ΕλΣυν.Κλ.Ε/420/2013
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ- έλεγχος νομιμότητας:Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω το Κλιμάκιο κρίνει ότι εν προκειμένω κατά τη φάση εκτέλεσης της Σύμβασης Παραχώρησης προέκυψε η ανάγκη ενεργοποίησης του προβλεπόμενου σε αυτήν μηχανισμού αναδιαπραγμάτευσης των όρων της, λόγω συνδρομής έκτακτων και απρόβλεπτων γεγονότων και όχι από την ελεύθερη βούληση των μερών να επαναδιαπραγματευτούν τη σύμβαση. Περαιτέρω, οι συμφωνηθείσες τροποποιήσεις πληρούν τις κάτωθι προϋποθέσεις: α) προέκυψαν εξαιτίας απρόβλεπτων περιστάσεων και έλαβαν χώρα στο πλαίσιο μίας συμβατικής ρήτρας που επέβαλε την αναδιαπραγμάτευση της σύμβασης σε περίπτωση συνδρομής των περιστάσεων αυτών, β) δεν μεταβάλλουν τη φύση της σύμβασης ως παραχώρησης, γ) γίνονται προς αποκατάσταση της διαταραχθείσας οικονομικής ισορροπίας της σύμβασης και δεν προσπορίζουν στον Παραχωρησιούχο υπέρμετρο οικονομικό όφελος και δ) δεν μεταβάλλουν το τεχνικό ή οικονομικό αντικείμενο. Με τα δεδομένα αυτά δεν προκαλείται ζήτημα νόθευσης του ανταγωνισμού και κατά συνέπεια, δεν πρόκειται για ουσιώδεις τροποποιήσεις κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης που κωλύουν την υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/222/2019
Υπηρεσία καθαριότητας- οδοκαθαρισμού....Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 2 και 3 που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το υποβληθέν σχέδιο σύμβασης δεν συνιστά συμπληρωματική της αρχικής .....2016 Σύμβασης, καθόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, η δε αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται τη συνδρομή απρόβλεπτων περιστάσεων που κατέστησαν αναγκαία τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης. Ειδικότερα, ανατίθενται οι ίδιες υπηρεσίες που είχαν ανατεθεί με την αρχική σύμβαση και απλώς παρατείνεται χρονικά η παροχή αυτών. Ενόψει δε της φύσης της σύμβασης (υπηρεσίες καθαριότητας οδοκαθαρισμού), το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης έχει εξαντληθεί χωρίς να καταλείπεται περιθώριο για συμπλήρωσή της με πρόσθετες υπηρεσίες (πρβλ. Ε.Σ. VI Τμ 12/2019, Ζ΄ Κλ. 114/2016, 67/2018, 393/2018). Επομένως, το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης φέρει τον χαρακτήρα νέας και αυτοτελούς απευθείας ανάθεσης υπηρεσιών, ανεξάρτητης της προηγούμενης συμβατικής σχέσης των μερών. Δεδομένου όμως ότι το συνολικό οικονομικό αντικείμενο της ανάθεσης αυτής ανέρχεται στο ποσό των 175.866,19 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., (218.074,08 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) και κατά συνέπεια, υπολείπεται του ποσού των 200.000 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., το εν λόγω σχέδιο σύμβασης εκφεύγει του προσυμβατικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατά συνέπεια, απαραδέκτως εισάγεται για έλεγχο το ως άνω σχέδιο σύμβασης.
ΕλΣυν.Κλ.Ε/423/2013
ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ:Με τα δεδομένα αυτά δεν προκαλείται ζήτημα νόθευσης του ανταγωνισμού και, κατά συνέπεια, δεν πρόκειται για ουσιώδεις τροποποιήσεις κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης που κωλύουν την υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου Συμφωνίας. Στο συμπέρασμα δε αυτό καταλήγει και το MARKT C2/ZDH/cds(2013)3283241/25.9.2013 έγγραφο του Γενικού Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο οποίο αναφέρεται ότι οι τροποποιήσεις που προτείνονται για την Σύμβαση Παραχώρησης «θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατές με το δίκαιο των συμβάσεων της Ένωσης». Τέλος, διευκρινίζεται ότι οι λοιπές μη αναφερόμενες στην παρούσα τροποποιήσεις έχουν επίσης μη ουσιώδη χαρακτήρα και δεν αναιρούν την ανωτέρω κρίση. Κατά συνέπεια, δεν κωλύεται η σύναψη του ελεγχόμενου σχεδίου Συμφωνίας Τροποποίησης.
ΕΣ/ΤΜ.6/298/2018
Αίτηση ανάκλησης της 339/2017 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Παρίσταται εύλογος ο περιλαμβανόμενος στο άρθρο 28.1.2. όρος του σχεδίου της σύμβασης, με τον οποίο προβλέπεται το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης σε βάρος του Δημοσίου και αποζημίωσης του παραχωρησιούχου στην περίπτωση της μονομερούς κατάργησης ή τροποποίησης της σύμβασης παραχώρησης με νόμο, χωρίς την συμφωνία του παραχωρησιούχου, δοθέντος ότι με τον όρο αυτό δεν αποκλείεται καταρχήν η δυνατότητα του Δημοσίου να επέμβει κατά την διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης και να μεταβάλει με νόμο την οργάνωση και λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας, εφόσον οι ενέργειες αυτές υπαγορεύονται από το δημόσιο συμφέρον και επιβάλλονται για την κάλυψη των γενικών αναγκών των χρηστών. Άλλωστε, αντικείμενο του όρου αυτού αποτελεί η ρύθμιση και μόνο των συνεπειών μιας μονομερούς ενέργειας εκ μέρους του Δημοσίου σε μια σύμβαση παραχώρησης. Εν προκειμένω, ο παραχωρησιούχος – ιδιώτης οφείλει, το μεν να χρηματοδοτήσει με τα αναγκαία ίδια και δανειακά κεφάλαια το έργο αυτό, το δε να κατασκευάσει τα αναγκαία έργα υποδομής καθώς και να λειτουργήσει και να συντηρήσει το Εμπορευματικό Κέντρο για μια περίοδο 60 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παραχώρησης με αντάλλαγμα το δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου. Εξάλλου, λόγω της φύσης της σύμβασης αυτής στον ανάδοχο – παραχωρησιούχο μετακυλίεται ένα μεγάλο μέρος του λεγόμενου «λειτουργικού κινδύνου» που εμπεριέχει την πιθανότητα μη απόδοσης ολόκληρης της επένδυσης, αλλά και μη ανάκτησης του κόστους λειτουργίας των έργων ή της παροχής των υπηρεσιών που του έχουν ανατεθεί. Η απουσία δε μιας τέτοιας προστατευτικής ρύθμισης θα ισοδυναμούσε με ανάληψη από τον παραχωρησιούχο ενός επιπλέον κινδύνου, ο οποίος κείται εκτός της σφαίρας ευθύνης του και επιρροής του. Σε κάθε περίπτωση, με τη διατήρηση του όρου αυτού στο σχέδιο της σύμβασης δεν παρέχεται πλεονέκτημα στον παραχωρησιούχο με την ευνοϊκή του μεταχείριση, ούτε αυτό δύναται να θεωρηθεί ως κρατική ενίσχυση υπέρ αυτού κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 107 ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, για να χαρακτηρισθεί ένα μέτρο ως κρατική ενίσχυση, κατά την έννοια του ως άνω άρθρου (107 ΣΛΕΕ) πρέπει να πληρούνται σωρευτικά όλες οι προϋποθέσεις που τίθενται από την διάταξη αυτή, ήτοι : α) να πρόκειται για παρέμβαση του Κράτους και η παρέμβαση αυτή πρέπει να γίνεται με κρατικούς πόρους β) να παρέχεται πλεονέκτημα στον αποδέκτη αυτής, υπό την έννοια ότι ευνοούνται συγκεκριμένες επιχειρήσεις ή ορισμένες παραγωγές γ) η παρέμβαση να είναι ικανή να επηρεάσει τις μεταξύ των κρατών μελών συναλλαγές και δ) η παρέμβαση αυτή να είναι ικανή να νοθεύσει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Όλες δε οι ως άνω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά για να χαρακτηρισθεί ένα μέτρο ως κρατική ενίσχυση. (αποφάσεις Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 21ης Μαρτίου 1990,C-142/87, Βέλγιο κατά Επιτροπής «Τubemeuse», Συλλογή 1990, σ.Ι -959, σκέψη 254 της 16ης Μαΐου 2002, C -482/99, Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ.Ι-4397, σκέψη 68, και της 24ης Ιουλίου 2003,C 280/00 Αltmark Trans και Regeirungspasidium Magdeburg, Συλλογή 2003, σ. Ι -7747, σκέψη 74, απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Φεβρουαρίου 2006, Τ 34/02 Le Levant 001κ.λ.π. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ.ΙΙ 267, σκέψη 110). Εξάλλου, αποζημίωση καταβαλλόμενη για την αποκατάσταση ζημίας που προκλήθηκε από το Κράτος Μέλος δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ.1 ΣΛΕΕ. (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου επί των υποθέσεων C-106-120/1987, ΑΣΤΕΡΙΣ ΑΕ κλπ κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, Συλλογή 1988, σελ.05515, σκ.23 και 24, Απόφαση Ευρ. Επιτροπής 1999/268/ΕΚ της 20ης Ιανουαρίου 1999).(..)Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να γίνουν δεκτές με την ειδικότερη προαναφερθείσα ως προς την αιτιολογία του μέλους του Τμήματος Γεωργίου Βοϊλη, Συμβούλου, και να ανακληθεί η Προσβαλλόμενη Πράξη κατά το μέρος που αφορά, τόσο τις επισημάνσεις του Κλιμακίου όσον αφορά τα άρθρα 28.1.1. και 28.1.3. του σχεδίου της σύμβασης οι οποίες κρίνονται μη αναγκαίες και πρέπει να μην συμπεριληφθούν στο σχέδιο της σύμβασης, όσο και ως προς όρο που προβλέπεται στο άρθρο 28.1.2. του σχεδίου της σύμβασης περί του δικαιώματος καταγγελίας της σύμβασης σε βάρος του Δημοσίου και αποζημίωσης του παραχωρησιούχου, ο οποίος, παρά την αντίθετη κρίση του Κλιμακίου, πρέπει να διατηρηθεί.
Ανακαλεί την 339/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/134/2022
Υπηρεσίες αναβάθμισης των εσωτερικών δικτύων των ιδρυμάτων: Με βάση τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι υποβληθείσες για έλεγχο αρμοδίως εγκριθείσες τροποποιήσεις της από 7.6.2021 σύμβασης, αφορούν στην παράταση του χρονοδιαγράμματος των παραδόσεων και την αντικατάσταση ενός εκ των συμβατικά προβλεπόμενων υλικών με ισοδύναμο τεχνικά υλικό, χωρίς να επιφέρουν μεταβολή στο οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης. Συνεπώς, δοθέντος ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις ανάγονται σε ζητήματα εκτέλεσης της αρχικής σύμβασης που ρυθμίζονται από τις διατάξεις του ν. 4412/2016 και δεν μεταβάλλουν ουσιωδώς όρους της αρχικής σύμβασης, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η τροποποιητική σύμβαση δεν πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής στον προσυμβατικό έλεγχο σύμφωνα το άρθρο 324 παρ. 5 του ν. 4700/2020. Ως εκ τούτου, το Κλιμάκιο στερείται αρμοδιότητας για τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας επί του υποβληθέντος σχεδίου τροποιητικής σύμβασης.
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/393/2018
Παροχή υπηρεσιών φύλαξης...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙ και ΙΙΙ που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το υποβληθέν σχέδιο σύμβασης δεν συνιστά συμπληρωματική της αρχικής από 14.10.2016 Σύμβασης, καθόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, η δε αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται τη συνδρομή απρόβλεπτων περιστάσεων που κατέστησαν αναγκαία τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης. Ειδικότερα, ανατίθενται οι ίδιες υπηρεσίες που είχαν ανατεθεί με την αρχική σύμβαση για 2 έτη και συνακόλουθα παρατείνεται χρονικά η παροχή αυτών. Εξάλλου, ενόψει της φύσης της σύμβασης (υπηρεσίες φύλαξης), το αντικείμενο αυτής έχει εξαντληθεί χωρίς να καταλείπεται περιθώριο για συμπλήρωσή της με πρόσθετες υπηρεσίες (πρβλ. Ε.Σ. Ζ΄ Κλ. 114/2016, 67/2018). Επίσης, δεν προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή, με τη διακήρυξη του διαγωνισμού, επιφύλαξε υπέρ της δικαίωμα προαίρεσης για παράταση των ως άνω υπηρεσιών (βλ. 34/2014 πρ. Ζ΄ Κλιμακίου). Επομένως, το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης φέρει τον χαρακτήρα νέας και αυτοτελούς απευθείας ανάθεσης υπηρεσιών, ανεξάρτητης της προηγούμενης συμβατικής σχέσης των μερών. Δεδομένου όμως ότι το συνολικό οικονομικό αντικείμενο της ανάθεσης αυτής ανέρχεται στο ποσό των 282.258,10 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., και κατά συνέπεια, υπολείπεται του ποσού των 500.000 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., το εν λόγω σχέδιο σύμβασης εκφεύγει του προσυμβατικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατά συνέπεια, απαραδέκτως εισάγεται για έλεγχο το ως άνω σχέδιο σύμβασης..
ΝΣΚ/19/2020
Εάν η ανάκληση απόφασης παραχώρησης κυριότητας ακινήτου έναντι τιμήματος, μετά την αμετάκλητη δικαστική κρίση ότι το Δημόσιο δεν είναι κύριος της παραχωρηθείσας έκτασης, δικαιολογεί την άρνηση επιστροφής του τιμήματος, μετά των τόκων, προς την παραχωρησιούχο εταιρεία, λογιζομένου του τιμήματος αυτού, ως αποζημίωση χρήσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν.δ. 221/1974.(...)Η ανάκληση της απόφασης παραχώρησης της κυριότητας, έναντι τιμήματος, ακινήτου, μετά την αμετάκλητη δικαστική κρίση ότι το Δημόσιο δεν είναι κύριος της παραχωρηθείσας έκτασης, δεν δικαιολογεί, με βάση τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν.δ. 221/1974, την άρνηση επιστροφής, ατόκως, του τιμήματος προς την παραχωρησιούχο εταιρεία (ομόφωνα).
ΕλΣυν.Τμ.4(ΚΠΕ)219/2015
ΕΡΓΑΣΙΕΣ- ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.Διαδικασία ανάθεσης-Όργανα :Μη νόμιμη η καταβολή ποσού 43.945,76 ευρώ από Πανεπιστήμιο σε εταιρεία, ως αμοιβή της για τη συντήρηση και λειτουργία κτιριακών και Η/Μ εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου κατά τον μήνα Απρίλιο 2015, σε εφαρμογή συναφθείσας σύμβασης διαπραγμάτευσης. Μη νομίμως προσέφυγε το Πανεπιστήμιο στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης για την ανάθεση της επίμαχης υπηρεσίας, η οποία συναθροιζομένου του ποσού προγενέστερης σύμβασης παροχής υπηρεσιών υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 60/2007 (άρθρα 6 παρ. 1 εδ. α΄ και 8 παρ. 7 εδ. β΄), δεδομένου ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 25 παρ. 1 εδ. γ΄ του π.δ. 60/2007, περί συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων. Συγκεκριμένα, με την άσκηση προδικαστικής προσφυγής στο πλαίσιο του διενεργηθέντος ανοικτού διαγωνισμού δεν στοιχειοθετείται η έννοια της απρόβλεπτης περίστασης, δοθέντος ότι ανάλογες καθυστερήσεις συνιστούν σύνηθες φαινόμενο στις διαγωνιστικές διαδικασίες. Επιπλέον, με δεδομένο ότι ήταν γνωστό στην αναθέτουσα αρχή τόσο το γεγονός της λήξης της τρέχουσας σύμβασης στις 31.3.2015, όσο και ότι ως εκ της προϋπολογιζόμενης δαπάνης της σχετικής διακήρυξης, η σχετική διαδικασία καθώς και το σχέδιο σύμβασης αυτής θα έπρεπε να υπαχθεί στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή καθυστέρησε την προκήρυξη του ανοικτού διαγωνισμού.(συγγνωστή πλάνη)
ΕλΣυν/Ζ Κλ/296/2012
Μεταφορά μαθητών.Συμπληρωματικές-συμβάσεις.Κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων του π.δ. 60/2007, η κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενης σύμβασης παροχής υπηρεσιών αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνο όταν συντρέχουν οι περιοριστικά αναφερόμενες προϋποθέσεις, καθόσον συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας συμμετοχής στις διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως συμπληρωματικές υπηρεσίες θεωρούνται εκείνες για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με τις αρχικές υπηρεσίες, αλλά δεν περιλαμβάνονται στο αρχικό πρόγραμμα, ούτε στην πρώτη συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες για την εκτέλεση της υπηρεσίας της αρχικής σύμβασης, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, γ) δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, ή, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της και δ) η προϋπολογιζόμενη συνολική αξία των συμβάσεων που ανατίθενται για συμπληρωματικές υπηρεσίες δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της κυρίας σύμβασης. Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και τα οποία, αντικειμενικώς, δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων το φέρει όποιος τις επικαλείται (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 27.10.2011, C-601/2010 Επιτροπή κατά Ελλάδας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 17.09.1998, C-323/96 Επιτροπή κατά Βελγίου, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 28.03.1996, C-318/1994 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.05.1995, C-57/94 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.03.1992, C-24/91 Επιτροπή κατά Ισπανίας). Σε καμία περίπτωση, πάντως, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως συμπληρωματικές οι υπηρεσίες που κατατείνουν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθώς είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου. Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην ως άνω διαδικασία αναθέσεως πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητά της (Ελ.Συν. Τμήμα Μείζονος Επταμελούς Σύνθεσης αποφ. 2153, 1704/2011, VI Tμ. αποφ. 2209, 2199, 1777, 791/2011, 3084/2010, 3675/2009, 132/2008, 90/2005, Ζ΄ Κλιμ. Πράξεις 85/2011, 67/2011, 159/2010, 20/2009, 282, 255, 199, 131/2008 κ.α.).
ΕΣ/Ζ ΚΛΙΜ/79/2009
Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της έννοιας των ανωτέρω συμβάσεων παραχώρησης είναι το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με την καταβολή αμοιβής. Στην περίπτωση, όμως, που η λειτουργία και εκμετάλλευση του παραχωρηθέντος έργου συνιστά παράλληλα και εκτέλεση υπηρεσίας, δηλαδή, εφόσον η λειτουργία του έργου εξυπηρετεί ή συνδέεται με τη λειτουργία ορισμένης υπηρεσίας, την παροχή της οποίας αναλαμβάνει ο ανάδοχος υποκαθιστώντας την αναθέτουσα αρχή, τότε η σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου αποτελεί ταυτόχρονα και σύμβαση παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου. Στη σύμβαση αυτή, η λειτουργία της παραχωρηθείσας υπηρεσίας συνίσταται στην εκμετάλλευση, χάριν του κοινού, των δημοσίων έργων που κατασκευάστηκαν από τον ανάδοχο, δηλαδή ο ανάδοχος της σύμβασης παραχώρησης αναλαμβάνει να υλοποιήσει με δικά του έξοδα τις επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία της υπηρεσίας και για τη λειτουργία αυτής εντός μιας μακράς χρονικής περιόδου. Η εν λόγω σύμβαση αποτελεί μικτή σύμβαση, δηλαδή ενιαία σύμβαση που εμφανίζει μία σύνθεση στοιχείων που ανήκουν σε περισσότερα είδη συμβάσεων. Σύμφωνα με τη δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το προαναφερόμενο π.δ/μα 60/2007, εφόσον τα έργα γίνονται επικουρικώς και δεν αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως σύμβασης δημοσίων έργων. Συναφώς, το Δ.Ε.Κ. έκρινε (βλ. απόφαση της 19.4.1994, C-331/92), ότι εφόσον σε μία μικτή σύμβαση οι τεχνικές εργασίες έχουν παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενό της, τότε το σύνολο του διαγωνισμού αυτού δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σύμβαση δημοσίων έργων. Επομένως, στις περιπτώσεις που η προβλεπόμενη εκτέλεση έργων έχει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα ενώ το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η παραχώρηση υπηρεσιών, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών κι όχι για σύμβαση παραχώρησης έργου. Ως εκ τούτου, πρέπει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να προσδιορίζεται αν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η κατασκευή ενός έργου ή η παροχή υπηρεσιών ή, αντίθετα, αν η κατασκευή του έργου ή παροχή των υπηρεσιών έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Συνεπώς, στην περίπτωση που η κατασκευή του έργου αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την εκμετάλλευση της παραχωρούμενης υπηρεσίας, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσίας, επί της οποίας δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ/τος 60/2007. (Βλ. 209/2008 πράξη παρόντος Κλιμακίου, βλ. και Ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις παραχώρησης στο κοινοτικό δίκαιο, ΕΕ C 121/29.4.2000, Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Ενίσχυση του δικαίου παραχωρήσεων και συμβάσεων Δημοσίων και Ιδιωτικών Συμπράξεων", ΕΕ C 14/16.1.2001, σελ. 91 επ., Ε.Α ΣτΕ 119/1999, 791/2002, 543/2003, Ε. Τροβά – Δ. Κούτρας, Η κατασκευή του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου και η σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων, Ι. Γκιτσάκης, Η παραχώρηση της δημόσιας υπηρεσίας και δημοσίου έργου, Σ. Παναγόπουλος, Η Σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου στην κοινοτική και ελληνική έννομη τάξη, σε Κοινοτικό Δίκαιο 25 χρόνια εφαρμογής στην Ελλάδα, σελ. 83 επ.).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/15/2018
ΕΡΓΑ. (Συμπληρωματικές συμβάσεις) (..) Με τα δεδομένα αυτά, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι δεν συντρέχουν οι τιθέμενες από τον νόμο προϋποθέσεις για τη σύναψη έγκυρης συμπληρωματικής σύμβασης....Αντιθέτως, οι επιπρόσθετες εργασίες προέκυψαν λόγω αύξησης ποσοτήτων εργασιών καθαρισμού φρεατίων καθώς και αύξησης των απαιτούμενων ωρών για την ολοκλήρωση των καθαρισμών και των ωρών αποζημίωσης για αυξημένη επιφυλακή, οι οποίες συνιστούν ανεπίτρεπτη επέκταση του φυσικού αντικειμένου της αρχικής σύμβασης...Άλλωστε ο συγκεκριμένος διαγωνισμός θα μπορούσε να έχει ολοκληρωθεί τουλάχιστον 4 μήνες νωρίτερα, δεδομένου ότι από την έκδοση του Πρακτικού κατακύρωσης του αποτελέσματός του (23.6.2016) μέχρι την υπογραφή της σύμβασης (31.10.2016) διέδραμε μεγάλο χρονικό διάστημα που οφείλεται σε υπαιτιότητα του Δήμου.(..) Πέραν αυτών, η σύναψη της από 28.7.2017 συμπληρωματικής σύμβασης είναι μη νόμιμη και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν υπήχθη, πριν την υπογραφή της, σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από την αρμόδια Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός της (67.332,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), συναθροιζόμενος με τον προϋπολογισμό της αρχικής σύμβασης (162.599,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), η οποία δεν υπαγόταν λόγω ποσού σε προληπτικό έλεγχο, υπερβαίνουν το τιθέμενο, για την υποβολή στον εν λόγω έλεγχο, κατώτατο χρηματικό όριο των 200.000,00 ευρώ....Κατ’ ακολουθία, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη και αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί