ΔΕΚ/C-538/2007
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
«Οδηγία 92/50/ΕΟΚ – Άρθρο 29, πρώτο εδάφιο – Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών – Εθνική νομοθεσία που απαγορεύει στις επιχειρήσεις μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση ελέγχου ή σημαντικής επιρροής να συμμετέχουν ως ανταγωνιστές στην ίδια διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης» Το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύει στα κράτη μέλη να προβλέπουν, πέρα από τους λόγους αποκλεισμού που απαριθμεί η διάταξη αυτή, και άλλους λόγους αποκλεισμού, με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας, υπό την προϋπόθεση ότι τα σχετικά μέτρα δεν βαίνουν πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Το κοινοτικό δίκαιο απαγορεύει τη θέσπιση ή διατήρηση σε ισχύ διάταξης του εθνικού δικαίου η οποία, μολονότι επιδιώκει την επίτευξη των θεμιτών σκοπών της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας κατά τις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων, απαγορεύει απόλυτα στις επιχειρήσεις μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση ελέγχου ή οι οποίες είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους να συμμετέχουν ταυτόχρονα και ως ανταγωνιστές στην ίδια διαδικασία διαγωνισμού και δεν τους παρέχει τη δυνατότητα να αποδείξουν ότι η σχέση αυτή δεν επηρέασε τη συμπεριφορά τους στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C-226,C-228/2004
«Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 92/50/ΕΟΚ — Άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄ — Υποχρεώσεις των παρεχόντων υπηρεσίες — Καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως, καθώς και φόρων και τελών». Το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση ή διοικητική πρακτική σύμφωνα με την οποία ο παρέχων υπηρεσίες που, κατά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων συμμετοχής στον διαγωνισμό, δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τις οφειλές εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως και φόρων και τελών διά της πλήρους καταβολής των αντιστοίχων ποσών μπορεί να τακτοποιήσει τις εκκρεμότητές του εκ των υστέρων
ΔΕΚ/C-331/2004
«Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 93/38/ΕΟΚ — Κριτήρια αναθέσεως — Πλέον συμφέρουσα από οικονoμική άποψη προσφορά — Τήρηση των προβλεπομένων στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτηρίων αναθέσεως — Καθιέρωση υποκριτηρίων όσον αφορά ένα από τα προβλεπόμενα στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια αναθέσεως — Απόφαση προβλέπουσα στάθμιση — Αρχές περί ίσης μεταχειρίσεως των υποβαλόντων προσφορά και περί διαφανείας»
ΔΕΚ/C-18/2001
Μια ανώνυμη εταιρία, η οποία ιδρύθηκε, ανήκει και διοικείται από έναν οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως ανταποκρίνεται σε ανάγκη γενικού συμφέροντος, υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο β_, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, αν της παρέχονται υπηρεσίες μελέτης και κατασκευής που αποσκοπούν στην προώθηση της αναπτύξεως βιομηχανικών ή εμπορικών δραστηριοτήτων επί του εδάφους του εν λόγω οργανισμού με την κατασκευή εγκαταστάσεων προς εκμίσθωση σε επιχειρήσεις. Αυτές οι δραστηριότητες μπορούν πράγματι να θεωρηθούν ότι ανταποκρίνονται σε ανάγκες γενικού συμφέροντος στο μέτρο που μπορούν να δώσουν ώθηση στο εμπόριο καθώς και στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, δεδομένου ότι η εγκατάσταση επιχειρήσεων στο έδαφος ενός δήμου έχει συχνά ευνοϊκές επιπτώσεις για τον δήμο αυτό όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων, την αύξηση των φορολογικών εσόδων καθώς και τη βελτίωση της προσφοράς και της ζητήσεως αγαθών και υπηρεσιών.
ΔΕΚ/C‑416/2021
«Προδικαστική παραπομπή – Διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 57, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο δʹ – Προαιρετικοί λόγοι αποκλεισμού – Συμφωνίες με άλλους οικονομικούς φορείς με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού – Οδηγία 2014/25/ΕΕ – Άρθρο 36, παράγραφος 1 – Αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχείρισης των προσφερόντων – Άρθρο 80, παράγραφος 1 – Χρήση των λόγων αποκλεισμού και των κριτηρίων επιλογής που προβλέπονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ – Προσφέροντες που αποτελούν ενιαία οικονομική μονάδα και έχουν υποβάλει χωριστές προσφορές που δεν είναι ούτε αυτοτελείς ούτε ανεξάρτητες – Αναγκαιότητα να υφίστανται επαρκώς εύλογες ενδείξεις προς διαπίστωση παράβασης του άρθρου 101 ΣΛΕΕ»
ΔΕΚ/C-458/2003
Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών — Οδηγία 92/50 — Πεδίο εφαρμογής — Παραχώρηση δημόσιων υπηρεσιών διαχειρίσεως δημόσιου χώρου σταθμεύσεως επί πληρωμή — Δεν εμπίπτει (Οδηγία 92/50 του Συμβουλίου) 2. Κοινοτικό δίκαιο — Αρχές — Ίση μεταχείριση — Δυσμενής διάκριση λόγω ιθαγένειας — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Διατάξεις της Συνθήκης — Πεδίο εφαρμογής — Συμφωνίες παραχωρήσεως δημόσιων υπηρεσιών — Εμπίπτουν — Όρια — Εξέταση κατά περίπτωση (Άρθρα 12 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ) 1. Η ανάθεση από δημόσια αρχή της διαχειρίσεως δημόσιου χώρου σταθμεύσεως επί πληρωμή σε παρέχοντα υπηρεσίες, ο οποίος αμείβεται από τα τέλη που καταβάλλουν τρίτοι για τη χρήση του χώρου σταθμεύσεως, συνιστά παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας, επί της οποίας δεν εφαρμόζεται η οδηγία 92/50/ΕΟΚ για το συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών. (βλ. σκέψη 43, διατακτ. 1) 2. Οι δημόσιες αρχές που συνάπτουν συμφωνίες παραχωρήσεως δημόσιων υπηρεσιών υποχρεούνται να τηρούν τους θεμελιώδεις κανόνες της Συνθήκης ΕΚ εν γένει, ιδίως δε τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, και την αρχή του άρθρου 12 ΕΚ περί απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων λόγω ιθαγένειας ειδικότερα, που αποτελούν ειδικότερες εκφάνσεις της γενικής αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων λόγω ιθαγένειας συνεπάγονται, μεταξύ άλλων, υποχρέωση διαφάνειας η οποία συνίσταται στη διασφάλιση, υπέρ όλων των πιθανών αναδόχων, προσήκοντος βαθμού δημοσιότητας που να καθιστά δυνατό το άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών στον ανταγωνισμό, καθώς και τον έλεγχο του αμερόληπτου χαρακτήρα των διαδικασιών διαγωνισμού. Εντούτοις, η εφαρμογή των κανόνων των άρθρων 12 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, καθώς και των γενικών αρχών των οποίων αποτελούν την ειδικότερη έκφραση, αποκλείεται αν ο οργανισμός τοπικής αυτοδιοικήσεως ασκεί επί του αναδόχου έλεγχο ανάλογο προς εκείνον που ασκεί επί των δικών του υπηρεσιών και αν, συγχρόνως, ο ανάδοχος πραγματοποιεί το κύριο μέρος της δραστηριότητάς του με τον ή τους οργανισμούς που τον ελέγχουν. Συναφώς, οι προαναφερθείσες διατάξεις και αρχές απαγορεύουν την παραχώρηση εκ μέρους δημόσιας αρχής, χωρίς προηγούμενο διαγωνισμό, δημόσιας υπηρεσίας σε ανώνυμη εταιρία η οποία προέκυψε από τη μετατροπή ειδικής επιχειρήσεως ανήκουσας στη δημόσια αυτή αρχή, της οποίας ο εταιρικός σκοπός επεκτάθηκε σε νέους και σημαντικούς τομείς, της οποίας το κεφάλαιο πρέπει υποχρεωτικώς, εντός σύντομου χρονικού διαστήματος από τη μετατροπή, να περιλάβει ξένες επενδύσεις, της οποίας το κατά τόπον πεδίο δραστηριοτήτων επεκτάθηκε σε όλη την ιταλική επικράτεια και στο εξωτερικό, και της οποίας το διοικητικό συμβούλιο διαθέτει ευρύτατες διαχειριστικές εξουσίες που μπορεί να ασκεί αυτόνομα. (βλ. σκέψεις 46-49, 62, 72, διατακτ. 2)
ΕλΣυν.Κλ.Στ/58/2016
Προμήθεια μηχανολογικού εξοπλισμού καθαριότητας:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη 2 ανωτέρω, το Κλιμάκιο διαπιστώνει ότι επιμέρους όροι της διακήρυξης και της οικείας μελέτης των προς προμήθεια ειδών τέθηκαν αντίθετα προς τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων και της ανάπτυξης ανταγωνισμού, σύμφωνα με τα κατωτέρω ειδικότερα εκτιθέμενα:Αν και σύμφωνα με τη διακήρυξη, που διέπει την ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία προμήθειας, η κατακύρωση προβλεπόταν υπέρ του προσφέροντος την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά ανά είδος, οι ενδιαφερόμενοι να συμμετέχουν στο διαγωνισμό υποχρεούνταν, επί ποινή αποκλεισμού, να καταθέσουν προσφορά για το σύνολο των ζητούμενων ειδών μηχανολογικού εξοπλισμού (3 είδη - τεμάχια). Είχε δε διακριτική ευχέρεια ο Δήμος ..., ως αναθέτουσα αρχή, να καθορίσει με τη διακήρυξη τους όρους της διαγωνιστικής διαδικασίας, μεταξύ δε αυτών και την υποχρέωση των οικονομικών φορέων να υποβάλουν προσφορά για το σύνολο ή μέρος των ζητούμενων ειδών, ωστόσο, ο κατά τον τρόπο αυτό περιορισμός του κύκλου των προσφερόντων, ενόψει της σαφούς διαφοροποίησης των ειδών μεταξύ τους και των κατασκευαστικών απαιτήσεών τους, τουλάχιστον μεταξύ των απορριματοφόρων και του σάρωθρου, των απαιτήσεων της διαγωνιστικής διαδικασίας, όπως, ενδεικτικά, η απαιτούμενη εγγυητική επιστολή συμμετοχής σε ποσοστό επί του συνόλου της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των προς προμήθεια ειδών, αλλά και των απαιτήσεων που το ενδεχόμενο ανάδειξης του προσφέροντος ως προμηθευτή συνεπάγεται ως προς την ετοιμότητα του μειοδότη να εκτελέσει τη σύμβαση, εν προκειμένω παρίσταται αδικαιολόγητος, συνιστά κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας και συνεπάγεται παράβαση των αρχών της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων και του ανταγωνισμού, λαμβανομένου υπόψη ότι η αναθέτουσα αρχή, δεδομένου ότι η βούλησή της εκδηλώθηκε χαρακτηριστικά με την πρόβλεψη της κατακύρωσης ανά είδος, δεν επεδίωκε αποκλειστικά και ειδικά να αναθέσει ενιαία την προμήθεια για το σύνολο των ειδών στον αυτό προμηθευτή, ούτε από οποιαδήποτε απόφαση των αρμόδιων οργάνων της αναθέτουσας αρχής που προηγήθηκε της διαγωνιστικής διαδικασίας προκύπτει εύλογη αιτία της επιλογής να υποβληθούν προσφορές μόνο για το σύνολο, ανεξάρτητα από το ότι η αξιολόγηση των προσφορών και η κατακύρωση της προμήθειας προβλέπονταν κατά είδος.(..)Κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing) διάρκειας πέντε ετών μεταξύ του Δήμου ... και της εταιρείας «….» με αντικείμενο την προμήθεια μηχανολογικού εξοπλισμού καθαριότητας (δύο απορριμματοφόρων οχημάτων και ενός αναρροφητικού σαρώθρου).
Ανακλήθηκε με την ΕΣ/ΤΜ.ΜΕ.ΣΥΝΘ./1977/2016
ΕλΣυν/Τμ.7/395/2010
Σύναψη προγραμματικής σύμβασης μεταξύ των Δήμου ... και του Πανεπιστημίου Σπουδών "…" της Ιταλίας, με αντικείμενο «την έρευνα ενός σύνθετου αστικού πολεοδομικού προγράμματος με στόχους την αναβάθμιση του δημοτικού waterfront και του κέντρου της πόλης μέσω της διαμόρφωσης ενός συστήματος κεντρικών τόπων και τη διατύπωση ενός πολεοδομικού πλαισίου αναφοράς για τη χωροταξική αναδιάρθρωση της μητροπολιτικής περιοχής». εφόσον η συναπτόμενη προγραμματική σύμβαση δεν αφορά στην οργάνωση και διαχείριση δημόσιας υπηρεσίας ή την άσκηση κρατικής δραστηριότητας, υπό την έννοια της άμεσης και συγκεκριμένης συμμετοχής στην άσκηση δημόσιας εξουσίας (Δ.Ε.Κ. 147/1986, 42/1992), η δυνατότητα σύναψης αυτών δεν δύναται να επιφυλάσσεται αποκλειστικά στα ημεδαπά ιδρύματα που λειτουργούν ως δημόσια νομικά πρόσωπα (Δ.Ε.Κ. 3/1988), αφού αυτό θα αντίκειτο στο άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση που απαγορεύει την εφαρμογή μιας εθνικής ρύθμισης που δυσχεραίνει τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών ανάμεσα στα κράτη μέλη σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών αποκλειστικά εντός ενός κράτους μέλους, καθώς και στις διατάξεις της οδηγίας 18/2004 που επιβάλλει και διασφαλίζει την τήρηση των αρχών της συνθήκης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και εκείνες της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, της ίσης μεταχείρισης, της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας. Τούτο δε ανεξάρτητα από το γεγονός ότι αυτή καθεαυτή η σύναψη της προγραμματικής σύμβασης αποσκοπεί στην οργάνωση και διαχείριση κρατικής δραστηριότητας διαμέσου των φορέων της τοπικής ή της καθ’ ύλην αυτοδιοίκησης, καθόσον για την επίτευξη του τελικού προβλεπόμενου από αυτήν αποτελέσματος, απαιτείται η υλοποίηση δράσεων και η επίτευξη ενεργειών που δεν συνιστούν ενάσκηση δημόσιας εξουσίας κατά τα ανωτέρω.
ΔΕΚ/C-213/2007
Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 – Πεδίο εφαρμογής (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου) 2. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Μη κρίσιμα ή υποθετικής φύσεως ερωτήματα υποβαλλόμενα υπό συνθήκες αποκλείουσες χρήσιμη απάντηση – Ερωτήματα άσχετα με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης (Άρθρο 234 ΕΚ) 3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου, άρθρο 24, εδ.. 1) 4. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Εξέταση της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο (Άρθρο 234 ΕΚ) 5. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου) 1. Η οδηγία 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, δεν εξαρτά την υπαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης των συμβάσεων δημοσίων έργων στις διατάξεις της από καμία προϋπόθεση σχετική με την ιθαγένεια ή τον τόπο εγκατάστασης των υποβαλλόντων προσφορά. Πράγματι, κανένα στοιχείο της εν λόγω οδηγίας δεν επιτρέπει να θεωρηθεί ότι η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεών της, ειδικότερα δε των κοινών κανόνων συμμετοχής που προβλέπει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 24 της οδηγίας, εξαρτάται από το κατά πόσον υφίσταται ουσιαστική σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία μεταξύ κρατών μελών. (βλ. σκέψη 29) 2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, εναπόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της εκδοθησόμενης δικαστικής απόφασης να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της υπόθεσης, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής απόφασης για την έκδοση της δικής του απόφασης όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβαλλόμενα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το Δικαστήριο υποχρεούται, κατ’ αρχήν, να απαντήσει Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα εθνικού δικαστηρίου παρά μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ζητούμενη ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσης ή ακόμα όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν. (βλ. σκέψεις 32-34) 3. Το άρθρο 24, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι απαριθμεί κατά τρόπο εξαντλητικό τους στηριζόμενους σε αντικειμενικές σκέψεις απτόμενες της επαγγελματικής ιδιότητας λόγους που μπορούν να δικαιολογήσουν τον αποκλεισμό εργολήπτη από τη συμμετοχή σε διαγωνισμό για την ανάθεση σύμβασης δημοσίων έργων. Ωστόσο, η οδηγία αυτή δεν κωλύει ένα κράτος μέλος να προβλέψει άλλα μέτρα αποκλεισμού αποσκοπούντα στη διασφάλιση της τήρησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας, υπό τον όρον ότι τα μέτρα αυτά δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του στόχου αυτού μέτρου. (βλ. σκέψη 49, διατακτ. 1) 4. Το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφαίνεται, στο πλαίσιο της προδικαστικής διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, επί της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο ούτε να ερμηνεύει το εθνικό δίκαιο. Αντιθέτως, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο όλα τα σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο ερμηνευτικά στοιχεία που θα επιτρέψουν στο εν λόγω δικαστήριο να εκτιμήσει τη συμβατότητα αυτή προκειμένου να εκδώσει απόφαση στην υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί. (βλ. σκέψη 51) 5. Το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνικές διατάξεις οι οποίες, καίτοι επιδιώκουν τους θεμιτούς σκοπούς της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων, καθιερώνουν αμάχητο τεκμήριο ασυμβιβάστου μεταξύ, αφενός, της ιδιότητας του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που ασκεί δραστηριότητα στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και, αφετέρου, της ιδιότητας του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Με τον κοινοτικό συντονισμό των διαδικασιών σύναψης των δημοσίων συμβάσεων επιδιώκεται, μεταξύ άλλων, τόσο η αποσόβηση του κινδύνου να προτιμηθούν οι ημεδαποί υποβάλλοντες προσφορά κατά τη σύναψη μιας σύμβασης όσο και ο αποκλεισμός του ενδεχομένου μια δημόσια αναθέτουσα αρχή να καθορίσει τη στάση της βάσει εκτιμήσεων ξένων προς τη συγκεκριμένη σύμβαση. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αναγνωριστεί στ
ΔΕΚ/C-532/2006
«Οδηγία 92/50/ΕΟΚ – Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών – Πραγματοποίηση μελέτης περί της κτηματογραφήσεως, της πολεοδομήσεως και της πράξεως εφαρμογής για έναν οικισμό – Κριτήρια που μπορούν να γίνουν δεκτά ως “κριτήρια ποιοτικής επιλογής” ή ως “κριτήρια αναθέσεως” – Πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά – Τήρηση των προβλεπομένων στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στη διακήρυξη του διαγωνισμού κριτηρίων αναθέσεως – Μεταγενέστερος καθορισμός συντελεστών βαρύτητας και υποκριτηρίων για τα κριτήρια αναθέσεως – Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των επιχειρηματιών και υποχρέωση διαφάνειας»Το άρθρο 36, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1997, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των επιχειρηματιών και της εντεύθεν απορρέουσας υποχρεώσεως διαφάνειας, απαγορεύει, στο πλαίσιο διαδικασίας διαγωνισμού, στην αναθέτουσα αρχή να καθορίζει μεταγενεστέρως συντελεστές βαρύτητας και υποκριτήρια για τα περιλαμβανόμενα στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στη διακήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια Σχετ.ΣτΕ/100/2009
ΣτΕ/1148/2009
Κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, σε περίπτωση που προδιαγραφές ιατροτεχνολογικών προϊόντων έχουν καταστεί αντικείμενο εναρμόνισης σε κοινοτικό επίπεδο, όπως μέσω μονογραφιών της ευρωπαϊκής φαρμακοποιίας, οι οποίες θεσπίζουν κοινούς τεχνικούς κανόνες, μεταξύ άλλων, για τα χειρουργικά ράμματα, οι τεχνικές προδιαγραφές που θέτουν οι αναθέτουσες αρχές στις διακηρύξεις διαγωνισμών για τη σύναψη σύμβασης δημόσιας προμήθειας, πρέπει να συνάδουν προς τα οριζόμενα με τις εν λόγω πράξεις εναρμόνισης. Εξάλλου, οι αναθέτουσες αρχές επιτρεπτώς μεν θέτουν τεχνικές προδιαγραφές για τα υπό προμήθεια ιατροτεχνολογικά προϊόντα με αναφορά σε επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που αφορούν στην προστασία της υγείας και της ασφάλειας και μπορούν να βαίνουν και πέραν των «βασικών απαιτήσεων» της Οδηγίας 93/42/ΕΟΚ (και των αντίστοιχων προτύπων) ή των σχετικών κοινών τεχνικών κανόνων, όμως, οι προδιαγραφές που τίθενται με τον τρόπο αυτό πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, όπως επιβάλλεται από τις γενικές αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας που διέπουν τις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων. Πράγματι, σύμφωνα με τις αρχές αυτές, τα κριτήρια αξιολόγησης των προσφορών πρέπει να διατυπώνονται έτσι ώστε, αφενός, να επιτρέπεται στους ενδιαφερόμενους οι οποίοι είναι καλώς πληροφορημένοι και επιμελείς να τα κατανοούν πλήρως και να τα ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και, αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση περί της εφαρμογής τους από τη Διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο ως προς όλους τους προσφέροντες (Ε.Α. 603/2009, πρβ. ειδικά για διαγωνισμούς με κριτήριο ανάθεσης τη συμφερότερη προσφορά, όπως ο επίδικος Σ.τ.Ε. 2183/2004 7μ., Ε.Α. 113/2008).