Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΕΚ-Τ-258/2006

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, c-179/2006

«Διατάξεις που εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις – Σύναψη δημοσίων συμβάσεων μη υποκείμενων ή εν μέρει υποκείμενων στις οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων – Ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής – Πράξη δυνάμενη να προσβληθεί με προσφυγή – Πράξη προοριζόμενη να παράγει έννομα αποτελέσματα» Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι η ανακοίνωση δεν περιέχει νέους κανόνες συνάψεως των δημοσίων συμβάσεων, που να βαίνουν πέραν των υποχρεώσεων που απορρέουν από την υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η ανακοίνωση παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα, ικανά να επηρεάσουν τη νομική κατάσταση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και των παρεμβαινόντων, και, ως εκ τούτου, η προσφυγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Ελσυν/Τμ 7/300/2009

Πληρωμή 1ου λογαριασμού έργου. Μη νόμιμη δαπάνη, διότι ο καθορισμός στο συμβατικό κείμενο ως συνολικής προθεσμίας περάτωσης του έργου εκείνης των 365 ημερών αντί της αρχικώς προβλεπόμενης στη διακήρυξη των 90 ημερών, που έχει ως συνέπεια τη χρονική διεύρυνση της διάρκειας εκτέλεσης του έργου δεν παράγει έννομα αποτελέσματα και δεν δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη (ν.1418/1984 και π.δ.609/1985).


ΝΣΚ/76/2018

Παραγραφή απαιτήσεων αναδόχου κοινοπραξίας - Εγκυρότητα εκχώρησης απαιτήσεων.Οι απαιτήσεις της Κοινοπραξίας με την επωνυμία «…ΟΑΚΑ», που απορρέουν από την υπ’ αριθ. 3382/2009 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών έχουν υποκύψει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 141 του ν. 4270/2014. Η από 19.09.2016 σύμβαση εκχώρησης απαίτησης μεταξύ της ως άνω κοινοπραξίας και της εταιρείας «…» είναι άκυρη έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα ως προς αυτό.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/4/2020

Καταβολή αναδρομικών:..Με δεδομένα τα ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον αφορά και χρονικό διάστημα πριν τη δημοσίευση της άνω απόφασης (17.1.2018 έως 19.6.2019) κατά το οποίο αυτή δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, ούτε άλλωστε συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 40 του ν. 849/1978, το οποίο προβλέπει υπό όρους τη δυνατότητα έκδοσης κανονιστικών διοικητικών πράξεων με αναδρομική ισχύ. Κατ’ ακολουθία αυτών, η εντελλόμενη δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΔΕΚ/C-129/2004

Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες προσφυγής σε θέματα συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων — Οδηγία 89/665 — Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν διαδικασία ασκήσεως προσφυγής — Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής — Εθνική νομοθεσία απαγορεύουσα στα μέλη υποβαλούσας προσφορά κοινοπραξίας χωρίς νομική προσωπικότητα να ασκήσoυν ατομικώς προσφυγή — Επιτρέπεται (Οδηγία του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1) Το άρθρο 1 της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν αποκλείει εθνική νομοθεσία κατά την οποία μόνον το σύνολο των μελών κοινοπραξίας χωρίς νομική προσωπικότητα, η οποία μετέσχε ως τέτοια σε διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως και δεν της ανατέθηκε το αντικείμενο της εν λόγω συμβάσεως, μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά της αποφάσεως περί συνάψεως της συμβάσεως και όχι μόνον ένα από τα μέλη της ατομικώς. Το ίδιο ισχύει αν όλα τα μέλη τέτοιας κοινοπραξίας ασκήσουν μεν από κοινού προσφυγή αλλά η προσφυγή ενός από τα μέλη της είναι απαράδεκτη. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, πράγματι, η εθνική νομοθεσία απαιτεί απλώς από τους προσφεύγοντες να πληρούν τις σχετικές με την ενεργητική νομιμοποίηση προϋποθέσεις αναλόγως της νομικής μορφής που έχουν επιλέξει τα ίδια τα μέλη. Τέτοιου είδους προϋποθέσεις είναι γενικής ισχύος και δεν περιορίζουν κατά τρόπο αντίθετο προς την οδηγία 89/665 την αποτελεσματικότητα των προσφυγών και τη δυνατότητα των υποβαλόντων προσφορά να ασκήσουν προσφυγές. (βλ. σκέψεις 28-29 και διατακτ.)


ΝΣΚ/72/2013

Σύμβαση εκχώρησης απαίτησης λόγω ενεχύρου – Επιστροφή ποσών Φ.Π.Α. – Εγκυρότητα. 1) Η από 18.12.2008 σύμβαση εκχώρησης απαίτησης λόγω ενεχύρου, μεταξύ αφενός του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου Ελλάδος Α.Ε. και αφετέρου της ΕΓΝΑΤΙΑΣ ΟΔΟΥ Α.Ε. είναι νόμιμη και έγκυρη έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και παράγει έννομα αποτελέσματα ως προς αυτό, αφού οι εκχωρηθείσες απαιτήσεις από την επιστροφή Φ.Π.Α. προσδιορίζονται επαρκώς, κατά τρόπο ορισμένο, ως προς το είδος και τη νομική τους βάση, καθώς και τον οφειλέτη, ενώ είναι σαφές ότι μπορούν να προσδιορισθούν και στην έκταση (ύψος) τους, κατά το χρόνο υποβολής των σχετικών εκκαθαριστικών δηλώσεων Φ.Π.Α. Τα ίδια ισχύουν και για την από 2.10.2009 σύμβαση εκχώρησης απαίτησης λόγω ενεχύρου, μεταξύ της ΕΓΝΑΤΙΑΣ ΟΔΟΥ Α.Ε. και της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., η οποία δεν πάσχει ακυρότητα εκ του λόγου αυτού. (ομοφ.) 2) Η παραπάνω από 2.10.2009 σύμβαση εκχώρησης απαίτησης λόγω ενεχύρου, μεταξύ της ΕΓΝΑΤΙΑΣ ΟΔΟΥ Α.Ε. και της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. είναι άκυρη έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα ως προς αυτό, επειδή δεν καταχωρήθηκε στο κάτω μέρος του εκχωρητηρίου εγγράφου η σχετική αναγγελία εκχώρησης, όπως απαιτείται, κατ’ άρθρο 95 παρ.4 του ν. 2362/1995, που να περιλαμβάνει την ακριβή αιτία της οφειλής του Δημοσίου, το πρόσωπο του δικαιούχου της σχετικής απαίτησης με την ακριβή διεύθυνσή του, καθώς και το ποσό αυτής. (ομοφ.)


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/186/2018

Καταβολή μισθωμάτων :Στην κρινόμενη υπόθεση, ο Δήμος ….. εξακολούθησε να χρησιμοποιεί το ακίνητο του φερόμενου ως δικαιούχου του εντάλματος - το οποίο είχε μισθώσει για τη στέγαση των πολεοδομικών υπηρεσιών του δυνάμει του, από 28.8.1999, μισθωτηρίου - και για το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.9.2016, χωρίς ο εκμισθωτής να εναντιώνεται, παρά το γεγονός ότι τον Σεπτέμβριο του 2015 είχε λήξει η ρητή παράταση της άνω μίσθωσης (βλ. 59/2015 απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου). Με τα δεδομένα αυτά, νομίμως εντέλλεται η δαπάνη καταβολής μισθωμάτων για το ως άνω χρονικό διάστημα (1.1.2016 – 30.9.2016), καθόσον, σύμφωνα με τις διατάξεις που εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, η μίσθωση εξακολουθούσε να παράγει έννομα αποτελέσματα, λόγω της σιωπηρής παράτασής της.    


ΔΕΚ/C-26/2003

1.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής – Αποφάσεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός του πλαισίου μιας τυπικής διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και πριν από την επίσημη προκήρυξη διαγωνισμού – Εμπίπτουν – Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής – Προϋποθέσεις – Η διαδικασία πρέπει να έχει προχωρήσει τυπικώς σε συγκεκριμένο στάδιο – Δεν επιτρέπεται (Οδηγίες του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1 § 1, και 92/50) 2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών – Οδηγία 92/50 – Πεδίο εφαρμογής – Αναθέτουσα αρχή η οποία κατέχει, μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, συμμετοχή στο κεφάλαιο εταιρίας νομικώς διακεκριμένης από την ίδια – Σύμβαση που συνήψε η αναθέτουσα αρχή με την εν λόγω εταιρία – Εμπίπτει (Οδηγία 92/50 του Συμβουλίου) 1.Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, η οποία επίσης τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση των κρατών μελών να διασφαλίζουν τη δυνατότητα ασκήσεως αποτελεσματικών και ταχέων ενδίκων βοηθημάτων κατά των αποφάσεων που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές καλύπτει και τις αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός του πλαισίου μιας τυπικής διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και πριν από την επίσημη προκήρυξη διαγωνισμού, ιδίως δε την απόφαση που αφορά το αν μια ορισμένη δημόσια σύμβαση εμπίπτει στο προσωπικό ή στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, όπως τροποποιήθηκε. Αυτή η δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής παρέχεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και το οποίο υπέστη ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από μια εικαζόμενη παράβαση, άπαξ εκδηλωθεί η βούληση της αναθέτουσας αρχής η οποία μπορεί να έχει έννομα αποτελέσματα. Επομένως, τα κράτη μέλη δεν δικαιούνται να εξαρτούν τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής από το αν η οικεία διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως έχει προχωρήσει τυπικώς σε συγκεκριμένο στάδιο. (βλ. σκέψη 41, διατακτ. 1) 2.Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να συνάψει σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας αφορώσα την παροχή υπηρεσιών που εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, με μια εταιρία νομικώς διακεκριμένη από την ίδια, στο κεφάλαιο της οποίας η εν λόγω αρχή συμμετέχει μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, πρέπει πάντοτε να εφαρμόζονται οι διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που προβλέπει η οδηγία αυτή, ακόμη και αν η εν λόγω συμμετοχή είναι κατά πλειοψηφία. (βλ. σκέψη 52, διατακτ. 2)


COM/2001/566/ΕΚ

ερμηνευτική ανακοίνωση της επιτροπής σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο περί δημοσίων συμβάσεων και την ένταξη κοινωνικών πτυχών στις συμβάσεις αυτές

ΕΣ/Τμ1(ΚΠΕ)/6/2015

ΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ: Μη νόμιμη. (...) Με βάση τα δεδομένα αυτά το Κλιμάκιο κρίνει ότι η 78/12.6.2014 απόφαση του διοικητικού συμβουλίου δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, καθόσον με αυτή απλώς εκφράζεται η πρόθεση του δημοτικού νομικού προσώπου να συνεχίσει να απασχολεί στην υπηρεσία τον ως άνω υπάλληλο, ο οποίος περαιτέρω θεωρείται ως προς όλες τις συνέπειες ότι συνεχίζει να παρέχει εργασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.  2643/1998, χωρίς να προσδιορίζονται το μεν η φύση της εργασιακής σχέσης αυτού με το ανωτέρω νομικό πρόσωπο το δε η θέση την οποία ο ίδιος θα καταλάβει. Άλλωστε, λόγω της φύσης της ως άνω «απόφασης» ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης δεν προέβη στον προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 225 του ν. 3852/2010 έλεγχο νομιμότητας


ΔΕΚ/C-213/2007

Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 – Πεδίο εφαρμογής (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου) 2. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Μη κρίσιμα ή υποθετικής φύσεως ερωτήματα υποβαλλόμενα υπό συνθήκες αποκλείουσες χρήσιμη απάντηση – Ερωτήματα άσχετα με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης (Άρθρο 234 ΕΚ) 3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου, άρθρο 24, εδ.. 1) 4. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Εξέταση της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο (Άρθρο 234 ΕΚ) 5. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου) 1. Η οδηγία 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, δεν εξαρτά την υπαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης των συμβάσεων δημοσίων έργων στις διατάξεις της από καμία προϋπόθεση σχετική με την ιθαγένεια ή τον τόπο εγκατάστασης των υποβαλλόντων προσφορά. Πράγματι, κανένα στοιχείο της εν λόγω οδηγίας δεν επιτρέπει να θεωρηθεί ότι η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεών της, ειδικότερα δε των κοινών κανόνων συμμετοχής που προβλέπει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 24 της οδηγίας, εξαρτάται από το κατά πόσον υφίσταται ουσιαστική σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία μεταξύ κρατών μελών. (βλ. σκέψη 29) 2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, εναπόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της εκδοθησόμενης δικαστικής απόφασης να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της υπόθεσης, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής απόφασης για την έκδοση της δικής του απόφασης όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβαλλόμενα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το Δικαστήριο υποχρεούται, κατ’ αρχήν, να απαντήσει Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα εθνικού δικαστηρίου παρά μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ζητούμενη ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσης ή ακόμα όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν. (βλ. σκέψεις 32-34) 3. Το άρθρο 24, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι απαριθμεί κατά τρόπο εξαντλητικό τους στηριζόμενους σε αντικειμενικές σκέψεις απτόμενες της επαγγελματικής ιδιότητας λόγους που μπορούν να δικαιολογήσουν τον αποκλεισμό εργολήπτη από τη συμμετοχή σε διαγωνισμό για την ανάθεση σύμβασης δημοσίων έργων. Ωστόσο, η οδηγία αυτή δεν κωλύει ένα κράτος μέλος να προβλέψει άλλα μέτρα αποκλεισμού αποσκοπούντα στη διασφάλιση της τήρησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας, υπό τον όρον ότι τα μέτρα αυτά δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του στόχου αυτού μέτρου. (βλ. σκέψη 49, διατακτ. 1) 4. Το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφαίνεται, στο πλαίσιο της προδικαστικής διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, επί της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο ούτε να ερμηνεύει το εθνικό δίκαιο. Αντιθέτως, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο όλα τα σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο ερμηνευτικά στοιχεία που θα επιτρέψουν στο εν λόγω δικαστήριο να εκτιμήσει τη συμβατότητα αυτή προκειμένου να εκδώσει απόφαση στην υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί. (βλ. σκέψη 51) 5. Το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνικές διατάξεις οι οποίες, καίτοι επιδιώκουν τους θεμιτούς σκοπούς της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων, καθιερώνουν αμάχητο τεκμήριο ασυμβιβάστου μεταξύ, αφενός, της ιδιότητας του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που ασκεί δραστηριότητα στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και, αφετέρου, της ιδιότητας του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Με τον κοινοτικό συντονισμό των διαδικασιών σύναψης των δημοσίων συμβάσεων επιδιώκεται, μεταξύ άλλων, τόσο η αποσόβηση του κινδύνου να προτιμηθούν οι ημεδαποί υποβάλλοντες προσφορά κατά τη σύναψη μιας σύμβασης όσο και ο αποκλεισμός του ενδεχομένου μια δημόσια αναθέτουσα αρχή να καθορίσει τη στάση της βάσει εκτιμήσεων ξένων προς τη συγκεκριμένη σύμβαση. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αναγνωριστεί στ