Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

2/68753/0022/2006

Τύπος: Έγγραφα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3205/2003

Oι ειδικευόμενοι ιατροί γενικά δεν είναι δικαιούχοι της προσαύξησης των 30€, διότι δεν αναφέρονται ρητά από την διάταξη tτης παρ.4 του άρθρου 45 του Ν.3205/2003 σε αντίθεση με τους άλλους βαθμούς του Επιμελητή Γ, Β, Α', και του Διευθυντή που αναφέρονται ρητά


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ1(ΚΠΕ)/106/2014

Μη νόμιμη η καταβολή της κατά ποσοστό 80% προσαύξησης αποδοχών σε καθηγητή ΤΕΙ, λόγω επιστημονικής άδειας στο εξωτερικό, καθόσον μη νομίμως συνυπολογίσθηκαν για τον καθορισμό της ανωτέρω προσαύξησης, η πάγια αποζημίωση για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και για συμμετοχή σε συνέδρια, καθώς και το ερευνητικό επίδομα τεχνολογικής έρευνας (άρθρο 37 παρ. 8 του ν. 3205/2003).


ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/66/2015

ΑΠΟΔΟΧΕΣ Γενικά:Μη νόμιμη η καταβολή από ΑΕΙ σε μέλη ΔΕΠ προσαυξημένων αποδοχών κατά ποσοστό 80% λόγω επιστημονικής άδειας που έλαβαν για το εξωτερικό, καθόσον: α) μη νομίμως συνυπολογίστηκαν στην προσαύξηση σε ποσοστό 80% των αποδοχών των ως άνω μελών ΔΕΠ, η πάγια αποζημίωση για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και για συμμετοχή σε συνέδρια, καθώς και το ερευνητικό επίδομα για την εκτέλεση μεταδιδακτορικής έρευνας και την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη προώθηση των ερευνητικών προγραμμάτων, διότι για όσο χρόνο διαρκεί νομίμως η εν λόγω άδεια, δικαιούνται το σύνολο των τακτικών αποδοχών τους, στις οποίες, όμως, δεν περιλαμβάνονται ούτε η αποζημίωση της περ. γ' ούτε το επίδομα της περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ Α' 297/2003) και β) μη νομίμως εγκρίθηκε με την από 20.12.2013 πράξη της Αντιπρύτανη η χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας για το εξωτερικό σε μέλος ΔΕΠ αναδρομικώς από, ενώ, περαιτέρω, μη νομίμως υπολογίσθηκαν οι αποδοχές της τελευταίας κατά το συνολικό διάστημα από 1.10.2013 έως 14.2.2014 προσαυξημένες κατά ποσοστό 80%.


ΕΣ/ΤΜ.1/160/2012

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη νομική σκέψη (υπό ΙΙΙ), το Τμήμα κρίνει ότι η κατάταξη σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο και η καταβολή των αντίστοιχων διαφορών αποδοχών στους φερόμενους ως δικαιούχους δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι κατ’ αρχήν  η αναγνώριση της προϋπηρεσίας των 18 ή 24 μηνών που ελήφθη υπ’ όψη για τη μετατροπή των συμβάσεών τους από ορισμένου σε αορίστου χρόνου ενόσω υπηρετούσαν σε ν.π.ιδ.δ. του Ο.Τ.Α. δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3491/2006 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του π.δ/τος 164/2004. Περαιτέρω, η αναγνώριση της προϋπηρεσίας θα μπορούσε κατ’ αρχήν να θεσπισθεί με όρο ΣΣΕ, αφού οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3205/2003 που δεν προβλέπουν μία τέτοια αναγνώριση δεν αποτελούν διατάξεις αμφιμερώς αναγκαστικού δικαίου, όπως αβασίμως ισχυρίζεται καθ’ ερμηνεία του σχετικού λόγου διαφωνίας η Επίτροπος. Ωστόσο, οι φερόμενοι ως δικαιούχοι που εμπίπτουν στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της ΣΣΕ ΠΟΕ-ΟΤΑ έτους 2010, αφού φέρουν ιδιότητα μέλους  πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης ανήκουσας στη δύναμη της εν λόγω Ομοσπονδίας, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού λόγου διαφωνίας της Επιτρόπου, δεν δικαιούνται την επίμαχη μισθολογική προαγωγή. Και τούτο, διότι το άρθρο 16 της εν λόγω ΣΣΕ  που συνιστά τη νομική βάση αναγνώρισης της ανωτέρω προϋπηρεσίας, ως εκ του χρόνου θεσπίσεώς του μετά την δημοσίευση του ν. 3833/2010, είναι ανίσχυρο βάσει του άρθρου 3 του τελευταίου αυτού νόμου, που απαγορεύει ρητώς την θέσπιση οποιασδήποτε αύξησης αποδοχών υπό οποιαδήποτε μορφή. Επομένως, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες όπως βασίμως αν και με άλλη αιτιολογία ισχυρίζεται η Επίτροπος στην έκθεση διαφωνίας της, αφού και η διάταξη του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 που αυτή επικαλείται επιπλέον ως λόγο μη νομιμότητας της δαπάνης και η οποία αφορά στην αναστολή εφαρμογής των όρων μισθολογικής ωρίμανσης των εργαζομένων που καθορίζονται με κανόνες εκτός του ν. 3205/2003 (όπως π.χ. ΣΣΕ), άρχισε να ισχύει από 1.7.2011 και δεν καταλαμβάνει μισθολογικές προαγωγές ήδη συντελεσμένες, όπως εν προκειμένω που η απόφαση για την κατάταξη σε ανώτερο Μ.Κ. ελήφθη στις 21.2.2011, ενώ σε κάθε περίπτωση προϋποθέτει ισχυρό όρο ΣΣΕ και όχι όρο αδρανή λόγω της απαγόρευσης του άρθρου 3 του ν. 3833/2010. Περαιτέρω, αλυσιτελώς επικαλείται ο Δήμος με το έγγραφο επανυποβολής των χρηματικών ενταλμάτων την διάταξη του  άρθρου 50 του ν. 3979/2011 (ΦΕΚ Α΄ 138/16.6.2011) σύμφωνα με την οποία «Η προϋπηρεσία του προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που μεταφέρεται στους ΟΤΑ α` βαθμού από Ν.Π.Ι.Δ. αυτών, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, αναγνωρίζεται για τη βαθμολογική του εξέλιξη και την κατάταξη του σε βαθμούς, με τη διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις του ν. 3801/2009 (Α΄ 163)». Τούτο δε, διότι από τη σχετική διάταξη και την αιτιολογική της έκθεση σαφώς προκύπτει ότι στο πεδίο εφαρμογής της εμπίπτει το μεταφερόμενο προσωπικό, κατ’ άρθρο 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και 109 του ν. 3852/2010, προσωπικό για το οποίο υπάρχει ρητή πρόβλεψη αδιάλειπτης μισθολογικής εξέλιξης με αναγνώριση του συνόλου της προϋπηρεσίας στο ν.π.ιδ.δ. που υπηρετούσαν (βλ. άρθρο 269 παρ. 4 του Κ.Δ.Κ. και 109 παρ.2 του ν. 3852/2010). Συνεπώς, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση του προσωπικού του άρθρου 16 του ν. 3491/2006 για το οποίο έχει ακολουθηθεί διαφορετική διαδικασία ένταξης στον Δήμο, σε κάθε δε περίπτωση δεν αφορά στη μισθολογική αλλά στη βαθμολογική εξέλιξη του προσωπικού. Τέλος, επίσης αλυσιτελώς επικαλείται ο Δήμος την 465/2008 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με την οποία η προσμετρηθείσα προϋπηρεσία των 18 ή 24 μηνών για τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου, βάσει του άρθρου 11 του π.δ/τος 164/2011, παρόλο που διανύθηκε σε ν.π.ιδ.δ. αναγνωρίζεται κατά την τελευταία αυτή διάταξη ως προϋπηρεσία για τη μισθολογική εξέλιξη του εντασσόμενου στους Δήμους προσωπικού βάσει του άρθρου 16 του ν. 3491/2006. Και τούτο, προεχόντως διότι οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση απ’ αυτό του συνταγματικά κατοχυρωμένου προληπτικού ελέγχου των δαπανών (βλ. Ελ. Συν. πρ. Ι Τμ. 228/2010).


ΕΣ/ΤΜ.1/261/2011

Αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση..:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η υπερωριακή απασχόληση των φερόμενων ως δικαιούχων, κατά το μήνα Μάρτιο 2011, δεν είναι νόμιμη, καθόσον από τις αποφάσεις του Δημάρχου ... δεν προκύπτει ότι οι καλυφθείσες με αυτήν ανάγκες ήταν εποχικές, επείγουσες ή έκτακτες, ενώ ειδικά για τους υπαλλήλους των υπηρεσιών που λειτουργούν σε 24ωρη βάση ή όλες τις ημέρες της εβδομάδας (υπηρεσίες καθαριότητας και δημοτικής αστυνομίας) δεν αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που να δικαιολογούν την εκτέλεση των εν λόγω εργασιών πέραν του κανονικού ωραρίου, για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών, όπως απαιτείται κατά το άρθρο 48 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του ν. 3205/2003. Άλλωστε, η όλως αόριστη αναφορά στο προοίμιο της 104/2011 απόφασης του Δημάρχου ... ότι για την καθιέρωση της υπερωριακής εργασίας ελήφθησαν υπόψη οι «υπηρεσιακές ανάγκες του Δήμου για εξαιρετικές ή έκτακτες περιπτώσεις ανά Διεύθυνση για το έτος 2011, καθώς και οι περιπτώσεις θεομηνιών (καύσωνες, πλημμύρες κ.λ.π.)» αλλά και η απλή επανάληψη της διατύπωσης του νόμου ότι καθιερώνεται «υπερωριακή εργασία για τις απογευματινές ώρες εντός του 2011, και για όλο το προσωπικό του Δήμου, για την αντιμετώπιση εποχιακών, έκτακτων και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών ….», χωρίς να εξειδικεύονται οι λόγοι που καθιστούν τις εν λόγω εργασίες επείγουσες και έκτακτες, δεν αρκεί για να καταστήσει ειδική και επαρκή την αιτιολογία της σχετικής διοικητικής πράξης, με την οποία μάλιστα καθιερώνεται γενική υπερωριακή απασχόληση για όλο το μόνιμο προσωπικό του Δήμου αδιακρίτως, χωρίς αναφορά στις συγκεκριμένες ειδικότητες των εργαζομένων που θα απασχοληθούν. Επίσης αναιτιολόγητη είναι και η 105/2011 απόφαση του Δημάρχου ..., για την καθιέρωση εργασίας κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες πέραν της υποχρεωτικής για το έτος 2011, η οποία δεν κάνει καμία αναφορά στις προς κάλυψη ανάγκες και στους λόγους που υπαγόρευσαν την καθιέρωσή της εργασίας πέραν του κανονικού ωραρίου. Ούτε όμως από τις εκ των υστέρων εκδοθείσες βεβαιώσεις υπερωριακής απασχόλησης, στις οποίες εξειδικεύονται οι εργασίες που εκτελέσθηκαν, προκύπτει η εποχική, η έκτακτη ή επείγουσα φύση τους, ενώ σε ό, τι αφορά το προσωπικό των υπηρεσιών με συνεχές ωράριο καθώς και αυτών που λειτουργούν όλες τις ημέρες της εβδομάδα, από τις σχετικές βεβαιώσεις δεν προκύπτει ότι η πρόσθετη κατά χρόνο εργασία ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών. Περαιτέρω, η αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων για την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης απαιτείται να περιλαμβάνεται στη εγκριτική αυτής απόφαση του αρμοδίου προς διορισμό οργάνου και δεν δύναται να αναπληρωθεί εκ των υστέρων με το έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος προς θεώρηση, όπως επιχειρείται εν προκειμένω με το 14747/7.6.2011 έγγραφο του Δημάρχου .... Ανεξαρτήτως όμως αυτού, από το ανωτέρω έγγραφο δεν προκύπτει ότι τα ανατεθέντα στους φερομένους ως δικαιούχους καθήκοντα αφορούσαν στην κάλυψη εποχικών, επειγουσών ή εκτάκτων αναγκών, δυναμένων να δικαιολογήσουν την καθιέρωση υπερωριακής εργασίας ή ότι για το προσωπικό των υπηρεσιών καθαριότητας και δημοτικής αστυνομίας η καθιέρωσης εργασίας καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου λειτουργίας ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των οικείων υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, η απασχόληση προσωπικού των Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών του Δήμου, κατά τις απογευματινές ώρες, σε θέματα απογραφής περιουσιακών και οικονομικών στοιχείων, σύνταξης νέου Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας και προϋπολογισμού, συνένωσης νομικών προσώπων στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3852/2010 «Πρόγραμμα Καλλικράτης», δεν συνιστά εποχική απασχόληση ούτε προκύπτει ότι οι εργασίες αυτές ανεφύησαν επειγόντως ή εκτάκτως, ώστε να δικαιολογείται η εκτέλεσή τους κατ’ απόκλιση του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των οικείων υπηρεσιών. Τα όσα δε αναφέρονται στο 14747/7.6.2011 έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, για την υποχρεωτική περάτωση των εργασιών αυτών εντός καταληκτικών ημερομηνιών, εκτός του δεν δύνανται να αναπληρώσουν εκ των υστέρων την ελλείπουσα αιτιολογία, κατά τα προδιαληφθέντα, είναι σε κάθε περίπτωση αόριστα, αφού ούτε αναφέρονται ούτε προσκομίζονται συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία από τα οποία να στοιχειοθετείται ο εν λόγω ισχυρισμός και να δικαιολογείται η υπέρβαση του κανονικού ωραρίου για την αποτροπή του κινδύνου δυσλειτουργίας της υπηρεσίας. Περαιτέρω, η όλως αόριστη επίκληση ελλείψεων σε τακτικό προσωπικό, για την κάλυψη αναγκών κατά το μήνα Μάρτιο του 2011 (επικείμενες εορτές Πάσχα) δεν μπορεί να δικαιολογήσει την απασχόληση του προσωπικού των συνεργείων καθαριότητας, ηλεκτροφωτισμού, πρασίνου, νεκροταφείων και καθαρισμού κοινοχρήστων χώρων και πλατειών, καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου εργασίας. Ειδικά δε, ως προς την λειτουργούσα σε ολοήμερη βάση υπηρεσία καθαριότητας δεν μνημονεύονται ούτε τα συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τη στελέχωση της υπηρεσίας ανά βάρδια εργασίας αλλά ούτε και οι συγκεκριμένες ανάγκες που έπρεπε απαραιτήτως να καλυφθούν για την διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας. Επίσης αόριστα αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο ότι ήταν επιβεβλημένη η εργασία των υπηρετούντων στην υπηρεσία ύδρευσης προκειμένου να αντιμετωπισθούν άμεσα βλάβες προκαλούμενες από την παλαιότητα του δικτύου ύδρευσης του Καλλικρατικού Δήμου ..., αφού δεν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένες ανάγκες που προέκυψαν εκτάκτως ή επειγόντως και δεν κατέστη δυνατό να αντιμετωπισθούν κατά το σύνηθες ωράριο εργασίας, ενώ οι ανάγκες αυτές, εν γένει, υφίστανται συνεχώς και παγίως και δεν φέρουν καθ’ εαυτές, χαρακτήρα εποχικό, έκτακτο ή επείγοντα. Τέλος, η γενική αναφορά στην φύση της δημοτικής αστυνομίας ως υπηρεσίας συνεχούς λειτουργίας δεν μπορεί από μόνη της να δικαιολογήσει την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης, χωρίς ειδική αναφορά στις συνθήκες εκείνες που επέβαλαν την πρόσθετη κατά χρόνο εργασία των υπαλλήλων για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας. Κατ’ ακολουθία αυτών, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες είναι μη νόμιμες και, συνεπώς, τα εντάλματα αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/89/2019

Παροχή υπηρεσιών μηχανολόγου-μηχανικού..Με δεδομένα τα ανωτέρω μη νομίμως ο Σύνδεσμος προέβη στην ανάθεση σε εξωτερικό συνεργάτη, μηχανολόγο μηχανικό, της παροχής των προαναφερόμενων υπηρεσιών, καθόσον αυτές εμπίπτουν στα καθήκοντα του υπηρετούντος προσωπικού, ενόψει του ότι και οι 2 Θέσεις ΠΕ Μηχανολόγων Μηχανικών ή Πολιτικών Μηχανικών ή Μηχανικού Περιβάλλοντος, που προβλέπονται στον ΟΕΥ του είναι καλυμμένες. Εντούτοις, ενόψει του ιδιαίτερου φόρτου εργασίας των υπηρεσιών του κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, όπως αυτός αναλύεται στο έγγραφο επανυποβολής και αφορά στην ολοκλήρωση της δημοπράτησης της λειτουργίας του ΧΥΤΥ ...., στη δημοπράτηση του έργου αποκατάστασης του ΧΥΤΑ ... καθώς και σε μια σειρά από άλλα έργα που ρητά αναφέρονται, τα όργανα του Συνδέσμου δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων αλλά με την πεποίθηση ότι μπορούσαν να προβούν στην ως άνω ανάθεση, λόγω των αυξημένων και πιεστικών απαιτήσεων του τελευταίου διαστήματος και της ανάγκης άμεσης υλοποίησης των ως άνω έργων του. Τέλος, η μη ανάλυση του προϋπολογισμού σε επιμέρους ποσότητες εργασιών με επιμέρους κοστολόγησή τους δεν καθιστά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αόριστο το συνολικό προσδιορισμό της σχετικής μηνιαίας δαπάνης στο ποσό των 1.242,90 ευρώ, ενόψει της φύσης των υπό ανάθεση υπηρεσιών, που αφορούν, γενικά, σε υπηρεσίες μηχανολόγου μηχανικού για την υποστήριξη της λειτουργίας της προαναφερόμενης Διεύθυνσης.Κατ’ ακολουθία, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, αλλά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.


ΕΣ/Κλ.Τμ.7/294/2017

Αμοιβή της εταιρείας «…» ενόψει εν μέρει εκτέλεσης της σύμβασης για «προετοιμασία και κατάθεση φακέλου υποψηφιότητας του Δήμου για υποβολή προτάσεων χρηματοδότησης στα πλαίσια των ευρωπαϊκών ανταγωνιστικών προγραμμάτων.(...) Με αυτά τα δεδομένα η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι  οι ανατεθείσες εργασίες, που συνίστανται στην υποβολή προτάσεων περιεχομένου περιβαλλοντικού, χρηματοοικονομικού και διασυνοριακής συνεργασίας στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων, ώστε ο Δήμος να ενταχθεί σε αυτά και να εκμεταλλευτεί τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, δεν έχουν εξειδικευμένο χαρακτήρα αλλά ανάγονται στις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προγραμματισμού, Οργάνωσης και Πληροφορικής του Δήμου. Περαιτέρω, στον Οργανισμό του Δήμου προβλέπονται θέσεις προσωπικού πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης καθώς και ειδικές θέσεις συμβούλων και συνεργατών, προσωπικού δηλαδή που, στο πλαίσιο της επαγγελματικής εμπειρίας και των σπουδών του, είναι σε θέση να προσεγγίσει τα ευρωπαϊκά προγράμματα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το Δήμο και να αξιοποιήσει τις αναγκαίες πληροφορίες, ώστε να εξασφαλισθεί η συμμετοχή του Δήμου σε αυτά. Για τις εργασίες δε αυτές δεν απαιτούνται αυξημένα προσόντα ή ειδικές γνώσεις σε ένα συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο (πρβλ. ΚΠΕΔ στο VII Tμ. 355/2016, 384/2013, 25/2012). Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός του Δήμου περί έλλειψης προσωπικού, καθώς στην αρμόδια Διεύθυνση υπηρετούν 5 υπάλληλοι που μπορούν να συνεπικουρούνται και από άλλους υπαλλήλους ή από Ομάδες Εργασίας που συγκροτούνται για αυτό το σκοπό με απόφαση του Δημάρχου (άρθρο 24 του Ο.Ε.Υ.) και στην Τεχνική Έκθεση των ανατεθεισών εργασιών ρητά προβλέπεται ότι αρκούν τρία άτομα για τη διεκπεραίωσή τους. Τέλος, στην οικεία Τεχνική Έκθεση αναφέρονται τα άτομα που απαιτούνται για       την προετοιμασία υποβολής φακέλου για καθένα των τριών προγραμμάτων,     ο προβλεπόμενος χρόνος εργασίας αυτών σε ανθρωπομήνες και το κόστος κάθε ανθρωπομήνα, ανάλογα με την ειδικότητα και τα καθήκοντα εκάστου των απασχολουμένων και ο σχετικός λόγος διαφωνίας πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/169/2018

ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, κρίνεται ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση των ωρών του υποχρεωτικού ωραρίου από τους φερόμενους  ως δικαιούχους   υπαλλήλους, κατά τους μήνες Μάρτιο έως Ιούνιο του έτους 2017, δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Αναπληρωτή Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας.  Τούτο, καθόσον η 20909/906/7.2.2017 απόφαση του Περιφερειάρχη .., περί καθιέρωσης υπερωριακής απασχόλησης (με την οποία αναφέρονται γενικά και επιγραμματικά ως ανάγκες καθιέρωσης απασχόλησης υπερωριακής εργασίας οι συσσωρευμένες υπηρεσιακές υποχρεώσεις και εκκρεμότητες όλων των τμημάτων της Υπηρεσίας, λόγω έλλειψης του απαιτούμενου προσωπικού, καθώς και η πραγματοποίηση των κατά νόμο προβλεπόμενων ελέγχων στις σχολές οδηγών, ΚΕΘΕΥΟ και ΠΕΙ), δεν διαλαμβάνει την απαιτούμενη κατά τα προεκτεθέντα πλήρη και ειδική αιτιολογία με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή όλως απρόβλεπτων υπηρεσιακών αναγκών) που απαιτούν άμεση και δραστική διευθέτηση και συνεπάγονται τη δημιουργία πρόσθετων κατά ποσότητα καθηκόντων για το προσωπικό, τα οποία δεν μπορούν να εκτελεστούν εντός του τακτικού ωραρίου εργασίας αυτού, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται η ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης του κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Άλλωστε, η απαιτούμενη ειδική και πλήρης αιτιολογία, που ελλείπει από την ως άνω απόφαση, δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την εκ των υστέρων παράθεση των καθηκόντων, που εκτέλεσαν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι υπάλληλοι, στο ημερολόγιο υπερωριών, που αφορά τον καθένα τους, ενώ σε κάθε περίπτωση τα περισσότερα από τα καθήκοντα αυτά δεν αποτελούν εργασίες επειγουσών και έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, όπως προβάλλεται με το έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, αλλά ανάγονται στα πάγια και συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων της Διεύθυνσής τους, τα οποία αυτοί οφείλουν να φέρουν σε πέρας εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας τους, εκτελώντας τις σχετικές εργασίες με τον απαιτούμενο εκ των προτέρων προγραμματισμό για την εξυπηρέτηση της υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Οργανισμό της Περιφέρειας .. (σκέψη IV). (...)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη σύμφωνα με το πρώτο λόγο διαφωνίας, όμως το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής μπορεί να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης. 


ΑΕΠΠ/3/2021

Κατασκευή έργου...Επειδή, σε αντίθεση με τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η αναθέτουσα αρχή, δεν απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο επίμαχος όρος είναι απολύτως ανάλογος και συνδεδεμένος με το αντικείμενο των προκηρυσσόμενων υπηρεσιών, δεδομένου ότι όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, πράγματι, υπάρχουν και σε αλλοδαπές χώρες, εκκλησιαστικά κτίρια ή σύνολα, τα οποία εμπίπτουν στην έννοια των προστατευόμενων μνημείων, ωστόσο δεν τυγχάνει εφαρμογής για αυτά ο Ν. 3028/2002 είτε γιατί πρόκειται για μνημεία που δεν βρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας είτε γιατί πρόκειται για πολιτιστικά αγαθά που, ακόμα και αν βρίσκονται στην αλλοδαπή, δεν συνδέονται με την Ελλάδα, κατά την έννοια του ανωτέρω νόμου, όπως επικαλείται τις ίδιες τις διατάξεις αυτού και η αναθέτουσα αρχή. Ωστόσο, η βασιμότητα των ως άνω ισχυρισμών της αναθέτουσας αρχής, δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς, καθώς, όσα αναφέρονται στις απόψεις της, δεν καταρρίπτουν άνευ άλλου τινός τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας. Ειδικότερα, παρά το γεγονός ότι γίνεται αντιληπτή η αναγκαία απόδειξη προηγούμενης εμπειρίας σε παρόμοιες εργασίες σε προστατευόμενα εκκλησιαστικά μνημεία, δεν απεδείχθη πέραν πάσης αμφιβολίας και εντός των πλαισίων της αναλογικότητας, όπως αναπτύχθηκε στην αμέσως προηγούμενη σκέψη, για ποιο λόγο, απολείεται η απόκτηση εμπειρίας εκ μέρους του οικονομικού φορέα, σε συναφές αντικείμενο, ακόμα και αν πρόκειται για προστατευόμενα εκκλησιαστικά μνημεία που δεν εμπίπτουν στην έννοια του Ν. 3028/2002, μέσω των διατάξεων του οποίου, ρητά απαιτείται κατ’ αποκλειστικότητα να προσδιορίζεται η αναγκαία εμπειρία, ως μέρος της τεχνικής και επαγγελματικής επάρκειας του υποψήφιου οικονομικού φορέα. Σε κάθε περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή δεν απέδειξε άνευ άλλου τινός την αναγκαιότητα θέσπισης ενός τόσο περιοριστικού του ανταγωνισμού όρου ούτε δικαιολόγησε την αναγκαιότητα θέσπισής του από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, ειδικά υπό το πρίσμα διεξαγωγής ενός διεθνούς διαγωνισμού που απευθύντεται και σε οικονομικούς φορείς, με ανάλογη εμπειρία, όπως αυτή που τεκμηριώνεται μέσω της εκτέλεσης έργων επί μνημείων του Ν. 3028/2002, έστω και αν τα εν λόγω έργα, για τους λόγους που εκτέθηκαν αμέσως παραπάνω, δεν εντάσσονται στο ρυθμιστικό πλαίσιο  του εν λόγω νόμου. Κατά συνέπεια, ενόψει των ανωτέρω εκτεθέτνων, ο έκτος λόγος προσφυγής πρέπει να γίνει δεκτός ως νόμω και ουσία βάσιμος, ενώ κρίνονται απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί της αναθέτουσας αρχής.


ΑΕΠΠ/1023/2018

Προμήθεια..Επειδή, εκ των ως άνω προκύπτει ότι όπως ορθώς έκρινε η αναθέτουσα κατά την πρώτη βάση αποκλεισμού του, η προσφορά του προσφεύγοντος παραβίασε εξαρχής το άρ. 2 παρ. 3 της διακήρυξης που καθιέρωνε την κατοχή τέτοιας ψηφιακής υπογραφής ως υποχρεωτικό προαπαιτούμενο για την παραδεκτή υποβολή προσφοράς και δη από κάθε οικονομικό φορέα, άρα και τον τρίτο, όρο που ουδόλως αμφισβήτησε ο προσφεύγων κατά την υποβολή της προσφοράς του, καίτοι συνομολογεί, αλλά και προκύπτει από την ως άνω δήλωση του εκπροσώπου του τρίτου οικονομικού φορέα, ότι ο τελευταίος δεν κατείχε ψηφιακή υπογραφή. Και η παράβαση αυτή συνιστά απαράδεκτη τόσο την κατά την προηγούμενη σκέψη δήλωση του τρίτου οικονομικού φορέα ως και το ΤΕΥΔ του, αφού αμφότερα δεν υπογράφηκαν ψηφιακά από αυτόν, αλλά από τον εκπρόσωπο του ίδιου του προσφέροντος και προσφεύγοντος. Περαιτέρω, όλως αλυσιτελώς επικαλείται ο προσφεύγων τη διάταξη του άρ. 79Α Ν. 4412/2016 διότι ουδόλως ο ... κατέστη καθ’ οιονδήποτε τρόπο και συνεπεία όλων όσων προαναφέρθηκαν στην παρούσα σκέψη, νόμιμος εκπρόσωπος του τρίτου οικονομικού φορέα ούτε αρμοδίως εξουσιοδοτημένο φυσικό πρόσωπο για να εκπροσωπεί τον τρίτο οικονομικό φορέα για διαδικασίες σύναψης συμβάσεων γενικά ή ειδικά. Σημειωτέον δε, ότι η ως άνω διάταξη, τυγχάνει επίκλησης από τον προσφεύγοντα για τον σκοπό απόδειξης ότι δύνατο ο δικός του εκπρόσωπος να υπογράψει το ΕΕΕΣ του τρίτου, ενώ η διάταξη ρητά αναφέρεται γενικώς σε «οικονομικούς φορείς» και ως εκ τούτου ο προσφεύγων αναιρεί τον ίδιο τον προηγούμενο ισχυρισμό του, περί του ότι οι περί οικονομικού φορέα προβλέψεις δεν αφορούν τον τρίτο οικονομικό φορέα. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το σύνολο των ως άνω σκέψεων, είναι όλως αδιάφορο ότι το υπογραφέν από τον ίδιο τον εκπρόσωπο του προσφεύγοντος ψηφιακά, ΤΕΥΔ του τρίτου, φέρεται πως υπεγράφη άνευ οιασδήποτε βεβαίωσης γνησιότητας και ημεροχρονολογίας και πάντως χειρόγραφα, από τον εκπρόσωπο του τρίτου οικονομικού φορέα, ενώ αντιθέτως η διακήρυξη απαιτούσε αποκλειστικά ψηφιακή υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου του τρίτου οικονομικού φορέα ή του αρμοδίως εξουσιοτημένου προς εκπροσώπησή του στη συγκεκριμένη ή όλες τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων προσώπου. Όμως, κατά τα ανωτέρω και σε αντίθεση με όσα επικαλείται ο προσφεύγων, ουδόλως παρεσχέθη τέτοια νόμιμη εξουσιοδότηση προς εκπροσώπηση της ομορρύθμου εταιρίας/τρίτου οικονομικού φορέα ως προς τη συγκεκριμένη διαδικασία σύναψης σύμβασης. Ως εκ τούτου, αμφότεροι οι λόγοι της προσφυγής είναι απορριπτέοι, ενώ έστω και μία εκ των εξ αυτών προσβαλλόμένων βάσεων αποκλεισμού του προσφεύγοντος και μόνη της επαρκούσε ούτως ή άλλως για την απόρριψη της προσφοράς του.


ΕΣ/ΤΜ.6/2704/2010

Υπηρεσίες συντήρησης και επισκευής εργοστασίου...ζητείται η ανάκληση της 207/2010 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ, το Τμήμα κρίνει η επίμαχη σύμβαση, ο χαρακτηρισμός της οποίας διέπεται αποκλειστικά, δεδομένου του ύψους της προϋπολογιζόμενης δαπάνης της (59.940.900,00 ευρώ), από τις διατάξεις του π.δ. 60/2007 αποτελεί σύμβαση παροχής υπηρεσιών και όχι δημοσίου έργου, καθώς αντικείμενό της είναι η παροχή υπηρεσιών αποκομιδής και ανακύκλωσης απορριμμάτων αλλά και η παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευών, ακόμα δε κι αν θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει και την εκτέλεση εργασιών δημοσίου έργου, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 3669/2008 (εξασφάλιση και διατήρηση της στεγανότητας των υαλοστασίων όλων των θαλάμων ελέγχου, εξασφάλιση της άρτιας λειτουργίας όλων των μέσων ελέγχου και περιορισμού των οσμών, του θορύβου και της σκόνης, συντήρηση της κτιριακής υποδομής του εργοστασίου και των δομικών κατασκευών του), αυτές αποτελούν μικρό μόνο μέρος του συνολικού της αντικειμένου, στο οποίο προέχουν οι υπόλοιπες προαναφερόμενες υπηρεσίες (βλ. ΕλΣ VI Tμ. απόφαση 3732/2009 και πράξη 10/2009). Επομένως, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη ότι τόσο ως προς την ανάθεση όσο και ως προς την εκτέλεσή της η επίμαχη σύμβαση αποτελεί δημόσια σύμβαση υπηρεσιών και όχι έργου, ο υπό στοιχείο δε α λόγος ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Περαιτέρω όμως, το Τμήμα κρίνει ότι το Κλιμάκιο έκρινε ορθώς, ότι η πρόβλεψη, στην οικεία διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράτησης και στην επίμαχη σύμβαση, των επίμαχων περί αναλογικής εφαρμογής διατάξεων της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων όρων δεν είναι νόμιμη κατά το μέρος που αφορά τον όρο περί αναλογικής εφαρμογής των περί αναθεώρησης τιμών στα δημόσια έργα διατάξεων καθώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙV, οι διατάξεις περί αναθεώρησης τιμών στα έργα των Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού (άρθρο 54 του ν. 3669/2008), προσιδιάζουν μόνο σε συμβάσεις εκτέλεσης έργων και όχι σε συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Εσφαλμένα δε το Κλιμάκιο έκρινε κατά τα λοιπά, διότι ούτε στη διακήρυξη ούτε στο τιμολόγιο μελέτης ούτε στην προσφορά του αναδόχου της σύμβασης έχει υπολογιστεί επί των επιμέρους τιμών της σύμβασης προσαύξηση υπέρ του αναδόχου με τη μορφή σταθερού ποσοστού, ενώ στον όρο 2 μστ΄ του τιμολογίου μελέτης αναφέρεται ότι «οι δαπάνες, που δεν κατονομάζονται στην παρούσα ρητά … έχουν ενσωματωθεί στις μνημονευθείσες ως άνω δαπάνες και συνεπώς καταβάλλονται στον ανάδοχο μέσω της καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος.», κι επομένως το Τμήμα κρίνει ότι δεν έχει προβλεφθεί η καταβολή στον ανάδοχο ποσού για γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος ποσοστού 18% ή 28% επί του τιμήματος της σύμβασης, σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 7 του π.δ/τος 28/1980 και 17 παρ. 7 του ν. 3669/2008, όπου δε στην οικεία διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράττησης αλλά και στην επίμαχη σύμβαση αναφέρονται οι όροι «εργολαβικό» ή «οικονομικό» αντάλλαγμα ή όφελος νοείται η αμοιβή του αναδόχου (το τίμημα) για την εκτέλεση της σύμβασης. Και αυτή όμως η μη νόμιμη πρόβλεψη στην οικεία διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράτησης και στην επίμαχη σύμβαση της αναλογικής εφαρμογής των περί αναθεώρησης τιμών στα δημόσια έργα διατάξεων καθώς και των διατάξεων που αναφέρονται στον καθορισμό νέων τιμών μονάδος και τις πληρωμές του αναδόχου οφείλεται, κατά την κρίση του Τμήματος σε συγγνωστή πλάνη των αρμοδίων οργάνων του ..., η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι το Ζ΄ Κλιμάκιο έκρινε σιωπηρώς ως νόμιμο, με την 281/2009 πράξη του, ακριβώς ίδιο όρο που είχε περιληφθεί στη διακήρυξη και το σχέδιο σύμβασης του .... για τις «Επείγουσες Υπηρεσίες υποστήριξης, λειτουργίας, συντήρησης και επισκευής του ΕΜΑ» αλλά και στο γεγονός ότι τόσο η Μονάδα Παρακολούθησης Διαγωνισμών και Συμβάσεων του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου όσο και το Συμβούλιο Δημοτικών και Κοινοτικών Έργων και Θεώρησης Μελετών γνωμοδότησαν θετικά υπέρ του επίμαχου όρου, κατά τον εκ μέρους τους έλεγχο της διακήρυξης και των τευχών δημοπράτησης της επίμαχης σύμβασης, καθώς καμία παρατήρηση ή επιφύλαξη επ’ αυτού δεν διατύπωσαν.Ανακαλεί τη 207/2010 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.