Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

C-187/2004 και C-188/2004

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Επειδή ο δημόσιος φορέας ANAS SpA ανέθεσε την κατασκευή και τη διαχείριση των αυτοκινητοδρόμων Valtrompia και Pedemontana Veneta Ovest στην Società per l'autostrada Brescia-Verona-Vicenza-Padova pA, με απευθείας ανάθεση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού, χωρίς να πληρούνται οι απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις, η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, και, ειδικότερα, από τα άρθρα 3, παράγραφος 1, και 11, παράγραφοι 3, 6 και 7, αυτής.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-199/1985

ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ της 10ης Μαρτίου 1987 

Λόγω της απόφασης του δήμου του Μιλάνου να προβεί σε απευθείας ανάθεση του έργου της κατασκευής ενός εργοστασίου ανακυκλώσεως των αστικών στερεών απορριμμάτων και της παράλειψης του να δημοσιεύσει προκήρυξη διαγωνισμού για το έργο στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας του Συμβουλίου 71/305, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων.


ΔΕΚ/C-539/2009

«Παράβαση κράτους μέλους – Εκδήλωση από το Ελεγκτικό Συνέδριο της πρόθεσης να διενεργήσει ελέγχους σε ένα κράτος μέλος – Άρνηση του εν λόγω κράτους μέλους – Εξουσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Άρθρο 248 ΕΚ – Έλεγχος της συνεργασίας των εθνικών διοικητικών αρχών στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας – Κανονισμός (ΕΚ) 1798/2003 – Έσοδα της Κοινότητας – Ίδιοι πόροι προερχόμενοι από τον φόρο προστιθέμενης αξίας»(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει: 1) Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αρνούμενη να επιτρέψει στο Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διενεργήσει στη Γερμανία ελέγχους σχετικά με τη διοικητική συνεργασία που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) 1798/2003 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2003, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας, και από τους κανόνες εφαρμογής του, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 248, παράγραφοι 1 έως 3, ΕΚ. 2) Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά. 3) Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα. 4) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


ΔΕΚ/C-29/2004

«Παράβαση κράτους μέλους — Άρθρα 8, 11, παράγραφος 1, και 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ — Διαδικασία συνάψεως δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών — Σύμβαση με αντικείμενο τη διάθεση των απορριμμάτων — Έλλειψη προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών» Δεδομένου ότι η σύμβαση διαθέσεως των απορριμμάτων του Δήμου του Modling συνήφθη χωρίς να τηρηθούν οι κανόνες διαδικασίας και δημοσιότητας που προβλέπουν οι συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 8, 11, παράγραφος 1, και 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, η Δημοκρατία της Αυστρίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.


ΔΕΚ/C-250/2007

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 93/38/ΕΟΚ – Δημόσιες συμβάσεις στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών – Σύναψη συμβάσεως χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού – Προϋποθέσεις – Γνωστοποίηση των λόγων απόρριψης προσφοράς – Προθεσμία»Η Ελληνική Δημοκρατία, καθυστερώντας αδικαιολόγητα να απαντήσει στο αίτημα υποψηφίου για διευκρίνιση των λόγων απόρριψης της υποψηφιότητάς του, παρέβη την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 41, παράγραφος 4, της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2001/78/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Σεπτεμβρίου 2001.


ΔΕK/C-272/1991

Η Ιταλική Δημοκρατία, αφενός, παραλείποντας να ανακοινώσει, μέσω δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αρχικώς, στις αρχές του 1990, ενδεικτική προκήρυξη, κατά ομάδες προϊόντων, του συνόλου των συμβάσεων προϋπολογιζομένου ύψους ίσου ή ανωτέρου των 750 000 ECU που το Υπουργείο Οικονομικών προετίθετο να συνάψει εντός του έτους αυτού και, στη συνέχεια, τον Νοέμβριο του 1990, πρόσκληση προς υποβολή προσφορών για την ανάθεση του συστήματος αυτοματοποιήσεως του παιχνιδιού lotto και, αφετέρου, επιφυλάσσοντας τη συμμετοχή στον σχετικό διαγωνισμό μόνο σε οργανισμούς, εταιρίες, ομίλους ή κοινοπραξίες, το κεφάλαιο των οποίων, είτε χωριστά είτε ως σύνολο, ελέγχεται κατά πλειοψηφία από το δημόσιο, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 52 και 59 της Συνθήκης ΕΟΚ και τα άρθρα 9 και 17 έως 25 της οδηγίας 77/62/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 88/295/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1988.


Υπόθεση C-42/2013

Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 6ης Νοεμβρίου 2014.
Cartiera dell’Adda SpA κατά CEM Ambiente SpA.
Αίτηση του Tribunale amministrativo regionale per la Lombardia για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Δημόσιες συμβάσεις — Αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Λόγοι αποκλεισμού συμμετοχής — Άρθρο 45 — Προσωπική κατάσταση του υποψηφίου ή του προσφέροντος — Υποχρεωτική δήλωση για το πρόσωπο που ορίζεται ως «τεχνικός διευθυντής» — Παράλειψη καταθέσεως της δηλώσεως με την προσφορά — Αποκλεισμός από τον διαγωνισμό χωρίς δυνατότητα συμπληρώσεως της παραλείψεως αυτής.


C 180/2014

«Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2003/88/ΕΚ — Οργάνωση του χρόνου εργασίας — Ημερήσια ανάπαυση — Εβδομαδιαία ανάπαυση — Μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας» (...) Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο αποφασίζει:1)  Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα, κατά μέσο όρο, τις 48 ώρες και παραλείποντας να διασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας τον οποίο η περίοδος αυτή θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3 και 6 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας.


Yπόθεση C-689/2013

Υπόθεση C-689/13: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Απριλίου 2016 [αίτηση του Consiglio di Giustizia amministrativa per la Regione siciliana (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Puligienica Facility Esco SpA (PFE) κατά Airgest SpA (Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3 — Διαδικασίες προσφυγής — Προσφυγή ακυρώσεως κατά αποφάσεως περί αναθέσεως δημόσιας συμβάσεως την οποία ασκεί προσφέρων του οποίου η προσφορά δεν επελέγη — Αντίθετη προσφυγή του αναδόχου — Εθνικός νομολογιακός κανόνας κατά τον οποίο επιβάλλεται η προηγούμενη εξέταση της αντίθετης προσφυγής και, εφόσον αυτή κριθεί βάσιμη, η απόρριψη ως απαράδεκτης της κύριας προσφυγής χωρίς εξέταση της ουσίας — Συμβατό με το δίκαιο της Ένωσης — Άρθρο 267 ΣΛΕΕ — Αρχή της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης — Νομική αρχή που έχει διατυπωθεί με απόφαση της ολομέλειας του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου κράτους μέλους — Εθνική ρύθμιση που προβλέπει τον δεσμευτικό χαρακτήρα της αποφάσεως αυτής για τα τμήματα του εν λόγω δικαστηρίου — Υποχρέωση του τμήματος που επιλαμβάνεται ζητήματος σχετικού με το δίκαιο της Ένωσης, σε περίπτωση διαφωνίας με την απόφαση της ολομέλειας, να παραπέμπει το ζήτημα σε αυτή — Ευχέρεια ή υποχρέωση του τμήματος να υποβάλει αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο)


ΔΕΕ/C-601/2010

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 2004/18/ΕΚ – Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών – Συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού – Διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως» (..) (σκ.32,33) Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 και το άρθρο 31, σημείο 4, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2004/18, καθόσον εισάγουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής ασκήσεως των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη ΛΕΕ στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά, το δε βάρος αποδείξεως σχετικά με τη συνδρομή των έκτακτων περιστάσεων που δικαιολογούν την παρέκκλιση από τους εν λόγω κανόνες φέρει ο διάδικος που τις επικαλείται (βλ. αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2003, C 20/01 και C 28/01, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2003, σ. I 3609, σκέψη 58? της 18ης Νοεμβρίου 2004, C 126/03, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2004, σ. I 11197, σκέψη 23? της 11ης Ιανουαρίου 2005, C 26/03, Stadt Halle και RPL Lochau, Συλλογή 2005, σ. I 1, σκέψη 46, καθώς και της 8ης Απριλίου 2008, C 337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2008, σ. I 2173, σκέψεις 57 και 58). 33 Στο δικόγραφο της προσφυγής της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, εν προκειμένω, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η επέλευση ή η πιθανότητα επελεύσεως ενός απρόβλεπτου περιστατικού μετά την ανάθεση των επίδικων δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι οι εμπλεκόμενες αναθέτουσες αρχές μπορούσαν, προ της συνάψεως των αρχικών συμβάσεων, να προβλέψουν την ανάγκη να συμπεριληφθούν στις συμβάσεις αυτές οι σχετικές συμπληρωματικές υπηρεσίες και συγκεκριμένα, στην προκειμένη περίπτωση, η επέκταση των ζωνών πολεοδομικού σχεδιασμού. Εάν η ανάγκη μιας τέτοιας επεκτάσεως για τεχνικούς ή οικονομικούς λόγους ή για λόγους αναγόμενους στην εκτέλεση των προβλεπόμενων στην αρχική σύμβαση υπηρεσιών μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απρόβλεπτη περίσταση, οι αναθέτουσες αρχές θα είχαν την ευχέρεια να υποστηρίξουν ότι απέτυχαν κατά την εκτίμηση και τον ακριβή καθορισμό του φυσικού αντικειμένου και του περιεχομένου της αρχικής συμβάσεως και, στη συνέχεια, να προβούν στην ανάθεση συμπληρωματικών υπηρεσιών με τη σύναψη χωριστών συμβάσεων παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας. (…)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει: 1) Η Ελληνική Δημοκρατία, συνάπτοντας, κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, δημόσιες συμβάσεις με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση που είχαν συνάψει οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1997, καθώς και από τα άρθρα 20 και 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. 2) Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


c-105/2002

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2006 * Στην υπόθεση C-105/02,(...) 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφασίζει: 1) Μη εκκαθαρίζοντας κανονικά ορισμένα έγγραφα διαμετακομίσεως (δελτία TIR), με συνέπεια να μην έχουν καταχωριστεί ορθώς οι αντίστοιχοι ίδιοι πόροι ούτε να έχουν αποδοθεί στην Επιτροπή εμπροθέσμως, μη ανακοινώνοντας στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όλα τα λοιπά μη αμφισβητούμενα ποσά δασμών που έτυχαν ανάλογης αντιμετωπίσεως (καταχώριση στη λογιστική Β αντί της καταχωρίσεως στη λογιστική Α) σχετικά με τη μη εκκαθάριση δελτίων TIR εκ μέρους των γερμανικών τελωνείων από το 1994 και έως την τροποποίηση της αποφάσεως του Ομοσπονδιακού Υπουργού Οικονομικών της 11ης Σεπτεμβρίου 1996, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, ο οποίος αντικαταστάθηκε, από 31ης Μαίου 2000, από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.