Δ.Εφ.Ιωαν/181/2003
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤ.ΣΥΝΘ/1449/2019
Κατασκευή συλλεκτήριου αγωγού ομβρίων- συμπληρωματική σύμβαση..ζητείται η αναθεώρηση της 1059/2019 απόφασης του VI Τμήματος (Β΄ Διακοπών) του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα κρίνει ότι: Α) Η κρίση του Ε΄ Κλιμακίου, με την 434/2016 πράξη του, ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της αρχικής σύμβασης, αφενός δεν καλύπτει τεχνικές κρίσεις, ως η επάρκεια των μελετών, για την εκτέλεση του ελεγχόμενου έργου, παρά μόνον ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες του σχεδίου της σύμβασης και των πράξεων της προηγηθείσας διαδικασίας, αφετέρου η μεταβολή στον τρόπο εκτέλεσης του αρχικού έργου, εφόσον δεν οφείλεται σε απρόβλεπτα γεγονότα, αποδυναμώνει τη σύνδεση αρχικής μελέτης και εκτελούμενου έργου, διότι το έργο που τελικώς εκτελείται δεν καλύπτεται από τη μελέτη, ως προς την ύπαρξη της οποίας το Κλιμάκιο είχε εκφέρει θετική κρίση. Κατά συνέπεια η κρίση περί του ότι το συγκεκριμένο έργο δύναται να εκτελεσθεί με την υπάρχουσα μελέτη δεν αποτελεί οιονεί δεδικασμένο για το ότι ένα διαφορετικό (υπό την έννοια της αλλαγής του τρόπου εκτέλεσης) έργο μπορεί να εκτελεσθεί με την ίδια ως άνω μελέτη, η οποία κρίθηκε ότι καλύπτει το αρχικό και μόνον έργο...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος από την εταιρεία ...... παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
ΝΣΚ/183/1990
Προμήθειες υλικών συντήρησης δημοσίων έργων. Εξαίρεση από την διαδικασία του Ν.1797/88. Η προμήθεια υλικών που απαιτούνται για την συντήρηση δημοσίων έργων και ενσωματώνονται σε αυτά με τη συντήρηση αυτή, εξαιρείται της διαδικασίας που επιβάλλει ο περί προμηθειών Ν.1797/1988, ενεργούμενη με βάση τις κοινές περί προμηθειών διατάξεις απ ευθείας από τους φορείς συντηρήσεως των έργων.
Ελσυν/Τμ 7/238/2009
Εξόφληση του 1ου Λογαριασμού του έργου «Εξόρυξη ορυκτού». Δαπάνη μη νόμιμη, για το λόγο ότι αυτή αφορά σε εκτέλεση εργασιών και όχι δημοσίου έργου, που ανατέθηκαν απευθείας και όχι κατόπιν διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού, παρά το γεγονός ότι το ποσό της προϋπολογισθείσας δαπάνης για την εκτέλεσή του υπερέβαινε το επιτρεπόμενο όριο για την απευθείας ανάθεση εργασιών των 8.804,11 ευρώ, που τίθεται από τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 2 του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ Α΄ 244).
ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010
Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.
ΝΣΚ/315/2016
Δυνατότητα αντικατάστασης μέλους κοινοπραξίας από άλλη εταιρεία, πριν την ανάδειξη της κοινοπραξίας ως οριστικού μειοδότη σε διαγωνισμό.(...) Η προβλεπόμενη στο άρθρο 65 του ν. 3669/2008 (Κώδικα Δημοσίων Έργων - ΚΔΕ) υποκατάσταση μέλους κοινοπραξίας από άλλη εταιρεία προβλέπεται μόνον κατά το στάδιο της εκτελέσεως/κατασκευής του έργου, δηλαδή το στάδιο που ακολουθεί την υπογραφή της συμβάσεως μεταξύ αναδόχου και κυρίου του έργου, στην προκείμενη δε περίπτωση από το ιστορικό προκύπτει ότι δεν υφίσταται σύναψη, ούτε και υπογραφή της συμβάσεως και επομένως δεν θα ήταν νόμιμη η υποκατάσταση μέλους της κοινοπραξίας που ανακηρύχθηκε μειοδότης στον επίμαχο διαγωνισμό (ομόφ.)
ΕΣ/Τμ.7/103/2010
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι τα ως άνω δύο δημοτικά έργα αποτελούν ως εκ της φύσεως, του αντικειμένου και της λειτουργίας τους ενιαίο δημοτικό έργο, καθόσον τα έργα αυτά, για τα οποία συντάχθηκαν όμοιες τεχνικές εκθέσεις – μελέτες, περιλαμβάνουν όμοιες εργασίες, ανατέθηκαν την ίδια ημερομηνία και εκτελούνται ταυτόχρονα στο ίδιο δημοτικό διαμέρισμα. Κατά συνέπεια, δεν είναι νόμιμη η κατάτμηση του ενιαίου αυτού έργου σε δύο επιμέρους έργα, με σκοπό την αποφυγή διενέργειας δημόσιου ανοικτού διαγωνισμού και την προσφυγή στη διαδικασία της απ’ ευθείας ανάθεσης, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός καθενός εξ αυτών ναι μεν δεν υπερβαίνει το ποσό των 10.271,46 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), που τίθεται από τις προαναφερόμενες διατάξεις, ως όριο για την απ’ ευθείας ανάθεση έργου σε εργοληπτική επιχείρηση, πλην όμως ο προϋπολογισμός της συνολικής τους δαπάνης ανέρχεται στο ποσό των 20.447,15 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.) που υπερβαίνει το προαναφερόμενο όριο της απ’ ευθείας ανάθεσης. Τέλος, η απευθείας ανάθεση των ανωτέρω έργων δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα ούτε στη διάταξη του άρθρου 9 παρ.2 εδ.β΄του π.δ/τος 171/1987, καθόσον δεν αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου η συνδρομή επείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε απρόβλεπτα γεγονότα, που να δικαιολογεί την απόκλιση από τη διενέργεια του τακτικού διαγωνισμού. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα δαπάνες δεν είναι νόμιμες και ως εκ τούτου αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν
ΕλΣυνΤμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/4168/2013
Εκτέλεση έργου:..ζητείται η αναθεώρηση της 3253/2013 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προεκτεθείσες νομικές σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι ορθώς τόσο το Κλιμάκιο όσο και το VI Τμήμα απεφάνθησαν ότι μη νομίμως ο αιτών Δήμος προσέφυγε στην εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης με διαγωνισμό μεταξύ περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, καθόσον δεν τήρησε την προδικασία που θέτουν οι προπαρατεθείσες διατάξεις για τη νόμιμη προσφυγή στην εν λόγω διαδικασία και δεν αιτιολόγησε πλήρως και επικαίρως την ανάγκη προσφυγής σε αυτήν. Και ναι μεν εκδόθηκαν μεταγενεστέρως η 10/21.10.2011 γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου Δημοσίων Έργων ... περί της ειδικής φύσεως του έργου και η 2/24.2.2012 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, με την οποία εγκρίθηκε ο χαρακτηρισμός του έργου ως ειδικής φύσης και «συμπληρώθηκε η αιτιολόγηση» της 123/2010 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του πρώην Δήμου .., πλην όμως αυτές δεν δύνανται να θεραπεύσουν την έλλειψη αιτιολογίας της αρχικής απόφασης προσφυγής στην εξαιρετική αυτή διαδικασία, πρωτίστως διότι δεν εκδόθηκαν, όπως απαιτείτο, πριν από την αρχική απόφαση προσφυγής στην εν λόγω διαδικασία (βλ. απόφαση παρόντος Τμήματος 2566/2013). Πέραν δε τούτου, η άνω απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής δεν μπορεί σε κάθε περίπτωση να θεραπεύσει την έλλειψη αιτιολογίας της 123/2010 απόφασης, αφού δεν περιλαμβάνει την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία ως προς το χαρακτηρισμό του έργου ως «ειδικής φύσης» ούτε εξειδικεύει τους λόγους, για τους οποίους οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις, που προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν στον ως άνω διαγωνισμό, ήταν οι μόνες που μπορούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του συγκεκριμένου έργου, ώστε να καθίσταται δικαιολογημένη η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία του άρθρου 3 περ. γ΄ του ν. 3669/2008. Εξ άλλου, ούτε στην απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ούτε στην απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής, με τις οποίες αποφασίστηκε η πρόσκληση δέκα εργοληπτικών επιχειρήσεων για να μετάσχουν στο διαγωνισμό, ούτε και στην 28/2013 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, με την οποία προσκλήθηκαν εντέλει τέσσερις από τις ανωτέρω επιχειρήσεις, και συγκεκριμένα εκείνες των οποίων οι προσφορές είχαν γίνει αποδεκτές σε προηγούμενο στάδιο του διαγωνισμού, αναφέρονται οι ειδικοί λόγοι για τους οποίους η εκτέλεση του έργου είναι δυνατή μόνο από τις επιχειρήσεις αυτές.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναθεωρήσεως, η αίτηση του Δήμου ... περί αναθεωρήσεως της 3253/2013 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να απορριφθεί.
ΕλΣυν/Τμ4/130/2010
Όπως παγίως γίνεται δεκτό από το παρόν Τμήμα, κατά την έννοια των παρατεθεισών διατάξεων η ανάθεση συμπληρωματικών εργασιών στον ανάδοχο του ήδη εκτελούμενου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία που εφαρμόζεται μόνον όταν συντρέχουν οι τασσόμενες από τις διατάξεις αυτές προϋποθέσεις, πρωταρχική μεταξύ των οποίων είναι να πρόκειται για εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση του έργου. Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται εκείνα τα πραγματικά γεγονότα που, παρά το ότι κατά την εκπόνηση της μελέτης δημοπράτησης του έργου καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικώς δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, ούτως ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την αντιστοίχως συναφθείσα σύμβαση, η δε συνδρομή τέτοιων γεγονότων πρέπει να αιτιολογείται με την αναφορά αναλυτικών στοιχείων στις σχετικές με την προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων (βλ. ενδεικτ. Πράξεις 89/2007, 146, 188/2009, κ.ά. ΙV Τμ. Ελ. Συν.). Η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη, κατά το μέρος που αφορά στην εξόφληση του εργολαβικού ανταλλάγματος για τις συμπληρωματικές εργασίες που αφορούν στην αντικατάσταση της καύσιμης ύλης από πετρέλαιο σε φυσικό αέριο, παρίσταται νόμιμη, διότι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθεί η εγκατάσταση του δικτύου φυσικού αερίου. Επιπλέον, το Τμήμα κρίνει ότι δεν είναι νόμιμη η δαπάνη κατά το μέρος που αυτή αφορά στις λοιπές ως άνω εργασίες κατασκευής οικίσκου, τοποθέτησης διαχωριστικών, αποξήλωση παλαιού ανελκυστήρα, διάφορες εργασίες καθαιρέσεως και αντικατάστασης δαπέδων, αφού από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αιτιολογείται η αδυναμία έγκαιρης αντιμετώπισής τους με τη μελέτη δημοπράτησης του έργου, ωστόσο το χρηματικό ένταλμα κρίνεται θεωρητέο λόγω συγγνωστής πλάνης
ΕλΣυν.Κλ.7/303/2015
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.Δικαιολογητικά:Νόμιμη η πληρωμή του 1 ου λογαριασμού του έργου «Βελτίωση Σχολικών Εγκαταστάσεων .» από Δήμο σε Κοινοπραξία, καθόσον νομίμως υπεγράφη η σχετική σύμβαση από τα συμπράττοντα μέλη της κοινοπραξίας - η οποία νομίμως συμμετείχε στο διενεργηθέντα διαγωνισμό κατόπιν σύστασής της - παρά το γεγονός ότι δεν προσκομίσθηκε κατά την υπογραφή της, συμβολαιογραφική πράξη διορισμού κοινού εκπροσώπου, έλλειψη, η οποία πάντως καλύφθηκε με τη μεταγενέστερη προσκομιδή της προαναφερθείσας συμβολαιογραφικής πράξης ενόψει και του περιεχομένου αυτής (άρθρο 39 παρ. 3 του ν. 3669/2008, ΦΕΚ Α' 116/2008).
ΕλΣυν/Ε Κλ/147/2010
Νόμιμη η διαδικασία ανάθεσης δημοσίου έργου στην 1η μειοδότρια εργοληπτική επιχείρηση, αφού αυτή υπέβαλε πλήρη ενημερότητα πτυχίου, η οποία κάλυπτε τα ζητούμενα από τη διακήρυξη δικαιολογητικά, ενώ από τη διακήρυξη δεν προβλέπεται η συνυποβολή αποσπάσματος του βιβλίου μετόχων της εταιρείας παρά μόνο η αναλυτική κατάσταση μετόχων και μετοχών.