ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/109/2016
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Καταβολή μισθοδοσίας..:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν και λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της αιτιολογίας που περιλαμβάνεται στο 1295/4.3.2015 αίτημα του Βρεφοκομείου προς το Α.Σ.Ε.Π., δεν δύναται να υποστηριχθεί βασίμως ότι οι υπηρεσίες που ανατίθενται στον φερόμενο ως δικαιούχο συνιστούν «έργο», δηλαδή κατατείνουν στην παραγωγή ενός πρόσκαιρου και ποσοτικώς μετρήσιμου αποτελέσματος, αλλά αντίθετα αποβλέπουν στην κάλυψη καθημερινών και διαρκών αναγκών του βρεφοκομείου, που αφορούν στη μεταφορά των νηπίων σε νοσοκομεία της πόλης και του προσωπικού στις διάφορες υπηρεσίες και στους θετούς γονείς για εποπτεία και έλεγχο και συνεπώς δεν πρόκειται για γνήσια σύμβαση έργου, για την οποία δεν εφαρμόζεται το π.δ/μα 164/2004, αλλά για σύμβαση έργου που υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας και για την οποία ισχύουν οι περιορισμοί του άρθρου 5 του π.δ. 164/2004 περί διαδοχικών συμβάσεων.(..), λαμβανομένων υπόψη ότι 1) το βρεφοκομείο τήρησε όλη τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων έργου, 2) το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ενέκρινε την ως άνω σύμβαση και 3) ότι το ΑΣΕΠ βεβαίωσε ότι η ως άνω σύμβαση έργου δεν υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας και δεν καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες του βρεφοκομείου, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα όργανα του βρεφοκομείου προχώρησαν στη σύναψη της εν λόγω σύμβασης έργου χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, αλλά με την πεποίθηση ότι μπορούσαν να καλύψουν τη σχετική ανάγκη τους με τη σύναψη σύμβασης έργου, τηρώντας τη σχετική διαδικασία του άρθρου 6 του ν. 2527/1997. Περαιτέρω, ομοίως, συγγνωστώς η Απόφαση Ανάληψης Υποχρέωσης αναρτήθηκε μεταγενέστερα της υπογραφής της σύμβασης, καθόσον κατά το χρόνο υπογραφής της σύμβασης αυτής δεν είχε ακόμη εγκριθεί ο προϋπολογισμός του Βρεφοκομείου.(συγγνωστή πλάνη)
(Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.4/54/2016)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.1/49/2010
Ειδικότερα, με τις συμβάσεις μίσθωσης έργου δύναται να καλύπτονται ανάγκες που είτε προέρχονται από έκτακτα γεγονότα και εκφεύγουν της συνήθους λειτουργικής δραστηριότητας της υπηρεσίας, είτε ανακύπτουν περιοδικά και έχουν περιορισμένη χρονική διάρκεια, η οποία δεν δικαιολογεί την απασχόληση μόνιμου προσωπικού, είτε ανακύπτουν λόγω επέκτασης της τοπικής ή λειτουργικής αρμοδιότητας της υπηρεσίας, είτε, τέλος, απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, που δεν κατέχουν οι υπηρετούντες υπάλληλοι και επιβάλλεται να καλυφθούν πρόσκαιρα με τη σύναψη σύμβασης έργου, μέχρι να καταστεί δυνατή η πρόσληψη τακτικού προσωπικού από τον οικείο φορέα (βλ. Πράξεις Ι Τμ. 79/2004, 128/2006, 18/2007, 13/2010 κ.ά.).Από την παράθεση των ανωτέρω διατάξεων, καθίσταται σαφές ότι στο πεδίο εφαρμογής του π.δ/τος 164/2004 και στις οριζόμενες απ’ αυτό απαγορεύσεις και ακυρότητες υπάγονται οι συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου ως και κάθε άλλη σύμβαση ή σχέση έργου ή άλλη σύμβαση ή σχέση που υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας. Επομένως, στις συμβάσεις μίσθωσης έργου, στις οποίες οι αντισυμβαλλόμενοι των Δημοσίων υπηρεσιών παρέχουν τις υπηρεσίες τους υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με αυτές που απαντώνται στις σχέσεις εξαρτημένης εργασίας δεν χωρεί εφαρμογή των διατάξεων του π.δ/τος 164/2004, εκτός εάν αποδειχθεί ότι στην πραγματικότητα υποκρύπτονται σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου (βλ. Πράξεις Ι Τμ. 74/2006, 53/2007, 109/2007, 193/2009, 198/2009, 13/2010 κ.α.).
ΕΣ/Τ1/28/2007
Συμβάσεις μίσθωσης έργου δεν είναι νόμιμες, εφόσον καλύπτουν, ως εκ του αντικειμένου τους, πάγιες και διαρκείς ανάγκες , οι οποίες ανακύπτουν σε μόνιμη βάση.Περαιτέρω, εκ μόνου του λόγου ότι οι παραπάνω υπάλληλοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες δεν συνάγεται, άνευ ετέρου, ότι οι συμβάσεις τους υποκρύπτουν σχέση εξαρτημένης εργασίας, απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, των διατάξεων του π.δ.164/2004
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/253/2016
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΜΟΙΒΗΣ:..Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα: Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη ΙΙ.Α της παρούσας και λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο και τα χαρακτηριστικά του έργου που ανατέθηκε στις φερόμενες ως δικαιούχους των ελεγχόμενων ενταλμάτων πρέπει να γίνει δεκτό ότι προέχον στοιχείο των επίμαχων συμβάσεων είναι η πραγμάτωση συγκεκριμένου και πρόσκαιρου αποτελέσματος προς ικανοποίηση παροδικής ανάγκης του Δήμου, που δεν δικαιολογεί την απασχόληση μονίμου προσωπικού, με σκοπό την καλλιτεχνική έκφραση ενηλίκων και ανηλίκων μέσω της ζωγραφικής. Σύμφωνα δε με το άρθρο 5 των συμβάσεων οι ανάδοχοι ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία και με δικό τους κίνδυνο, χωρίς νομική εξάρτηση από τη διοίκηση του νομικού προσώπου ως προς τον τρόπο και τον τρόπο παροχής της εργασίας. Περαιτέρω, δοθέντος ότι η ύπαρξη, διάρκεια και το εύρος των δράσεων που υλοποιούνται από το Τμήμα Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Πολιτισμού του Δήμου ... εξαρτώνται αποκλειστικά και μόνο από την οικειοθελή καταβολή αντιτίμου εκ μέρους των πολιτών, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η εκτέλεση του συγκεκριμένου προγράμματος δημιουργικής απασχόλησης μέσω της ζωγραφικής αντικατοπτρίζει πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Δήμου, αλλά τούτο συνιστά έργο πρόσκαιρο, ενώ οι σχετικές συμβάσεις για την πραγματοποίησή του κατατείνουν σε ποσοτικώς μετρήσιμο αποτέλεσμα. Επομένως, οι συναφθείσες συμβάσεις συνιστούν γνήσιες συμβάσεις έργου και δεν υποκρύπτουν σχέση εξαρτημένης εργασίας. Ως εκ τούτου, δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω οι περιορισμοί που τίθενται στα άρθρα 5 και 6 του π.δ/τος 164/2004 - στο πεδίο εφαρμογής του οποίου υπάγονται οι συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου αλλά και κάθε άλλη σύμβαση έργου ή σχέση που υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας (Ε.Σ. Κλ. Πρ. Ελ.Δαπ. στο Ι Τμ. πρ. 109/2016) - όπως αβασίμως προβάλλεται από τον αναπληρωτή Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη ΙΙ.Β της παρούσας, η έγκριση που χορηγήθηκε με τη 27656/4.7.2015 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, για τη σύναψη εκατόν ογδόντα επτά (187) συμβάσεων μίσθωσης έργου για τη στελέχωση των ΟΤΑ α΄ βαθμού που παρέχουν υπηρεσίες έναντι αντιτίμου από τους ωφελούμενους για χρονικό διάστημα ενός έτους, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι δύο συμβάσεις μίσθωσης έργου με τις φερόμενες ως δικαιούχους των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων ζωγράφους, αφορά αίτημα του Δήμου ... στο πλαίσιο του προγραμματισμού προσλήψεων για το έτος 2015 (βλ. απόφαση 160/2015 του ΔΣ αυτού), και, συνεπώς, (η έγκριση) ήταν δυνατόν να υλοποιηθεί με τη σύναψη συμβάσεων που να αφορούν το έτος 2015 και όχι τα έτη 2016 και 2017, εντός των οποίων έχει ορισθεί με το άρθρο 2 αυτών να παρέχουν τελικά τις υπηρεσίες τους οι ανωτέρω ζωγράφοι. Ο Δήμος ... υποστηρίζει ότι η στις 16.12.2015 σύναψη των σχετικών συμβάσεων με διάρκεια σύμβασης το χρονικό διάστημα από 16.2.2016 έως 15.2.2017 κατέστη αναγκαία, προκειμένου να αξιοποιήσει την νέα έγκριση, που είχε χορηγηθεί με την 27656/4.7.2015 υπουργική απόφαση, έχοντας ως δεδομένο, ότι οι προηγούμενες συμβάσεις έληγαν στις 15.2.2016, ενώ, σε κάθε περίπτωση, οι νέες συμβάσεις υπεγράφησαν εντός του έτους 2015, όπως ορίζει ο νόμος. Όμως, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 12 παρ. 14 του ν. 4071/2012 με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/2017, συνάγεται ότι η ανάγκη σύναψης συμβάσεων μίσθωσης έργου σταθμίζεται και εκτιμάται αποκλειστικά από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, έπειτα από την υποβολή αιτήματος και δικαιολογητικών με συγκεκριμένο περιεχόμενο (εν προκειμένω αφορά τον προγραμματισμό προσλήψεων έκτακτου προσωπικού έτους 2015), την κρίση του οποίου δεν επιτρέπεται να υποκαταστήσει ο εν λόγω Δήμος με τη σύναψη συμβάσεων, οι οποίες εν τέλει θα καλύψουν άλλες ανάγκες (εν προκειμένω των ετών 2016 έως 2017), αφού μάλιστα για το έτος 2015 δεν έχει προβλεφθεί παράταση στην προθεσμία υλοποίησης των σχετικών συμβάσεων, όπως έγινε για τα προηγούμενα έτη με τους νόμους 4147/2013 και 4258/2014. Συνεπώς, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες δεν είναι νόμιμες, όπως βασίμως προβάλλεται από τον αναπληρωτή Επίτροπο με τον δεύτερο λόγο διαφωνίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ.Γ της παρούσας, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι και μη κανονικές, καθόσον η 455/5.1.2016 σχετική απόφαση ανάληψης υποχρέωσης εκδόθηκε μετά την υπογραφή στις 16.12.2015 των συμβάσεων. Οι δε σχετικώς προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του Δήμου ... ότι δεν ήταν δυνατή η δέσμευση πίστωσης για τις εν λόγω δαπάνες στο οικονομικό έτος 2015, αφού οι συμβάσεις αφορούσαν εργασίες που θα υλοποιούνταν εντός του έτους 2016, είναι απορριπτέοι, καθόσον, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η ανάληψη της σχετικής υποχρέωσης έπρεπε να προηγείται χρονικά της υπογραφής των συμβάσεων. Πλην όμως, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, στην προκειμένη περίπτωση, τα όργανα του Δήμου δεν ενήργησαν με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 12 παρ. 14 του ν. 4071/2012 και των σχετικών διατάξεων περί ανάληψης των δαπανών, αλλά πίστεψαν συγγνωστώς ότι ενεργούν νομίμως.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες, σύμφωνα με το δεύτερο λόγο διαφωνίας, και μη κανονικές, σύμφωνα με τον τρίτο λόγο διαφωνίας, όμως, τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής μπορούν να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/147/2018
Παροχή ιατρικών υπηρεσιών σε Κοινωφελή Επιχείρηση.(..) Με δεδομένα αυτά προκύπτει ότι οι ελεγχόμενες συμβάσεις δεν αποτελούν συμβάσεις μίσθωσης έργου, καθόσον δεν έχουν ως αντικείμενο την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος η πραγμάτωση του οποίου να συνεπάγεται την αυτόματη λύση τους, αλλά συμβάσεις που αποβλέπουν στην παροχή εργασίας σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, έναντι αμοιβής που καταβάλλεται μηνιαίως υπό καθεστώς νομικής και προσωπικής εξάρτησής των παρεχόντων τις υπηρεσίες από την εργοδότρια Επιχείρηση, η οποία εκδηλώνεται με το δικαίωμά της να καταγγείλει τη σύμβαση εφόσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 αυτών. Επομένως, εφόσον τα ανατιθέμενα στους δικαιούχους του εντάλματος, ιατρό και νοσηλευτή, «έργα» ανάγονται στη συνήθη λειτουργική δραστηριότητα της Επιχείρησης, οι επίμαχες συμβάσεις είναι αυτοδικαίως άκυρες ως συμβάσεις μίσθωσης έργου, αφού καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες της. Εξάλλου, αυτές δεν απέκτησαν ποτέ ισχύ ως συμβάσεις μίσθωσης έργου και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν έχουν αναρτηθεί στο Πρόγραμμα Διαύγεια, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 3861/2010, οι συμβάσεις αυτές ισχύουν από την ανάρτηση τους. Τέλος, ακόμα και αν υποτεθεί ότι πρόκειται για συμβάσεις παροχής εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, αυτές είναι και πάλι αυτοδικαίως άκυρες, διότι, κατά παράβαση των άρθρων 5 και 7 του π.δ. 164/2004, συνάφθηκαν πριν από την παρέλευση τριών μηνών από τις αντίστοιχες όμοιες συμβάσεις που είχαν υπογραφεί με τους ίδιους συμβαλλόμενους και έληξαν στις 11.12.2017… Κατ’ ακολουθία, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΝΣΚ/302/2005
α) Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο δεν μπορεί να προβαίνει σε έγκυρη ανανέωση ή παράταση συμβάσεων με συμβασιούχους έργου, υποκείμενο στους περιορισμούς του άρθρου 6 παρ.3 Ν 2527/1997, με εξαίρεση τις συμβάσεις που συνάπτονται με το προσωπικό που αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 21 παρ.3 εδ.1 του Ν 2190/1994, όπως αυτή ερμηνεύτηκε αυθεντικά. β) Ως «αρχική σύμβαση», μετά την οποία θα αρχίσει ο υπολογισμός του τριμήνου, προκειμένου να συναφθεί νέα σύμβαση με τον ίδιο εργαζόμενο, δύναται να θεωρηθεί μόνον η συναπτόμενη μετά την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του ΠΔ 164/2004.
ΕλΣυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/20/2013
Πρόσληψη συμβασιούχων έργου.Με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 3996/2011, όπως προκύπτει και από την οικεία αιτιολογική έκθεση, αποσαφηνίζεται νομοθετικά ο φορέας ασφάλισης των απασχολούμενων με σύμβαση μίσθωσης έργου σε φορείς του δημοσίου τομέα καθώς και στους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Ειδικότερα, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι α) όσοι απασχολούνται στους ανωτέρω φορείς με σύμβαση μίσθωσης έργου που έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/1997, δηλαδή με βάση γνωμοδότηση ότι δεν υποκρύπτεται εξαρτημένη εργασία, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον ΟΑΕΕ, β) η ασφάλιση που έχει χωρήσει μέχρι την έναρξη ισχύος της νέας αυτής διάταξης στο ΙΚΑ ή στον ΟΑΕΕ για τους απασχοληθέντες στους φορείς αυτούς παραμένει ισχυρή και γ) ότι οι ανωτέρω ρυθμίσεις εφαρμόζονται σε εκκρεμείς υποθέσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής και δικαστικής διαδικασίας. Παρέπεται δε εκ των ανωτέρω ότι οι διατάξεις της παρ. 2 του προρρηθέντος άρθρου τυγχάνουν εφαρμογής στις περιπτώσεις εκείνες που έχει συναφθεί και είναι ισχυρή γνήσια σύμβαση έργου, αλλά υπάρχει διοικητική ή δικαστική αμφισβήτηση ως προς τον ασφαλιστικό οργανισμό στον οποίο υπάγονται οι απασχολούμενοι. Συνακόλουθα, στην περίπτωση που με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, δημοσιευθείσα πριν τον χρόνο έναρξης ισχύος του ως άνω νόμου, έχει κριθεί το είδος της εργασιακής σχέσης εργαζόμενου σε ΟΤΑ α΄ βαθμού και δη ότι ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης που έχει καταρτισθεί είναι εκείνος της εξαρτημένης εργασίας, οι διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 3996/2011 δεν δύναται να οδηγήσουν σε ανατροπή του κανόνα του άρθρου 2 παρ. 1 περ. α του α.ν. 1846/1951, περί υποχρεωτικής και αυτοδίκαιης ασφάλισης στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εργαζομένων, που συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
ΕλΣυν.Κλ.1/280/2015
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ.Λόγω συνταξιοδότησης:Νόμιμη η καταβολή αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης ποσού 1.786 ευρώ, σε εργαζομένη Δήμου με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθόσον ορθά ο χρόνος απασχόλησής της στο Δημόσιο, πριν από τη μεταφορά της στον Δήμο, συνυπολογίστηκε στον συνολικό χρόνο υπηρεσίας της, δεδομένου ότι η μεταφορά στο Δήμο, έγινε με την ίδια σχέση εργασίας και με διατήρηση του ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού καθεστώτος που είχε στο Δημόσιο, περιλαμβανομένης στο καθεστώς αυτό της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης. Ακόμα, ορθά ως προϋπηρεσία, στο χρόνο απασχόλησης στο Δημόσιο συνυπολογίστηκε και το χρονικό διάστημα των 24 μηνών το οποίο ελήφθη υπόψη στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 11 του π.δ. 164/2004 προκειμένου η απασχόληση της στην καθαριότητα σχολικών κτιρίων με διαδοχικές συμβάσεις μίσθωσης έργου, να αξιολογηθεί και υπαχθεί σε ενιαία σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδρυόμενη από σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/281/2018
Καταβολή αποδοχών επικουρικού προσωπικού:Υπό τα δεδομένα αυτά, και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη. Και τούτο διότι η σύμβαση ορισμένου χρόνου του εν λόγω επικουρικού ιατρού υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της εξαίρεσης της παρ. 2 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004, που επιτρέπει την καθ’ υπέρβαση του 24μηνου απασχόληση προσωπικού ορισμένου χρόνου ενταγμένου σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα, δοθέντος ότι η απασχόλησή του εντάχθηκε, όπως προκύπτει από τις οικείες τροποποιητικές του συμβάσεις, ήδη στο ανωτέρω συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Ενόψει τούτων, επιτρεπτώς η από 6.5.2017 σύμβασή του υπερέβη, μετά την παράτασή της από 6.5.2018 μέχρι 31.1.2019, με το άρθρο 27 του ν. 4532/2018, την αρχικώς συναφθείσα κατ’ απώτατο χρονικό όριο της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004 επιτρεπόμενη διάρκεια, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η σύμβαση αυτή είχε ήδη συναφθεί κατά τον χρόνο που εντάχθηκε σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Παρέπεται δε ότι η εξαίρεση της ελεγχόμενης σύμβασης του άνω ιατρού από τον κανόνα που θεσπίζεται με την παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004 ισχύει μόνον για όσο χρόνο η απασχόλησή του στο Νοσοκομείο παραμένει ενταγμένη σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα η(..) επίμαχη παράταση της σύμβασης εξηρτημένης εργασίας παρίσταται μη νόμιμη, καθόσον συνιστά διαδοχική σύμβαση που εξικνείται ανεπιτρέπτως, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004, σε διάστημα πέραν των 24 μηνών. Η δε μεταβολή του φορέα καταβολής της μισθοδοσίας του φερόμενου ως δικαιούχου ιατρού, λόγω της ένταξής του κατά την πρώτη παράταση της από 6.5.2017 σύμβασής του, στο προαναφερόμενο συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα, δεν τον εντάσσει αυτόθροα στην εξαίρεση της παρ. 2 του άρθρου 6 του άνω διατάγματος, διότι δεν μεταβάλλει το είδος της εργασιακής του σχέσης με το άνω νοσηλευτικό ίδρυμα, που ήταν και παραμένει σύμβαση εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, αφού και η ελεγχόμενη διαδοχική σύμβαση-παράταση καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου εργοδότη και ίδιου εργαζόμενου, για την ίδια ειδικότητα και με τους ίδιους όρους εργασίας. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι η παραβίαση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ/τος 164/2004 και η ένεκα αυτής ακυρότητα της τελευταίας συμβάσεως δεν επιφέρει δυσμενείς μισθολογικές συνέπειες για τον απασχοληθέντα ιατρό, ο οποίος εξακολουθεί, πλην άλλων, να έχει αξίωση καταβολής του συμβατικού του μισθού, συμφώνως προς το εδάφιο α΄ της παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ/τος 164/2004. Η γνώμη, όμως, αυτή δεν εκράτησε.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/43/2016
Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας:Με δεδομένα τα ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 2 και 3, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατή η επαναπρόσληψη των αναφερομένων στην προηγούμενη σκέψη προσώπων, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 49 του ν. 4325/2015, καθόσον οι συμβάσεις που συνήψαν με το Δήμο ... δεν είναι γνήσιες συμβάσεις έργου, αλλά καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Δήμου. Και τούτο, διότι με αυτές τα συμβαλλόμενα μέρη δεν αποβλέπουν στην επίτευξη ορισμένου αποτελέσματος, αφού το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών προσδιορίζεται μόνο με τη φράση «ΑΠΟΚΟΜΙΔΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ», σε μια δε περίπτωση με τη φράση «ΟΔΗΓΟΣ – ΑΠΟΚΟΜΙΔΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ». Το αντικείμενό τους δηλαδή είναι ορισμένη εργασία. Εξάλλου, ο προσδιορισμός συνολικής αμοιβής σε κάθε μία από τις συμβάσεις που αφορούν τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη πρόσωπα, δεν αποτελεί κριτήριο για το χαρακτηρισμό τους ως συμβάσεων μίσθωσης έργου, καθόσον το κρίσιμο κριτήριο για το χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως άνω αποτελεί η βούληση των συμβαλλομένων μερών προς ορισμένο αποτέλεσμα και όχι προς ορισμένη εργασία.(...)το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα όργανα του Δήμου δεν ενήργησαν με σκοπό την καταστρατήγηση των σχετικών διατάξεων αλλά με την πεποίθηση ότι μπορούσαν να προβούν στη σύναψη των συμβάσεων και, συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης..
ΕΣ/ΚΠΕ ΤΜ.1/21/2019
Καταβολή μισθοδοσίας :Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη. Και τούτο διότι η σύμβαση ορισμένου χρόνου της ανωτέρω επικουρικού ιατρού, δοθέντος ότι η απασχόληση της εντάχθηκε, όπως προκύπτει από το 10214/20.3.2018 έγγραφο του Διοικητή της 3ης Υ.ΠΕ. Μακεδονίας στο συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα «Αναβάθμιση δεξιοτήτων επαγγελματικών ομάδων υψηλής εξειδίκευσης του τομέα Υγείας», υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της εξαίρεσης της παρ. 2 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004, που επιτρέπει την καθ’ υπέρβαση του 24μηνου απασχόληση προσωπικού ορισμένου χρόνου ενταγμένου σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Ενόψει των ανωτέρω, επιτρεπτώς η σύμβαση της ανωτέρω επικουρικού ιατρού υπερέβη, μετά την παράτασή της έως 31.1.2019 με το άρθρο 27 του ν. 4532/2018, την αρχικώς συναφθείσα εικοσιτετράμηνη κατ’ απώτατο χρονικό όριο της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004 επιτρεπόμενη διάρκειά της. Παρέπεται δε ότι η εξαίρεση της συμβάσεως της ως άνω ιατρού από τον κανόνα που θεσπίζεται με την παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004 ισχύει μόνον για όσο χρόνο η απασχόλησή της στο Νοσοκομείο παραμένει ενταγμένη σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Κατά τη γνώμη όμως της Παρέδρου Μαρίας Ζέρβα, η επίμαχη παράταση της σύμβασης εξηρτημένης εργασίας των άνω ιατρών παρίσταται μη νόμιμη, καθόσον συνιστά διαδοχική σύμβαση που εξικνείται ανεπιτρέπτως, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004, σε διάστημα πέραν των 24 μηνών. Η δε μεταβολή του φορέα καταβολής της μισθοδοσίας των φερόμενων ως δικαιούχων ιατρών, λόγω της ένταξής τους κατά την πρώτη παράταση της σύμβασής τους, σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα, δεν τους εντάσσει αυτόθροα στην εξαίρεση της παρ. 2 του άρθρου 6 του άνω διατάγματος, διότι δεν μεταβάλλει το είδος της εργασιακής τους σχέσης με το άνω νοσηλευτικό ίδρυμα, που ήταν και παραμένει σύμβαση εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, αφού και η ελεγχόμενη διαδοχική σύμβαση-παράταση καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου εργοδότη και ίδιων εργαζόμενων, για την ίδια ειδικότητα εκάστου και με τους ίδιους όρους εργασίας. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι η παραβίαση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ/τος 164/2004 και η ένεκα αυτής ακυρότητα της τελευταίας συμβάσεως των άνω ιατρών δεν επιφέρει δυσμενείς μισθολογικές συνέπειες για τους απασχοληθέντες ιατρούς, οι οποίοι εξακολουθούν, πλην άλλων, να έχουν αξίωση καταβολής του συμβατικού τους μισθού, συμφώνως προς το εδάφιο α΄ της παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ/τος 164/2004. Η γνώμη, όμως, αυτή δεν εκράτησε.