Δ17α/120/04/2010
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Αποδοχή της αριθ. 77/2010 γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους-ΕΓΚ.10.Υποχρέωση κάθε Εργοληπτικής Επιχείρησης να υποβάλει στις δημοπρασίες των δημοσίων έργων όπου συμμετέχει βεβαιώσεις εξόφλησης ασφαλιστικών εισφορών και φορολογικής ενημερότητας για τα έργα που εκτελεί μόνη της ή σε κοινοπραξία για το χρονικό διάστημα από της υπογραφής της σύμβασης μέχρι εκδόσεως βεβαίωσης περάτωσης των εργασιών.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/111/2006
Εργασίες κυκλοφοριακών διαμορφώσεων...Επειδή, εξ άλλου, για την επιβολή της κυρώσεως του αποκλεισμού από δημοπρασίες σε εργοληπτική επιχείρηση, απαιτείται, κατά τις προπαρατεθείσες διατάξεις του π.δ/τος 278/1999, η τήρηση ορισμένης διαδικασίας. Ειδικότερα, απαιτείται η υποβολή προτάσεως για πειθαρχική δίωξη από τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου, κατά την δημοπράτηση του οποίου προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ότι έγινε η αποδιδόμενη στην επιχείρηση παράβαση. Η ως άνω πρόταση παραπομπής, στην οποία πρέπει να αναφέρονται συνοπτικά τα σχετικά με την παράβαση στοιχεία, κοινοποιείται στην ενδιαφερόμενη εργοληπτική επιχείρηση (άρθρο 8 π.δ. 278/1999). Εν συνεχεία δε, κατά το άρθρο 9 του ιδίου π.δ/τος, ο αρμόδιος Προϊστάμενος της Προϊσταμένης του έργου Αρχής, εάν κρίνει ότι πρέπει να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη, απευθύνει σχετικό έγγραφο προς τον Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., το οποίο κοινοποιείται, επίσης, στην ενδιαφερόμενη εργοληπτική επιχείρηση. Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία της παραβάσεως πρέπει να έχουν τεθεί προηγουμένως σε γνώση της εργοληπτικής επιχειρήσεως για την υποβολή τυχόν αντιρρήσεων εντός της προβλεπομένης κατ’ άρθρο 9 παρ. 2 εδ. τελ. προθεσμίας. Εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως δεν προκύπτει ότι προ της εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως τηρήθηκαν οι ως άνω τασσόμενοι από τις διατάξεις του π. δ/τος 278/1999 τύποι. Ειδικότερα, δεν προκύπτει ότι γνωστοποιήθηκαν στην αιτούσα τα στοιχεία της αποδιδομένης σε αυτήν παραβάσεως, ούτε ότι κλήθηκε για να υποβάλει τις αντιρρήσεις της και να εκθέσει τις απόψεις της. Επομένως, οι επίδικες κυρώσεις οι οποίες έχουν επιβληθεί χωρίς να προηγηθεί κλήση της αιτούσης προς παροχή εξηγήσεων ενώπιον του αρμοδίου για την επιβολή των κυρώσεων οργάνου [άρθρα 20 παρ. 2 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 - 3 του κυρωθέντος με το ν. 2690/1999 Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ΦΕΚ Α' 45), καθώς και άρθρα 8 παρ.5 και 9 παρ.2 του Π.Δ.278/1999 - πρβλ. και ΣτΕ 1013/1999 7μ, 2273-4/05], είναι μη νόμιμες, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση. Και ναι μεν η Διοίκηση με το από 20.12.2004 έγγραφο των απόψεών της προς το Δικαστήριο, προβάλλει ότι μόνη η κοινοποίηση στην αιτούσα της υπ’ αριθμ. Δ1β/0/3/44/17.6.2004 αποφάσεως του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με την οποία είχε, προηγουμένως, ακυρωθεί ο διαγωνισμός, στο πλαίσιο του οποίου διαπιστώθηκε η τέλεση της αποδιδόμενης σε αυτήν παραβάσεως, ήταν, κατά την έννοια του νόμου αρκετή, προκειμένου αυτή να υποβάλει τις αντιρρήσεις της πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως. Οι ισχυρισμοί, όμως, αυτοί της Διοικήσεως είναι απορριπτέοι, και τούτο διότι η απόφαση περί ακυρώσεως του διαγωνισμού είναι ξεχωριστή διοικητική πράξη, η οποία δεν εντάσσεται στην διαγραφόμενη από το π.δ. 278/1999 διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου των εργοληπτικών επιχειρήσεων.
ΕΣ/ΤΜ.1/1413/2017
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού -κατασκευή δικτύων αποχέτευσης...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα κρίνει ότι: Α) Η σύμβαση που κατήρτισε στις 22.12.2011 η ανάδοχος κοινοπραξία με την επωνυμία «....» με την εργοληπτική επιχείρηση «...» δεν πληροί τους όρους του νόμου ώστε να χαρακτηρισθεί αμιγώς ως σύμβαση υποκατάστασης ή ως συμφωνητικό υπεργολαβίας (όπως τα μέρη τη χαρακτήρισαν), διότι, αφενός φέρει χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν πρόθεση ολικής ή μερικής υποκατάστασης της αναδόχου από την αντισυμβαλλόμενή της και προσιδιάζουν στην έμμεση (άτυπη) σύμβαση υποκατάστασης ως: i) η ανάθεση της εκτέλεσης στην εργοληπτική επιχείρηση του συνόλου των προβλεπομένων εργασιών του έργου, όπως προσδιορίζονται στα οικεία συμβατικά τεύχη (στοιχείο Γ του προοιμίου), ii) η υποχρέωση της εργοληπτικής επιχείρησης να προσλαμβάνει και να απασχολεί με δική της μέριμνα και δαπάνες το προσωπικό που απαιτείται για την εκτέλεση των εργασιών (άρθρο 7.1.), iii) η αμοιβή της αναδόχου, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 82% του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης (1.979.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α.) πλέον ποσοστού 50% που θα λαμβάνει σε κάθε αναθεώρηση τιμών (άρθρα 8.3 και 8.4), iv) η αυτοδίκαιη ανάθεση από την ανάδοχο κοινοπραξία στην εταιρεία των πρόσθετων ή νέων εργασιών που μπορεί να προκύψουν κατά την εκτέλεση του έργου (άρθρα 8.8 και 9 παρ.2), v) η υποχρέωση έκδοσης από την εργοληπτική επιχείρηση εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης (άρθρο 8.11), vi) η πρόβλεψη ότι κάθε καθυστέρηση η οποία θα προκύψει στο τμήμα του έργου που έχει αναλάβει να εκτελέσει η εταιρεία λόγω μη τήρησης κανόνων και μέτρων ασφαλείας, βαρύνει αυτήν αποκλειστικά (άρθρο 10), αφετέρου δε περιέχει όρους που δύνανται να την κατατάξουν στη σύμβαση υπεργολαβίας ως: i) η εκτέλεση του έργου από την αντισυμβαλλόμενη εργοληπτική επιχείρηση οφείλει να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση όλων των υποχρεώσεων της αρχικής αναδόχου (άρθρο 2.1.) ii) το φωτογραφικό αρχείο του έργου και η μονάδα βιντεοσκόπησης του δικτύου μετά το πέρας των εργασιών πρέπει να παραδοθούν στην ανάδοχο κοινοπραξία για να συμπεριληφθούν στο μητρώο έργου (άρθρο 2.6), iii) Το Σχέδιο Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ) καθώς και ο Φάκελος Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ του έργου, μετά το πέρας των εργασιών πρέπει να παραδοθούν ομοίως στην ανάδοχο «… που έχει την συμβατική υποχρέωση να τα παραδώσει στον κύριο του έργου» (2.7.), iv) η εργοληπτική επιχείρηση οφείλει να επιτρέπει ανά πάσα στιγμή στους εκπροσώπους της κοινοπραξίας την ελεύθερη πρόσβαση σε έγγραφα και στοιχεία και να παρέχει σ’ αυτούς κάθε πληροφορία (άρθρο 3 παρ. 4), v) η εργοληπτική επιχείρηση οφείλει να αποζημιώνει την κοινοπραξία για κάθε αξίωση ή επιβάρυνση που προκύπτει σε βάρος της από την εκ μέρους της αθέτηση της υποχρέωση τήρησης όλων των κανόνων δικαίου που διέπουν την εκτέλεση του έργου (άρθρο 4), vi) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται να συμμορφώνεται με όλες τις έγγραφες εντολές τις οδηγίες και τις υποδείξεις των οργάνων της κοινοπραξίας και να αποκαθιστά κάθε ελάττωμα ή παράλειψη που διαπιστώνεται από αυτήν (άρθρο 5), vii) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται στην καταβολή κάθε ποινικής ρήτρας που στο πλαίσιο εκτέλεσης των εργασιών, θα καταπίπτει σε βάρος της κοινοπραξίας (άρθρο 6.7), viii) η ανάδοχος Κοινοπραξία θα καταβάλλει την αμοιβή στην εργοληπτική επιχείρηση (άρθρα 8.5. και 8.7.), ix) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται να ενημερώσει την κοινοπραξία για τους κινδύνους που ενέχουν οι εργασίες που εκτελεί για άλλους εργαζομένους, τρίτους, διερχόμενους, τις εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό και το περιβάλλον (άρθρο 10), x) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται να αποζημιώσει την κοινοπραξία για κάθε θετική ή αποθετική ζημία που θα υποστεί από την παραβίαση μέτρων ασφαλείας (άρθρο 10), xi) η κοινοπραξία δύναται να κηρύξει έκπτωτη την εργοληπτική επιχείρηση για υπαίτια παράβαση όρων του παρόντος συμφωνητικού (άρθρο 11) και xii) η εργοληπτική επιχείρηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να τηρεί το καθήκον εχεμύθειας έναντι της κοινοπραξίας (άρθρο 12). Η σύμβαση αυτή, η οποία δεν υποβλήθηκε σε έγκριση ούτε γνωστοποιήθηκε στον κύριο του έργου και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι αυτού (Δήμος ...) προσδιορίζει αποκλειστικά τις σχέσεις μεταξύ των μερών...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.
ΑΕΠΠ/96/2017
Υπηρεσίες λειτουργίας αθλητικών εγκαταστάσεων...Επομένως η αναθέτουσα, η οποία εξάλλου στο έγγραφο απόψεων της περί απόρριψης προσωρινών μέτρων της 19-10-2017 επικλήθηκε την ανάγκη επιτάχυνσης της ολοκλήρωσης του διαγωνισμού και σε απόκριση της επίκλησης της το Κλιμάκιο εξέδωσε άμεσα την Απόφαση του επί της Προσφυγής, οφείλει να συνεχίσει άμεσα τον διαγωνισμό σύμφωνα με τα διατασσόμενα ακολούθως, άνευ εκδόσεως περαιτέρω πράξεων από την ίδια. Τούτο, καθώς τα ενδιάμεσα προ της οριστικής κατακύρωσης στάδια του διαγωνισμού που περάτωσε με τις προσβληθείσες δια της εξετασθείσας Προσφυγής Πράξεις της, παραμένουν περατωθέντα και αδυνατεί πλέον αυτή να επανέλθει σε αυτά, ενώ οι ως άνω προσβληθείσες Πράξεις της αντικαθίστανται και ακυρώνονται εν μέρει ως προς τα ειδικότερα προσβληθέντα κεφάλαιά της, τροποποιούνται δε ήδη και απευθείας δια των κεφαλαίων του Διατακτικού της παρούσας Απόφασης. Συνεπώς, ο διαγωνισμός πλέον τελών στο στάδιο της ολοκλήρωσης ανακήρυξης προσωρινού αναδόχου, συνεχίζεται περαιτέρω με μόνο εναπομείναν για την ολοκλήρωσή του στάδιο, την οριστική κατακύρωση, με τη διαφορά της αντικατάστασής του αρχικώς ανακηρυχθέντος προσωρινού αναδόχου, από τον ανακηρυσσόμενο αυτομάτως δια της παρούσας Απόφασης ως προσωρινό ανάδοχο προσφεύγοντα, από τον οποίο η αναθέτουσα οφείλει, ως μόνη εναπομείνασα πλέον στην αρμοδιότητά της εντός του πλαισίου του προκείμενου διαγωνισμού, νόμιμη ενέργειά της, να τον προσκαλέσει να υποβάλει δικαιολογητικά για την οριστικοποίηση της κατακύρωσης κατ’ άρ. 103 Ν. 4412/2016.
ΕΣ/ΤΜ.6/1083/2020
Κατασκευή βιολογικού καθαρισμού Δήμου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκέψεις 2 - 3), το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ορθώς απεφάνθη το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη Πράξη του ότι απαραδέκτως εισήχθη ενώπιόν του το σχέδιο σύμβασης, που αφορά στην υποκατάσταση της εταιρείας «....» από την κοινοπραξία «....» στην κατασκευή του έργου «Κατασκευή βιολογικού καθαρισμού Δήμου ...». Και τούτο, διότι το ζήτημα της νομιμότητας της σύμβασης αυτής μεταξύ της αιτούσας και της προαναφερόμενης κοινοπραξίας είχε κριθεί οριστικά με την 1026/2019 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου, η οποία, λόγω του ότι δεν ασκήθηκε αίτηση ανάκλησης κατ΄ αυτής, κατέστη οριστική και απρόσβλητη, το δε Κλιμάκιο στερείτο εκ του λόγου αυτού αρμοδιότητας να προβεί σε επανέλεγχο της νομιμότητας της σύμβασης αυτής. Ειδικότερα, το Κλιμάκιο, διενεργώντας, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, πρωτογενή και καθολικό έλεγχο των στοιχείων της υποβληθείσας ενώπιόν του σύμβασης υποκατάστασης, έκρινε ότι αυτή δεν είναι νόμιμη για τους διαλαμβανόμενους στην ως άνω 1026/2019 Πράξη του λόγους. Δεδομένης δε της μη άσκησης αίτησης ανάκλησης κατά της πράξης αυτής και της ως εκ τούτου οριστικοποίησης των κρίσεων, που περιλαμβάνονται σε αυτήν, το Κλιμάκιο, στο οποίο επανυπεβλήθη προς έλεγχο η ανωτέρω σύμβαση, δεσμευόταν, όπως ορθώς άλλωστε έκρινε με την ήδη προσβαλλόμενη, από τα οριστικώς κριθέντα με αυτή ζητήματα, που θεμελίωσαν την αρχική αρνητική του κρίση. Περαιτέρω, το υπό κρίση, υποβληθέν ενώπιον του Κλιμακίου, σχέδιο σύμβασης δεν αφορά σε νέα και διαφορετική σύμβαση σε σχέση με την αρχικώς υποβληθείσα ενώπιον αυτού, μετά τον έλεγχο επί της οποίας εκδόθηκε η ως άνω 1026/2019 Πράξη του, καθώς, όπως ορθώς κρίθηκε με την ήδη προσβαλλόμενη Πράξη, οι συμβάσεις αυτές είναι, κατά τα ουσιώδη σημεία τους, ίδιες, αφού αφορούν στο ίδιο αντικείμενο, δηλαδή στην υποκατάσταση της αναδόχου εταιρείας «....» από την κοινοπραξία «....» στην κατασκευή του έργου «Κατασκευή βιολογικού καθαρισμού Δήμου ...», κατόπιν αποδοχής των ίδιων λόγων και των ίδιων αιτήσεων των ως άνω οικονομικών φορέων. Περαιτέρω, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο λόγος ανάκλησης, με τον οποίο προβάλλεται ότι συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση συμμόρφωσης της Διοίκησης στην προηγούμενη αρνητική Πράξη του Κλιμακίου, στο πλαίσιο της οποίας συμμόρφωσης ανακλήθηκε η προηγούμενη παράνομη πράξη της και εκδόθηκε νέα πράξη, κατόπιν της οποίας ιδρύεται υποχρέωση του Κλιμακίου για τη διενέργεια του προβλεπόμενου ελέγχου νομιμότητας. Και τούτο, διότι από τη συγκριτική εξέταση των διαγνωσθεισών με την 1026/2019 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου νομικών πλημμελειών αφενός και του περιεχομένου των επικαλούμενων κατά την επανυποβολή της σύμβασης αποφάσεων και εγγράφων αφετέρου, το Τμήμα διαπιστώνει ότι δεν συντρέχει πράγματι περίπτωση συμμόρφωσης ιδρύουσα αρμοδιότητα του Κλιμακίου ελέγχου αυτής. Ειδικότερα, με την υποβολή της 11/7.2.2020 απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της αιτούσας και του νέου διορθωμένου κατά τα ανωτέρω σχεδίου σύμβασης, θεραπεύεται μόνο η τρίτη εντοπισθείσα με την 1026/2019 Πράξη πλημμέλεια, που αφορά στον ελλιπή/εσφαλμένο προσδιορισμό του αντικειμένου και της αξίας των ανατιθέμενων στην υποκαταστάτρια κοινοπραξία εργασιών, ενώ με την υποβολή των βεβαιώσεων Μ.Ε.ΕΠ., οι οποίες ελήφθησαν υπόψη από το διοικητικό συμβούλιο της αιτούσας, κατά την έκδοση της ως άνω 11/7.2.2020 απόφασής του, ως «βεβαιώσεις εμπειρίας», επιδιώκεται η θεραπεία της τέταρτης εντοπισθείσας με την 1026/2019 Πράξη πλημμέλειας, που αφορά στη μη υποβολή στοιχείων και εγγράφων, από τα οποία να αποδεικνύεται ότι τα μέλη της υποκαταστάτριας κοινοπραξίας έχουν τα ίδια προσόντα, που απαιτούνταν, για την ανάληψη του έργου από την αρχική ανάδοχο εταιρεία. Ωστόσο, τα ως άνω υποβληθέντα στοιχεία δεν θεραπεύουν τις λοιπές εντοπισθείσες από το Κλιμάκιο, με την προαναφερόμενη 1026/2019 πράξη του, ουσιώδεις πλημμέλειες, που αφορούν στη μη συνδρομή των προϋποθέσεων υποκατάστασης και συγκεκριμένα α) στη μη συντέλεση διαδοχής της αναδόχου εταιρείας από την υποκαταστάτρια κοινοπραξία και β) στην παρέλευση της συμβατικής προθεσμίας περάτωσης του έργου πριν από τη διενέργεια της υποκατάστασης, οι οποίες συνιστούν λόγους διακωλυτικούς της υπογραφής τόσο της αρχικώς όσο και της εκ νέου υποβληθείσας προς έλεγχο σύμβασης..(..)Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜ/2135/2020