552130/2022
Τύπος: Εγκύκλιοι
Παροχή διευκρινήσεων περί του χρόνου παραγραφής των δικαιωμάτων που απορρέουν από την εφαρμογή του με α. π. 384846/01.10.2021 Γενικού Εγγράφου του e-Ε.Φ.Κ.Α. για την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών μητέρων-μισθωτών ασφαλισμένων κατά το χρόνο λήψης άδειας με αποδοχές.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
304941/2020
Παροχή διευκρινήσεων σχετικά με την κατάταξη σε ασφαλιστικές κλάσεις των αμειβομένων μισθωτών με κυμαινόμενες αποδοχές – τεκμαρτά ημερομίσθια». ΑΔΑ:6ΖΓΨ46ΜΑΠΣ-ΖΝ5
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/26/2020
Καταβολή αποζημίωσης στον Διοικητή, Υποδιοικητή και μέλη ΔΣ γα συμμετοχή σε συνεδριάσεις ...Σύμφωνα, όμως, με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, οι φερόμενοι ως δικαιούχοι δεν δικαιούνται να λάβουν την αποζημίωση αυτή, καθόσον η συμμετοχή τους στο όργανο αυτό συνιστά ενάσκηση των κύριων καθηκόντων τους, για την οποία λαμβάνουν μηνιαίες αποδοχές. Εξάλλου, η Κ.Υ.Α. Φ.ΕΦΚΑ/οικ.5579/245/21.3.2017 κατά το μέρος που εντάσσει το Διοικητή καθώς και τους Υποδιοικητές του Ε.Φ.Κ.Α. μεταξύ των προσώπων που δικαιούνται την επίμαχη αποζημίωση, είναι ανίσχυρη ως εκδοθείσα καθ’ υπέρβαση της παρεχόμενης από τη το άρθρου 57 παρ.14 του ν. 4387/2016 εξουσιοδότησης. Τέλος, το γεγονός ότι οι συνεδριάσεις του Δ.Σ. του Ε.Φ.Κ.Α. πραγματοποιούνται εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας δεν δικαιολογεί την καταβολή της επίμαχης αποζημίωσης, αφού σε κάθε περίπτωση η συμμετοχή του Διοικητή και των Υποδιοικητών στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. του Ταμείου συνιστά ενάσκηση των κύριων καθηκόντων τους, για την οποία δεν καθιερώνεται από το νόμο ωράριο εργασίας ούτε η δυνατότητα λήψης αποζημίωσης λόγω υπερωριακής απασχόλησης. Σε αντάλλαγμα επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της κανονιστικής διοίκησης ο καθορισμός των μηνιαίων αποδοχών τους με μόνο όριο το ύψος των αποδοχών του Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 28 παρ. 1 και 2του ν. 4354/2015.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/194/2019
Καταβολή αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης...Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση του ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της, ήτοι από 16.11.2012. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Τούτο διότι, κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 204 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. (ν. 3584/2007), η συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης σύνταξης, ήτοι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ούτε η λήψη της σύνταξης συνιστά προϋπόθεση για τη γέννηση της αξίωσης ως προς την καταβολή της τελευταίας (ΕΣ Ι Τμ. πράξη 19/2017, πρβλ. ΑΠ 1359/2015). Διότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄. (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση του εν λόγω υπαλλήλου του Δήμου για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης της υπαλλήλου από την υπηρεσία, ήτοι από το χρόνο έκδοσης της οικείας διαπιστωτικής πράξης αποχώρησής του, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, αρχόμενη από τις 16.11.2012, θα συμπληρωνόταν στις 17.11.2014, ήτοι σε χρόνο πριν την υποβολή της 18177/7.9.2018 αίτησης του φερόμενου ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν – κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις – ότι η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η διετής παραγραφή – εν προκειμένω – δεν συμπληρώθηκε στις 17.11.2014. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εν τοις πράγμασι και επομένως, απολαμβάνουσας συνταγματικής προστασίας εμπιστοσύνης της στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωση του υπαλλήλου κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση της 3743/24.4.2018 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών .... του Ε.Φ.Κ.Α., για την απονομή σε αυτόν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής, σχετ. ΕΣ Κλ.Προλ.Ελ. στο Ι Τμ. Πράξεις 244 και 245/2018). Συνεπώς, νομίμως αυτός υπέβαλε την 18177/7.9.2018 αίτησή του για να του καταβληθεί η δικαιούμενη και μη υποκύψασα στη διετή παραγραφή αξίωση αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, για να ακολουθήσουν η 1998/10.10.2018 απόφαση του Δημάρχου .... για τον καθορισμό του ύψους της και η ενταλματοποίησή της με τον ελεγχόμενο τίτλο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι κανονική και συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής θα μπορούσε να θεωρηθεί, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.
ΑΠ/182/2014 Β2 Πολιτικό Τμήμα
Διετής παραγραφή αξιώσεων για μισθούς. Στην προκειμένη περίπτωση, το αναιρεσείον, με την ένδικη αίτηση αναιρέσεως, υπό την επίκληση του άρθρου 560 αρ.1 ΚΠολΔ, αποδίδει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε κατ' έφεση, την πλημμέλεια της παραβιάσεως ουσιαστικών διατάξεων και ειδικότερα αυτών των άρθρων 90 παρ.3 και 94 εδ. δ' του ν. 2362/1995 "περί Δημοσίου Λογιστικού", γιατί, αν και οι ένδικες απαιτήσεις των αναιρεσιβλήτων, οι οποίες επιδικάσθηκαν σ' αυτούς, αφορούσαν αποδοχές αδείας και επίδομα αδείας από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας για το έτος 2001 και κατά το χρόνο ασκήσεως της ένδικης αγωγής είχαν υποκύψει στη διετή παραγραφή του άρθρου 90 παρ.3 του ως άνω νόμου, πράγμα το οποίο λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, εν τούτοις η αγωγή έγινε δεκτή, χωρίς το δικαστήριο της ουσίας να λάβει υπ' όψη, όπως είχε αυτεπάγγελτη υποχρέωση, την εν λόγω παραγραφή. Με το περιεχόμενο αυτό και σύμφωνα με τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο, η ένδικη αίτηση είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη, διότι δεν αναφέρεται σ' αυτήν ότι ο εν λόγω, περί παραγραφής, ισχυρισμός προβλήθηκε στο δικαστήριο, που δίκασε κατ' έφεση, άσχετα προς το αν λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπάγγελτα, καθόσον αυτός δεν αφορά στη δημόσια τάξη, με την ανωτέρω έννοια, αλλά (αφορά) στις (ιδιωτικού δικαίου) σχέσεις μεταξύ του Δημοσίου και μισθωτών αυτού (ΑΠ 1813/2011). Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της εφέσεως, που είχε ασκήσει το αναιρεσείον κατά της πρωτόδικης απόφασης, τέτοιος ισχυρισμός δεν είχε προβληθεί για τα κονδύλια των αποδοχών και του επιδόματος αδείας έτους 2001, αλλά μόνο γι' αυτά των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα του έτους 2001, ως προς τα οποία (σύμφωνα και με τις αναλυτικές παραδοχές που αναφέρονται στην επόμενη σκέψη) έγινε δεκτός. (...)ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 14-10-2011 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου περί αναιρέσεως της 6884/2010 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/244/2018
Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησής: Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση της ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της, ήτοι από 10.9.2014. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Τούτο διότι, κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 204 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. (ν. 3584/2007), η συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης σύνταξης, ήτοι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ούτε η λήψη της σύνταξης συνιστά προϋπόθεση για τη γέννηση της αξίωσης ως προς την καταβολή της τελευταίας (ΕΣ Ι Τμ. πράξη 19/2017, πρβλ. ΑΠ 1359/2015). Συναφώς, απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός του Δήμου ότι έχουν καταργηθεί οι διατάξεις του άρθρου 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημόσιου Λογιστικού (ν. 2362/1995) και ισχύουν εκείνες των άρθρων 140 και 141 του ν. 4270/2014, αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επίμαχη ρύθμιση εξακολουθεί να ισχύει για σχετικές αξιώσεις που έχουν γεννηθεί πριν από την 1.1.2015, (όπως εν προκειμένω), σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του άρθρου 183 παρ. 2 περ. γ του ν. 4270/2014 (Α΄ 143). Ωσαύτως, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η παραγραφή της εν λόγω αξίωσης αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, αφού και υπό την εκδοχή ότι αφορά στο τέλος του έτους 2014, πάλι έχει υποπέσει στην διετή παραγραφή, δοθέντος ότι η υποβολή της αίτησης της ενδιαφερομένης έγινε στις 3.7.2017. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως. (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄. (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση της εν λόγω υπαλλήλου του Δήμου για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης της υπαλλήλου από την υπηρεσία, ήτοι από το χρόνο έκδοσης της οικείας διαπιστωτικής πράξης αποχώρησής της, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, αρχόμενη από τις 11.9.2014 θα συμπληρωνόταν στις 12.9.2016, ήτοι σε χρόνο πριν την υποβολή της 10915/3.7.2017 αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν-κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις- ότι η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η διετής παραγραφή -εν προκειμένω-δεν συμπληρώθηκε στις 12.9.2016. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εν τοις πράγμασι και επομένως, απολαμβάνουσας συνταγματικής προστασίας εμπιστοσύνης της στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωση της υπαλλήλου κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση της 1460/6.6.2017 οριστικής απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ….., για την απονομή σε αυτήν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής). Συνεπώς, νομίμως αυτή υπέβαλε την 10915/3.7.2017 αίτησή της για να της καταβληθεί η δικαιούμενη και μη υποκύψασα στη διετή παραγραφή αξίωση αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, για να ακολουθήσουν η 2416/13.12.2017 απόφαση του Δημάρχου ....για τον καθορισμό του ύψους της και η ενταλματοποίησήτης με τον ελεγχόμενο τίτλο.
ΕλΣυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/10/2017
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΛΟΓΩ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ(...)Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι: Α) Ο πρώτος λόγος διαφωνίας είναι βάσιμος, καθόσον από την επομένη της ημερομηνίας αποχώρησης του ανωτέρω πρώην υπαλλήλου από την υπηρεσία (22.10.2012), οπότε και γεννήθηκε η αξίωσή του για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης από τον ανωτέρω Δήμο, δεδομένης της έλλειψης οποιασδήποτε άρνησης ή καθυστέρησης του Δήμου που να παρακώλυσε τη δικαστική της επιδίωξη, έχουν παρέλθει άπρακτα δύο (2) έτη (στις 23.10.2014), με συνέπεια η αξίωση αυτή να έχει παραγραφεί, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας (πρβλ. ΕΣ Ι Τμ. πράξη 51/2015). Είναι δε αβάσιμος ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η σχετική παραγραφή είναι πενταετής και όχι διετής, κατ΄ επίκληση της 1359/2015 απόφασης του Αρείου Πάγου και του 2/66451/0026/20.7.2016 εγγράφου του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, που περιήλθε στον Δήμο στις 13.10.2016 (αριθμ. πρωτ. 11357), με το 13023/12.10.2016 έγγραφο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Διοίκησης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης, σύμφωνα με τα οποία η κατά ν.π.δ.δ. αξίωση υπαλλήλου του με σχέση ΙΔΑΧ για λήψη της όμοιας με την επίμαχη αποζημίωσης του άρθρου 55 παρ. 1 του π.δ. 410/1988 υπόκειται στη γενική πενταετή παραγραφή της παρ. 1 του άρθρου 48 του Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (ν.δ. 496/1974) και όχι στη διετή παραγραφή της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου. Και τούτο, διότι ο χρόνος παραγραφής της κατά του ανωτέρω Δήμου επίμαχης αξίωσης του φερόμενου ως δικαιούχου του ελεγχόμενου Χ.Ε. υπαλλήλου δεν ορίζεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις του ν.δ. 496/1974 αλλά, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω στη σκέψη ΙΙ, από την διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 90 του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού (ν.2362/1995), που ορίζει ότι υπόκεινται σε διετή παραγραφή οι κατά των Δήμων αξιώσεις υπαλλήλων τους για αποζημιώσεις κάθε φύσης (ΑΠ 787/2007). Αβάσιμος είναι, επίσης, και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι, ακόμα και αν θεωρηθεί ότι η παραγραφή είναι διετής, η επίμαχη αξίωση δεν έχει παραγραφεί, δεδομένου ότι γεννήθηκε στις 18.7.2016, οπότε εκδόθηκε η οριστική απόφαση απονομής κύριας σύνταξης στον ανωτέρω υπάλληλο (1677/18.7.2007 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος …kτου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), με την οποία και διαπιστώθηκε ότι πράγματι ο υπάλληλος αυτός είχε συμπληρώσει τις προϋποθέσεις λήψης κύριας σύνταξης, καθώς, όπως έχει γίνει δεκτό με την 60/2014 πράξη του Κλιμακίου, μόνο η προμνησθείσα απόφαση και όχι η απόφαση απονομής προσωρινής σύνταξης σ΄ αυτόν από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό καταβολής της επίμαχης αποζημίωσης.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/245/2018
Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση της ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε κατά τον χρόνο λύσης της υπαλληλικής σχέσης της. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Συναφώς, απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός του Δήμου ότι έχουν καταργηθεί οι διατάξεις του άρθρου 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημόσιου Λογιστικού (ν. 2362/1995) και ισχύουν εκείνες των άρθρων 140 και 141 του ν. 4270/2014, αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επίμαχη ρύθμιση εξακολουθεί να ισχύει για σχετικές αξιώσεις που έχουν γεννηθεί πριν από την 1.1.2015, (όπως εν προκειμένω), σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του άρθρου 183 παρ. 2 περ. γ του ν. 4270/2014 (Α΄ 143). Ωσαύτως, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η παραγραφή της εν λόγω αξίωσης αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, αφού και υπό την εκδοχή ότι αφορά στο τέλος του έτους 2014, πάλι έχει υποπέσει στην διετή παραγραφή, δοθέντος ότι η υποβολή της αίτησης της ενδιαφερομένης έγινε στις 6.3.2018. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α., από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄ (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης του ενδιαφερομένου από την υπηρεσία, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, θα συμπληρωνόταν, εν προκειμένω, σε χρόνο πριν την υποβολή της 3589/6.3.2018 αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν-κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις- ότι η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αξίωση αυτή δεν υπέπεσε στη διετή παραγραφή. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και, ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης της εν λόγω υπαλλήλου στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωσή της κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση τηςτης 372/30.1.2018 απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος ΕΦΚΑ Ηρακλείου, για την απονομή σε αυτήν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής). Συνεπώς, νομίμως αυτή υπέβαλε την 3589/6.3.2018 αίτηση για να της καταβληθεί η εν λόγω αποζημίωση. Εξάλλου, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη 4 και όπως βασίμως ο Δήμος προβάλλει, η ανωτέρω απόφαση ανάληψης της δημοσιονομικής υποχρέωσης εκδόθηκε νομίμως, μετά την έκδοση της 84/7.3.2018 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Αγίου ...., περί καθορισμού του ποσού της επίμαχης αποζημίωσης, καθώς η τελευταία αποτελεί το νόμιμο έρεισμά της.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/62/2017
Αποζημίωση υπαλλήλου ΙΔΑΧ λόγω συνταξιοδότησής. (..) Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι Υπάλληλος Δήμου (ΟΤΑ) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ), ο οποίος δεν έχει υπαχθεί στην ασφάλιση του Δημοσίου για κύρια σύνταξη και έχει αποχωρήσει από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων λήψης κύριας σύνταξης, έχει αξίωση κατά του Δήμου για αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 204 του ΚΚΔΚΥ, η οποία παραγράφεται μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την επομένη της ημερομηνίας γένεσής της, που είναι η ημερομηνία που συντελείται το πραγματικό γεγονός της αποχώρησης του υπαλλήλου από την υπηρεσία, εκτός αν η δικαστική επιδίωξη της αξίωσης παρακωλύεται από σχετική άρνηση ή καθυστέρηση του Δήμου...(..)Με δεδομένα αυτά η αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου πρώην υπαλλήλου του Δήμου ... έχει παραγραφεί, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την αναπληρώτρια Επίτροπο, καθόσον από την επομένη της ημερομηνίας αποχώρησης του ανωτέρω υπαλλήλου από την υπηρεσία (7.1.2013), οπότε και γεννήθηκε η αξίωσή του για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης από τον προαναφερθέντα Δήμο, δεδομένης της έλλειψης οποιασδήποτε άρνησης ή καθυστέρησης του Δήμου που να παρακώλυσε τη δικαστική της επιδίωξη, συμπληρώθηκε στις 8.1.2015 η παρέλευση άπρακτων δύο (2) ετών. Περαιτέρω, είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η σχετική παραγραφή είναι πενταετής και όχι διετής κατ’ επίκληση της 1359/2015 απόφασης του Αρείου Πάγου και του 2/66451/0026/20.7.2016 εγγράφου του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τα οποία η κατά ν.π.δ.δ. αξίωση υπαλλήλου του με σχέση ΙΔΑΧ για λήψη της όμοιας με την επίμαχη αποζημίωσης του άρθρου 55 παρ. 1 του π.δ. 410/1988 (Α΄ 191) υπόκειται στη γενική πενταετή παραγραφή της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (ν.δ. 496/1974) και όχι στη διετή παραγραφή της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου. Αυτό διότι, κατά το άρθρο 276 παρ. 2 του Kώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, για το χρόνο παραγραφής της επίμαχης αξίωσης του φερόμενου ως δικαιούχου του ελεγχόμενου Χ.Ε. πρώην υπαλλήλου κατά του Δήμου ... εφαρμοστέα είναι η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 90 του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού (ν.2362/1995), σύμφωνα με την οποία οι αξιώσεις των υπαλλήλων (του Δήμου εν προκειμένω) για αποζημιώσεις κάθε φύσης, συνεπώς και της επίμαχης, που δεν είναι μέρος των αποδοχών του υπαλλήλου, ούτε απολαβή, υπό την έννοια της παροχής που δίδεται ως αντάλλαγμα για την προσφερόμενη εργασία, ούτε και αποζημίωση λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού, αλλά φέρει χαρακτήρα έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης αυτού κατά την αποχώρησή του από την υπηρεσία (πρβλ. ΑΠ 1359/2015), υπόκεινται σε διετή παραγραφή.
ΝΣΚ/48/2022
Ερωτάται: 1. Εάν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3863/2010, όπως αυτές συμπληρώθηκαν με τα άρθρα 39 και 40 του ν. 3996/2011, στην περίπτωση δικαιούχου προσυνταξιοδοτικής παροχής από το τ.ΕΤΑΤ, ο οποίος: α) αποχώρησε οικειοθελώς από την Τράπεζα στις 14-07- 2010, β) με την υπ΄ αριθμ. 1134/21-02-2011 αίτησή του ζήτησε προσυνταξιοδοτική παροχή από το τ.ΕΤΑΤ με αναστολή της καταβολής της έως την συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας του, γ) με υποβληθείσα στο τ.ΕΤΑΤ στις 21-07-2011 αίτησή του ζήτησε την αναγνώριση, με βάση τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 ε΄ του καταστατικού του τ.ΤΕΑΠΕΤΕ, πλασματικού χρόνου κενών διαστημάτων και χρόνου ασφάλισης παιδιών, τον οποίο (πλασματικό χρόνο) είχε αναγνωρίσει στο τ.ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σύμφωνα με τις ειρημένες διατάξεις (των άρθρων 10 του ν. 3863/2010, και 39 έως 40 του ν. 3996/2011), αίτημα που υιοθέτησε τελικώς το τ.ΕΤΑΤ, το οποίο, με την υπ΄ αριθμ. 1012/261ης Συν./4-4-2012 απόφασή του προχώρησε στην αναγνώριση των ανωτέρω χρόνων, αν και δεν είχε προηγηθεί η εξόφληση στο τ.ΙΚΑ-ΕΤΑΜ της σχετικής εισφοράς αναγνώρισης και παρά το γεγονός ότι ο συνολικός χρόνος αναγνωρίσεων υπερέβαινε τα πέντε έτη, 2. Εάν το τ.ΕΤΑΤ, ορθώς αναγνώρισε για θεμελίωση τον πλασματικό χρόνο κενού χρονικού διαστήματος, μετά την αποχώρηση του ανωτέρω από την Τράπεζα, παρά τα αντιθέτως οριζόμενα στα άρθρα 7 παρ. 6 και 15 παρ. 1 του καταστατικού του τ.ΤΕΑΠΕΤΕ, καθώς και εάν ο ανωτέρω είχε δικαίωμα λήψης της προσυνταξιοδοτικής παροχής, πριν την συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας του, με αναγνώριση χρόνου ασφάλισης μετά την αποχώρηση από την Υπηρεσία, 3. Εάν οφείλει το τ.ΕΤΑΤ νυν e-ΕΦΚΑ να καταβάλει επίδομα τέκνων, στον ανωτέρω, ο οποίος ήταν άγαμος γονέας που είχε αναγνωρίσει με δικαστική απόφαση δύο τέκνα, χωρίς ωστόσο να του έχει ανατεθεί η επιμέλειά τους, 4. Σε περίπτωση που ο ανωτέρω δεν είχε δικαίωμα να αναγνωρίσει για θεμελίωση προσυνταξιοδοτικής παροχής κενό χρόνο ασφάλισης μετά την αποχώρησή του από την Υπηρεσία, εάν υπάρχει, με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 137 του ν. 3655/2008 περί παραγραφής, η δυνατότητα επιστροφής των εισφορών αναγνώρισης ή τυγχάνουν εφαρμογής τα οριζόμενα στην με αριθμό 87/2014 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, για προσαύξηση του χρόνου αυτού επί της προσυνταξιοδοτικής παροχής.(....)Δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση του ασφαλισμένου του ερωτήματος οι διατάξεις του ν. 3863/2010, όπως αυτές συμπληρώθηκαν με τα άρθρα 39 και 40 του ν. 3996/2011, ούτε αμέσως, αλλ΄ ούτε και εμμέσως (δια του ρηθέντος άρθρου 22 παρ. 1ε του Καταστατικού του ΤΕΑΠΕΤΕ). Τούτο δε, διότι οι διατάξεις αυτές, εκτός του ότι αφορούν φορείς (είτε μόνο κύριας, είτε κύριας και επικουρικής ασφάλισης) που έχουν την μορφή νπδδ και είναι αρμοδιότητας του Υπουργείου τότε Απασχόλησης, και τέτοιος δεν ετύγχανε το ΤΕΑΠΕΤΕ, εφαρμόζονται από 1-1-2011 και εφεξής με βάση τις προσαυξημένες χρονικές ή ηλικιακές προϋποθέσεις του άρθρου 10 του ν. 3863/2010, δηλαδή προϋποθέτουν αλλαγή (δυσμενοποίηση) των προϋποθέσεων θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος των ασφαλισμένων, πράγμα που δεν ισχύει στην περίπτωση του ΤΕΑΠΕΤΕ, αφού οι εφαρμοστέες εν προκειμένω διατάξεις του Καταστατικού του παρέμειναν αμετάβλητες όλα αυτά τα χρόνια και εξακολούθησαν να ισχύουν και μετά τη σύσταση του ΕΤΑΤ (κατ΄ άρθρο 61 περ. β΄ του ν. 3371/2005 και 15 του ν. 3863/2010) (ομόφωνα). Η απάντηση αυτή προσήκει και για το θέμα της εξαγοράς πλασματικών ετών τέκνων, από συνταξιούχο, πριν την 1/1/2011 του τ. ΤΕΑΠΕΤΕ (κατά πλειοψηφία). Το τ.ΕΤΑΤ δεν αναγνώρισε ορθώς για θεμελίωση τον πλασματικό χρόνο κενού χρονικού διαστήματος, μετά την αποχώρηση του ανωτέρω από την Τράπεζα, καθώς και ότι ο ανωτέρω δεν είχε δικαίωμα λήψης της προσυνταξιοδοτικής παροχής, πριν την συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας του, με αναγνώριση χρόνου ασφάλισης μετά την αποχώρηση από την Υπηρεσία. Τούτο δε, διότι κάθε, αναγνωριζόμενος χρόνος μετά την αποχώρηση του υπαλλήλου από την Τράπεζα, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού του αιτήματος, καθόσον, κρίσιμος, κατά τα άνω, χρόνος, κατά τον οποίο λαμβάνονται υπόψη τα ασφαλιστικά δεδομένα μιας συγκεκριμένης περίπτωσης, είναι ο χρόνος εξόδου του ασφαλισμένου, ήτοι αποχώρησής του από την Τράπεζα, αφού αυτός αποτελεί και την βάση ελέγχου των προϋποθέσεων θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού του αιτήματος (ομόφωνα). Δεν οφείλει το τ.ΕΤΑΤ νυν e- ΕΦΚΑ να καταβάλει επίδομα τέκνων, στον ανωτέρω, ο οποίος ήταν άγαμος γονέας που είχε αναγνωρίσει με δικαστική απόφαση δύο τέκνα, χωρίς ωστόσο να του έχει ανατεθεί η επιμέλειά τους (ομόφωνα). Η δυνατότητα επιστροφής των εισφορών αναγνώρισης, με τις οποίες εξαγοράσθηκαν, χωρίς να προβλέπεται από την κείμενη κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, πλασματικά έτη ασφάλισης, προϋποθέτει ανάκληση ως παράνομων των αποφάσεων του ΔΣ τ. ΕΤΑΤ αναγνώρισης πλασματικού χρόνου ασφάλισης, η οποία ανάκληση συνεπάγεται αναζήτηση των καταβληθεισών στον ενδιαφερόμενο προσυνταξιοδοτικών παροχών και στη συνέχεια, λόγω του ότι οι εισφορές αναγνώρισης θα έχουν καταστεί επιγενομένως αχρεώστητες και επιστρεπτέες στον καταβαλόντα, πρέπει να συμψηφιστούν με τις ανωτέρω καταλογισθείσες προσυνταξιοδοτικές παροχές σύμφωνα με τα άρθρα 103 και 104 ν. 4387/2016 (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στο ΣΤ΄ Τμήμα κατόπιν του υπ’ αριθμ. 1151/2021 Πρακτικού του ΝΣΚ. Το ερώτημα λόγω της σπουδαιότητας και πολυπλοκότητάς του παραπέμπεται στην Ολομέλεια του Σώματος (ομόφωνα).