1/808/2018
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
1156/2023
Καθορισμός του τύπου, του περιεχομένου, της διαδικασίας και του χρόνου υποβολής της Δήλωσης Συμμόρφωσης, αναφορικά με τις απαιτήσεις λειτουργίας και διασύνδεσης με την Α.Α.Δ.Ε., των Μέσων Πληρωμών ηλεκτρονικής μεταφοράς κεφαλαίων στο σημείο πώλησης (Electronic Funds Transfer at the point of sale, EFT/POS), Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών και Παρόχων Μέσων Πληρωμών ημεδαπής ή αλλοδαπής, που χρησιμοποιούν οι υπόχρεες οντότητες του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 (Α’ 251), καθώς και κάθε άλλου ειδικότερου θέματος για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15Γ του ν. 4987/2022 (Κ.Φ.Δ.).
Α.1003/2024
Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α.1156/12.10.2023 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) «Καθορισμός του τύπου, του περιεχομένου, της διαδικασίας και του χρόνου υποβολής της Δήλωσης Συμμόρφωσης, αναφορικά με τις απαιτήσεις λειτουργίας και διασύνδεσης με την ΑΑΔΕ, των Μέσων Πληρωμών ηλεκτρονικής μεταφοράς κεφαλαίων στο σημείο πώλησης (Electronic Funds Transfer at the point of sale, EFT/POS), Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών και Παρόχων Μέσων Πληρωμών ημεδαπής ή αλλοδαπής, που χρησιμοποιούν οι υπόχρεες οντότητες του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 (Α’ 251), καθώς και κάθε άλλου ειδικότερου θέματος για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15Γ του ν. 4987/2022 (Κ.Φ.Δ.).» (Β’ 5993).
Ν.4920/2022
Ενσωμάτωση α) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των Οδηγιών 2009/65/ ΕΚ και 2014/59/ΕΕ, β) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της Απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου, γ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2034 σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων, την τροποποίηση των Οδηγιών 2002/87/ ΕΚ, 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ ΕΕ και 2014/65/ΕΕ και την προσαρμογή στον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/2033 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των Kανονισμών (ΕΕ) 1093/2010, (ΕΕ) 575/2013, (ΕΕ) 600/2014 και (ΕΕ) 806/2014, δ) του άρθρου 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2177 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ε) της Oδηγίας (ΕΕ) 2020/1504 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την προσαρμογή στον Κανονισμό (ΕΕ) 2020/1503 σχετικά με τους Ευρωπαίους παρόχους υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης για επιχειρήσεις, στ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1160 για την τροποποίηση των Οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ όσον αφορά τη διασυνοριακή διανομή οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, ζ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/338 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2021 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, την παρακολούθηση των προϊόντων και τα όρια θέσης, και των Οδηγιών 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/878 όσον αφορά την εφαρμογή τους στις εταιρείες επενδύσεων, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάκαμψης από την κρίση της COVID-19, Συμπληρωματικός Κρατικός Προϋπολογισμός οικονομικού έτους 2022 και συναφείς διατάξεις.
Ο. ΔΕΑΦ 1035181/2022
Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 36, 37, 40, 44, 53, 216, 217, 220 και 231 του ν.4920/2022 ( Α΄ 74) «Ενσωμάτωση α) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των Οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ, β) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της Απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου, γ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2034 σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων, την τροποποίηση των Οδηγιών 2002/87/ΕΚ, 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ και την προσαρμογή στον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/2033 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των Kανονισμών (ΕΕ) 1093/2010, (ΕΕ) 575/2013, (ΕΕ) 600/2014 και (ΕΕ) 806/2014, δ) του άρθρου 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2177 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ε) της Oδηγίας (ΕΕ) 2020/1504 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την προσαρμογή στον Κανονισμό (ΕΕ) 2020/1503 σχετικά με τους Ευρωπαίους παρόχους υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης για επιχειρήσεις, στ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1160 για την τροποποίηση των Οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ όσον αφορά τη διασυνοριακή διανομή οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, ζ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/338 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2021 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, την παρακολούθηση των προϊόντων και τα όρια θέσης, και των Οδηγιών 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/878 όσον αφορά την εφαρμογή τους στις εταιρείες επενδύσεων, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάκαμψης από την κρίση της COVID-19, Συμπληρωματικός Κρατικός Προϋπολογισμός οικονομικού έτους 2022 και συναφείς διατάξεις».
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/139/2024
Αίτημα άρσης αμφιβολίας που ανέκυψε ενώπιον του Κλιμακίου κατά τον έλεγχο του σχεδίου σύμβασης με τίτλο «Προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος μέσω διμερών συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με χρηματικό διακανονισμό (Financial Virtual Corporate Power Purchase Agreement – PPA) και μεταβίβαση πιστοποιητικών» για τα κάτωθι ζητήματα: α) αν το υπό έλεγχο σχέδιο σύμβασης αφορά σε σύμβαση μεγάλης οικονομικής αξίας υπαγόμενη στον προσυμβατικό έλεγχο κατά την έννοια του άρθρου 324 παρ. 1 του ν. 4700/2020, β) αν μία σύμβαση με τα χαρακτηριστικά της επίμαχης σύμβασης εμπίπτει στην έννοια της σύμβασης παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για την απόκτηση χρηματοπιστωτικού μέσου του άρθρου 325 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 4700/2020 και εξαιρείται, για τον λόγο αυτό, του προσυμβατικού ελέγχου και γ) σε περίπτωση που κριθεί ότι η επίμαχη σύμβαση υπάγεται στον προσυμβατικό έλεγχο και δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης, αν αρμόδιο για τη διενέργεια του ελέγχου είναι το Στ΄ ή το Ζ΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Ενόψει των ανωτέρω, επί του πρώτου ερωτήματος του Κλιμακίου, η Ολομέλεια κρίνει τα ακόλουθα: το υποβληθέν για έλεγχο σχέδιο αφορά σε σύμβαση που εμπίπτει καταρχήν στην έννοια της σύμβασης κατά το άρθρο 324 παρ. 1 του ν. 4700/2020. Τούτο, διότι η σύμβαση αυτή, στην οποία αναθέτουσα Αρχή είναι δημόσια επιχείρηση, συνιστά δημόσια σύμβαση μεγάλης οικονομικής αξίας με χαρακτηριστικά τόσο σύμβασης προμήθειας (όσον αφορά την πρόβλεψη μεταβίβασης των Εγγυήσεων Προέλευσης) όσο και παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, η οποία α) αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού, ήτοι στον εξορθολογισμό του ενεργειακού κόστους της …. Α.Ε., β) συνεπάγεται την εκταμίευση δημοσίου χρήματος και ειδικότερα κεφαλαίων μίας δημόσιας επιχείρησης και γ) έχει οικονομικά αποτιμητό αντικείμενο. Περαιτέρω, από τη συμφωνία αυτή απορρέουν συμβατικής φύσης ουσιαστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις για αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη ενώ δεν μπορεί να θεωρηθεί σύμβαση προσχώρησης, δοθέντος ότι για τον καθορισμό των επιμέρους όρων της προηγήθηκε διαβούλευση μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.(...)Επομένως, κατόπιν γραμματικής, ιστορικής, συστηματικής και τελολογικής ερμηνείας των συναφών διατάξεων, η Ολομέλεια κρίνει κατά πλειοψηφία ότι, τουλάχιστον στο παρόν στάδιο εξέλιξης του δικαίου της Ένωσης και του εθνικού δικαίου, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 325 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 4700/2020, εξαιρούνται από τον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι συμβάσεις που αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, σε «χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων», των οποίων (συμβάσεων) η έννοια οριοθετείται αντικειμενικά βάσει των διατάξεων των νόμων 3606/2007 και 4514/2018, ανεξαρτήτως του αν οι ως άνω συμβάσεις υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των ως άνω νόμων και ανεξαρτήτως της φύσης του προσώπου ή της οντότητας που παρέχει τις υπηρεσίες αυτές.(...)Αποφαινόμενη οριστικά επί του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης, η Ολομέλεια κρίνει ότι αυτό απαραδέκτως υποβλήθηκε για την άσκηση προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο
ΑΕΠΠ/1607/2020
Προμήθεια φωτιστικών...Τα ανωτέρω ενώ κατ’ άρ. 54 παρ. 5 Ν. 4412/2016 ορίζεται ότι «Όταν η αναθέτουσα αρχή χρησιμοποιεί τη δυνατότητα παραπομπής στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην περίπτωση β΄ της παρ. 3, δεν 8 απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα προσφερόμενα έργα, αγαθά ή οι υπηρεσίες δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες έχει παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 56, ότι οι λύσεις που προτείνει πληρούν κατά ισοδύναμο τρόπο τις απαιτήσεις που καθορίζονται από τις τεχνικές προδιαγραφές.» και κατ’ άρ. 56 παρ. 2 ότι «Οι αναθέτουσες αρχές δέχονται και άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, εκτός από αυτά που αναφέρονται στην παρ. 1, όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν έχει πρόσβαση στα πιστοποιητικά ή στις εκθέσεις δοκιμών που αναφέρονται στην παράγραφος 1 ή δεν έχει τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, υπό τους όρους ότι για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας και ότι ο ίδιος αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, αγαθά και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που ορίζονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τους όρους εκτέλεσης της σύμβασης.», εν προκειμένω ούτε ο προσφεύγων υπέβαλε με την προσφορά του οιαδήποτε επίκληση ανυπαίτιας αδυναμίας του να αποκτήσει ή να έχει πρόσβαση στο ζητούμενο πιστοποιητικό ούτε επίκληση ισοδυναμίας των οικείων εναλλακτικών μέσων που υπέβαλε ούτε απέδειξε δι’ αυτής της προσφοράς ως όφειλε, την τυχόν ισοδυναμία και δη, με το σύνολο των απαιτήσεων που συγκροτούν το ζητούμενο πιστοποιητικό CE, του ανωτέρω έτερου και διάφορο του ζητουμένου, αποδεικτικό μέσο που υπέβαλε, ενώ αλυσιτελώς αποπειράται δια της παρέμβασης του, να επικληθεί και να τεκμηριώσει την ισοδυναμία αυτή, που συνιστούσε όμως ουσιώδες στοιχείο της εξαρχής προσφοράς του και δεν είναι δυνατόν να καλυφθεί ούτε δια κατ’ άρ. 102 Ν. 4412/2016 διεκρινίσεων, αφού η μη τεκμηρίωση της συνεπάγεται το απαράδεκτο και τη μη λήψη υπόψη του εναλλακτικού αποδεικτικού μέσου και άρα, την εν όλω έλλειψη ουσιωδώς απαιτούμενου εγγράφου της προσφοράς, η το πρώτον υποβολή του οποίου και δη, σε παραδεκτή μορφή, δεν δύναται να λάβει χώρα ούτε δια διευκρινίσεων ούτε, προφανώς, δια παρεμβάσεως. Αλυσιτελώς δε ο παρεμβαίνων επικαλείται υποβολή αντιστοίχου πιστοποιητικού και εκ του προσφεύγοντος, καθώς αφενός δεν προσέβαλε την αποδοχή της προσφοράς του, καίτοι είχε προς τούτο έννομο συμφέρον, αφετέρου, ο προσφεύγων υπέβαλε και πρόσθετο ειδικό πιστοποιητικό για την ανεμοπίεση, όπως επικαλείται στο υπόμνημα του, με αποτέλεσμα την απουσία ταυτότητας διαφοράς. Επομένως, η προσφορά του παρεμβαίνοντος ήταν ουσιωδώς ελλιπής και δη, ως προς ρητά ζητούμενο έγγραφο και δικαιολογητικό της προσφοράς του και τούτο ενώ, όλα τα είδη του τμήματος 1 είναι ομού και ενιαία δεκτικά προσφοράς και κατακύρωσης και άρα, η μη πλήρωση των απαιτουμένων έστω και για ένα εξ αυτών, αρκεί για την απόρριψη της προσφοράς στο όλο τμήμα και για το σύνολο των ειδών του, ενώ η εξέταση των λοιπών ισχυρισμών κατά του παρεμβαίνοντος, συνεπεία της ανωτέρω όλως επαρκούς βάση αποκλεισμού του, παρέλκει κατά τα ανωτέρω.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)183/2013
α)Αμοιβή για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου,β)καταβολή αμοιβής για την προμήθεια ανταλλακτικών για τη συντήρηση-επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου,γ)καταβολή της αμοιβής της για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου δ)καταβολή της αμοιβής του για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου ε)καταβολή της αμοιβής του για τη συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων του Δήμου στ)καταβολή της αμοιβής της για τη συντήρηση και επισκευή λοιπών μηχανημάτων(...)Στο άρθρο 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄ 114, διόρθ. ΦΕΚ Α΄ 145 και 197), ορίζεται ότι: «1. Η εκκαθάρισις ενεργείται παρά της λογιστικής υπηρεσίας κατά τας κειμένας περί εκάστης δαπάνης διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως οσάκις υπάρχουν παρά τη υπηρεσία ταύτη πλήρη τ΄ αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχον τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου (…) 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης (…) προσαρτώνται εις τα σχετικά χρηματικά εντάλματα (…)», στο άρθρο 23 παρ. 1 ότι: «Μετά την εκκαθάρισιν εκάστης δαπάνης το αρμόδιον τμήμα ή γραφείον της λογιστικής υπηρεσίας του Δήμου προκαλεί την πληρωμήν της εκκαθαρισθείσας δαπάνης συντάσσον χρηματικόν ένταλμα», στο άρθρο 25 αυτού ότι: «Εις παν χρηματικόν ένταλμα δέον να επισυνάπτεται υπ’ ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάρισιν και εντολήν της δαπάνης οργάνων του δήμου παν δικαιολογητικόν έγγραφον εξ ου να προκύπτη σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάσιν και ποσόν». Από τις ως άνω διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν τη διαδικασία της ανάληψης, εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής δαπανών συνάγεται, πλην άλλων, ότι οι δαπάνες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) εξοφλούνται κατά κανόνα με την έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος. Προκειμένου δε να εκδοθεί τακτικό χρηματικό ένταλμα, πρέπει οι απαιτήσεις των πιστωτών των Ο.Τ.Α., καθώς και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των τελευταίων να αποδεικνύονται κατά την υπόσταση και την έκτασή τους από πλήρη και νόμιμα δικαιολογητικά. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (βλ. σχετικές πράξεις VII Τμ. 13/2008, 11, 373/2009, Κλ. Πρ. Ελ. Στο VII Τμ. 47/2013) Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ.2, 3 και 20 του ν.4013/2011 (ΦΕΚ Α΄ 204), όπως ισχύουν, της κατ' εξουσιοδότηση του ως άνω νόμου (άρθρα 3 και 4) εκδοθείσας 3396/5.3.2012 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας περί διορισμού των μελών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΦΕΚ τ.Υ.Ο.Δ.Δ. 94/6.3.2012) και των διατάξεων του άρθρου 20 του ν.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 45), συνάγεται ότι, μετά τη συγκρότηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (με το ν.4013/2011), η λειτουργία της οποίας άρχισε στις 6.6.2012, ήτοι μετά την παρέλευση τριμήνου από την έκδοση της προαναφερόμενης υπουργικής απόφασης διορισμού των μελών της, για τη σύναψη σύμβασης με τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων χωρίς δημοσίευση διακήρυξης, σύμφωνα με το άρθρο 25 του π.δ.60/2007, στο πεδίο εφαρμογής του οποίου εμπίπτουν και οι συμβάσεις τις οποίες συνάπτουν με απευθείας ανάθεση οι ο.τ.α. κατόπιν άγονης ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, απαιτείται ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας πριν την έκδοση της απόφασης έγκρισης σύναψης, η διατύπωση προηγούμενης σύμφωνης γνώμης από αυτήν. Κατά συνέπεια, από 6.6.2012 (και ήδη από 1.1.2013, μετά τη θέση σε ισχύ του άρθρου 61 παρ.1 του ν.4146/2013, ΦΕΚ Α' 90/18.4.2013), σε περίπτωση κατά την οποία μία αναθέτουσα αρχή κρίνει αναγκαία τη σύναψη σύμβασης οφείλει, πριν τη λήψη της σχετικής απόφασης, να υποβάλει το φάκελο με όλα τα αναγκαία στοιχεία ενώπιον της ανωτέρω Αρχής, προκειμένου αυτή να ασκήσει τη γνωμοδοτική της αρμοδιότητα. Αν η Αρχή γνωμοδοτήσει αρνητικά η σύμβαση δεν μπορεί να συναφθεί, αφού ο νόμος ορίζει ότι η γνώμη που διατυπώνει είναι σύμφωνη και κατά συνέπεια το όργανο που ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα υποχρεούται να ενεργήσει κατά τον τρόπο που του υποδεικνύει το γνωμοδοτούν όργανο, ενώ αν ο αναθέτων φορέας δεν υποβάλλει το φάκελο της διαδικασίας ενώπιον της Αρχής, τυχόν απόφαση του αρμόδιου οργάνου περί σύναψης της σύμβασης είναι παράνομη ως εκδοθείσα κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσής της (πρβλ. σχετ. Ε΄ Κλιμ. πράξεις 181, 154, 125, 192/2013). Ακολούθως, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2, 21 και 23 του ν. 3871/2010 (ΦΕΚ Α΄ 141) «Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη» καθώς και των άρθρων 2-4 του π.δ/τος 113/2010 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (ΦΕΚ Α΄ 209/10.12.2010), συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε δαπάνης Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού απαιτείται προηγουμένως η έγκριση διάθεσης της σχετικής πίστωσης. Κατά το στάδιο αυτό της δημοσιονομικής ανάληψης της δαπάνης, ο αρμόδιος διατάκτης,
ΕΣ/ΤΜ.7/23/2015
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Αίτηση ανάκληση της 266/2014 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα (..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι: Α) Η ελεγχόμενη σύμβαση δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της προγραμματικής συμφωνίας του άρθρου 100 του Ν. 3852/2010, διότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμπράττουν ισόρροπα εκκινώντας από κοινή αφετηρία, με σκοπό την εκτέλεση κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν την ικανοποίηση όλως διακριτών και αντίθετων συμφερόντων, καθόσον ο Δήμος......, λειτουργώντας ως αναθέτουσα αρχή (στο συμβατικό κείμενο αναφέρεται ως «εργοδότης», ο οποίος, βάσει των άρθρων 5 και 8, έχει την επίβλεψη του έργου και διατηρεί το δικαίωμα υποβολής παρατηρήσεων και διορθώσεων στα παραδοτέα κάθε φάσης) αποσκοπεί στην παραλαβή των επιμέρους παραδοτέων κάθε φάσης της στατικής μελέτης των σχολικών κτιρίων (που συνολικά αποτελούν τη μελέτη φέρουσας κατασκευής των σχολικών κτιρίων), το δε ...... επέχει θέση κοινού αντισυμβαλλομένου (στο συμβατικό κείμενο αναφέρεται ως «ανάδοχος») που ελέγχεται ως προς την προσήκουσα εκπλήρωση της σύμβασης και σκοπεί στην απόληψη (δια του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας) του καθορισμένου συμβατικού ανταλλάγματος που περιλαμβάνει, όχι μόνον τα λειτουργικά έξοδα για την προσήκουσα εκπλήρωση της σύμβασης, αλλά και αμοιβή των προσώπων που θα απασχοληθούν με την εκπόνηση της μελέτης. Ειδικότερα, η συμβολή του Δήμου περιορίζεται, κατά κύριο λόγο, στην καταβολή της δαπάνης για την εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου, η δε συλλογή και παράδοση στο Ε.Μ.Π. των διαθέσιμων στοιχείων και σχεδίων που αφορούν στα σχολικά κτίρια, ανάγεται σε προαπαιτούμενη ενέργεια για την εκπόνηση οιασδήποτε μελέτης (κάθε εργοδότης παραδίδει στον ανάδοχο τα ήδη υπάρχοντα στοιχεία για την κτιριολογική δομή των κτιρίων) και δεν συνιστά συμβολή στην εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου (δηλαδή στην πραγματοποίηση αυτής καθεαυτής της στατικής μελέτης), το δε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος - «αμοιβής» (που καλύπτει συνολικά τα λειτουργικά έξοδα και τις αμοιβές του προσωπικού), ύψους 130.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., στην εκτέλεση από τα μέλη ερευνητικής ομάδας υπηρεσιακής του μονάδας (του Εργαστηρίου Αντισεισμικής Τεχνολογίας) του συμβατικού αντικειμένου. Χαρακτηριστικό τού ότι η προβλεφθείσα μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στο ...... δεν περιορίζεται στην κάλυψη λειτουργικών εξόδων, αποτελεί το γεγονός ότι στο άρθρο 7 καθορίζεται το συμβατικό αντάλλαγμα που καλύπτει «το συνολικό ύψος των δαπανών και αμοιβών του “αναδόχου”», ενώ στο άρθρο 10 υπάρχει πρόβλεψη για την τύχη της «αμοιβής» του αναδόχου σε περίπτωση μονομερούς λύσης της σύμβασης εκ μέρους του Δήμου. Β) Δοθέντων των ως άνω χαρακτηριστικών, η κρινόμενη σύμβαση, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση, αλλά κοινή εξ επαχθούς αιτίας δημόσια σύμβαση, η φύση της οποίας δεν αναιρείται από το γεγονός ότι αντισυμβαλλόμενος του Δήμου είναι ένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, δηλαδή φορέας που δεν ασκεί κατά κύριο λόγο κερδοσκοπική δραστηριότητα, δεν διαθέτει οργανωτική δομή επιχείρησης, δεν δραστηριοποιείται σε τακτική βάση στην αγορά και αποτελεί ο ίδιος αναθέτουσα αρχή. Σύμφωνα δε με το τεχνικό της αντικείμενο, η σύμβαση αυτή αφορά στην εκπόνηση μελέτης φέρουσας κατασκευής κτιριακού έργου, καθόσον αντικείμενο αυτής αποτελεί, η αποτίμηση της στατικής επάρκειας συγκεκριμένων σχολικών κτιρίων του Δήμου με βάση τις απαιτήσεις του νέου Κανονισμού Επεμβάσεων, καθώς και η, σύμφωνα με το αποτέλεσμα της αποτίμησης αυτής, πρόταση για τη λήψη μέτρων και τη διενέργεια των απαραίτητων για την ασφαλή λειτουργία τους επεμβάσεων. Για την ανάθεση της ως άνω μελέτης έπρεπε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του Ν. 3316/2005, οι οποίες καθιερώνουν ως κανόνα τη διενέργεια ανοικτού διαγωνισμού, στον οποίο η δυνατότητα συμμετοχής του ως άνω εκπαιδευτικού ιδρύματος δεν θα μπορούσε να αποκλεισθεί. Προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης θα μπορούσε να είναι νόμιμη μόνον εφόσον συνέτρεχε μία τουλάχιστον από τις εξαιρετικές περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του ως άνω Νόμου, για τις οποίες δεν προβάλλονται λόγοι στην αίτηση ανακλήσεως ούτε υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη συνδρομή τους στη συγκεκριμένη υπόθεση. Αντιθέτως, η Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου...... (η συνδρομή της οποίας ζητήθηκε από το Δήμαρχο για την εκπόνηση της ως άνω μελέτης), αφού εξέθεσε την πραγματική αδυναμία εκτέλεσης αυτού του έργου, πρότεινε την ανάθεσή της «… είτε σε ιδιώτη μελετητή με εμπειρία στις αντίστοιχες μελέτες είτε σε κάποιο Πανεπιστημιακό Ίδρυμα που διαθέτει εξειδικευμένο προσωπικό αλλά και την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή», αποδεχόμενη ότι, ως εκ του αντικειμένου της, είναι δυνατόν να ανατεθεί σε οποιονδήποτε διαθέτει εμπειρία, υποδομή κ.λπ., καθόσον τα στοιχεία αυτά μπορεί να αξιολογηθούν στο πλαίσιο διαγωνιστικής διαδικασίας που θα διενεργείτο κατά τις διατάξεις του Ν. 3316/2005 και Γ) Αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης δεν είναι η εκπόνηση ερευνητικού προγράμματος, όπως αβασίμως υποστηρίζεται από το Δήμο, διότι βασικό στοιχείο αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1514/1985, είναι η πρωτοτυπία, δηλαδή η εισαγωγή και αξιοποίηση του νέου με τη μορφή της παραγωγής επιστημονικής γνώσης ή της επεξεργασίας νέων θεωριών και όχι, ως εν προκειμένω, ο έστω και με νέες τεχνικές μεθόδους (οι οποίες πάντως δεν αναλύονται ούτε εξειδικεύονται εν προκειμένω) συνδυασμός κεκτημένων γνώσεων για την ανάπτυξη μίας μελέτης (έστω και σημαντικής), η οποία είναι δεκτική δυνητικά άπειρων μελλοντικών εφαρμογών. Στην προκειμένη περίπτωση οι νέες μέθοδοι που επικαλείται (χωρίς να αποδεικνύει) η αναθέτουσα αρχή σκοπούν στην αντιμετώπιση ενός μεμονωμένου ζητήματος με συγκεκριμένο αντικείμενο, αυτό του ελέγχου της στατικής επάρκειας των σχολικών κτιρίων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νέου Κανονισμού Επεμβάσεων, ώστε τα κτίρια να δύνανται να ενταχθούν στο προστατευτικό πεδίο του Ν. 4014/2011, ο οποίος προβλέπει τη ρύθμιση των αυθαίρετων κατασκευών ή χρήσεων που έχουν ανεγερθεί πριν από τις 28.7.2011. Ως ήδη δε παρατηρήθηκε