Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

1053051/2019

Τύπος: Εγκύκλιοι

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2238/1994

Προσωπική ευθύνη δικαστικού συμπαραστάτη και μελών εποπτικού συμβουλίου για πληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών θανόντος προσώπου από παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, οι οποίες έλαβαν χώρα σε χρονική περίοδο προ της άσκησης της δικαστικής συμπαράστασης, στο πλαίσιο εφαρμογής του ν.2238/1994 ΑΔΑ: 60ΩΟ46ΜΠ3Ζ-ΡΜΛ


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/890/2023

ΜΕΛΕΤΕΣ:επιδιώκεται παραδεκτώς η ανάκληση της 11/2023 Πράξης προσυμβατικού ελέγχου του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Περιφερειακή Ενότητα (Π.Ε.) Κεφαλληνίας, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της προσφεύγουσας Περιφέρειας Ιονίων Νήσων (εφεξής Π.Ι.Ν.) και της παρεμβαίνουσας ένωσης εταιρειών, για την εκπόνηση της μελέτης με τίτλο «ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΕΡΓΑ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΠΟΥ ΕΠΛΗΓΗΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ 17ΗΣ ΚΑΙ 18ΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2020 ΤΗΣ Π.Ε. ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΤΙΣ ΛΕΚΑΝΕΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΚΑΡΑΒΟΜΥΛΟΥ ΚΑΙ ΣΑΜΗΣ», προϋπολογιζόμενης δαπάνης 1.416.871,17 ευρώ (πλέον ΦΠΑ) και συμβατικού τιμήματος 1.101.368,81 ευρώ (πλέον ΦΠΑ).(....)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 4 έως 6 της παρούσας, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αναθέτουσα Π.Ι.Ν. προσέφυγε εν προκειμένω σε διαπραγμάτευση χωρίς να πληρούται η τιθέμενη από το άρθρο 32 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 4412/2016 προϋπόθεση του κατεπείγοντος που τη διέπει. Τούτο διότι η ανάθεση της ελεγχόμενης μελέτης, βάσει της οποίας θα εκτελεστούν μόνιμου και πάγιου χαρακτήρα αντιπλημμυρικά έργα για την προστασία της περιοχής από μελλοντικά ακραία καιρικά φαινόμενα, ουδόλως συνιστά άμεση αντιμετώπιση κατεπείγουσας ανάγκης, προκύπτουσα υπό καθεστώς ανωτέρας βίας, η οποία επιτάσσει την προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης. Αντιθέτως, πρόκειται για την εξυπηρέτηση μίας ανάγκης που δεν παρίσταται «κατεπείγουσα», όπως απαιτείται κατά την αδιάστικτη διατύπωση του νόμου, αποσκοπεί στη σύνταξη μελετών για τον ευρύτερο σχεδιασμό των αντιπλημμυρικών έργων στη Βόρεια Κεφαλληνία - ο οποίος μάλιστα έχει εκκινήσει προ του επίμαχου συμβάντος - για την πάγια και διαρκή αντιμετώπιση των πλημμυρικών φαινομένων αυτής, χωρίς άλλωστε να διαπιστώνεται χρονική εγγύτητα με το επικαλούμενο συμβάν.(....)Τέλος, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι η 656/2022 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου (IA´ Διακοπών), με την οποία ελέγχθηκε και κρίθηκε νόμιμη η ανάθεση της Μελέτης 2, της αυτής χρηματοδοτούμενης Πράξης, της δημιούργησε εύλογη πεποίθηση ως προς τη νομιμότητα προσφυγής στη διαπραγμάτευση με αποτέλεσμα να την υιοθετήσει εκ νέου στην ελεγχόμενη ανάθεση. Τούτο διότι, αφενός μεν η κρίσιμη απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Π.Ι.Ν., που ελήφθη στις 22.3.2022, προηγήθηκε του προσυμβατικού ελέγχου της ως άνω σύμβασης ανάθεσης της Μελέτης 2, αφετέρου δε, όπως έχει παγίως κριθεί, ο προσυμβατικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι έλεγχος αντικειμενικής νομιμότητας της εκάστοτε υποβαλλόμενης προς έλεγχο διαγωνιστικής διαδικασίας και, κατά συνέπεια, ακόμα και αν κατά την εκτίμηση δικαστικού του σχηματισμού δεν κωλύεται η υπογραφή οποιασδήποτε σύμβασης, τούτο δεν δεσμεύει την κρίση του σε οποιαδήποτε αντίστοιχη μεταγενέστερη περίπτωση κληθεί να ασκήσει προσυμβατικό έλεγχο. Απορρίπτει την προσφυγή ανάκλησης 


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ/182/2022

Όλες, δηλαδή οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου της ενάγουσας έφεραν εξ αρχής τα χαρακτηριστικά μίας ενιαίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, κατ` εφαρμογή των άνω διατάξεων των άρθρων 648 § 1 ΑΚ, 6 Ν. 765/1943 και 8 του Ν. 2112/1920, αφού αυτή τελούσε σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη της, είχαν τον χαρακτήρα της διαδοχικότητας και, τέλος, δεν υπαγορεύτηκαν από αντικειμενικούς λόγους, που δικαιολογούνταν από τη φύση τους, δηλαδή κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη και ο καθορισμένος χρόνος διάρκειάς τους έγινε προς καταστρατήγηση των δικαιωμάτων της που απορρέουν από τις διατάξεις αυτές. Επομένως, εφόσον η χρονική αφετηρία τους τοποθετείται προ της 17-4-2001, εφαρμοστέες τυγχάνουν εν προκειμένω οι παραπάνω διατάξεις και αυτές είχαν ήδη προσλάβει τον χαρακτήρα της ενιαίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, τον οποίο διατήρησαν και μετά ταύτα, χωρίς αυτό να προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 103 § § 7 και 8 του Συντάγματος, μετά την αναθεώρησή τους αλλά ούτε και στην παραπάνω Οδηγία 1999/70/1999, σύμφωνα με τις σχετικές σκέψεις που εκτίθενται στην αρχή της παρούσας. Ως εκ τούτου, δεν καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις παραπάνω μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 11 του πδ 164/2004. Σημειώνεται ότι, λόγω της συγχώνευσης του πραγματικού εργοδότη της ενάγουσας, νπδδ με την επωνυμία «Πνευματικό Κέντρο Δήμου …..», στο εναγόμενο, το τελευταίο, υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του εκ της προαναφερθείσας σύμβασης εργασίας της, ενώ και οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, που το ίδιο συνήψε με αυτήν, υποδηλώνει πέραν της εξυπηρέτησης της παραπάνω πάγιας και διαρκούς ανάγκης, που κατέστη πλέον ανάγκη του ιδίου, μετά τη σύστασή του, τη συνέχεια της εργασιακής σχέσης της, και  αυτό υποχρεούτο έκτοτε να την απασχολεί υπό τους ίδιους όρους. Η κρίση αυτή, σύμφωνα και με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, δεν θεμελιώνεται απλώς και μόνον στο γεγονός ότι το εναγόμενο ανέλαβε, κατά τον ιδρυτικό του σκοπό, την ίδια δραστηριότητα με εκείνη της προαναφερθείσας δημοτικής επιχείρησης, αλλά στο ότι η σχέση εργασίας που τη συνέδεε την ενάγουσα με αυτό μετά το 2014 αποτελεί ουσιαστικά συνέχεια της εργασιακής σχέσης της με τη δημοτική επιχείρηση, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθώς ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας τον νόμο αλλά και εκτιμώντας το αποδεικτικό υλικό, κατέληξε στην ίδια κρίση αν και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας, και πρέπει όλοι οι λόγοι έφεσης, με τους οποίους το εκκαλούν πλήττει την εκκαλουμένη για την κρίση της αυτή, διατεινόμενο ότι πραγματικός εργοδότης της ενάγουσας ήταν ο εκάστοτε φορέας απασχόλησής της (α΄λόγος), ότι οι συμβάσεις αυτές εξυπηρετούσαν συγκεκριμένες ανάγκες και γι’αυτό έφεραν τα χαρακτηριστικά των συμβάσεων έργου ή εργασίας ορισμένου χρόνου (β΄λόγος), ότι δεν κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες (γ΄λόγος), και ότι η κρίση αυτή της εκκαλουμένης αντιβαίνει στις διατάξεις της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ και των διατάξεων του Συντάγματος (δ΄λόγος), να απορριφθούν ως αβάσιμοι.