Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

2/67136/0026/2016

Τύπος: Έγγραφα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 356/1974, 3079/1954

Παροχή Απόψεων αναφορικα με την διαδικασία επιστροφής  χρηματικών ποσών που λαμβάνουν δημόσιοι υπάλληλοι από αρχικώς επιδικασθέντα επιδόματα ως αχρεωστήτως ληφθέντα, λόγω αναίρεσης στο Σ.τ.Ε. των πρωτόδικων αποφάσεων ,αλλά και με το ποιες πρέπει να είναι οι ενέργειές σας,  για την πληρωμή ανάλογων δαπανών βάσει πρωτόδικων αποφάσεων


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

2/66189/0026/2014

Παροχή απόψεων αναφορικα με την διαφωνία που ανέκυψε μεταξύ της Υπηρεσίας σας και της Περιφερειακής Ενότητας (Π.Ε.) Ζακύνθου ως προς τη νομιμότητα πληρωμής δαπάνης ύψους 18.500 ΕΥΡΩ για την καταβολή της εισφοράς του έτους 2012 της ανωτέρω Π.Ε. ως μέλους της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας "Η ΣΤΟΡΓΗ"

ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1334/2023

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού 168.000,00 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 12.475,84 ευρώ, ήτοι συνολικού ποσού 180.475,84 ευρώ, που καταβλήθηκε σ’ αυτήν στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου 6 με τίτλο «Ενίσχυση της Πολιτιστικός Πολυχώρος Προσομοίωσης Παραδοσιακών Αγροτικών Δραστηριοτήτων Ε.Π.Ε. στη θεματική ενότητα Τουρισμός»(...)Το Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αναλυτικά εκτέθηκε στις σκέψεις 4 έως 6 της παρούσας, αρνήθηκε τη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των διαφορών εκ δημοσιονομικών διορθώσεων επικαλούμενο δύο κατά βάση συνταγματικού επιπέδου επιχειρήματα: Πρώτον, ότι με βάση την κατά το Σύνταγμα ενδεικτική απαρίθμηση των δικαιοδοτικών αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο κοινός νομοθέτης δύναται να υπαγάγει στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου μόνον τις υποθέσεις που είναι «απολύτως συναφείς» με τις πρωτογενώς υπαχθείσες από το Σύνταγμα στη δικαιοδοσία του. Και, δεύτερον, ότι ως δημόσιοι υπόλογοι κατά την οικεία συνταγματική ρύθμιση νοούνται μόνον αυτοί στους οποίους έχει ανατεθεί εξουσία διαχείρισης χρημάτων που ανήκουν σε δημόσιο φορέα, όχι δε και οι ωφελούμενοι από δημόσια ενίσχυση ιδιώτες, ακόμη και αν υπόκεινται κατά νόμο σε δημοσίου δικαίου υποχρεώσεις και έλεγχο.(...)το Ελεγκτικό Συνέδριο ανήχθη από το Σύνταγμα του 1975 σε αυτοτελή δικαιοδοτικό κλάδο, απολαύον του αυτού βαθμού ανεξαρτησίας που απολαύουν μεταξύ τους ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Συνεπώς, ως μη αποτελούν πλέον ειδικό διοικητικό δικαστήριο, οι ρυθμίσεις περί τις δικαιοδοτικές του αρμοδιότητες δεν πρέπει να ερμηνεύονται στενά ως εξαίρεση εκ του κανόνα της γενικής δικαιοδοσίας της διοικητικής δικαιοσύνης, αλλά αυτοτελώς ενόψει των σκοπών που εξυπηρετεί η υπαγωγή των οικείων διαφορών στη δικαιοδοσία του.(...)Από τις διατάξεις που παρατέθηκαν στις τρεις προηγούμενες σκέψεις συνάγεται ότι στο Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν ανατεθεί νομοθετικώς δικαιοδοτικές αρμοδιότητες που δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν ως τελούσες σε «απόλυτη συνάφεια» με τις διαφορές εκ του ελέγχου των λογαριασμών δημοσίων υπολόγων, ως αντιλαμβάνεται την έννοια του δημοσίου υπολόγου το Συμβούλιο της Επικρατείας....το Ελεγκτικό Συνέδριο δικάζει ένδικα βοηθήματα κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων που αφορούν διαχείριση επιχορηγήσεων και χρηματοδοτήσεων προς ιδιώτες, οι οποίες προέρχονται από ενωσιακούς πόρους.(...)Η αυτοτέλεια της υποκείμενης αιτίας του «ελέγχου των λογαριασμών», ως στοιχείο προσδιοριστικό της δικαιοδοσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των αντίστοιχων διαφορών, είναι συνυφασμένη με τη θεσμική αποστολή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως του ανωτάτου δημοσιονομικού δικαστηρίου της Χώρας, το οποίο, μέσω ιδίως των σχετικών με τον έλεγχο των λογαριασμών αρμοδιοτήτων του (είτε ελεγκτικών είτε δικαιοδοτικών), εγγυάται τη σύννομη και με όρους διαφάνειας διαχείριση των πεπερασμένων δημόσιων πόρων υπέρ του δημοσίου συμφέροντος(...)Με βάση τα προεκτεθέντα, στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκει και η εκδίκαση των διαφορών που προκύπτουν από τον καταλογισμό προσώπων (φυσικών ή νομικών) στα οποία καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρανόμως χρηματικά ποσά από το Δημόσιο (ή από ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ κ.λπ.), έστω και αν τα πρόσωπα αυτά δεν είναι «δημόσιοι υπόλογοι» ως αντιλαμβάνεται την έννοια αυτή το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθόσον ο σε βάρος τους καταλογισμός συνιστά πράξη «τακτοποίησης» δημόσιου λογαριασμού και, εντεύθεν, μέσο αποκατάστασης της επελθούσας βλάβης στον οικείο Προϋπολογισμό και δη υπό διττή έννοια, ήτοι αφενός ως ακύρωση της προηγηθείσας υλικής πράξης διενέργειας του εξόδου (είτε μερικής είτε ολικής, ανάλογα με το μέγεθος της βλάβης του Προϋπολογισμού του φορέα) και αφετέρου ως δημιουργία νόμιμου (εκτελεστού) τίτλου για την επιστροφή του σχετικού ποσού στο Δημόσιο (ή σε ΟΤΑ, ΝΠΔΔ κ.λπ.).(...)Τέλος, δεν αναδείχθηκε στην αναιρεσιβαλλομένη στοιχείο εκ του οποίου να προκύπτει ότι η αναιρεσείουσα υπέβαλε ανακριβή ή ανεπαρκή στοιχεία, ώστε να εγερθεί ζήτημα κακής πίστεως αυτής. Ενόψει τούτου, όταν εγκρίθηκε από τους αρμόδιους φορείς το αρχικό και εν συνεχεία το αναλυτικό σχέδιο της επίδικης επένδυσης, οποιοσδήποτε διοικούμενος ευρισκόμενος στη θέση της αναιρεσείουσας ευλόγως μπορούσε να τρέφει, στηριγμένος σε καθοριστικής σημασίας πράξεις φορέων δημόσιας λειτουργίας, τη δικαιολογημένη πεποίθηση ότι η επένδυσή του ήταν επιλέξιμη. Εξ άλλου, το γεγονός ότι η αναιρεσείουσα δήλωσε σε φορολογική αρχή ότι η επένδυσή της αφορούσε μουσείο, δεν ασκεί επιρροή στην ανωτέρω κρίση, διότι ακόμη και αν μια τέτοια δήλωση έγινε προς αποφυγή φορολογικής επιβάρυνσης της δηλούσας, δεν ασκεί επιρροή στον χαρακτηρισμό της επίδικης επένδυσης ως τουριστικής καθόσον τούτο συντελείται αντικειμενικώς με βάση κριτήρια εκ της εφαρμοστέας ειδικής για την επένδυση νομοθεσίας. Δέχεται την αίτηση αναίρεσης.