394199/5224/1999
Τύπος: Αποφάσεις
Άδειες προσωρινής κυκλοφορίας νέων τύπων λιπασμάτων που δεν φέρουν την ένδειξη “Λίπασμα Ε. Κ”, εισαγωγής λιπασμάτων από τρίτες χώρες και ελέγχου λιπασμάτων με την ένδειξη “Λίπασμα Ε. Κ”.
Καταργήθηκε με το άρθρο 5 της 211/11449/2019,ΦΕΚ-146/Β/29.1.2019
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
259821/6925/2002
Τροποποίηση των Υπουργικών Αποφάσεων 394199/5224/ 1999 Άδειες προσωρινής κυκλοφορίας νέων τύπων λιπασμάτων που δεν φέρουν την ένδειξη «Λίπασμα Ε.Κ.», εισαγωγής λιπασμάτων από τρίτες χώρες και ελέγχου λιπασμάτων με την ένδειξη «Λίπασμα Ε.Κ.» (ΦΕΚ 1939Β’/99) και 394200/5925/1999 Άδειες εμπορίας λιπασμάτων τυπου Α’ ή Β’ (ΦΕΚ 1939Β’/99).
Καταργήθηκε με το άρθρο 5 της 211/11449/2019,ΦΕΚ-146/Β/29.1.2019
Π.Δ. 312/1991
Υγειονομικοί όροι τους οποίους πρέπει να πληρούν τα έμβρυα βοοειδών που αποστέλλονται στην Ελλάδα από άλλα Κράτη - Μέλη (Κ-Μ) των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ε.Κ) ή εισάγονται σ' αυτήν από τρίτες χώρες, όπως επίσης και τα έμβρυα βοοειδών που αποστέλλονται από την Ελλάδα προς τα άλλα Κράτη - Μέλη (Κ-Μ) των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΚ), σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 89/556/ΕΟΚ του Συμβουλίου.
ΕΣ/ΤΜ.6/606/2018
ΕΡΓΑ.( συμπληρωματική σύμβαση), ζητείται η ανάκληση της 28/2018 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης του έργου «Κατασκευή μονάδας μηχανικής διαλογής στα πλαίσια προσωρινής διαχείρισης αστικών στερεών αποβλήτων»...Με την πράξη, της οποίας ζητείται η ανάκληση, κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου συμπληρωματικής σύμβασης, καθώς δεν αποδεικνύεται, με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων του αιτούντος Δήμου, που φέρουν κατά νόμο το σχετικό βάρος απόδειξης, η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης, που να κατέστησε αναγκαία την ανάθεση των επίμαχων συμπληρωματικών εργασιών,(..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα προς όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 2, το Τμήμα κρίνει ότι, όσον αφορά τις επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες, αυτές κατέστησαν αναγκαίες όχι συνεπεία παραλείψεων ή σφαλμάτων της μελέτης του αρχικού έργου, αλλά, όπως βασίμως προβάλλει ο αιτών Δήμος, λόγω του απρόβλεπτου γεγονότος της ανεύρεσης των μη εμφανών, επιχωμένων απορριμμάτων, καθώς και των λιμναζόντων λυμάτων και της συνακόλουθης εξ αυτών διάβρωσης του υπεδάφους, η ύπαρξη των οποίων δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθεί, αφού διενεργήθηκαν κατά τη συνήθη πρακτική δύο (2) ενδεικτικές γεωτρήσεις σε δύο (2) σημεία της έκτασης, όπου πρόκειται να κατασκευαστεί η μονάδα διαλογής και το εδαφικό υπόβαθρο ανευρέθη «υγιές», τα σημεία δε ανεύρεσης των απορριμμάτων και των λυμάτων ευρίσκονταν σε πολύ κοντινή απόσταση προς τα ελεγχθέντα και πάντως εκτός του χώρου του ΧΑΔΑ, όπου διενεργείτο η απόθεση των απορριμμάτων μέχρι τούδε (βλ. και προσκομισθείσες φωτογραφικές λήψεις). Επομένως, συντρέχουν, κατά την κρίση του Τμήματος, απρόβλεπτες περιστάσεις που επιτρέπουν την κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης για την εκτέλεση των εργασιών αυτών, οι οποίες είναι συναφείς με το αρχικό έργο και αναγκαίες για την ολοκλήρωσή του.... Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ανακληθεί η 28/2018 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου, κρίνεται δε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/135/2018
Παροχή υπηρεσιών εφαρμογής του διπλογραφικού λογιστικού συστήματος(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την διαφωνούσα Επίτροπο, οι επίμαχες εργασίες λογιστικής υποστηρίξεως της Ν.Μ. Έδεσσας μη νομίμως ανατέθηκαν σε ιδιώτη τρίτο. Και τούτο διότι οι ανατεθείσες εργασίες συνιστούν συνήθεις λογιστικές εργασίες, που εμπίπτουν στα καθήκοντα των υπαλλήλων του Τμήματος Οικονομικού της Διοικητικής – Οικονομικής Υπηρεσίας του Νοσοκομείου, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την καθολική λογιστική υποστήριξη αυτού, συμπεριλαμβανομένης και της τήρησης του διπλογραφικού συστήματος (βλ. Ελ. Συν. ΙV Tμ. 38, 5/2017, 51/2016, ΚΠΕΔ στο IV Τμ. 14/2018, 121/2016 κ.α), ο δε περί του αντιθέτου ισχυρισμός του Νοσοκομείου είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης δεν προκύπτει έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, ώστε να καθίσταται αδύνατη η εξυπηρέτηση της συγκεκριμένης λειτουργικής δραστηριότητας με ίδια μέσα και να δικαιολογείται ως εκ του λόγου αυτού η ανάθεση των παραπάνω εργασιών. Ειδικότερα, βάσει των βεβαιωθέντων από την ίδια τη Νοσοκομειακή Μονάδα Έδεσσας (βλ. το 9271/2//10.10.2018 έγγραφο του Προϊσταμένου της Διοικητικής-Οικονομικής Υπηρεσίας) στο Οικονομικό Τμήμα αυτής υπηρετούν, μεταξύ άλλων, 1 υπάλληλος ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού, 1 υπάλληλος ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού, 1 υπάλληλος ΤΕ Λογιστικής, 1 υπάλληλος Διοίκησης Μονάδων Υγείας και Πρόνοιας, με συνέπεια η στελέχωσή της κατά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης των επίμαχων να παρίσταται επαρκής για την εκτέλεση των επίμαχων εργασιών, μη προβαλλομένου, άλλωστε, ισχυρισμού περί του αντιθέτου εκ μέρους της Νοσοκομειακής Μονάδας. Εξάλλου, δεδομένου ότι η σταδιακή εκπαίδευση του προσωπικού που διαθέτει τους απαραίτητους τίτλους σπουδών οικονομικής κατεύθυνσης, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας, όσον αφορά την εφαρμογή των προβλεπομένων σε αυτήν συστημάτων οικονομικής και λογιστικής διαχείρισης, αποτελεί υποχρέωση, τόσο του Νοσοκομείου, όσο και του υπηρετούντος σε αυτό προσωπικού (βλ. Ελ. Συν. ΚΠΕΔ στο ΙV Τμ. 137/2016) καθώς και ότι η σχετική υποχρέωση για την εφαρμογή του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου δεν είναι χρονικά πρόσφατη, αλλά εκκινεί προοδευτικά από το έτος 2003, η επίκληση αδυναμίας του διαθέσιμου προσωπικού να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του π.δ. 146/2003 παρίσταται, πέραν της αοριστίας του, και αλυσιτελής, αφού οι διοικήσεις των νοσοκομείων φέρουν την υποχρέωση να διερευνούν, με κάθε πρόσφορο τρόπο, τη δυνατότητα κάλυψης των αναγκών τους με ίδια μέσα και καταρχάς με το ήδη υπηρετούν προσωπικό της αντίστοιχης ειδικότητας (βλ. Ελ. Συν., πράξεις IV Τμ. 5/2017, ΚΠΕΔ στο IV Tμ. 43/2018 κ.ά.). Στο πλαίσιο αυτό, αλυσιτελής παρίσταται και η επίκληση της απευθυνθείσας προτροπής προς τους υπαλλήλους ΠΕ και ΤΕ του Νοσοκομείου να πιστοποιηθούν στο Οικονομικό Επιμελητήριο (βλ. το 10332/10.9.2014 έγγραφο του Διοικητή του Νοσοκομείου .....) καθώς και της έλλειψης συναίνεσης αυτών, καθόσον η τήρηση του διπλογραφικού συστήματος και των λοιπών συστημάτων οικονομικής και λογιστικής διαχείρισης αποτελεί απαίτηση της κείμενης νομοθεσίας και δεν επαφίεται στην ενδιάθετη βούληση των υπαλλήλων της Οικονομικής Υπηρεσίας του εκάστοτε νοσοκομείου, οι οποίοι άλλωστε φέρουν και πειθαρχική ευθύνη για την πλήρη εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα ανωτέρω ισχύουν, πολλώ μάλλον που στα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου ..... η σχετική υποχρέωση έχει ήδη επισημανθεί κατά τα έτη 2008 και 2014 από τον αρμόδιο Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. σχετ. τις 12/15.4.2008 και 16/13.8.2014 πράξεις επιστροφής χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής του Νοσοκομείου για όμοιες λογιστικές υπηρεσίες), ενώ παράλληλα, σύμφωνα με την παράγραφο 2δ΄ της ως άνω ΚΥΑ 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008 (βλ. σκέψη ΙΙΙ), η θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση των υπηρετούντων υπαλλήλων στο Τμήμα Οικονομικού περιλαμβάνεται ρητώς μεταξύ των υποχρεώσεων του ιδιώτη τρίτου, στον οποίο ανατίθενται οι εργασίες αυτές, ώστε να αποκτήσει τα αναγκαία προσόντα, προκειμένου η εκτέλεση του συνόλου των απαιτούμενων εργασιών λογιστικής υποστήριξης να γίνεται με ίδια μέσα (βλ. Ελ. Συν., πράξη IV Τμ. 5/2017). Δοθέντος, δε, ότι οι εν λόγω εργασίες ανατίθενται από το Νοσοκομείο συστηματικώς σε ιδιώτη ανάδοχο από το έτος 2003, το προσωπικό του νοσοκομείου όφειλε να είναι ήδη σε θέση να εκτελεί τις εργασίες αυτές, χωρίς να είναι αναγκαία η προσφυγή σε εξωτερικούς συνεργάτες. Τέλος, αλυσιτελής παρίσταται και ο ισχυρισμός του Νοσοκομείου ότι ούτε στον οργανισμό των δύο Νοσοκομειακών Μονάδων του Γ.Ν. ..... αλλά ούτε και στο ισχύον προσοντολόγιο δημοσίων υπαλλήλων (π.δ. 50/2013-Α΄39) προβλέπεται θέση λογιστή-φοροτέχνη που να κατέχει άδεια Α΄ή Β΄τάξης, καθόσον ο νομοθέτης έχει ήδη προβλέψει συγκεκριμένη δομή και τρόπο στελέχωσης της Δημόσιας Διοίκησης, εντός του πλαισίου των οποίων οφείλει να λειτουργεί το Νοσοκομείο φροντίζοντας με κάθε πρόσφορο μέσο, ώστε το προσωπικό του να λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση και να αποκτήσει τις απαιτούμενες από την κείμενη νομοθεσία άδειες (βλ. Ελ. Συν., πράξεις ΚΠΕΔ στο IV Tμ. 43/2018, 153/2016).ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.4/3/2019
ΕΣ/ΚΛ.Ε/182/2017
Κατασκευή-συντήρηση δρόμων..Mε τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ορθώς κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διενεργηθέντος διαγωνισμού στην αναδειχθείσα ως προσωρινή μειοδότρια εργοληπτική επιχείρηση «…». Όσον αφορά, δε, την ένσταση της Κ/ξίας «…», με την οποία ζητήθηκε η ανάκληση της κατακυρωτικής αποφάσεως, λόγω συνδρομής στο πρόσωπο της αναδόχου των αναφερομένων στην ένσταση λόγων αποκλεισμού, το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής:α) Σύμφωνα με τις προδιαληφθείσες διατάξεις των άρθρων 23.3 περ. [ε] και [στ] της διακηρύξεως, για την απόδειξη της μη συνδρομής των λόγων αποκλεισμού που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και γ-θ της παραγράφου Α.4, καθώς και στην παράγραφο Α.9 του άρθρου 22, οι διαγωνιζόμενοι όφειλαν να προσκομίσουν «υπεύθυνη δήλωση ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού ή εμπορικού οργανισμού του κράτους – μέλους ή της χώρας καταγωγής ή της χώρας εγκατάστασης του προσφέροντος» ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι οριζόμενοι λόγοι αποκλεισμού, καθώς και ότι δεν έχει εκδοθεί εις βάρος τους απόφαση αποκλεισμού, σύμφωνα με το άρθρο 74 του ν. 4412/2016. Η ανωτέρω, όμως, διατύπωση της διακηρύξεως και ειδικότερα η φράση «ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής (…)», κρίνεται ασαφής και δυνάμενη να δημιουργήσει σύγχυση στους διαγωνιζομένους, καθόσον, πλην της περιπτώσεως συντάξεως δηλώσεως ενώπιον συμβολαιογράφου, δεν προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία διαδικασία συντάξεως υπεύθυνης δηλώσεως «ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής». Η μόνη προβλεπόμενη συναφής δυνατότητα είναι η υπογραφή συνταχθείσας υπεύθυνης δηλώσεως ενώπιον δημόσιας αρχής και η θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του δηλούντος από όργανο της εν λόγω αρχής. Συνεπώς, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της διακηρύξεως, οι υπεύθυνες δηλώσεις που όφειλαν να προσκομίσουν οι διαγωνιζόμενοι έπρεπε να φέρουν βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του δηλούντος από δικαστική, διοικητική αρχή, συμβολαιογράφο κλπ.. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή όφειλε να έχει διατυπωθεί ρητώς από την αναθέτουσα αρχή στα οικεία άρθρα της διακηρύξεως με τη χρήση του όρου «βεβαίωση/θεώρηση του γνησίου της υπογραφής», αντί της χρήσεως του όρου «ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής κλπ», η οποία δύναται να εκληφθεί και ως έχουσα την έννοια ότι η υπεύθυνη δήλωση οφείλει να απευθύνεται σε δικαστική ή διοικητική αρχή κλπ. (βλ. και άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 1599/1986, το οποίο ορίζει ότι «Γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα έγγραφα (…), μπορεί να αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα με υπεύθυνη δήλωση (…)»). Άλλωστε, η κατά τα ανωτέρω δυνατότητα συγχύσεως προκύπτει στην προκειμένη περίπτωση και από το γεγονός ότι τόσο η αναδειχθείσα ως ανάδοχος εργοληπτική επιχείρηση, όσο και η αναθέτουσα αρχή (τόσο στο στάδιο της αξιολογήσεως των προσφορών, όσο και κατά την εξέταση της ενστάσεως), απέδωσαν στην κρίσιμη διάταξη της διακηρύξεως την ανωτέρω εσφαλμένη έννοια. Εξάλλου, ο όρος «βεβαίωση/θεώρηση του γνησίου της υπογραφής» είναι αυτός που χρησιμοποιείται από τον νομοθέτη στο άρθρο 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999, ΦΕΚ Α΄ 45), αλλά και αυτός που εχρησιμοποιείτο στα προϊσχύσαντα αναθεωρημένα πρότυπα τεύχη διακηρύξεων συμβάσεων δημοσίων έργων τύπου Α και Β (βλ. ΦΕΚ Β΄ 664/21.4.2015 υποσημ. 45 για διακηρύξεις τύπου Α΄ και υποσημ. 47 για διακηρύξεις τύπου Β΄). Κατόπιν τούτων, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η κατά τα ανωτέρω ασάφεια του σχετικού όρου της διακηρύξεως δεν δύναται να αποβεί εις βάρος των διαγωνιζομένων γενικώς και ειδικότερα εις βάρος της ανακηρυχθείσας ως αναδόχου (βλ. ανωτέρω σκ. IV.Γ, πρβλ. ΣτΕ 1725/2010, Ε.Α. ΣτΕ 22/2017, 82/2016, ΔΕφΘεσ/νίκης 785/2014, 98/2011). Επομένως, ορθώς, αν και με διάφορη αιτιολογία, κρίθηκε από την αναθέτουσα αρχή ότι η παράλειψη της αναδόχου να προσκομίσει υπεύθυνες δηλώσεις με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του νομίμου εκπροσώπου της από δημόσια αρχή δεν συνιστούσε λόγο αποκλεισμού αυτής.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου συμβάσεως, το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα πράξη και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/23/2014
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ: (...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η διακήρυξη με το προεκτεθέν περιεχόμενο παρίσταται εντελώς αόριστη διότι δεν περιγράφει και προσδιορίζει επακριβώς, με σαφήνεια και πληρότητα το προς ανάθεση τεχνικό αντικείμενο και τις επιμέρους συνιστώσες του τρόπου εκτέλεσης των υπηρεσιών και δεν περιλαμβάνει ουσιώδη στοιχεία, τα οποία κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις των π.δ. 59/2007 και 28/1980 πρέπει να περιλαμβάνονται στο ελάχιστο περιεχόμενό της. Περαιτέρω δεν καθορίζει κάποιες ειδικές ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές ως προς τη μεθοδολογία εκτέλεσης των ελεγχόμενων υπηρεσιών από τις οποίες να διασαφηνίζεται το αντικείμενο, με αποτέλεσμα να καθίσταται όλως δυσχερής τόσο η κατανόηση του εύρους των υπηρεσιών από τους υποψηφίους όσο και η εκ μέρους τους προσήκουσα διαμόρφωση προσφοράς αλλά και η ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής να ελέγξει με ισότιμο τρόπο τις προσφορές και να αναθέσει στον κατάλληλο υποψήφιο, εκείνον δηλαδή που ανάμεσα στους υποψηφίους που πληρούν τις προϋποθέσεις για την άρτια εκτέλεση του τεχνικού αντικειμένου της σύμβασης πρόσφερε τη χαμηλότερη τιμή. Ειδικότερα, η διακήρυξη α) αναφέρει όλως ασαφώς ότι το αντικείμενο αφορά «στην απομάκρυνση της παραγόμενης ιλύος από την ΕΕΛ …….. με ή χωρίς επεξεργασία και η ασφαλής διάθεση ή αξιοποίηση της, η οποία θα αποδεικνύεται με την προσκόμιση των απαραίτητων πιστοποιητικών νόμιμης διάθεσης», χωρίς όμως να διευκρινίζει – περιγράφει τεχνικά την έννοια της «επεξεργασίας» της ιλύος, αν υπάρχουν και ποιες είναι οι εναλλακτικές τεχνικές μέθοδοι «επεξεργασίας» σύμφωνα με τα συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά της λάσπης στη συγκεκριμένη εγκατάσταση λυμάτων, τις οποίες δυνητικά μπορεί να επιλέξει ο ανάδοχος και υπό ποιες συνθήκες οι εναλλακτικές λύσεις της επεξεργασίας ή μη της λάσπης είναι ικανές να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική και ιδίως την ασφαλή παροχή των οικείων υπηρεσιών, ποιες δηλαδή είναι οι ειδικότερες υποχρεώσεις του αναδόχου στην περίπτωση που επιλέξει τη μία ή την άλλη λύση, β) αναφέρει ότι στις υποχρεώσεις του αναδόχου εμπίπτει και η ασφαλής διάθεση ή αξιοποίηση της λάσπης, χωρίς όμως να διευκρινίζει σε τι διαφέρει εννοιολογικά - τεχνικά η διάθεση από την αξιοποίηση και σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοσθεί η μία ή η άλλη μέθοδος, γ) παρόλο που δίνει στον ανάδοχο τη δυνατότητα να επιλέξει κατά το στάδιο της εκτέλεσης εάν θα «επεξεργαστεί» ή όχι την ιλύ και κάνει διαχωρισμό μεταξύ «διάθεσης» και «αξιοποίησης» αυτής, δεν διευκρινίζει ποιο είναι το είδος των κατάλληλων εγκαταστάσεων που μπορούν να είναι οι τελικοί αποδέκτες της ιλύος γενικά αλλά και ειδικά σε κάθε μία από τις ως άνω περιπτώσεις, ποιοι δηλαδή μπορούν να είναι οι αποδέκτες σε περίπτωση που ανάδοχος επιλέξει τη λύση της επεξεργασίας ή της μη επεξεργασίας καθώς και αν διαφέρουν οι αποδέκτες στην περίπτωση της απλής διάθεσης της λάσπης από αυτούς σε περίπτωση αξιοποίησή της, δ) δεν απαιτεί από τους υποψηφίους να δηλώσουν τις εγκαταστάσεις στις οποίες προτίθενται να διαθέσουν την ιλύ ούτε απαιτεί από τον ανάδοχο να προσκομίσει, έστω και κατά το στάδιο της εκτέλεσης, συμβάσεις συνεργασίας με τις εγκαταστάσεις στις οποίες θα διαθέσει την ιλύ για χρονικό διάστημα ίσο με τη διάρκεια της σύμβασης, ε) δεν αναφέρει, όπως απαιτεί το στοιχείο 15 του Παραρτήματος XIII του π.δ. 59/2007 τους ελάχιστους όρους οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα που πρέπει να πληροί ο ανάδοχος, στ) δεν αναφέρει ιδίως ποιες είναι οι έστω και κατ’ ελάχιστον τεχνικές απαιτήσεις που αφορούν στην απομάκρυνση – μεταφορά της ιλύος λ.χ. εάν απαιτείται ο ανάδοχος να διαθέτει δικό του μηχανολογικό εξοπλισμό (μηχανήματα – οχήματα) και ποια είναι τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτού ή να διαθέτει υπαλληλικό προσωπικό και ποιας ειδικότητας πρέπει να είναι αυτό, ζ) δεν παραθέτει έστω και τις ελάχιστες απαιτήσεις τις σχετικές με τη συχνότητα με την οποία ο ανάδοχος υποχρεούται να απομακρύνει τη λάσπη, η) ενώ αναφέρει αορίστως ότι «ο ανάδοχος θα αναλάβει να εκδώσει και κάθε απαραίτητη άδεια (π.χ. περιβαλλοντική, άδεια λειτουργίας, μεταφοράς κ.λπ.) για τη διαχείριση της ιλύος» και ότι στις υποχρεώσεις του συμπεριλαμβάνεται και «οι τυχόν τροποποιήσεις των περιβαλλοντικών όρων για την τελική διάθεση της λάσπης», δεν αναφέρει τις νομοθετικές διατάξεις που διέπουν τη διαχείριση (συλλογή, φόρτωση, μεταφορά και τελική διάθεση) των αποβλήτων που προσιδιάζουν με τη ιλύ της συγκεκριμένης εγκατάστασης λυμάτων και καθορίζουν ποιες είναι οι άδειες τις οποίες πρέπει να εκδώσει ο ανάδοχος κατά τα στάδιο της εκτέλεσης ανάλογα με τον τρόπο διαχείρισης της ιλύος που θα επιλέξει ή σε ποιες περιπτώσεις απαιτείται έγκριση περιβαλλοντικών όρων, ούτε εξάλλου αναφέρει ποιες είναι αυτές οι ειδικές άδειες ανάλογα με τον τρόπο διαχείρισης που θα επιλέξει ο ανάδοχος καθώς και ποια είναι «τα απαραίτητα πιστοποιητικά νόμιμης διάθεσης» της ιλύος, η προσκόμιση των οποίων, ομοίως, απαιτείται από τον ανάδοχο κατά το στάδιο της εκτέλεσης (βλ. και στοιχείο 6γ του Παραρτήματος XIII του π.δ. 59/2007), θ) δεν αναφέρει τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές του αορίστως αναφερόμενου «συστήματος ζύγισης της ιλύος» το οποίο πρέπει να προμηθεύσει ο ανάδοχος και να εγκρίνει η Διευθύνουσα Υπηρεσία κατά το στάδιο της εκτέλεσης, ι) παραθέτει πίνακα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραγόμενης λάσπης προς διάθεση, ο οποίος όμως είναι ασαφής δεδομένου ότι, παρόλο που ο ίδιος ο πίνακας αυτός ορίζει στον τίτλο του ότι πρέπει «να προσδιοριστούν οι μονάδες μέτρησης περιεκτικότητας σε βαρέα μέταλλα και άλλες παραμέτρους για κάθε περίπτωση, π.χ. mg/kg», εντούτοις στα στοιχεία του πίνακα αυτού δεν γίνεται τέτοιος προσδιορισμός. Επίσης, η διακήρυξη, κατά παράβαση του στοιχείου 6 β΄ του XIII Παραρτήματος του π.δ. 59/2007, καθιστά ασαφές και δεν προσδιορίζει εν τέλει κατά πόσο η εκτέλεση των ελεγχόμενων υπηρεσιών επιφυλάσσεται σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία. Τούτο διότι το άρθρο 10 αυτής, ναι μεν απαιτεί από τους υποψηφίους να καταθέσουν πιστοποιητικό του οικείου Επιμελητηρίου, με το οποίο να πιστοποιείται η εγγραφή τους σε αυτό και το ειδικό επάγγελμά τους ή βεβαίωση άσκησης επαγγέλματος από αρμόδια δημόσια αρχή, πλην όμως δεν διευκρινίζει ποια κατηγορία επαγγελματιών, με ποιο δηλαδή ειδικό επάγγελμα, και με βάση ποιες διατάξεις, μπορεί να εκτελέσει το - σε κάθε περίπτωση, όπως ήδη έγινε δεκτό, αόριστο - αντικείμενο της σύμβασης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να λάβουν μέρος στο διαγωνισμό φυσικά και νομικά πρόσωπα διαφόρων ειδικοτήτων (λ.χ. αντικείμενο της δραστηριότητας της ……. με βάση το προσκομισθέν από αυτή 8422/2012 πιστοποιητικό του Επιμελητηρίου …….. είναι η παραγωγή ζωϊκών ή φυτικών λιπασμάτων, ενώ το επάγγελμα του εν τέλει ανακηρυχθέντος ως αναδόχου ……, με βάση το προσκομισθέν από αυτόν 1293/53285/24.8.2012 πιστοποιητικό του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας είναι ηλεκτρολόγος μηχανικός), χωρίς να προκύπτει εν τέλει εάν οι επαγγελματίες με τις ειδικότητες αυτές είναι εκείνοι που πράγματι μπορούν να εκτελέσουν το αντικείμενο της σύμβασης.