Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΕΔ/2/2012

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2362/1995, 4270/2014

Ουσιαστική συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 91 παρ. 3 του Ν. Δ/τος 321/1969, η οποία ανέκυψε με την έκδοση αντιθέτων αποφάσεων της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου.(...)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αίρει την αμφισβήτηση που ανέκυψε από τις αποφάσεις 954/2011 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και 1270/1983 του Αρείου Πάγου και εμμέσως και από τις υπ' αριθμ. 882/1980, 1294/1983, 941/1988, 535/1992 1010/1993 1110/1994 όμοιες του Αρείου Πάγου ως προς την ουσιαστική συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 91 παρ. 3 του ν.δ/τος 321/1969.

 Αποφαίνεται ότι η διάταξη του άρθρου 91 παρ. 3 του ν.δ/τος 321/1969, δεν αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Β.Δ 772/1972

Περί επεκτάσεως ενίων διατάξεων του Ν.Δ/τος 321/1969 «περί κώδικος Δημοσίου Λογιστικού» επί των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.(Καταργήθηκε με το Ν.Δ. 496/1974)


Β.Δ 776/1972

Περί εκτάσεως ενίων διατάξων του Ν.Δ/τος 321/1969 «περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού» επί των Νομικών Προσώπων Δημοσίου  Δικαίου.(Καταργήθηκε με το Ν.Δ. 496/1974)


ΠΟΛ.1154/2016

Συστηματική παρουσίαση των διατάξεων περί παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου των Ν. 4270/2014, Ν.4174/2013, Ν. 2362/1995, Ν.Δ. 321/1969 και άλλων νομοθετημάτων.(ΑΔΑ:ΩΥ4ΟΗ-2ΕΟ)


ΕΣ/Τ4/83/2002

Αίτήση τράπεζας (Στην οποία είχε εκχωρηθεί απαίτηση)με αίτημα αναγνώρισης και πληρωμής της εν λόγω απαίτησης, αφού κατά τις προπαρατεθείσες διατάξεις τόσο του προϊσχύοντος ν.δ/τος 321/1969, όσο και του ισχύοντος ν. 2362/1995, δεν απαιτείται πανηγυρικός τύπος στην αίτηση για τη διακοπή της παραγραφής, ούτε ορίζεται συγκεκριμένο περιεχόμενο αυτής, διακόπτει την παραγραφή


Π.Δ.38/2014

Τροποποίηση του Π.Δ/τος 180/1983 (A΄71) «Σύσταση Ειδικής Υπηρεσίας Δημοσίων Έργων (ΕΥΔΕ) για την εκτέλεση του έργου Αποχέτευσης και Επεξεργασίας Λυμάτων Μείζονος Πρωτεύουσας», όπως τροποποιημένο ισχύει.


Π.Δ.155/2013

Τροποποίηση του αριθ. 151/1998 π.δ/τος (Α΄ 116) - Διαδικασία εξόφλησης χρηματικών ενταλμάτων από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου.

Ν.4446/2016,ΦΕΚ-240/Α/22.12.2016 άρθρο 91: Άρθρο 91 Καταργούμενες διατάξεις Οι διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων 151/1998 (Α΄116) και 155/2013 (Α΄245) καταργούνται. Έναρξη ισχύος  Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 76-93 αρχίζει από 1.1.2017, ενώ των άρθρων 94-96 αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.  


ΕΣ/Τ6/46/2007

Δημόσια έργα.ΙΙΙ. Ο ν. 1418/1984 «Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α΄ 23), στο άρθρο 4 παρ. 2 ορίζει : «Τρόποι επιλογής της εργοληπτικής επιχείρησης για την κατασκευή του έργου είναι : α) ... β) ... γ) Η απευθείας ανάθεση ή διαγωνισμός μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλούμενων εργοληπτικών επιχειρήσεων. Ο τρόπος αυτός αποτελεί εξαιρετική διαδικασία και εφαρμόζεται όταν συντρέχει μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπει το άρθρο 86 του Ν.Δ. 321/1969 (ΦΕΚ Α΄ 205), όπως κάθε φορά ισχύει και σε ειδικές περιπτώσεις, όπως σε περίπτωση θεομηνίας, σοβαρού επικείμενου κινδύνου, μοναδικότητας του κατασκευαστή, συνέχισης εργασιών ύστερα από έκπτωση του αναδόχου ή διάλυσης της εργολαβικής σύμβασης (...)». Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 86 του ν.δ/τος 321/1969 καταργήθηκε με το άρθρο 17 παράγραφος 1 περ. β’ του ν. 1797/1988, ενώ η παράγραφος 2 της 2043748/519/0026/22.5.1989 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 388), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 11 του ν. 1881/1990 (ΦΕΚ Α΄ 42), αναφέρει : «Ειδικές διατάξεις που παραπέμπουν στα άρθρα 86 του ν.δ. 321/1969 (…), νοούνται εφεξής ότι παραπέμπουν στα κατ’ ιδίαν άρθρα του ν. 1797/1988». Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 εδ. γ΄ του ν. 1418/1984, η οποία παρέπεμπε στο άρθρο 86 του ν.δ/τος 321/1969, παραπέμπει πλέον στις ανάλογες διατάξεις περί αναθέσεως προμηθειών με διαπραγμάτευση του ν. 2286/1995 «Προμήθειες του δημοσίου τομέα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α΄ 19), ο οποίος ισχύει μετά την κατάργηση του ν. 1797/1988 και ορίζει στο άρθρο 2 ότι : «(…) 12. Οι διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων προμηθειών διακρίνονται σε συνοπτικές, ανοικτές, κλειστές και με διαπραγμάτευση : (…) δ) Με διαπραγμάτευση (εξαιρετική ή απευθείας ανάθεση) είναι η διαδικασία που οι επί μέρους φορείς προσφεύγουν στους προμηθευτές της επιλογής τους και διαπραγματεύονται τους όρους των υπό σύναψη συμβάσεων με έναν ή περισσότερους από αυτούς, με ή χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού». Από το συνδυασμό των προεκτεθεισών διατάξεων συνάγεται ότι ο διαγωνισμός μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλουμένων εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως τρόπος επιλογής αναδόχου για την κατασκευή έργου, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης, εφαρμοζόμενη στις περιπτώσεις που ορίζονται ρητά από το νόμο, μεταξύ των οποίων αναφέρεται και η απειλή επέλευσης σοβαρού κινδύνου, όπως είναι ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, μη οφειλομένου σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, η αποτροπή του οποίου επιβάλλει την άμεση έναρξη εκτέλεσης του έργου και την εντός σύντομου χρόνου αποπεράτωση αυτού (Πράξεις VI Τμ. 140/2006, 102/2005). Περαιτέρω, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για τη διενέργεια διαγωνισμού με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως διοικητική πράξη αιτιολογητέα από τη φύση της, αφού εκδίδεται κατ’ εφαρμογή εξαιρετικών διατάξεων, πρέπει, βάσει γενικής αρχής του διοικητικού δικαίου, να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, υπό την έννοια ότι οι ειδικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαιρετικής αυτής διαδικασίας επιλογής αναδόχου αρκεί να προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητάς της από το Δικαστήριο (Πράξη VII Τμ. 196/2006).


ΣτΕ/1620/2011

Για τους εκτεθέντες στις προηγούμενες σκέψεις (6 και 8) δύο λόγους, αυτοτελώς λαμβανόμενους υπόψη, οι οποίοι δεν είχαν εκτιμηθεί από τις προαναφερόμενες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του ΕΔΔΑ, η ρύθμιση του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Συνεπώς, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, κρίνοντας αντιθέτως, έσφαλε και για τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο αναιρέσεως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του θα ήταν αναιρετέα. Λόγω, όμως, της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος και της εν τω μεταξύ, αντίθετης προς την απόφαση 1663/2009 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας νομολογίας επ' αυτού του Αρείου Πάγου (βλ. ΑΠ 1127,1128/2010) πρέπει το εν λόγω ζήτημα, της συμφωνίας του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. β΄ του π.δ.18/1989.


ΣΤΕ/833/2010

Επειδή, το Β2 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την … απόφαση, παρέπεμψε στην τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κατ’ άρθρο 563 παρ.2 εδ. β΄ του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας το λόγο της αίτησης αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου που έπληττε την κρίση της … απόφασης του Εφετείου Αθηνών ως προς την αναγνώριση οφειλής από το Δημόσιο τόκων στην περίπτωση μετατροπής (περιορισμού) της εναντίον του αγωγής από καταψηφιστική σε αναγνωριστική, λόγω δημιουργίας ζητήματος γενικότερου ενδιαφέροντος εξαιτίας της διαφορετικής ερμηνευτικής προσέγγισης του όρου « αγωγή » στη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … από τον Αρειο Πάγο και το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ.2 του Συντάγματος. Με τη 10/2008 απόφαση η τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε τα εξής : από τη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345 και 346 Α.Κ προκύπτει ότι επί χρηματικής οφειλής του Δημοσίου μοναδικό γενεσιουργό λόγο της υποχρεώσεως αυτού προς πληρωμή τόκων υπερημερίας αποτελεί η επίδοση αντιγράφου αγωγής. Ως «αγωγή» νοείται εν προκειμένω η καταψηφιστική αγωγή, η επίδοση της οποίας επιφέρει έναρξη τοκοφορίας. Η επίδοση καταψηφιστικής αγωγής, της οποίας το αίτημα περιορίστηκε εν συνεχεία σε απλώς αναγνωριστικό, δεν αρκεί για να γεννηθεί η υποχρέωση του Δημοσίου προς τοκοδοσία κατά το άρθρο 346 Α.Κ, αφού η αγωγή αυτή θεωρείται μη ασκηθείσα ως προς το καταψηφιστικό της αίτημα (άρθρο 295 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου, η επίδοσή της εξακολουθεί μεν να ισχύει ως όχληση, δεν γεννά όμως υποχρέωση του Δημοσίου για πληρωμή τόκων υπερημερίας κατά τα άρθρα 340 και 345 Α.Κ. Και τούτο, διότι η υποχρέωση αυτή δεν γεννάται με την όχληση αλλά μόνο με την επίδοση της αγωγής. Τελικώς ο Άρειος Πάγος, με την προαναφερόμενη απόφασή του , δέχθηκε ότι το εφετείο με την κρίση του ως προς την αναγνώριση οφειλής τόκων από το Δημόσιο παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τη διάταξη του άρθρου 21 του ως άνω Κώδικα  και έκρινε βάσιμο τον παραπεμφθέντα στην Ολομέλεια λόγο αναιρέσεως με τον οποίο, υπό την επίκληση του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, καταλογιζόταν στο εφετείο η ανωτέρω πλημμέλεια. Η κρίση όμως αυτή του Αρείου Πάγου ως προς την έννοια του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι αντίθετη προς την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας την εκφερόμενη με την παρούσα απόφαση· .. Η αναφορά δε στην απόφαση αυτή και των διατάξεων των άρθρων 340, 341, 345 και 346 του Αστικού Κώδικα έγινε, όχι υπό την εκδοχή ότι και αυτές διέπουν την επί την επίδικη περίπτωση και τυγχάνουν συνεφαρμοστέες, αλλά προς αιτιολόγηση του πορίσματος, στο οποίο κατέληξε το ανώτατο αυτό δικαστήριο καθ΄ ερμηνεία της –μόνης εφαρμοσθείσης- διατάξεως του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου και δε διαφοροποιεί σε τίποτε το νομικό ζήτημα που αντιμετώπισε η απόφαση αυτή από το ίδιο ακριβώς νομικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, το ζήτημα δηλαδή της οφειλής από το Δημόσιο νόμιμων τόκων σε περίπτωση άσκησης κατ’ αυτού αναγνωριστικής αγωγής .. Επομένως, πρέπει να παραπεμφθεί το ζήτημα της έννοιας της διάταξης του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο για να αρθεί η πιο πάνω αμφισβήτηση σύμφωνα με τα άρθρα 100 παρ.1 περίπτ. ε΄ του Συντάγματος και 48 παρ.2 του Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου...


ΣτΕ/ΟΛΟΜ/953/2011

H διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 δεν θα έπρεπε να εφαρμοσθεί ως αντισυνταγματική, και, ως εκ τούτου, ανίσχυρη, με συνέπεια οι απαιτήσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου από καθυστερούμενες αποδοχές ή απολαυές οποιασδήποτε φύσεως, ή αποζημιώσεις λόγω παράνομης πράξεως ή παραλείψεως της Διοικήσεως ή από αδικαιολόγητο πλουτισμό να υπόκεινται στην προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου 90 και ισχύουσα για όλες τις άλλες χρηματικές αξιώσεις κατά του Δημοσίου πενταετή παραγραφή..7. Επειδή, ενόψει του ανακύπτοντος ζητήματος της συμφωνίας ή μη προς το Σύνταγμα της διατάξεως του άρθρου 90 παρ. 3 του ν. 2362/1995 και της υπάρξεως αποφάσεων του Αρείου Πάγου (Α.Π. 588/2007, 145, 250, 363/2006), που δέχονται ως προς το ζήτημα αυτό, γνώμη αντίθετη προς εκείνη, η οποία έγινε δεκτή στην πέμπτη σκέψη, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίνει ότι πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της κρινομένης υποθέσεως και να παραπεμφθεί το ζήτημα τούτο στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 1 περ. ε΄ του Συντάγματος και το άρθρο 48 παρ. 2 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 345/1976 (ΦΕΚ Α΄ 141) Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, προς άρση της αμφισβητήσεως.