ΔΕΚ/C-91/2008
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
1) Όταν τροποποιήσεις διατάξεων συμβάσεως για την παραχώρηση υπηρεσιών φέρουν ουσιωδώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα που δικαιολόγησαν την αρχική ανάθεση της συμβάσεως παραχωρήσεως και υποδηλώνουν, κατά συνέπεια, τη βούληση των συμβαλλομένων να αναδιαπραγματευθούν τους ουσιώδεις όρους της συμβάσεως αυτής, θα πρέπει να λαμβάνεται, σύμφωνα με την εσωτερική έννομη τάξη του οικείου κράτους μέλους, κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να αποκατασταθεί η διαφάνεια στη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας διαδικασίας αναθέσεως. Η νέα διαδικασία αναθέσεως θα πρέπει, ενδεχομένως, να οργανωθεί κατά τρόπο προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες της κρίσιμης παραχωρήσεως υπηρεσιών και να επιτρέπει σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη συγκεκριμένη παραχώρηση, πριν αυτή ανατεθεί. 2) Όταν παραχωρησιούχος επιχείρηση συνάπτει σύμβαση σχετικά με υπηρεσίες εμπίπτουσες στο πεδίο παραχωρήσεως που της ανατέθηκε από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, δεν εφαρμόζονται η απορρέουσα από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ υποχρέωση διαφάνειας καθώς και οι αρχές ίσης μεταχειρίσεως και απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, εφόσον η επιχείρηση αυτή: – ιδρύθηκε από τον οργανισμό αυτό τοπικής αυτοδιοίκησης με σκοπό τη διάθεση αποβλήτων και τον καθαρισμό των οδών, δραστηριοποιείται όμως επίσης στην ελεύθερη αγορά, – ανήκει κατά ποσοστό 51 % στον εν λόγω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, οι σχετικές όμως με τη διαχείριση αποφάσεις μπορούν να λαμβάνονται μόνον με πλειοψηφία τριών τετάρτων της γενικής συνελεύσεως της επιχειρήσεως αυτής, – έχει μόνον το ένα τέταρτο των μελών του εποπτικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου αυτού, που διορίζονται από τον ίδιο ως άνω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, και – πραγματοποιεί πλέον του ημίσεος του κύκλου εργασιών της από αμφοτεροβαρείς συμβάσεις με αντικείμενο τη διάθεση αποβλήτων και τον καθαρισμό των οδών εντός των διοικητικών ορίων του εν λόγω οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως, οι δε εργασίες χρηματοδοτούνται από τον οργανισμό αυτό με πόρους προερχόμενους από τα δημοτικά τέλη που καταβάλλουν οι πολίτες του. 3) Οι κατοχυρωμένες στα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, καθώς και η εξ αυτών απορρέουσα υποχρέωση διαφάνειας δεν επιβάλλουν στις δημόσιες αρχές να καταγγέλλουν σύμβαση, ούτε στα εθνικά δικαστήρια να λαμβάνουν μέτρα σε κάθε περίπτωση προβαλλόμενης αθετήσεως της υποχρεώσεως αυτής κατά τη διαδικασία παραχωρήσεως υπηρεσιών. Εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη να ρυθμίσει τα μέσα έννομης προστασίας προς προάσπιση των δικαιωμάτων που συνεπάγεται για τους πολίτες η εν λόγω υποχρέωση, κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα μέσα αυτά να μην είναι λιγότερο ευνοϊκά από παρόμοιες διαδικασίες εσωτερικής έννομης τάξεως, ούτε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών. Η υποχρέωση διαφάνειας απορρέει άμεσα από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, τα οποία παράγουν άμεσα αποτελέσματα στις εσωτερικές έννομες τάξεις των κρατών μελών και υπερέχουν κάθε αντίθετης διατάξεως του εθνικού δικαίου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C-458/2003
Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών — Οδηγία 92/50 — Πεδίο εφαρμογής — Παραχώρηση δημόσιων υπηρεσιών διαχειρίσεως δημόσιου χώρου σταθμεύσεως επί πληρωμή — Δεν εμπίπτει (Οδηγία 92/50 του Συμβουλίου) 2. Κοινοτικό δίκαιο — Αρχές — Ίση μεταχείριση — Δυσμενής διάκριση λόγω ιθαγένειας — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Διατάξεις της Συνθήκης — Πεδίο εφαρμογής — Συμφωνίες παραχωρήσεως δημόσιων υπηρεσιών — Εμπίπτουν — Όρια — Εξέταση κατά περίπτωση (Άρθρα 12 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ) 1. Η ανάθεση από δημόσια αρχή της διαχειρίσεως δημόσιου χώρου σταθμεύσεως επί πληρωμή σε παρέχοντα υπηρεσίες, ο οποίος αμείβεται από τα τέλη που καταβάλλουν τρίτοι για τη χρήση του χώρου σταθμεύσεως, συνιστά παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας, επί της οποίας δεν εφαρμόζεται η οδηγία 92/50/ΕΟΚ για το συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών. (βλ. σκέψη 43, διατακτ. 1) 2. Οι δημόσιες αρχές που συνάπτουν συμφωνίες παραχωρήσεως δημόσιων υπηρεσιών υποχρεούνται να τηρούν τους θεμελιώδεις κανόνες της Συνθήκης ΕΚ εν γένει, ιδίως δε τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, και την αρχή του άρθρου 12 ΕΚ περί απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων λόγω ιθαγένειας ειδικότερα, που αποτελούν ειδικότερες εκφάνσεις της γενικής αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων λόγω ιθαγένειας συνεπάγονται, μεταξύ άλλων, υποχρέωση διαφάνειας η οποία συνίσταται στη διασφάλιση, υπέρ όλων των πιθανών αναδόχων, προσήκοντος βαθμού δημοσιότητας που να καθιστά δυνατό το άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών στον ανταγωνισμό, καθώς και τον έλεγχο του αμερόληπτου χαρακτήρα των διαδικασιών διαγωνισμού. Εντούτοις, η εφαρμογή των κανόνων των άρθρων 12 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, καθώς και των γενικών αρχών των οποίων αποτελούν την ειδικότερη έκφραση, αποκλείεται αν ο οργανισμός τοπικής αυτοδιοικήσεως ασκεί επί του αναδόχου έλεγχο ανάλογο προς εκείνον που ασκεί επί των δικών του υπηρεσιών και αν, συγχρόνως, ο ανάδοχος πραγματοποιεί το κύριο μέρος της δραστηριότητάς του με τον ή τους οργανισμούς που τον ελέγχουν. Συναφώς, οι προαναφερθείσες διατάξεις και αρχές απαγορεύουν την παραχώρηση εκ μέρους δημόσιας αρχής, χωρίς προηγούμενο διαγωνισμό, δημόσιας υπηρεσίας σε ανώνυμη εταιρία η οποία προέκυψε από τη μετατροπή ειδικής επιχειρήσεως ανήκουσας στη δημόσια αυτή αρχή, της οποίας ο εταιρικός σκοπός επεκτάθηκε σε νέους και σημαντικούς τομείς, της οποίας το κεφάλαιο πρέπει υποχρεωτικώς, εντός σύντομου χρονικού διαστήματος από τη μετατροπή, να περιλάβει ξένες επενδύσεις, της οποίας το κατά τόπον πεδίο δραστηριοτήτων επεκτάθηκε σε όλη την ιταλική επικράτεια και στο εξωτερικό, και της οποίας το διοικητικό συμβούλιο διαθέτει ευρύτατες διαχειριστικές εξουσίες που μπορεί να ασκεί αυτόνομα. (βλ. σκέψεις 46-49, 62, 72, διατακτ. 2)
c-423/2007
Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων έργων – Οδηγία 93/37 – Σύμβαση παραχωρήσεως δημοσίων έργων – Κανόνες δημοσιότητας (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου, άρθρα 3 §§ 1 και 4, και 11 §§ 3 και 6) Κράτος μέλος το οποίο, αφού κίνησε διαδικασία ενόψει της συνάψεως συμβάσεως παραχωρήσεως δημοσίων έργων, σχετικά με την κατασκευή, τη συντήρηση και την εκμετάλλευση ορισμένων τμημάτων αυτοκινητοδρόμων, αναθέτει πρόσθετα έργα, ιδίως δε την κατασκευή πρόσθετων λωρίδων κυκλοφορίας και νέας σήραγγας σε ορισμένα τμήματα αυτοκινητοδρόμων, χωρίς να έχει γίνει μνεία των έργων αυτών στο αντικείμενο της συμβάσεως παραχωρήσεως δημοσίων έργων, όπως αυτό προσδιορίσθηκε στην προκήρυξη που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στη συγγραφή υποχρεώσεων, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, παράγραφος 1, καθώς και 11, παράγραφοι 3 και 6, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, σε συνδυασμό με το παράρτημα V αυτής. Πράγματι, το αντικείμενο μιας συμβάσεως παραχωρήσεως πρέπει να προσδιορίζεται στην προκήρυξη και στη συγγραφή υποχρεώσεων, οι οποίες πρέπει να περιέχουν το κύριο αντικείμενο και τα επιμέρους αντικείμενα της συμβάσεως, την περιγραφή και τον τόπο εκτελέσεως των έργων στα οποία αναφέρεται η σύμβαση παραχωρήσεως, καθώς και την ποσότητα και τη συνολική έκταση των εν λόγω έργων. Έστω και αν η παραχωρούσα αρχή, αφού λάβει υπόψη τα τυχόν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των έργων που αποτελούν αντικείμενο συμβάσεως παραχωρήσεως, έχει την ευχέρεια να παράσχει ένα ορισμένο περιθώριο για την ανάπτυξη πρωτοβουλίας εκ μέρους των διαγωνιζομένων όσον αφορά τη διατύπωση των προσφορών τους, μια παραπομπή που γίνεται, μέσω της συγγραφής υποχρεώσεων, στην εθνική νομοθεσία σχετικά με τη δυνατότητα των διαγωνιζομένων να υποβάλουν εναλλακτικές προσφορές δεν είναι σύννομη εφόσον δεν έχουν αποσαφηνισθεί, στη συγγραφή υποχρεώσεων, οι ελάχιστες προϋποθέσεις που οφείλουν να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές τέτοιου είδους. Επιπλέον, δεν θα ήταν σύμφωνο προς την οδηγία 93/37 το να συναφθεί, εκτός του πλαισίου οποιασδήποτε διαφάνειας, σύμβαση παραχωρήσεως δημοσίων έργων περιλαμβάνουσα έργα τα οποία αποκαλούνται «πρόσθετα» και τα οποία αποτελούν, καθεαυτά, «δημόσιες συμβάσεις έργων» κατά την έννοια της οδηγίας αυτής και των οποίων η αξία υπερβαίνει το προβλεπόμενο στην οδηγία αυτή όριο. Σε αντίθετη περίπτωση, τούτο θα σήμαινε ότι τα εν λόγω έργα που αποκαλούνται «πρόσθετα» θα εξέφευγαν της υποχρεώσεως δημοσιότητας και, κατά συνέπεια, οποιασδήποτε διεργασίας συνάδουσας προς τη λειτουργία του ανταγωνισμού. Εξάλλου, το γεγονός ότι ένας ανάδοχος συμβάσεως παραχωρήσεως δεν εκτελεί ο ίδιος τα πρόσθετα έργα, αλλά τα αναθέτει σε τρίτες επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις αναγόμενες στη δημοσιότητα απαιτήσεις τις οποίες θέτει το άρθρο 3, παράγραφος 4, της οδηγίας 93/37, δεν απαλλάσσει την παραχωρούσα αρχή από τις υποχρεώσεις της, δεδομένου ότι το άρθρο 3 της οδηγίας αυτής επιβάλλει σαφώς, τόσο στην παραχωρούσα αρχή όσο και στον ανάδοχο συμβάσεως παραχωρήσεως, υποχρεώσεις δημοσιότητας οι οποίες ισχύουν σωρευτικώς και όχι διαζευκτικώς. (βλ. σκέψεις 55, 64-66, 70-71, 76, 81 και διατακτ.)
ΔΕΚ/C-410/2004
Περίληψη της αποφάσεως Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (Άρθρα 43 EΚ, 49 EΚ και 86 EΚ) Τα άρθρα 43 EΚ, 49 EΚ και 86 EΚ, καθώς και οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως, της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας και της διαφάνειας δεν απαγορεύουν εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπουσα σε δημόσιο οργανισμό την απευθείας ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας σε εταιρία της οποίας το κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου στον ίδιο, υπό τον όρον, αφενός, ότι ο δημόσιος οργανισμός ασκεί επί της εταιρίας αυτής έλεγχο ανάλογο προς αυτόν που ασκεί επί των δικών του υπηρεσιών και, αφετέρου, ότι η εταιρία αυτή ασκεί το κύριο μέρος της δραστηριότητάς της με τον δημόσιο οργανισμό που την ελέγχει.
ΔΕΚ/C-507/2003
«Δημόσιες συμβάσεις – Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ – Οδηγία 92/50/ΕΟΚ – Σύναψη δημοσίας συμβάσεως με την ιρλανδική ταχυδρομική υπηρεσία An Post χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως – Διαφάνεια – Βέβαιο διασυνοριακό ενδιαφέρον»
ΔΕΚ/C-29/2004
Ένα κράτος μέλος που επιτρέπει την ανάθεση, από οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως, δημόσιας συμβάσεως υπηρεσιών με αντικείμενο τη διάθεση των απορριμμάτων σε εταιρία με αυτοτελή νομική προσωπικότητα η οποία σε ποσοστό 49 % ανήκει σε ιδιωτική επιχείρηση, χωρίς να τηρηθούν οι κανόνες διαδικασίας και δημοσιότητας που προβλέπονται από τις συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 8, και των άρθρων 11, παράγραφος 1, και 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.
Υπόθεση C-576/2010
Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 11ης Ιουλίου 2013 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου της Ολλανδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Κατά χρόνο πεδίο εφαρμογής — Σύμβαση παραχωρήσεως δημοσίου έργου — Πώληση εκτάσεως γης από δημόσιο οργανισμό — Πρόγραμμα ανεγέρσεως κτιρίων και αναπλάσεως κοινόχρηστων χώρων που έχει καθοριστεί από τον οργανισμό αυτό)
ΥΠΕΣ/2067/2011
ΘΕΜΑ: Δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης από 1-1-2011.Αριθμ. Εγκυκλίου: 6
ΔΕΚ/C-18/2001
Μια ανώνυμη εταιρία, η οποία ιδρύθηκε, ανήκει και διοικείται από έναν οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως ανταποκρίνεται σε ανάγκη γενικού συμφέροντος, υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο β_, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, αν της παρέχονται υπηρεσίες μελέτης και κατασκευής που αποσκοπούν στην προώθηση της αναπτύξεως βιομηχανικών ή εμπορικών δραστηριοτήτων επί του εδάφους του εν λόγω οργανισμού με την κατασκευή εγκαταστάσεων προς εκμίσθωση σε επιχειρήσεις. Αυτές οι δραστηριότητες μπορούν πράγματι να θεωρηθούν ότι ανταποκρίνονται σε ανάγκες γενικού συμφέροντος στο μέτρο που μπορούν να δώσουν ώθηση στο εμπόριο καθώς και στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, δεδομένου ότι η εγκατάσταση επιχειρήσεων στο έδαφος ενός δήμου έχει συχνά ευνοϊκές επιπτώσεις για τον δήμο αυτό όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων, την αύξηση των φορολογικών εσόδων καθώς και τη βελτίωση της προσφοράς και της ζητήσεως αγαθών και υπηρεσιών.
ΔΕΚ/C-386/2011
«Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Έννοια του όρου “δημόσια σύμβαση” – Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο α΄ – Σύμβαση μεταξύ δύο οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης – Ανάθεση από τον ένα οργανισμό στον άλλο του έργου του καθαρισμού ορισμένων από τους χώρους του, για το οποίο καταβάλλεται χρηματική αποζημίωση»(...)Μια σύμβαση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, με την οποία, χωρίς να καθιερώνεται συνεργασία μεταξύ των συμβαλλόμενων δημόσιων φορέων προς τον σκοπό της επιτέλεσης κοινού σε αμφότερους τους συμβαλλόμενους έργου δημόσιας υπηρεσίας, ένας δημόσιος φορέας αναθέτει σε άλλο δημόσιο φορέα το έργο του καθαρισμού ορισμένων κτιρίων που χρησιμοποιούνται ως γραφεία ή για τη στέγαση διοικητικών υπηρεσιών ή σχολείων, διατηρώντας το δικαίωμα ελέγχου της ορθής εκτέλεσης του εν λόγω έργου, για την οποία καταβάλλεται χρηματική αποζημίωση που τεκμαίρεται ότι αντιστοιχεί στα έξοδα εκτέλεσης του έργου αυτού, ενώ ο δεύτερος αυτός φορέας μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί τρίτα πρόσωπα, τα οποία ενδέχεται να μπορούν να δρουν ανταγωνιστικά στην αγορά για την εκτέλεση του έργου αυτού, συνιστά δημόσια σύμβαση υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο δ΄, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/91/2017
Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας-Υπεργολαβια.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής:α) Όπως βασίμως προβάλλεται με τον πρώτο λόγο διαφωνίας, η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών στην ανάδοχο αντί τιμήματος που υπερέβαινε τον οικείο προϋπολογισμό κατά 200.057,05 ευρώ (πλέον του αναλογούντος Φ.Π.Α.), δεν είναι νόμιμη, καθόσον η υπέρβαση αυτή συνιστά ουσιώδη τροποποίηση των όρων διεξαγωγής της οικείας διαδικασίας διαπραγματεύσεως, η οποία αντίκειται στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων και στην εξ αυτής απορρέουσα υποχρέωση διαφάνειας....β) Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο με τον τρίτο λόγο διαφωνίας, μη νομίμως η ανάδοχος προέβη σε υπεργολαβική ανάθεση του συμβατικού αντικειμένου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3 της οικείας συμβάσεως...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η ελεγχόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.