Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΕΚ/C-26/2003

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 60/2007

1.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής – Αποφάσεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός του πλαισίου μιας τυπικής διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και πριν από την επίσημη προκήρυξη διαγωνισμού – Εμπίπτουν – Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής – Προϋποθέσεις – Η διαδικασία πρέπει να έχει προχωρήσει τυπικώς σε συγκεκριμένο στάδιο – Δεν επιτρέπεται (Οδηγίες του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1 § 1, και 92/50) 2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών – Οδηγία 92/50 – Πεδίο εφαρμογής – Αναθέτουσα αρχή η οποία κατέχει, μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, συμμετοχή στο κεφάλαιο εταιρίας νομικώς διακεκριμένης από την ίδια – Σύμβαση που συνήψε η αναθέτουσα αρχή με την εν λόγω εταιρία – Εμπίπτει (Οδηγία 92/50 του Συμβουλίου) 1.Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, η οποία επίσης τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση των κρατών μελών να διασφαλίζουν τη δυνατότητα ασκήσεως αποτελεσματικών και ταχέων ενδίκων βοηθημάτων κατά των αποφάσεων που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές καλύπτει και τις αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός του πλαισίου μιας τυπικής διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και πριν από την επίσημη προκήρυξη διαγωνισμού, ιδίως δε την απόφαση που αφορά το αν μια ορισμένη δημόσια σύμβαση εμπίπτει στο προσωπικό ή στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, όπως τροποποιήθηκε. Αυτή η δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής παρέχεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και το οποίο υπέστη ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από μια εικαζόμενη παράβαση, άπαξ εκδηλωθεί η βούληση της αναθέτουσας αρχής η οποία μπορεί να έχει έννομα αποτελέσματα. Επομένως, τα κράτη μέλη δεν δικαιούνται να εξαρτούν τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής από το αν η οικεία διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως έχει προχωρήσει τυπικώς σε συγκεκριμένο στάδιο. (βλ. σκέψη 41, διατακτ. 1) 2.Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να συνάψει σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας αφορώσα την παροχή υπηρεσιών που εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, με μια εταιρία νομικώς διακεκριμένη από την ίδια, στο κεφάλαιο της οποίας η εν λόγω αρχή συμμετέχει μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, πρέπει πάντοτε να εφαρμόζονται οι διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που προβλέπει η οδηγία αυτή, ακόμη και αν η εν λόγω συμμετοχή είναι κατά πλειοψηφία. (βλ. σκέψη 52, διατακτ. 2)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-129/2004

Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες προσφυγής σε θέματα συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων — Οδηγία 89/665 — Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν διαδικασία ασκήσεως προσφυγής — Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής — Εθνική νομοθεσία απαγορεύουσα στα μέλη υποβαλούσας προσφορά κοινοπραξίας χωρίς νομική προσωπικότητα να ασκήσoυν ατομικώς προσφυγή — Επιτρέπεται (Οδηγία του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1) Το άρθρο 1 της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν αποκλείει εθνική νομοθεσία κατά την οποία μόνον το σύνολο των μελών κοινοπραξίας χωρίς νομική προσωπικότητα, η οποία μετέσχε ως τέτοια σε διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως και δεν της ανατέθηκε το αντικείμενο της εν λόγω συμβάσεως, μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά της αποφάσεως περί συνάψεως της συμβάσεως και όχι μόνον ένα από τα μέλη της ατομικώς. Το ίδιο ισχύει αν όλα τα μέλη τέτοιας κοινοπραξίας ασκήσουν μεν από κοινού προσφυγή αλλά η προσφυγή ενός από τα μέλη της είναι απαράδεκτη. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, πράγματι, η εθνική νομοθεσία απαιτεί απλώς από τους προσφεύγοντες να πληρούν τις σχετικές με την ενεργητική νομιμοποίηση προϋποθέσεις αναλόγως της νομικής μορφής που έχουν επιλέξει τα ίδια τα μέλη. Τέτοιου είδους προϋποθέσεις είναι γενικής ισχύος και δεν περιορίζουν κατά τρόπο αντίθετο προς την οδηγία 89/665 την αποτελεσματικότητα των προσφυγών και τη δυνατότητα των υποβαλόντων προσφορά να ασκήσουν προσφυγές. (βλ. σκέψεις 28-29 και διατακτ.)


ΔΕΚ/C-249/2001

Προσέγγιση των νομοθεσιών - Διαδικασίες εκδικάσεως προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων - Οδηγία 89/665 - Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν διαδικασία ασκήσεως προσφυγής - Δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής παρεχόμενη μόνο στα πρόσωπα που έχουν υποστεί ή ενδέχεται να υποστούν ζημία από τη φερόμενη παράβαση - Επιτρέπεται


C-258/1997

Περίληψη 1 Οι προϋποθέσεις του άρθρου 2, παράγραφος 8, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, δεν έχουν εφαρμογή σε αρχές των οποίων η συγκρότηση και η λειτουργία διέπονται από κανόνες όπως εκείνοι που καθορίζουν τα χαρακτηριστικά του Unabhδngiger Verwaltungssenat fόr Kδrnten (ανεξάρτητο διοικητικό όργανο στο οποίο έχει ανατεθεί ο έλεγχος νομιμότητας των πράξεων των διοικητικών αρχών του ομοσπόνδου κράτους της Καρινθίας), το οποίο, δεδομένου ότι διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για να θεωρηθεί δικαστήριο υπό την έννοια του άρθρου 177 της Συνθήκης, αποτελεί αρμόδια για την εκδίκαση των προσφυγών δικαστική αρχή. 2 Ούτε το άρθρο 2, παράγραφος 8, ούτε οι άλλες διατάξεις της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι, ελλείψει μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, εντός της ταχθείσας προς τούτο προθεσμίας, οι αρχές των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την εκδίκαση των προσφυγών στον τομέα των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων και έχουν εγκαθιδρυθεί δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 8, της οδηγίας 89/665, είναι επίσης αρμόδιες να εκδικάζουν προσφυγές αφορώσες διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών. Ωστόσο, οι απαιτήσεις ερμηνείας του εθνικού δικαίου σύμφωνα προς την οδηγία 92/50 και αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών επιβάλλουν στο εθνικό δικαστήριο την υποχρέωση να ελέγχει αν οι κρίσιμες διατάξεις του εθνικού δικαίου επιτρέπουν να αναγνωριστεί στους πολίτες δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών. Υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κυρίας δίκης, το εθνικό δικαστήριο οφείλει, ειδικότερα, να ελέγχει αν το εν λόγω δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής μπορεί να ασκηθεί ενώπιον ακριβώς των αρχών εκείνων που προβλέπονται στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων. 3 Παροχές υπηρεσιών που αφορούν διάφορες υπηρεσίες μηχανικού, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται εργασίες σχεδιασμού, παροχής συμβουλών και μελέτης για διάφορες ιατρικές εγκαταστάσεις και οι οποίες αφορούν εργασίες σχετικές με την κατάρτιση και την εκτέλεση σχεδίων για την ανέγερση παιδιατρικής κλινικής σε νοσοκομείο και των αντίστοιχων ιατρικών εγκαταστάσεων εμπίπτουν στο παράρτημα Ι Α, κατηγορία 12, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών. 4 Οι ιδιώτες μπορούν να επικαλούνται απευθείας τις διατάξεις των τίτλων Ι και ΙΙ της οδηγίας 92/50 ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Όσον αφορά τις διατάξεις των τίτλων ΙΙΙ έως VI, ένας ιδιώτης μπορεί επίσης να τις επικαλείται ενώπιον εθνικού δικαστηρίου, στο μέτρο που από την ατομική εξέταση του γράμματός τους απορρέει ότι είναι απαλλαγμένες αιρέσεων και επαρκώς σαφείς και ακριβείς. Πράγματι, οι λεπτομερείς διατάξεις των τίτλων ΙΙΙ έως VI της οδηγίας, οι οποίες αφορούν την επιλογή των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων και τους εφαρμοστέους στους διαγωνισμούς κανόνες, τους κοινούς κανόνες στον τεχνικό τομέα και τον τομέα της δημοσιότητας, καθώς και εκείνους σχετικά με τα κριτήρια συμμετοχής, επιλογής και αναθέσεως, είναι, με την επιφύλαξη εξαιρέσεων και μικρών παραλλαγών που απορρέουν από το γράμμα τους, απαλλαγμένες αιρέσεων και επαρκώς σαφείς και ακριβείς, ώστε οι παρέχοντες τις υπηρεσίες να μπορούν να τις επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.


ΔΕΚ/C-450/2006

Περίληψη της αποφάσεως.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως – Συγκερασμός με την αρχή της προστασίας των επιχειρηματικών απορρήτων – Αρμόδια για τις διαδικασίες προσφυγής αρχή (Οδηγίες του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1 § 1, και 93/36, άρθρο 15 § 2) Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665 για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50 για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, σε συνδυασμό με το άρθρο 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/36 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι η αρμόδια για τις προσφυγές του εν λόγω άρθρου αρχή οφείλει να εγγυάται τον εμπιστευτικό χαρακτήρα και το δικαίωμα για σεβασμό των επιχειρηματικών απορρήτων όσον αφορά τα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους τους οποίους της διαβιβάζουν οι διάδικοι και, ιδίως, η αναθέτουσα αρχή, χωρίς η ίδια να εμποδίζεται να λαμβάνει γνώση αυτών των πληροφοριών και να τις συνεκτιμά. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο προσφυγής που ασκείται κατά αποφάσεως ληφθείσας από αναθέτουσα αρχή σχετικά με διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως δεν σημαίνει ότι οι διάδικοι έχουν απόλυτο και απεριόριστο δικαίωμα πρόσβασης στο σύνολο των σχετικών με την εν λόγω διαδικασία συνάψεως στοιχείων που κατατέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας για την προσφυγή αρχής. Αντιθέτως, το εν λόγω δικαίωμα πρόσβασης πρέπει να σταθμίζεται με το δικαίωμα άλλων επιχειρηματιών για προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και των επιχειρηματικών απορρήτων τους. Εναπόκειται στην εν λόγω αρχή να αποφασίσει κατά πόσον και με ποιο τρόπο πρέπει να διασφαλιστεί ο εμπιστευτικός χαρακτήρας και το απόρρητο των στοιχείων αυτών, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας των διαδίκων και, σε περίπτωση ένδικης προσφυγής ή προσφυγής ενώπιον αρχής η οποία θεωρείται δικαιοδοτικό όργανο κατά την έννοια του άρθρου 234 ΕΚ, έτσι ώστε η όλη διαδικασία να μη θίγει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη. (βλ. σκέψεις 51, 55 και διατακτ.)


ΔΕΚ/C-57/2001

Περίληψη 1. Η οδηγία 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, δεν αντιτίθεται σε εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία απαγορεύει τη μεταβολή της συνθέσεως μιας κοινοπραξίας που μετέχει σε διαγωνισμό για τη σύναψη συμβάσεως δημοσίων έργων ή παραχωρήσεως δημοσίων έργων μετά την υποβολή της προσφοράς. Συγκεκριμένα, η ρύθμιση της συνθέσεως αυτού του είδους των κοινοπραξιών εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, καθότι το άρθρο 21 της εν λόγω οδηγίας, μοναδική διάταξη που αφορά τις κοινοπραξίες των εργοληπτών, περιορίζεται, αφενός, να αναφέρει ότι οι κοινοπραξίες επιτρέπεται να υποβάλλουν προσφορές και, αφετέρου, να απαγορεύσει την υποχρέωση να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή προτού ανατεθεί η σύμβαση στην επιλεγείσα κοινοπραξία, και δεν περιέχει καμία διάταξη σχετική με τη σύνθεση αυτή. ( βλ. σκέψεις 60-61, 63, διατακτ. 1 ) 2. Η οδηγία 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, επιβάλλει στα κράτη μέλη, με το άρθρο της 1, παράγραφος 1, την υποχρέωση να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται, όσον αφορά τις διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των σχετικών κοινοτικών οδηγιών, ότι οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές υπόκεινται στην άσκηση αποτελεσματικών και όσο το δυνατόν ταχύτερων προσφυγών, για τον λόγο ότι οι αποφάσεις αυτές παραβιάζουν είτε το κοινοτικό δίκαιο περί δημοσίων συμβάσεων είτε τους εθνικούς κανόνες που μεταφέρουν το δίκαιο αυτό στην εσωτερική έννομη τάξη. Επιπλέον, όπως προκύπτει από την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες προσφυγής μπορούν να κινηθούν τουλάχιστον από οποιοδήποτε πρόσωπο έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση κρατικών προμηθειών ή δημοσίων έργων και υπέστη ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από μια εικαζόμενη παράβαση. Συναφώς, μια κοινοπραξία εργοληπτών πρέπει να μπορεί να ασκήσει τα ένδικα βοηθήματα που προβλέπει η οδηγία 89/665, στο μέτρο που μια απόφαση της αναθέτουσας αρχής προσβάλλει τα δικαιώματα που η κοινοπραξία αυτή αντλεί από το κοινοτικό δίκαιο στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. ( βλ. σκέψεις 64-65, 73, διατακτ. 2 )


ΔΕΚ/C-570/2008

Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίζουν διαδικασία προσφυγής – Δικαίωμα κινήσεως της διαδικασίας προσφυγής (Οδηγία 89/665 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 8) Το άρθρο 2, παράγραφος 8, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 92/50, πρέπει να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να παρέχουν και στις αναθέτουσες αρχές δυνατότητα ασκήσεως ένδικης προσφυγής κατά αποφάσεων των κατά βάση αρμοδίων, μη δικαστικών αρχών που είναι υπεύθυνες για τις διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Η διάταξη αυτή δεν απαγορεύει, πάντως, στα κράτη μέλη να παρέχουν τέτοια δυνατότητα, στο πλαίσιο της εθνικής έννομης τάξης, και στις αναθέτουσες αρχές. Καταρχάς, με την τέταρτη και την έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/665, αναγνωρίζεται ρητώς η νομιμοποίηση των «κοινοτικών επιχειρήσεων» να ασκούν προσφυγές στο πλαίσιο διαδικασιών συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Δεύτερον, το άρθρο 1, παράγραφος 3, της οδηγίας 89/665, κατά το οποίο η διαδικασία προσφυγής μπορεί να κινηθεί «τουλάχιστον από οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση», καθορίζει σε ποια πρόσωπα πρέπει υποχρεωτικά να παρέχεται, σύμφωνα με την οδηγία αυτή, δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής. Τρίτον, όπως προκύπτει από την έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/665, ο νομοθέτης της Ένωσης είχε υπόψη του το ενδεχόμενο η επανόρθωση ορισμένων παρατυπιών να μην είναι δυνατή σε περίπτωση που οι επιχειρήσεις δεν ασκήσουν προσφυγή κατά παράνομων ή εσφαλμένων αποφάσεων, δεδομένου ότι τέτοιες αποφάσεις ενδέχεται να εκδοθούν και από υπεύθυνη για τις διαδικασίες προσφυγής αρχή, η οποία δεν είναι δικαστική. Πάντως, προς αντιμετώπιση του ενδεχομένου αυτού, το άρθρο 3 της οδηγίας 89/665 παρέχει στην Επιτροπή εξουσία παρεμβάσεως, σύμφωνα με τη διαδικασία της διατάξεως αυτής. Εξάλλου, λαμβανομένης υπόψη της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα κράτη μέλη δύνανται να συμπεριλάβουν τις αναθέτουσες αρχές στον κύκλο των προσώπων που έχουν δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής, στις περιπτώσεις που οι αποφάσεις των αναθετουσών αρχών ακυρώνονται από κατά βάση αρμόδιες αρχές, οι οποίες δεν είναι δικαστικές. (βλ. σκέψεις 24-26, 36, 38 και διατακτ.)


ΔΕΚ/C-81/1998

1) Οι διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφοι 1, στοιχεία αα και ββ, σε συνδυασμό με την παράγραφο 6, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, έχουν την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται, όσον αφορά την απόφαση της αναθέτουσας αρχής που προηγείται της συνάψεως της συμβάσεως, με την οποία η αρχή αυτή επιλέγει τον προσφέροντα που συμμετέσχε στη διαδικασία συνάψεως της συμβάσεως με τον οποίο θα συνάψει τη σύμβαση, να προβλέψουν σε όλες τις περιπτώσεις διαδικασία προσφυγής παρέχουσα στον προσφεύγοντα τη δυνατότητα να προκαλέσει την ακύρωση της αποφάσεως, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις, ανεξαρτήτως της δυνατότητας να λάβει αποζημίωση μετά τη σύναψη της συμβάσεως. 2) Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχεία αα και ββ, της οδηγίας 89/665 δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, παρά την έλλειψη αποφάσεως περί αναθέσεως η οποία θα μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή ακυρώσεως, οι υπεύθυνες για τις διαδικασίες προσφυγής αρχές των κρατών μελών στον τομέα των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων του Δημοσίου μπορούν να επιληφθούν προσφυγών υπό τις προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη αυτή.


ΔΕΚ/C-357/2006

Το άρθρο 26, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 92/50 για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2001/78, δεν επιτρέπει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων οι οποίες εμποδίζουν υποψηφίους ή υποβαλόντες προσφορά που βάσει της νομοθεσίας του σχετικού κράτους μέλους έχουν δικαίωμα παροχής της σχετικής υπηρεσίας, περιλαμβανομένων όσων αποτελούν κοινοπραξίες παρεχόντων υπηρεσίες, να υποβάλουν προσφορές σε διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως υπηρεσιών της οποίας η αξία υπερβαίνει το κατώτατο όριο εφαρμογής της οδηγίας 92/50, απλώς και μόνο για τον λόγο ότι οι εν λόγω υποψήφιοι ή υποβαλόντες προσφορά δεν έχουν τη νομική μορφή που αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη κατηγορία νομικών προσώπων, δηλαδή δεν είναι κεφαλαιουχική εταιρία.


ΔΕΚ/C-236/1995

Περίληψη 1. Όσον αφορά τη μεταφορά των οδηγιών στο εσωτερικό δίκαιο, είναι ιδιαίτερα σημαντικό, για την τήρηση της επιταγής της ασφάλειας δικαίου, να είναι η νομική κατάσταση των ιδιωτών σαφής και συγκεκριμένη και να τους επιτρέπει να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και, ενδεχομένως, να τα επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Αυτό δεν συμβαίνει όταν, σε κράτος μέλος, η νομολογία ερμηνεύει την εθνική νομοθεσία κατά τρόπο σύμφωνο προς την οδηγία 89/665, περί των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων, και θεωρεί ότι η νομοθεσία αυτή συνιστά επαρκές προσωρινό σύστημα δικαστικής προστασίας κατά την έννοια της οδηγίας, ενώ μια τέτοια νομοθεσία δεν μεταφέρει ορθώς στην εσωτερική έννομη τάξη τις ρυθμίσεις που προβλέπει το άρθρο 2 της οδηγίας όσον αφορά την εξουσία των οργάνων που επιλαμβάνονται των προσφυγών στα διάφορα κράτη μέλη να λαμβάνουν, ανεξάρτητα από προηγούμενη κίνηση κύριας δίκης, κάθε προσωρινό μέτρο σχετικό με τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων. 2. Στο μέτρο που μπορούν να ανατεθούν σε ιδιώτες εξουσίες αναθέτουσας αρχής στο πλαίσιο των διαδικασιών συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που αφορά η οδηγία 89/665, περί των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων, η υποχρέωση ειλικρινούς συνεργασίας και συνδρομής, την οποία υπέχουν, δυνάμει του άρθρου 5 της Συνθήκης, τα κράτη μέλη προκειμένου να διευκολύνουν την Επιτροπή στην εκτέλεση της αποστολής της, δεν αρκεί για να εξασφαλίσει την εφαρμογή του άρθρου 3 της οδηγίας, το οποίο οργανώνει τη διαδικασία με την οποία η Επιτροπή παρεμβαίνει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους και στην αναθέτουσα αρχή σε περίπτωση σαφούς και κατάφωρης παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως


ΔΕΚ/C-470/1999

Eννοια της αναθέτουσας αρχής - Οργανισμός δημοσίου δικαίου - Κλειστή διαδικασία - Κανόνες σταθμίσεως των κριτηρίων επιλογής των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί να υποβάλουν προσφορές - Δημοσιότητα - Οδηγία 89/665/ΕΟΚ - Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων - Προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής.