Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΓΕΠΕΝ/65/2011

Τύπος: Εγκύκλιοι

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 148/2009

Θέμα: «Συνεργασία και συντονισμός για θέματα εφαρμογής του Π.Δ. 148/2009 σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη για την πρόληψη και αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς»ΑΔΑ: 45700-ΔΡ6


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΠΔ 148/2009

Περιβαλλοντική ευθύνη για την πρόληψη και την αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον - Eναρμόνιση με την οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004, όπως ισχύει


Δ.Α.Ε.Φ.Κ.-Κ.Ε/12346πε/Α325/2019

Συμπλήρωση της Υ.Α.Σ. 6425/Α32/ 25.9.2009 (Β' 2080) κοινής υπουργικής απόφασης με θέμα «Οριοθέτηση περιοχών και πιστωτικές διευκολύνσεις για την αποκατάσταση των ζημιών σε κτίρια από τις πλημμύρες του Σεπτεμβρίου 2009 σε περιοχές της Π.Ε. Ευβοίας».


Π.Δ.238/2003

Εκτέλεση των διατάξεων περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Ν.4831/2021- ΦΕΚ: 170/Α/23.9.2021 άρθρο 124 : Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, και με την επιφύλαξη των οριζομένων στις παρ. 2 και 10 του άρθρου 123 αυτού, καταργούνται: α) ο ν. 3086/2002 (Α’ 324), με την επιφύλαξη της παρ. 7 του άρθρου 66 του ν. 4714/2020 (Α’ 148), β) το π.δ. 238/2003 (Α’ 214), γ) το άρθρο 13 του ν. 3790/2009 (Α’ 143) και δ) κάθε γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη ή που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο θέματα που ρυθμίζονται με τον νόμο αυτόν


ΕλΣυν/Τμ.7/139/2011

Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση της νομιμότητας των δαπανών, που διενεργούνται στο πλαίσιο της υλοποίησης διαφημιστικών προγραμμάτων και δράσεων τουριστικής προβολής των Δήμων συνιστά η υποβολή αυτών, πριν από την υλοποίησή τους, στη συσταθείσα στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού Γενική Γραμματεία Τουρισμού, η οποία έχει πλέον από 1.3.2010 - ημερομηνία έναρξης ισχύος του π.δ/τος 15/2010 - την ευθύνη του γενικού σχεδιασμού του προγράμματος της τουριστικής προβολής της χώρας και η διατύπωση σύμφωνης γνώμης του Γενικού Γραμματέα Τουρισμού για τη διαπίστωση της συμβατότητάς τους με τις κατευθύνσεις του κεντρικού διαφημιστικού σχεδιασμού. Η θέσπιση δε της προϋπόθεσης αυτής από το νομοθέτη, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του ν. 3498/2006, αποσκοπεί στο συντονισμό και την εναρμόνιση των δράσεων τουριστικής προβολής των διαφόρων φορέων που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, προκειμένου να υπάρχει ομοιογένεια των δράσεων αυτών και να είναι συμβατές με το γενικό σχεδιασμό και τους καθορισμένους στόχους του κεντρικού διαφημιστικού προγράμματος της χώρας, που εκτελείται από τη Γενική Γραμματεία Τουρισμού σε συνεργασία με τον Ε.Ο.Τ. (βλ. Πράξεις VII Τμ. 78, 195, 281/2009).


ΝΣΚ/552/2002

Δημόσια έργα. Αρμοδιότητες και υποχρεώσεις του επιβλέποντα Μηχανικού και της Διευθύνουσας Υπηρεσίας Δημ. Έργου, που κατασκευάζεται από Ανάδοχο Εργοληπτική Επιχείρηση, ως προς τα θέματα Ασφάλειας και Υγείας των εργαζομένων σε αυτό. Περί εκτελέσεως δημόσιου έργου, για τα θέματα που αφορούν την ασφάλεια των εργαζομένων και τη πρόληψη των ατυχημάτων, ο ανάδοχος που έχει καθ όλη τη διάρκεια του έργου τη διεύθυνση αυτού, και η οποία ασκείται στους τόπους κατασκευής από τεχνικούς υπαλλήλους του αναδόχου που έχουν τα κατάλληλα προσόντα, έχει αποκλειστικά την υποχρέωση δια του υπευθύνου του «επί τόπου του έργου μηχανικού» να τηρεί όλα τα αναγκαία μέτρα ασφάλειας που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις και τη σύμβαση και να εκπονεί με δική του ευθύνη κάθε σχετική μελέτη (στατική ικριωμάτων, μελέτη προσωρινής σήμανσης του έργου). Πέραν όμως των υποχρεώσεων αυτών του αναδόχου και ο επιβλέπων μηχανικός του έργου που έχει ορισθεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία, έχει την υποχρέωση να ασκεί συστηματικά και ουσιαστικό έλεγχο στη λήψη και τήρηση των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας από την ανάδοχο εργοληπτική επιχείρηση, όπως αυτά προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις και τη σύμβαση και να υποδεικνύει στον ανάδοχο τη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου στην περίπτωση που το έργο εκτελείται χωρίς να τηρούνται αυτά. Η εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων εμπίπτει στα καθήκοντα του επιβλέποντα μηχανικού επί δημοσίου έργου, όπως αυτά προσδιορίζονται στις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 6 του Ν 1418/84 και 28 του ΠΔ 609/85.


ΑΕΠΠ/174/2020

Παροχή υπηρεσιών ταχυμεταφοράς...Στο πλαίσιο αυτό εναργώς προκύπτει ότι η τεχνική προσφορά της προσφεύγουσας παραβιάζει απαράβατους και ουσιώδεις όρους της διακήρυξης, αφενός μεν στο μέτρο που η αναθέτουσα αρχή στην παράγραφο 7.4 της διακήρυξης καθορίζει η ίδια τις επιβληθείσες ρήτρες σε περίπτωση απώλειας/ζημίας/καθυστέρησης στην παράδοση των αποστελλόμενων ειδών, αφετέρου δε στο μέτρο που στο κανονιστικό κείμενο της διακήρυξης τίθεται ο όρος ότι : «ο ………. μπορεί οποτεδήποτε να αξιώσει, σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία, την αποκατάσταση κάθε θετικής & αποθετικής ζημιάς του, που έχει υποστεί από την εκπρόθεσμη ή τη μη προσήκουσα εκτέλεση της  σύμβασης από τον Ανάδοχο, στα πλαίσια της ευθύνης του Αναδόχου». Η τελευταία αυτή υποχρέωση του αναδόχου ουδόλως μπορεί να ερμηνευθεί ότι καλύπτεται διαμέσου της δυνατότητας που προσφέρει η προσφεύγουσα δια του οικείου όρου των γενικών όρων ανάληψης μεταφοράς στην αναθέτουσα αρχή/εντολέα-αποστολέα να ασφαλίσει ιδιωτικά τα αποστελλόμενα είδη, διότι τούτο κατά τον επίμαχο όρο της διακήρυξης αποτελεί αποκλειστικά ευθύνη του αναδόχου, χωρίς την επιβάρυνση με επιπλέον δαπάνη για την αναθέτουσα αρχή/εντολέα-αποστολέα. Ο δε ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι εφόσον δεν υπέβαλε ένσταση κατά των όρων της επίμαχης διακήρυξης δηλώνει ότι αποδέχεται αυτούς ουδόλως σχετίζεται με το γεγονός ότι εν προκειμένω από το περιεχόμενο της τεχνικής της προσφοράς συνάγεται παράβαση των ουσιωδών όρων αυτής, η δε αποδοχή των όρων της διακήρυξης ουδόλως μπορεί να καλύψει ελλείψεις ή ουσιώδεις αποκλίσεις της τεχνικής προσφοράς από τους απαράβατους όρους της διακήρυξης (ΣτΕ Ασφ 883/2008). Ενόψει των ανωτέρω, oι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας απορρίπτονται ως αβάσιμοι ενώ γίνονται δεκτοί οι ισχυρισμοί της αναθέτουσας αρχής.


ΕλΣυν.Τμ.7/1276/2016

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΔΗΜΟΥ:Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και τις νομικές παραδοχές της αρχικής, επί της υπό κρίση έφεσης, 230/2009 απόφασης του Τμήματος, οι οποίες δεν ανατράπηκαν με την πιο πάνω 1806/2014 απόφαση της Ολομέλειας, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, η οποία είχε οριστεί αναπληρώτρια ελεγκτής εξόδων Ο.Τ.Α., εγκρίνοντας την εξόφληση του 21/1994 χρηματικού εντάλματος (το οποίο, σύμφωνα με τη γραφολογική εξέταση που διενεργήθηκε, έφερε την υπογραφή της), διενήργησε πράξη διαχείρισης επί των χρημάτων της Κοινότητας, το πραγματικό δε αυτό γεγονός της προσέδωσε την ιδιότητα της υπολόγου και την, εντεύθεν, δημοσιονομική πλέον ευθύνη της προς αποκατάσταση του ελλείμματος, που προκλήθηκε από την εν λόγω διαχειριστική δράση της. Εξάλλου, η εκκαλούσα, κατά τη διενέργεια της εν λόγω διαχειριστικής πράξης (έγκριση εξόφλησης του 21/1994 Χ.Ε.), δεν επέδειξε την απαιτούμενη εκ της ιδιότητάς της επιμέλεια, αφού δεν προέβη, ως όφειλε, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας των δικαιολογητικών του επίμαχου χρηματικού εντάλματος και, συνεπώς, ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί έλλειψης οποιασδήποτε υπαιτιότητας στο πρόσωπό της ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός της, προς υποστήριξη της επικαλούμενης παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας στο πρόσωπό της, ότι συμμορφώθηκε με τις οδηγίες της τότε προϊσταμένης της και, αληθής υποτιθέμενος, δεν αναιρεί την ευθύνη της εκκαλούσας για την ανωτέρω πλημμελή διαχειριστική ενέργεια που της αποδίδεται.(..). Μετά από όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να περιοριστεί το καταλογισθέν ποσό σε βάρος της εκκαλούσας σε 1.500.ευρώ, περαιτέρω δε, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ.4 του ν.4123/2013, το παράβολο που κατατέθηκε για την άσκησή της, να αποδοθεί στην εκκαλούσα.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)265/2013

Καταβολή της πρώτης (1ης) δόσης της 35759/15.10.2012 σύμβασης συγχρηματοδότησης συνολικού ποσού 120.000 ευρώ, η οποία συνομολογήθηκε μεταξύ του Δήμου ...... και της ανωτέρω εταιρείας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 96 του ν.3852/2010.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη η κρινόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, δοθέντος ότι η σύμβαση επί της οποίας στηρίζεται συνομολογείται κατά παράβαση του άρθρου 96 του ν. 3852/2010, αφού αφενός η δράση για την οποία φέρεται ότι συμμετέχει οικονομικά ο Δήμος ...... (στήριξη του προγράμματος περιβαλλοντικής προστασίας) δε συνοδεύεται από αναλυτικό και λεπτομερώς κοστολογημένο χρονοδιάγραμμα και αφετέρου δεν προκύπτει ο τρόπος κάλυψης του υπολοίπου (των περίπου 20.000 ευρώ) από ίδιους πόρους και ποιους της αστικής εταιρείας. Τούτο δε, σε συνδυασμό με την ετήσια διάρκεια της σύμβασης και τη γενικότητα του αντικειμένου της, οδηγεί στην κρίση ότι εν προκειμένω επιχειρείται μη νομίμως η συντήρηση της λειτουργίας της ...... και η κάλυψη του συνόλου των λειτουργικών της δαπανών αποκλειστικά με έξοδα του Δήμου ......, κατά παράβαση των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, που επιτάσσουν κάθε απόφαση των οργάνων του Δήμου για τη χρηματοδότηση φορέων που αναπτύσσουν δράσεις ή προγράμματα, τα οποία κρίνεται ότι συμβάλλουν στην περιβαλλοντική προστασία και την εν γένει βελτίωση της ποιότητας ζωής της τοπικής κοινωνίας, να στηρίζεται και να τεκμηριώνεται με βάση τα οικονομικά και τεχνικά δεδομένα που αναφέρονται στον επιχορηγούμενο φορέα,  την περιγραφή, το κόστος και τις προβλέψεις των αποτελεσμάτων δράσης του και τις πηγές χρηματοδότησης του εκάστοτε προγράμματος. Περαιτέρω, η υπό κρίση σύμβαση ενόψει και του αντικειμένου της, συνιστά σύμβαση παροχής υπηρεσιών (για την πρόληψη και αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών στη νήσο ......), για την ανάθεση των οποίων δεν προηγήθηκε η διενέργεια ανοικτού διαγωνισμού κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 209 παρ. 2, 273 παρ. 1 του ν. 3463/2006 και του άρθρου 70 του πδ 28/1980. Κατόπιν των ανωτέρω, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον αναπληρωτή Επίτροπο, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη και ως εκ τούτου, το ένταλμα αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί. 

ΕΣ/ΤΜ.6/1081/2020

Αποκατάσταση ζημιών....Κατόπιν των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα παρατίθενται στη σκέψη υπό στοιχείο ΙΙ της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η ελεγχόμενη σύμβαση, όπως βάσιμα προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση (βλ. και το από 7.5.2020 υπόμνημα), συνιστά σύμβαση έργου κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 1 περ. 6 του ν. 4412/2016, αφού το αντικείμενό της, ήτοι «κατασκευαστικές εργασίες για έργα οδοστρωσίας και ασφαλτόστρωσης» με CPV 45233222-1 (βλ. σελ. 2 της με αριθμ. πρωτ. 9973/7.10.2019 διακήρυξης), περιλαμβάνεται στις δραστηριότητες τις εντασσόμενες στο γενικό αριθμό CPV 45000000 «κατασκευές», που αναφέρεται στα Παραρτήματα στα οποία το άρθρο αυτό παραπέμπει (βλ. Παράρτημα II του Προσαρτήματος Α΄ και Παράρτημα Ι του Προσαρτήματος Β΄). Ειδικότερα, η ελεγχόμενη σύμβαση έργου αφορά σε αποκαταστάσεις και επισκευές (βλ. σημείωση στον Κωδικό CPV 45000000), καθώς, όπως προκύπτει από την «Τεχνική Έκθεση», αντικείμενο αυτής είναι οι αποκαταστάσεις, για τα έτη 2019-2020, τομών σε πεζοδρόμια, δρόμους και ποδηλατοδρόμους του Δήμου ...., οι οποίες προκύπτουν μετά από εργασίες συντήρησης του δικτύου ύδρευσης και αποχέτευσης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην «Τεχνική Περιγραφή». Περαιτέρω, για την εκτέλεση των εργασιών της εν λόγω σύμβασης προβλέπεται η απασχόληση ειδικευμένου και έμπειρου επιστημονικού και εργατοτεχνικού προσωπικού (βλ. άρθρα 8.1 και 8.5 της Ε.Σ.Υ.), καθώς και ο ορισμός, ως Προϊσταμένου/Διευθυντή εργοταξίου, Διπλωματούχου Μηχανικού Ανώτατης Σχολής με εμπειρία στην κατασκευή και διοίκηση αναλόγου μεγέθους και κατηγορίας έργων (βλ. άρθρα 1.11 και 4.3 της Ε.Σ.Υ.). Εξάλλου, κατά τους βάσιμους ισχυρισμούς της αιτούσας, η εκτέλεση των εργασιών του ελεγχόμενου διαγωνισμού καθίσταται αναγκαία αφενός μεν για τη διασφάλιση της καλής λειτουργίας των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης στο Δήμο ...., αφετέρου δε για την αποκατάσταση βλαβών, οι οποίες ανακύπτουν (βλ. ενδεικτικά τα με αριθμ. πρωτ. 2501/4/658-α΄/15.6.2019 και ΟΙΚ9493/2.4.2020 έγγραφα αιτήματα του Τμήματος Τροχαίας .... και του Δήμου ....., αντίστοιχα, προς τη Δ.Ε.Υ.Α. .....) και χρήζουν άμεσης επέμβασης προς πρόληψη ατυχημάτων για πεζούς και οχήματα (βλ. το από 29.4.2020 έγγραφο του Γενικού Διευθυντή της αιτούσας). Στο πλαίσιο δε αυτό ο προϋπολογισμός του έργου αναλύεται με βάση τις ποσότητες των επιμέρους εργασιών, καθώς και το κόστος αυτών σε τιμές μονάδας και συνολικά (βλ. την «ΠΡΟΜΕΤΡΗΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ», το «ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ» και τον «ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΜΕΛΕΤΗΣ»), ενώ προβλέπεται χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης του έργου με αναφορά σε συνολική προθεσμία περαίωσής του (24 μήνες), καθώς σε τμηματικές προθεσμίες (βλ. άρθρα 12 της διακήρυξης και 10 της Ε.Σ.Υ.). Τέλος, οι όροι του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης, οι οποίοι αναφέρονται στις τμηματικές προθεσμίες που πρέπει να τηρεί ο ανάδοχος (σχετικά με την κατασκευή 100 τομών, διαστάσεων 1 μέτρο Χ 1 μέτρο, ανά δίμηνο εντός του α΄ εξαμήνου), καθώς και στις συνέπειες της μη τήρησής τους, είναι σύμφωνοι με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του νόμου και της οικείας διακήρυξης (βλ. άρθρα 148 του ν. 4412/2016, 12 της διακήρυξης και 10 της Ε.Σ.Υ.).


ΕΣ/ΤΜ.6/1276/2016

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και τις νομικές παραδοχές της αρχικής, επί της  υπό  κρίση  έφεσης, 230/2009 απόφασης του Τμήματος, οι οποίες δεν ανατράπηκαν με την πιο πάνω 1806/2014 απόφαση της Ολομέλειας, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, η οποία είχε οριστεί αναπληρώτρια ελεγκτής εξόδων Ο.Τ.Α., εγκρίνοντας την εξόφληση του 21/1994 χρηματικού εντάλματος (το οποίο, σύμφωνα με τη γραφολογική εξέταση που διενεργήθηκε, έφερε την υπογραφή της), διενήργησε πράξη διαχείρισης επί των χρημάτων της Κοινότητας, το πραγματικό δε αυτό γεγονός της προσέδωσε την ιδιότητα της υπολόγου και την, εντεύθεν, δημοσιονομική πλέον ευθύνη της προς αποκατάσταση του ελλείμματος, που προκλήθηκε από την εν λόγω διαχειριστική δράση της. Εξάλλου, η εκκαλούσα, κατά τη διενέργεια της εν λόγω διαχειριστικής πράξης (έγκριση εξόφλησης του 21/1994 Χ.Ε.), δεν επέδειξε την απαιτούμενη εκ της ιδιότητάς της επιμέλεια, αφού δεν προέβη, ως όφειλε, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας των δικαιολογητικών του επίμαχου χρηματικού εντάλματος και, συνεπώς, ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί έλλειψης οποιασδήποτε υπαιτιότητας στο πρόσωπό της ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα  είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός της, προς υποστήριξη της επικαλούμενης παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας στο  πρόσωπό της, ότι συμμορφώθηκε με τις οδηγίες της τότε προϊσταμένης της  και,  αληθής  υποτιθέμενος,  δεν  αναιρεί  την  ευθύνη  της  εκκαλούσας για την ανωτέρω πλημμελή διαχειριστική ενέργεια που της αποδίδεται. Τα δε υποστηριζόμενα από την ίδια περί απειρίας της και έλλειψης ειδικών γνώσεων, λόγω της ιδιότητάς της ως μαθητευόμενης - δόκιμης υπάλληλου, προβάλλονται αλυσιτελώς, καθόσον, όπως εκτέθηκε ανωτέρω (σκ. II), η υπαιτιότητα δεν κρίνεται με βάση τις ατομικές ιδιότητες του υπολόγου, αλλά με βάση τη συμπεριφορά  που  θα  επιδείκνυε,  στη  συγκεκριμένη  κάθε  φορά περίπτωση, ο  μέσος  συνετός  άνθρωπος,  που  ανήκει  στον ίδιο κύκλο επαγγελματικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Περαιτέρω, η αποδιδόμενη, με τον ένδικο καταλογισμό, πλημμελής άσκηση από την εκκαλούσα των καθηκόντων της αναπληρώτριας ελεγκτή εξόδων Ο.Τ.Α., κατά την πληρωμή της εντελλόμενης με το ως άνω χρηματικό ένταλμα δαπάνης, ήτοι η έγκριση πληρωμής αυτής χωρίς να έχει προηγηθεί πλήρης έλεγχος των δικαιολογητικών αυτού, παρουσιάζει μεν απόκλιση από την επιμέλεια του μέσου συνετού ανθρώπου, που κινείται εντός του οικείου κύκλου επαγγελματικής δραστηριότητας, πλην όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η απόκλιση αυτή εξικνείται πέραν του βαθμού  της ελαφράς αμέλειας, καθόσον η διαχειριστική αυτή συμπεριφορά της δεν αποκλίνει σημαντικά από το ως άνω μέτρο της επιμέλειας, ώστε να μπορεί  να  χαρακτηρισθεί  ως  βαρεία.  Συνεπώς,  η  εκκαλούσα  ευθύνεται   ως υπόλογος σε βαθμό ελαφράς αμέλειας για τη δημιουργία του επίδικου ελλείμματος στη διαχείριση της Κοινότητας Γραμματικού. Εξάλλου, η επίμαχη δαπάνη δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί, κατ’ εφαρμογή των αναφερομένων στη σκέψη IV της παρούσας διατάξεων, καθόσον δεν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις τέσσερις προϋποθέσεις που θέτουν οι εν λόγω διατάξεις, αφού δεν αποδεικνύεται  από  τα  στοιχεία του φακέλου ότι έχει επιτελεσθεί ο σκοπός για τον οποίο διενεργήθηκε (πρβλ. αποφ. VII Τμ. Ε.Σ. 1679/2012, 587/2014). Περαιτέρω, συγγνωστή πλάνη της εκκαλούσας ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, καθόσον όφειλε και μπορούσε να γνωρίζει  τις  νόμιμες  υποχρεώσεις  της, που συνδέονταν με την ιδιότητά της ως αναπληρώτριας ελεγκτή εξόδων και, συνεπώς, δεν νοείται απαλλαγή της από το συνολικό ποσό του καταλογισμού, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 37 παρ. 1 του ν.3801/2009. Ωστόσο, το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας την έλλειψη δόλου ή βαρείας αμέλειας της εκκαλούσας, τη (μικρή) βαρύτητα της δημοσιονομικής παράβασης που διέπραξε και τις συνθήκες τέλεσης αυτής, άγεται στην κρίση ότι πρέπει αυτή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 37 παρ. 1 του ν.3801/2009,  να καταλογιστεί με μέρος μόνο του διαπιστωθέντος ελλείμματος, το οποίο πρέπει να προσδιορισθεί στο ποσό των 1.500 ευρώ.