Α.Π./566/1980
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΑΔΙΚΟΠΡΑΞΙΑ-ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ (...)Επειδή, τά έν τώ τετάρτω λόγω τού αναιρετηρίου διαλαμβανόμενα ώς προβληθέντα καί ενώπιον τού Εφετείου περιστατικά, καθ' ά ο αναιρεσείων προσέφερε τάς επιστημονικάς του υπηρεσίας παρά τώ εναγομένω Νοσηλευτικώ Ιδρύματι επί 25ετίαν όλην ώς υπάλληλός του, επιστημονικός διευθυντής καί μοναδικός εκτελεστής τού αναισθησιολογικού του Τμήματος έν τή υπηρεσία τού οποίου εκλονίσθη η υγεία του καί έξ ού απεχώρησε συνταξιοδοτηθείς ώς καρδιοπαθής, ώς έκ τής ανθυγιεινής εργασίας του ώς αναισθησιολόγου, ότι ούτος, υπό υπηρεσιακήν πάντοτε εξάρτησιν έκ τούτου τελών, δι' επανειλημμένων φορτικών πρός αυτό αιτήσεών του ητήσατο τήν απόδοσιν τών διά λογαριασμόν του εισπραχθέντων κατά τό κρίσιμον διάστημα χρηματικών ποσών της ιδιαιτέρας του αμοιβής, ων τήν καταβολήν υπέσχετο έν τώ μεταξύ είς τούτον, δέν καθιστώσιν καί αληθή υποτιθέμενα, καταχρηστικήν έν τή εννοία τού άρθρ. 281 Α.Κ. τήν προβολήν υπό τού εναγομένου αναιρεσιβλήτου τής ενστάσεως περί παραγραφής τής έκ τής αδικοπραξίας ώς άνω αξιώσεως τού ενάγοντος αναιρεσείοντος καί επομένως τό δικάσαν Εφετείον, απορρίψαν ώς αβάσιμον νόμω τήν σχετικήν αντένστασιν τού ενάγοντος αναιρεσείοντος έκ τού άρθρ. 281 Α.Κ., θεμελιουμένην καί επί τού, αποκρουσθέντος ώς αναληθούς, περιστατικού, στηρίζοντος τήν επικουρικήν αξίωσιν τούτου έκ τού αδικαιολογήτου πλουτισμού, της εισπράξεως δηλονότι υπό τού εναγομένου παρά τών είς τό Νοσοκομείον του νοσηλευθέντων ιδίαις δαπάναις ασθενών, κατά τό κρίσιμον διάστημα, τών σχετικών, συνιστώντων τήν ιδιαιτέραν αμοιβήν τού ενάγοντος, ποσών, ουδόλως παρεβίασεν ευθέως ή έκ πλαγίου, τήν προμνησθέισαν διάταξιν τού άρθρου 281 Α.Κ. καί ο περί τού εναντίου σχετικός τέταρτος λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ώς αβάσιμος, καθ' ο δέ μέτρον δι' αυτού προβάλλεται η αιτίασις περί μή λήψεως υπ' όψιν υπό τού Εφετείου απάντων τών ανωτέρω περιστατικών, ούτος απορριπτέος είναι ώς αλυσιτελής.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C-76/1981
Περίληψη 1 . Η οδηγία 71/305 τού Συμβουλίου πρέπει νά ερμηνευθεί υπό τήν έννοια οτι αντίκειται πρός αυτήν η απαίτηση ενός Κράτους μέλους από προσφέροντα εγκατεστημένο σε άλλο Κράτος μέλος να αποδείξει οτι συγκεντρώνει τούς όρους πού τάσσονται στα άρθρα 23 έως 26 της οδηγίας αυτής καί ανάγονται στην εντιμότητα και στα επαγγελματικά του προσόντα μέ άλλα μέσα , οπως είναι η άδεια εγκαταστάσεως , πλήν εκείνων πού ορίζονται από τίς εν λόγω διατάξεις . Τό αποτέλεσμα μιάς τέτοιας ερμηνείας τής οδηγίας είναι εξ άλλου σύμφωνο προς το σύστημα τών διατάξεων τής συνθήκης περί παροχής υπηρεσιών . Πράγματι , τό νά εξαρτάται σέ ενα Κράτος μέλος η εκτέλεση παροχών υπηρεσιών από μία επιχείρηση πού ειναι εγκατεστημένη σέ άλλο Κράτος μέλος από τήν κτήση αδείας εγκαταστάσεως στό πρώτο κράτος θά ειχε ως συνέπεια νά αφαιρείται κάθε πρακτικό αποτέλεσμα από τό άρθρο 59 τής συνθήκης , αντικείμενο τού οποίου ειναι ακριβώς η κατάργηση τών περιορισμών τής ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από πρόσωπα μή εγκατεστημένα στό κράτος στό έδαφος τού οποίου πρέπει νά εκτελεσθεί η παροχή . 2 . Όταν , κατά τήν γνώμη τού αναθέτοντος δημόσια έργα , οι προσφορές ενός εργολήπτου εμφανίζονται κατά τρόπο έκδηλο υπερβολικά χαμηλές εν σχέσει πρός τίς πρός εκτέλεση παροχές , τό άρθρο 29 παράγραφος 5 τής οδηγίας 71/305 υποχρεώνει τόν αναθέτοντα , πρίν αποφασίσει τήν κατακύρωση τού έργου , νά καλέσει τόν προσφέροντα νά δικαιολογήσει τίς τιμές πού προσφέρει ή νά πληροφορήσει τόν προσφέροντα , ποιές από τίς προσφορές εμφανίζονται ως υπερβολικά χαμηλές καί νά τού τάξει εύλογη προθεσμία γιά νά υποβάλει συμπληρωματικές διευκρινίσεις .
Π.Δ.196/1975
Περί εξαιρέσεως έκ του προληπτικού ελέγχου τών δαπανών έκ παροχών τών 'Ασφαλιστικών 'Οργανισμών Ν.Π.Δ.Δ. τών τελούντων υπό τήν έποπτείαν του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, ώς και τών δαπανών αποζημιώσεως ζημιών γεωργικής παράγωγης και οικογενειακών επιδομάτων του 'Οργανισμού Γεωργικών 'Ασφαλίσεων.
Β.Δ. 7-18/3/1940
Περί τής υπό τον ’Οργανισμού ‘Αλιείας έκμεταλλεύσεως τών ιχθυοτροφείων, λιμνών, θυννείων καί ιχθυοτρόφων εν γίνει υδάτων δί ένοικιάσεων.
ΣΤΕ/ΕΑ/98/2011
Προμήθεια αντιδραστηρίων ανοσολογικών εξετάσεων...Επειδή, η αιτούσα με την προδικαστική προσφυγή της είχε προβάλει και επαναλαμβάνει με την κρινόμενη αίτηση ότι το κριτήριο τη προηγούμενης εμπειρίας στη διάθεση παρομοίων αντιδραστηρίων σε άλλα Νοσοκομεία, δεν συνιστά «κριτήριο αναθέσεως», κατά την έννοια τού άρθρου 51 τού πδ 60/2007, αλλά «κριτήριο ποιοτικής επιλογής», κατά την έννοια τού άρθρου 46 τού αυτού πδ και, επομένως, κατά παράβαση τών εν λόγω διατάξεων έχει περιληφθεί στα κριτήρια βαθμολογίας τής τεχνικής προσφοράς τών διαγωνιζομένων. Και αυτός ο προβαλλόμενος λόγος πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος. Τούτο δε διότι το κριτήριο αυτό, το οποίο στην επίμαχη διακήρυξη έχει τεθεί ως αυτοτελές κριτήριο βαθμολόγησης (στοιχείο 3 της ομάδας Β των κριτηρίων βαθμολόγησης) και όχι ως στοιχείο εξειδίκευσης ή απόδειξης άλλου βαθμολογητέου κριτηρίου, καθ’ ο μέρος ανάγεται σε αξιολόγηση ποσοτικών απλώς δεδομένων, που αφορούν αποκλειστικά τον αριθμό τών προηγουμένων παραδόσεων παρομοίων αγαθών, και μάλιστα αποκλειστικά σε νοσοκομεία, χωρίς άλλες διευκρινίσεις σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες παραδόσεις, δεν παρέχει ενδείξεις που να επιτρέπουν να διατυπωθεί η κρίση περί της πλέον συμφέρουσας οικονομικώς προσφοράς και, συνεπώς, δεν αποτελεί πρόσφορο κριτήριο αναθέσεως της συμβάσεως, παρά μόνον κριτήριο ποιοτικής επιλογής, δηλαδή κριτήριο που αφορά την καταλληλότητα των συμμετεχόντων στοστον διαγωνισμό να εκτελέσουν τη σύμβαση ... Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και κατά το μέρος αυτό.
Κλ.1/ΠΡΑΚΤΙΚΑ/ΣΥΝ25η,25ηα/2014
Αναδρομική καταβολή διαφορών αποδοχών.(...) α) Aπό τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση πολιτικού δικαστηρίου, με την οποία διαγιγνώσκεται αυθεντικώς η ύπαρξη σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, παρεμπιπτόντως δε και η παρανομία της διοίκησης να κατατάξει τον εργαζόμενο σε προσωρινή θέση αορίστου χρόνου αναδρομικά από το χρόνο κατά τον οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 17 του ν.2839/2000, παράγεται υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης, η οποία εξικνείται μέχρι της αναδρομικής κατάταξης του ενάγοντος στη συσταθείσα προσωρινή θέση από το χρόνο που ορίζει το ίδιο το Δικαστήριο στην απόφασή του, καθώς και του υπολογισμού του χρόνου αυτού, κατά πλάσμα δικαίου, ως διανυθέντος με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου για όλες τις έννομες συνέπειες. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Διοικητικών Δικαστηρίων, με τις οποίες η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη εξαφανίζεται έναντι πάντων και αναδρομικώς, οι ως άνω αναφερόμενες αναγνωριστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων δεν προβαίνουν σε διάπλαση της έννομης σχέσης που συνδέει τον εργαζόμενο με το Δημόσιο ούτε και σε μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτών, αλλά αντικείμενό τους αποτελεί απλώς η αυθεντική διάγνωση της ύπαρξης ή της συγκεκριμένης έννομης σχέσης. Ενόψει αυτού, η καταβολή αναδρομικών αποδοχών στον εργαζόμενο εκείνο, του οποίου η εργασιακή σχέση αναγνωρίστηκε τελεσιδίκως με δύναμη δεδικασμένου ως αορίστου χρόνου, δεν αποτελεί άμεση και ευθεία απόρροια του δεδικασμένου αυτού, αλλά, αντιθέτως, έμμεση αντανακλαστική συνέπειά του διότι η καταδίκη του εναγομένου εργοδότη στην καταβολή αποδοχών δεν αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής κρίσης και, ως εκ τούτου, δεν κατελήφθη από την περί δεδικασμένου δέσμευση κατά τα ως άνω. β) Υπό το πρίσμα αυτό, η καταβολή αναδρομικών αποδοχών δεν συνιστά την αναγκαία πράξη προσήκουσας συμμόρφωσης της Διοίκησης προς το περιεχόμενο της εν λόγω δικαστικής απόφασης και, ως εκ τούτου, η τελευταία δεν δύναται να αποτελέσει νόμιμο και πλήρες δικαιολογητικό της απαίτησης του φερόμενου ως δικαιούχου σε βάρος του οικείου φορέα. Η καταβολή αποδοχών για το χρονικό διάστημα της αναδρομής αποτελεί έμμεση αντανακλαστική συνέπεια της αναγνωριστικής απόφασης, υπό την έννοια ότι εφόσον η φερόμενη ως δικαιούχος δεν απασχολήθηκε από το Δημόσιο ως εργαζόμενη αορίστου χρόνου, το τελευταίο κατέστη υπερήμερο ως προς την αποδοχή της εργασίας της και οφείλει να της καταβάλει αποδοχές καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της υπερημερίας, σύμφωνα με το άρθρο 656 του Α.Κ., η τελευταία έχει εκ της συμβάσεως πλέον αξίωση για την καταβολή των αναδρομικών διαφορών αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων δώρων εορτών και επιδομάτων αδείας, υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι η σύμβασή της δεν έχει καταγγελθεί. Και ναι μεν η αξίωσή της δύναται να ικανοποιηθεί από τον αρμόδιο φορέα κατόπιν αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου προς την αρμόδια αρχή πληρωμής, χωρίς να απαιτείται να μεσολαβήσει προηγούμενη δικαστική κρίση κατόπιν άσκησης αγωγής από αυτήν, πλην όμως η ικανοποίησή της υπόκειται στην προβλεπόμενη από το άρθρο το άρθρο 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού διετή παραγραφή, που εκκινεί από το χρόνο γένεση εκάστης αξίωσης και όχι από τη δημοσίευση της απόφασης του Εφετείου, με την οποία αναγνωρίστηκε η φύση της εργασιακής της σχέσης με το Δημόσιο ως αορίστου χρόνου.