ΔΕΚ/C‑288/2007
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Δραστηριότητες φορέα δημοσίου δικαίου: Στην υπόθεση C‑288/07, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το High Court of Justice (England & Wales) (Chancery Division) (Ηνωμένο Βασίλειο) με απόφαση της 6ης Μαρτίου 2007, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Ιουνίου 2007, στο πλαίσιο της δίκης(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται: 1) Το άρθρο 4, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι οι σημαντικές στρεβλώσεις των όρων του ανταγωνισμού στους οποίους θα οδηγούσε η μη υπαγωγή των οργανισμών δημοσίου δικαίου που ενεργούν ως δημοσία εξουσία πρέπει να εκτιμώνται σε σχέση με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα και όχι σε σχέση με συγκεκριμένη τοπική αγορά. 2) Ο όρος «θα οδηγούσε σε», κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388, έχει την έννοια ότι λαμβάνει υπόψη όχι μόνον τον πραγματικό αλλά και τον ενδεχόμενο ανταγωνισμό, εφόσον η δυνατότητα του ιδιώτη επιχειρηματία να εισέλθει στη σχετική αγορά είναι πραγματική, και όχι καθαρά υποθετική. 3) Ο όρος «σημαντικές», κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388, έχει την έννοια ότι οι στρεβλώσεις των όρων του ανταγωνισμού, πραγματικές ή δυνητικές, δεν πρέπει να είναι απλώς αμελητέες.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/ C-414/2007
«Έκτη οδηγία περί ΦΠΑ – Άρθρο 17, παράγραφοι 2 και 6 – Εθνική κανονιστική ρύθμιση – Έκπτωση του ΦΠΑ επί της αγοράς καυσίμων για ορισμένα οχήματα ανεξάρτητα από τον σκοπό χρήσεως των οχημάτων αυτών – Εν τοις πράγμασι περιορισμός του δικαιώματος εκπτώσεως – Περιπτώσεις αποκλεισμού προβλεπόμενες από την εθνική νομοθεσία κατά τον χρόνο ενάρξεως ισχύος της οδηγίας»:(....)Το άρθρο 17, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, απαγορεύει την εκ μέρους κράτους μέλους πλήρη κατάργηση, κατά τη μεταφορά της οδηγίας αυτής στο εσωτερικό δίκαιο, των εθνικών διατάξεων που αφορούν τους περιορισμούς στο δικαίωμα εκπτώσεως του καταβληθέντος φόρου προστιθεμένης αξίας επί των εισροών ο οποίος έπληξε τις αγορές καυσίμων που προορίζονται για οχήματα χρησιμοποιούμενα για την άσκηση φορολογητέας δραστηριότητας και την αντικατάσταση, κατά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της εν λόγω οδηγίας στο έδαφός του, των διατάξεων αυτών με διατάξεις καθορίζουσες νέα προς τούτο κριτήρια αν –πράγμα το οποίο εναπόκειται στην κρίση του εθνικού δικαστηρίου– οι τελευταίες αυτές διατάξεις έχουν ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω περιορισμών. Εν πάση περιπτώσει, απαγορεύει την εκ μέρους του εν λόγω κράτους μέλους μεταγενέστερη τροποποίηση της νομοθεσίας του που άρχισε να ισχύει κατά την εν λόγω ημερομηνία, ούτως ώστε να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής των περιορισμών αυτών σε σχέση με την κατάσταση που υπήρχε πριν από την ημερομηνία αυτή.
ΔΕΚ/C‑151/2013
Στην υπόθεση C‑151/13, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το cour administrative d’appel de Versailles (Γαλλία) με απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 25 Μαρτίου 2013, στο πλαίσιο της δίκης(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται: Το άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, καθώς και το άρθρο 73 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχουν την έννοια ότι η καταβολή ενός κατ’ αποκοπήν ποσού όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη «κατ’ αποκοπήν επίδομα περιθάλψεως» αποτελεί την αντιπαροχή για τις υπηρεσίες περιθάλψεως που παρέχονται εξ επαχθούς αιτίας από έναν ξενώνα μη αυτοεξυπηρετούμενων ηλικιωμένων ατόμων [établissement d’hébergement pour personnes âgées dépendantes] προς όφελος των ενοίκων του και, επομένως, υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του φόρου προστιθέμενης αξίας.
ΔΕΚ/C-202/1990
Στην υπόθεση C-202/90(....)Όσον αφορά την πρώτη από τις δύο αυτές προϋποθέσεις, το Δικαστήριο διευκρίνισε ήδη στην προαναφερθείσα απόφαση της 26ης Μαρτίου 1987, σκέψη 21, ότι δραστηριότητα η οποία ασκείται από ιδιώτη δεν απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ για μόνο τον λόγο ότι συνίσταται στην εκτέλεση πράξεων που συγκαταλέγονται μεταξύ των προνομιών της δημόσιας αρχής. Από αυτό προκύπτει ότι, εφόσον ένας δήμος αναθέτει τη δραστηριότητα της εισπράξεως φόρων σε ανεξάρτητο τρίτον, δεν έχει εφαρμογή η εξαίρεση που προβλέπεται στην ανωτέρω διάταξη.ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα), κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Andalucia, με Διάταξη της 11ης Ιουνίου 1990, αποφαίνεται:1) Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 4, της έκτης οδηγίας, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η δραστηριότητα των εισπρακτόρων φόρων πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται κατά τρόπο ανεξάρτητο. 2) Το άρθρο 4, παράγραφος 5, της έκτης οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αυτό δεν έχει εφαρμογή οσάκις δραστηριότητα δημόσιας αρχής δεν ασκείται άμεσα, αλλά ανατίθεται σε ανεξάρτητο τρίτον.
ΔΕΚ/C‑927/2019
Στην υπόθεση C‑927/19, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Lietuvos Aukščiausiasis Teismas (Ανώτατο Δικαστήριο της Λιθουανίας) με απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Δεκεμβρίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης «Klaipėdos regiono atliekų tvarkymo centras» UAB(.....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται: 1)Το άρθρο 58 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση των οικονομικών φορέων να αποδεικνύουν ότι πραγματοποιούν ορισμένο μέσο ετήσιο κύκλο εργασιών στον τομέα δραστηριοτήτων που καλύπτεται από την οικεία δημόσια σύμβαση συνιστά κριτήριο επιλογής το οποίο αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια των εν λόγω φορέων, κατά την έννοια της παραγράφου 3 της ως άνω διάταξης.(....) 8)Το άρθρο 63, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2014/24, σε συνδυασμό με το άρθρο 57, παράγραφοι 4 και 6, της οδηγίας, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, όταν οικονομικός φορέας, ο οποίος είναι μέλος κοινοπραξίας οικονομικών φορέων, έχει κριθεί ένοχος ψευδούς δηλώσεως κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για να εξακριβωθεί ότι δεν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού της κοινοπραξίας ή ότι η τελευταία πληροί τα κριτήρια επιλογής, ενώ τα λοιπά μέλη της κοινοπραξίας δεν είχαν λάβει γνώση της ψευδούς δηλώσεως, μπορεί να επιβληθεί σε όλα τα μέλη της κοινοπραξίας μέτρο αποκλεισμού από κάθε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης.
ΔΕΚ/C-337/2006
Το άρθρο 1, στοιχείο β΄, δεύτερο εδάφιο, τρίτη παύλα, πρώτη υπόθεση, της οδηγίας 92/50 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση χρηματοδοτήσεως των δραστηριοτήτων δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, όπως αυτοί στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά τη διαδικασία που εκτέθηκε στο πλαίσιο της εξετάσεως του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος, για την πλήρωση της προϋποθέσεως περί «χρηματοδοτήσεως από το κράτος» δεν απαιτείται η άμεση παρέμβαση του κράτους ή άλλων δημόσιων αρχών, όταν οι οργανισμοί αυτοί συνάπτουν συμβάσεις όπως οι επίδικες στην υπόθεση της κύριας δίκης.
ΥΠΟΘΕΣΗ C-526/2011
«Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 2004/18/EK — Άρθρο 1, παράγραφος 9, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γʹ — Έννοια “οργανισμός δημοσίου δικαίου” — Προϋπόθεση να γίνεται η χρηματοδότηση της δραστηριότητας ή ο έλεγχος της διαχείρισης ή ο έλεγχος της δραστηριότητας είτε από το κράτος είτε από φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης είτε από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου — Ιατρικός σύλλογος — Προβλεπόμενη από τον νόμο χρηματοδότηση μέσω των εισφορών που καταβάλλουν τα μέλη του συλλόγου αυτού — Καθορισμός του ύψους των εισφορών από τη γενική συνέλευση του εν λόγω συλλόγου — Αυτονομία του συλλόγου κατά τον προσδιορισμό του εύρους και των λεπτομερειών του τρόπου εκτέλεσης της αποστολής που του αναθέτει ο νόμος»
ΔΕΚ/C-81/1998
1) Οι διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφοι 1, στοιχεία αα και ββ, σε συνδυασμό με την παράγραφο 6, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, έχουν την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται, όσον αφορά την απόφαση της αναθέτουσας αρχής που προηγείται της συνάψεως της συμβάσεως, με την οποία η αρχή αυτή επιλέγει τον προσφέροντα που συμμετέσχε στη διαδικασία συνάψεως της συμβάσεως με τον οποίο θα συνάψει τη σύμβαση, να προβλέψουν σε όλες τις περιπτώσεις διαδικασία προσφυγής παρέχουσα στον προσφεύγοντα τη δυνατότητα να προκαλέσει την ακύρωση της αποφάσεως, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις, ανεξαρτήτως της δυνατότητας να λάβει αποζημίωση μετά τη σύναψη της συμβάσεως. 2) Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχεία αα και ββ, της οδηγίας 89/665 δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, παρά την έλλειψη αποφάσεως περί αναθέσεως η οποία θα μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή ακυρώσεως, οι υπεύθυνες για τις διαδικασίες προσφυγής αρχές των κρατών μελών στον τομέα των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων του Δημοσίου μπορούν να επιληφθούν προσφυγών υπό τις προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη αυτή.
Υπόθεση C-498/2006
Το άρθρο 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 80/987/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 1980, σχετικά με την προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητος του εργοδότη, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2002/74/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, έχει την έννοια ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να εξαιρέσει αποζημιώσεις χορηγούμενες λόγω παράνομης απολύσεως από την εγγύηση καταβολής τους από τον οργανισμό εγγυήσεως δυνάμει της διατάξεως αυτής όταν οι αποζημιώσεις αυτές αναγνωρίζονται με πράξη εξώδικου συμβιβασμού και όταν η εξαίρεση αυτή, αντικειμενικώς δικαιολογημένη, συνιστά αναγκαίο μέτρο για την αποτροπή καταχρήσεων υπό την έννοια του άρθρου 10, στοιχείο α΄, της ίδιας οδηγίας.
ΔΕΚ/C-16/1998
Προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει τεχνητή κατάτμηση ενός ενιαίου έργου σε πλείονες συμβάσεις, υπό την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 13, της οδηγίας 93/38, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, η διάταξη αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε συνδυασμό με την παράγραφο 10, πρώτο εδάφιο, του άρθρου αυτού. Συναφώς, από τον ορισμό του έργου στο άρθρο 14, παράγραφος 10, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 93/38 προκύπτει ότι η ύπαρξη ενός έργου πρέπει να εκτιμάται βάσει της οικονομικής και τεχνικής λειτουργίας του αποτελέσματος των οικείων εργασιών. Επομένως, προκειμένου περί σειράς συγκεκριμένων εργασιών συντηρήσεως και επεκτάσεως οι οποίες αφορούν τα υφιστάμενα δίκτυα διανομής ηλεκτρισμού και φωτισμού δημοσίων χώρων και των οποίων το αποτέλεσμα, όταν ολοκληρωθούν, θα αποτελέσει αναπόσπαστο τμήμα της λειτουργίας την οποία εκπληρώνουν τα αντίστοιχα δίκτυα, η εκτίμηση περί της υπάρξεως ενός έργου πρέπει να πραγματοποιηθεί βάσει της οικονομικής και τεχνικής λειτουργίας την οποία εκπληρώνουν τα εν λόγω δίκτυα διανομής ηλεκτρισμού και φωτισμού δημοσίων χώρων. Ένα δίκτυο διανομής ηλεκτρισμού έχει ως προορισμό, από τεχνικής απόψεως, να μεταφέρει τον ηλεκτρισμό που παράγει ένας προμηθευτής στον τελικό συγκεκριμένο καταναλωτή• ο καταναλωτής αυτός υποχρεούται, σε οικονομικό επίπεδο, να πληρώνει τον προμηθευτή αναλόγως της καταναλώσεώς του.
Υπόθεση C-388/2012
Υπόθεση C-388/12: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 14ης Νοεμβρίου 2013 [αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale per le Marche (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής απόφασης] — Comune di Ancona κατά Regione Marche [Διαρθρωτικά Ταμεία — Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) — Χρηματοδοτική συμμετοχή διαρθρωτικού Ταμείου — Κριτήρια επιλεξιμότητας των δαπανών — Κανονισμός (ΕΚ) 1260/1999 — Άρθρο 30, παράγραφος 4 — Αρχή της διάρκειας της πράξης — Έννοια της «σημαντικής τροποποίησης» μιας πράξης — Σύναψη σύμβασης παραχώρησης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση και διεξαγωγή δημόσιου διαγωνισμού]