλλόμενης 1252/26.2.2016 πράξης ταμειακής βεβαίωσης, η σε βάρος του εκδοθείσα πράξη καταλογισμού. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη (ΙΙΙ.Β), η ασκηθείσα από τον αιτούντα ανακοπή παρίσταται προδήλως βάσιμη και ως εκ τούτου η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή..
ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/4/2021
Καταλογισμός - έλλειμμα στη διαχείριση Δήμου...Κατά τα λοιπά, ως προς τις λοιπές ως άνω κατηγορίες δαπανών, οι οποίες, παρά τα αντιθέτως προβαλλόμενα με το δικόγραφο της έφεσης, ορθώς κρίθηκαν μη νόμιμες και μη δυνάμενες να νομιμοποιηθούν με τις αιτιολογίες που εκτίθενται στην προσβαλλομένη, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη την πάροδο ιδιαίτερα μεγάλου χρονικού διαστήματος από το οικονομικό έτος (2002) στο οποίο αφορούν οι καταλογισθείσες δαπάνες, ότι από την πληρωμή των δαπανών αυτών δεν προκλήθηκε πραγματική ζημία εις βάρος των οικονομικών του Δήμου, ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προέκυψε η τέλεση εκ μέρους του δικαιοπαρόχου των εκκαλούντων οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος σε σχέση με τη διαχείριση του δημοτικού χρήματος κατά το κρίσιμο έτος (2002), την οικονομική κατάσταση των εκκαλούντων, κληρονόμων του ...., όπως τούτη προκύπτει από τα προσκομισθέντα στοιχεία σε συνδυασμό με το γεγονός ότι για την άσκηση της υπό κρίση έφεσης χορηγήθηκε σε αυτούς το ευεργέτημα της πενίας, κρίνει, κατ’ αποδοχή σχετικού λόγου έφεσης, ότι το ποσό του καταλογισμού που απομένει ύστερα από την αφαίρεση των 58.362,48 ευρώ, (37.586,47 + 20.776,01 ευρώ), πρέπει, σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτίθενται στη σκέψη 14, να μειωθεί μέχρι το 1/20 αυτού.Κατ’ ακολουθία, πρέπει η έφεση των εκκαλούντων να γίνει εν μέρει δεκτή, να απαλλαγούν αυτοί από το ποσό των 58.362,48 ευρώ, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στις σκέψεις 18 και 19 της παρούσας και το εναπομείναν ποσό κατα-λογισμού, δηλαδή το ποσό των 27.737,53 (86.100,01 - 58.362,48) ευρώ, να μειωθεί στο 1/20, ήτοι στο ποσό των 1.386,87 ευρώ, κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας. Κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί ο Δήμος .... και το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα των εκκαλούντων (άρθρο 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κατ’ άρθρο 123 του π.δ.1225/1981, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 12 παρ.2 του ν.3472/2006, Α΄ 135, εφαρμόζεται και στην παρούσα δίκη).
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ.-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/7424/2015
Κατασκευή ιδιωτικών συνδέσεων στα δίκτυα αποχετεύσεως.. ζητείται η αναθεώρηση της 6068/2015 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Υπό τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος, ο δεύτερος αιτών Δήμος ..., ο οποίος συμμετέχει στην υπό έλεγχο δανειακή σύμβαση, ως εγγυητής υπέρ της πρώτης αιτούσας ... αναλαμβάνοντας έναντι της δανείστριας Τράπεζας ..., πλην άλλων, την κύρια συμβατική υποχρέωση καταβολής του ποσού του δανείου, δεν έχει την απαιτούμενη κατ’ άρθρο 264 παράγραφος 1 β΄ του ν. 3852/2010 και την κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα υ.α. 43093/30.7.2010 πιστοληπτική επάρκεια προκειμένου να συμμετέχει ως συμβαλλόμενο μέρος στην επίμαχη δανειακή σύμβαση, αφού, όπως προκύπτει από την από 18.3.2015 βεβαίωση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών του Δήμου ..., το συνολικό του χρέος ύψους 4.333.451,96 υπερβαίνει το ποσοστό του 60% επί του αριθμητικού μέσου των συνολικών εσόδων των ετών 2011, 2012 και 2013, σύμφωνα με τους εγκεκριμένους ισολογισμούς των αντίστοιχων ετών που ανέρχεται στο ποσό των 5.196.138,97 ευρώ. Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος αναθεώρησης ότι η οφειλή προς το Δημόσιο ύψους 2.503.789,33 ευρώ, έχει διαγραφεί μετά την ακύρωση των σχετικών ταμειακών βεβαιώσεων που είχαν εκδοθεί από την οικεία Δ.Ο.Υ. σε βάρος του Δήμου ... με την 60/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ...., με συνέπεια το συνολικό χρέος του Δήμου να αναδιαμορφώνεται αναδρομικώς, ως εκ του ακυρωτικού αποτελέσματος της εν λόγω απόφασης, από το ποσό των 4.333.451,96 ευρώ σε αυτό των 1.829.662,63 ευρώ, που δεν υπερβαίνει το 60% επί του αριθμητικού μέσου των συνολικών εσόδων των ετών 2011, 2012 και 2013, ύψους 5.196.138,97, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο δε διότι, όπως εκτέθηκε σε προηγούμενη νομική σκέψη, η πιστοληπτική ικανότητα του οικείου Ο.Τ.Α. αποδεικνύεται κατά νόμο αποκλειστικώς από τις εγγραφές των τριών τελευταίων εγκεκριμένων ισολογισμών, ήτοι των ετών 2011, 2012 και 2013, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλομένη, χωρίς να ασκούν κατ’ αρχήν επιρροή τυχόν οψιγενή γεγονότα που αφορούν στις απαιτήσεις ή στις υποχρεώσεις του οικείου Ο.Τ.Α., στον βαθμό που δεν έχουν αποτυπωθεί λογιστικώς στους εν λόγω λογαριασμούς. Αντίθετη εκδοχή θα διατάρασσε την ασφάλεια, την ακρίβεια και την πληρότητα των λογιστικών εγγράφων, αφού θα προϋπέθετε τον εκάστοτε έλεγχο της αντιστοίχισης των μεγεθών προς οψιγενείς περιστάσεις (ανατροπές εσόδων – εξάλειψη υποχρεώσεων) και, ως εκ τούτου, θα καθιστούσε πρακτικώς ανέφικτο τον έλεγχο της πιστοληπτικής επάρκειας των μετεχόντων σε δανειακές συμβάσεις Δήμων, κατά παρέκκλιση τόσο του σκοπού του άρθρου 264 του ν. 3852/2010 όσο και των οριζομένων στην κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα υ.α. 43093/30.7.2010. Σε κάθε δε περίπτωση, ούτε από τα στοιχεία που προσκομίζονται στοιχειοθετείται απόσβεση της επίμαχης υποχρέωσης του δεύτερου αιτούντος έναντι του Δημοσίου, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι αιτούντες. Και τούτο, διότι με την 60/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου .... - η οποία δεν προκύπτει ότι έχει καταστεί τελεσίδικη με δύναμη δεδικασμένου δεσμευτικού για το Ελεγκτικό Συνέδριο ως προς τις κύριες και παρεμπίπτουσες κρίσεις της επί της οφειλής (βλ. άρθρο 321 επ. ΚΠολΔ, άρθρο 28 παράγραφος 3 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο και Πρακτικά Ολομ. 16ης Γεν. Συν. της 19.9.2012) - ακυρώθηκαν μεν οι ταμειακές βεβαιώσεις, που φέρονται να αφορούν σε δανειακές υποχρεώσεις του δεύτερου αιτούντος, ως καθολικού διαδόχου των τέως Κοινοτήτων ... και ..., πλην η ακύρωση αυτών έγινε για λόγους τυπικούς και συγκεκριμένα λόγω της αοριστίας των ταμειακών αυτών βεβαιώσεων και όχι για λόγους ουσίας, ως προς την ύπαρξη ή ανυπαρξία της σχετικής οφειλής, η οποία δεν κρίθηκε ούτε καν ως παρεμπίπτον ζήτημα. Συνεπώς, με την απόφαση αυτή δεν έχει μεταβληθεί, ούτε και οψιγενώς, το σύνολο των υποχρεώσεων του δεύτερου αιτούντος, όπως αυτό είχε αποτυπωθεί στους τρεις τελευταίους εγκεκριμένους ισολογισμούς του, αφού, κατ’ αρχήν και στο βαθμό που δεν προβάλλονται ειδικότεροι ισχυρισμοί των αιτούντων ως προς τις ακριβείς νομικές και πραγματικές περιστάσεις γένεσης της συγκεκριμένης οφειλής, η ακύρωση του εν στενή εννοία τίτλου δεν σημαίνει και εξάλειψη της επίμαχης υποχρέωσης, ως μεγέθους καθοριστικού για τον δείκτη πιστοληπτικής επάρκειας του δεύτερου αιτούντος, κατά την έννοια του άρθρου 264 του ν. 3852/2010 και της οικείας υ.α.. Περαιτέρω, όπως ορθώς δέχθηκε το VI Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αλυσιτελώς προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση ότι στον προϋπολογισμό του έτους 2015 δεν έχει εγγραφεί η σχετική οφειλή λόγω της 83/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου .... περί αναστολής πληρωμής του χρέους μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπόθεσης. Και τούτο, διότι αφενός κρίσιμες για την απόδειξη της πιστοληπτικής επάρκειας παρίστανται οι λογιστικές εγγραφές των βραχυχρόνιων και μακροχρόνιων υποχρεώσεων των τριών τελευταίων εγκεκριμένων ισολογισμών και όχι εκείνες του τρέχοντος προϋπολογισμού, ενώ η εκδοθείσα απόφαση περί αναστολής εκτέλεσης των σχετικών ταμειακών βεβαιώσεων, ήδη απεκδυθείσα των ανασταλτικών εννόμων συνεπειών της, λόγω της έκδοσης της ανωτέρω οριστικής απόφασης επί της διαφοράς, δεν συνιστά, κατά τα προεκτεθέντα, και λόγο εξάλειψης της επίμαχης υποχρέωσης του δεύτερου αιτούντος. Εξ άλλου, ο ισχυρισμός των αιτούντων περί παραγραφής των επίμαχων οφειλών έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος, καθόσον προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα (βλ. ΕΣ αποφ. VI Tμ. 2311, 1957/2014 κ.ά.). Ανεξαρτήτως αυτού, ο ισχυρισμός αυτός, για τον οποίον μάλιστα ουδεμία κρίση διέλαβε η προμνησθείσα 60/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..., είναι απορριπτέος και ως αλυσιτελής, καθόσον λόγοι αναγόμενοι στην ουσία της οφειλής δεν δύνανται, κατά τα προεκτεθέντα, να αλλοιώσουν τις λογιστικές εγγραφές των τριών τελευταίων εγκεκριμένων ισολογισμών, ενώ σε κάθε περίπτωση προβάλλεται και αορίστως, δοθέντος ότι ούτε οι αιτούντες εξειδικεύουν, ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ο χρόνος έναρξης της παραγραφής και τα τυχόν διακοπτικά αυτής γεγονότα που μεσολάβησαν (βλ. ΑΠ 7/2015). Κατ’ ακολουθία αυτών, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στην αιτούσα Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης - Αποχέτευσης ....
ΝΣΚ/120/2014
Αρμοδιότητα ή μη οικονομικών επιθεωρητών καταλογισμού ελλειμμάτων σε βάρος των μελών του Δ.Σ. Αμιγούς Νομαρχιακής Επιχείρησης (ΕΥΡΩΑΠ).Οι οικονομικοί επιθεωρητές δεν έχουν αρμοδιότητα να διενεργήσουν έκτακτο διαχειριστικό έλεγχο σε Αμιγή Νομαρχιακή Επιχείρηση και κατά μείζονα λόγο καταλογισμό σε βάρος των μελών του Δ.Σ. της επιχείρησης. (ομοφ.)
ΕΣ/ΤΜ.4/265/2017
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ.(...) Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης, να επιστραφεί το κατατεθέν παράβολο στους εκκαλούντες (βλ. άρθρο 73 παρ. 4 του ν. 4129/2013) και εκτιμωμένων των περιστάσεων να απαλλαγεί ο εφεσίβλητος Οργανισμός από τη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων (βλ. άρθρα 123 π.δ. 1225/1981 και 275 παρ. 1 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ν. 2717/1999).
ΕΣ/ΤΜ.6/625/2020
Έλλειμμα στη διαχείριση νομικού προσώπου...Με τα δεδομένα αυτά και λαμβανομένου υπόψη του ύψους του καταλογισθέντος σε βάρος εκάστου των αιτούντων ποσού (564.266,01 ευρώ), το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης καταλογιστικής πράξης θα προκαλέσει στους αιτούντες ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη σε περίπτωση ευδοκίμησης της ήδη εκκρεμούσας έφεσής τους. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί, ως προς τους αιτούντες, η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθείσας κατ’ αυτής (με Α.Β.Δ. 19/7.1.2020) έφεσης ή μέχρι την κατάργηση της ανοιγείσας με την έφεση αυτή δίκης. Μετά δε την παραδοχή της υπό κρίση αίτησης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους αιτούντες του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου (άρθρο 51 παρ. 2 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 83 παρ. 2 του ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α΄51 και 73 παρ. 4 Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο).
ΕΣ/ΤΜ.6/731/2019
Έλλειμμα στη διαχείριση νομικού προσώπου...Με τα δεδομένα αυτά και λαμβανομένου υπόψη του ύψους του καταλογισθέντος σε βάρος του ποσού (471.349,96 ευρώ), το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η τυχόν άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης καταλογιστικής πράξης θα προκαλέσει στον αιτούντα ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη σε περίπτωση ευδοκίμησης της ήδη εκκρεμούσης έφεσής του. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθείσας κατ’ αυτής με (Α.Β.Δ. 3434/2018) έφεσης ή μέχρι την κατάργηση της ανοιγείσας με την έφεση αυτή δίκης. Μετά δε την παραδοχή της υπό κρίση αίτησης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον αιτούντα του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου (άρθρο 51 παρ. 2 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 83 παρ. 2 του ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α΄51), το δε Ελληνικό Δημόσιο πρέπει, κατ' εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα του αιτούντος, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα εν προκειμένω διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄) "Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας".
ΕΣ/ΤΜ.6/732/2019
Έλλειμμα στη διαχείριση νομικού προσώπου...Με τα δεδομένα αυτά και λαμβανομένου υπόψη του ύψους του καταλογισθέντος σε βάρος του ποσού (516.227,84 ευρώ), το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η τυχόν άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης καταλογιστικής πράξης θα προκαλέσει στον αιτούντα ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη σε περίπτωση ευδοκίμησης της ήδη εκκρεμούσης έφεσής του. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθείσας κατ’ αυτής με (Α.Β.Δ. 3435/7.12.2018) έφεσης ή μέχρι την κατάργηση της ανοιγείσας με την έφεση αυτή δίκης. Μετά δε την παραδοχή της υπό κρίση αίτησης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον αιτούντα του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου (άρθρο 51 παρ. 2 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 83 παρ. 2 του ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α΄51) το δε Ελληνικό Δημόσιο πρέπει, κατ' εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα του αιτούντος, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα εν προκειμένω διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄) "Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας".
ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/5/2021
Έλλειμμα στη διαχείριση Δήμου...Με δεδομένα τα ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη ότι η σχετική δαπάνη, ποσού 80.111,99 ευρώ, είναι μη νόμιμη, διότι στα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δεν επισυνάπτονται τα δικαιολογητικά από τα οποία να αποδεικνύεται η συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων για την πρόσληψη προσωπικού που απασχολήθηκε στην εκτέλεση δημοτικών έργων με αυτεπιστασία (μελέτη, απόφαση Προϊσταμένης Αρχής που να τεκμηριώσει την αναγκαιότητα πρόσληψης, απόφαση του δημάρχου για την πρόσληψή τους). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι αποτελούν μικρό ακριτικό Δήμο, που δεν διαθέτει δική του τεχνική υπηρεσία ούτε εργατοτεχνικό προσωπικό για να διεκπεραιώσει τις αναγκαίες εργασίες διαπλάτυνσης και διαμόρφωσης των οδών, λόγω και της μορφολογίας του εδάφους του και τις καιρικές συνθήκες (έντονο ανάγλυφο, συνεχής φθορά υποδομών από αλμύρα θάλασσας, ανέμους κλπ.), μπορεί να δικαιολογεί την πρόσληψη του προσωπικού, όχι όμως και την προσφυγή στη διαδικασία εκτέλεσης των απαιτούμενων έργων με αυτεπιστασία, η οποία, ελλείψει και της σχετικής απόφασης του Δημοτικού συμβουλίου, ουδόλως αιτιολογείται από τα επισυναπτόμενα στα Χ.Ε. δικαιολογητικά. Περαιτέρω, η προσβαλλόμενη φέρει νόμιμη αιτιολογία, καθόσον με αυτήν διατυπώνονται συγκεκριμένες πλημμέλειες, που αφορούν στο σύνολο των προσλήψεων, που έγιναν, χωρίς να προκύπτουν τα συγκεκριμένα έργα που εκτελέστηκαν με αυτεπιστασία και, συνεπώς, θα πρέπει ν’ απορριφθούν τα όσα αντίθετα προβάλλονται με την έφεση περί του αναιτιολόγητου αυτής. Τέλος, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλομένη ότι οι ως άνω δαπάνες δεν μπορούν να νομιμοποιηθούν με τις διατάξεις των άρθρων 34 του ν. 3801/2009 και 29 παρ. 3 του ν. 3838/2010, προεχόντως διότι, ως εκ της φύσεώς τους (ημερομίσθια προσληφθέντος με σύμβαση ι.δ.ο.χ.), δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής αυτών, ενώ ενόψει της ρητής διατύπωσης των σχετικών διατάξεων δεν δικαιολογείται η συνδρομή συγγνωστής πλάνης στο πρόσωπο των εκκαλούντων.
ΕΣ/ΤΜ.6/716/2020
Καταλογισμοί...Με τα δεδομένα αυτά και λαμβανομένου υπόψη του ύψους του καταλογισθέντος σε βάρος εκάστης των αιτουσών ποσού, το οποίο ανέρχεται, κατά την αναλογία της κληρονομικής τους μερίδας στο ύψος των 64.492,04 ευρώ, το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης καταλογιστικής πράξης θα προκαλέσει στις αιτούσες ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη σε περίπτωση ευδοκίμησης της ήδη εκκρεμούσας έφεσής τους. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί, ως προς τις αιτούσες, η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθείσας κατ’ αυτής (με Α.Β.Δ. 4728/3.12.2019) έφεσης ή μέχρι την κατάργηση της ανοιγείσας με την έφεση αυτή δίκης. Μετά δε την παραδοχή της υπό κρίση αίτησης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στις αιτούσες του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου (άρθρο 51 παρ. 2 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 83 παρ. 2 του ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α΄51 και 73 παρ. 4 Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο). Το δε Ελληνικό Δημόσιο πρέπει, κατ' εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα των αιτουσών, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα εν προκειμένω διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97). Εξάλλου, το σωρευόμενο στο υπό κρίση δικόγραφο αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής περί αναστολής εκτέλεσης της ως άνω καταλογιστικής Πράξης έχει ήδη ικανοποιηθεί (βλ. την από 3.12.2019 Προσωρινή Διαταγή της Προέδρου του Tμήματος τούτου).