ΝΣΚ/594/2006
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο η ποινή της προσωρινής παύσης, δεν κωλύεται για υποβολή αίτησης παραίτησης από την υπηρεσία και για αποδοχή αυτής, ανεξαρτήτως αν του κοινοποιήθηκε η πειθαρχική απόφαση, αν υφίσταται προθεσμία προσφυγής ή αν άσκησε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Σε περίπτωση δε αποδοχής της παραίτησης του υπαλλήλου, η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης παραμένει ανεκτέλεστη. (ομοφ.) Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο η ποινή της οριστικής παύσης, δεν δικαιούται να υποβάλει αίτηση παραίτησης από την υπηρεσία και συνεπώς δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε για αυτοδίκαιη αποδοχή της αίτησης παραίτησης λόγω επανάληψης αυτής, ανεξαρτήτως αν του κοινοποιήθηκε ή όχι η απόφαση αυτή και ανεξαρτήτως αν άσκησε ή όχι προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, εκτός αν το Συμβούλιο της Επικρατείας ακυρώσει την πειθαρχική απόφαση ή επιβάλλει άλλη ποινή εκτός της οριστικής παύσης. (πλειοψ.) Ο υπάλληλος κατά του οποίου εκκρεμεί ερώτημα στο υπηρεσιακό συμβούλιο για να τεθεί σε αργία για βάσιμη υπόνοια άτακτης διαχείρισης ή που τέθηκε σε αργία για βάσιμη υπόνοια άτακτης διαχείρισης, δεν κωλύεται να υποβάλει αίτηση για παραίτηση από την υπηρεσία και δεν εμποδίζεται, από μόνο το λόγο αυτό, η αποδοχή αυτής. (ομοφ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/301/2016
Αν η υποβολή αίτησης παραίτησης υπαλλήλου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, επιφέρει ή όχι τη λύση της σύμβασης εργασίας του όταν εκκρεμεί σε βάρος του πειθαρχική δίωξη ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου για παράπτωμα που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης.(...) Η υποβληθείσα αίτηση παραίτησης υπαλλήλου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, αποτελεί καταγγελία της σύμβασης εργασίας του που επιφέρει τη λύση της, ανεξάρτητα από την προηγηθείσα έναρξη της ποινικής δίωξης σε βάρος του για παράπτωμα που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης. Συνεπώς η διοίκηση οφείλει να εκδώσει διαπιστωτική πράξη λύσης της σχέσης εργασίας του προαναφερθέντος υπαλλήλου, πλην, η ήδη αρξάμενη σε βάρος του πειθαρχική δίωξη στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης, συνεχίζεται και μετά την λύση της υπαλληλικής σχέσης (ομόφ.)
ΝΣΚ/237/2016
Εκτέλεση ποινής οριστικής παύσης και παραίτηση υπαλλήλου, εκκρεμούσης προσφυγής κατά της πράξης που επιβάλλει την ποινή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.(..)α) Η Διοίκηση δεν υποχρεούται ούτε δύναται να εκτελέσει την επιβληθείσα σε βάρος υπαλλήλου ποινή της οριστικής παύσης, στην περίπτωση που από την περιέλευση της προσφυγής του υπαλλήλου στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με την οποία στρέφεται κατά της πειθαρχικής απόφασης που του επιβάλλει την ποινή (η εκτέλεση της οποίας έχει ανασταλεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου α' της παρ. 5 του άρθρου 142 του Υ.Κ., όπως το ανωτέρω άρθρο έχει αντικατασταθεί με τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου του ν. 4057/2012), έχουν παρέλθει οκτώ μήνες χωρίς αυτή να εκδικασθεί. β) Ο υπάλληλος δεν έχει δικαίωμα παραίτησης από εκκρεμούσα προς εκδίκαση, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, προσφυγής, κατά της απόφασης του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου που επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης, εφόσον η προσφυγή ασκήθηκε υπό την ισχύ των διατάξεων της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 142 του Υ.Κ., όπως το ανωτέρω άρθρο έχει αντικατασταθεί με τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου του ν. 4057/2012 (ομοφ.).
ΝΣΚ/94/2015
α) Έννοια αποδοχών υπαλλήλου για τον υπολογισμό της πειθαρχικής ποινής του προστίμου. Εκτέλεση της ποινής του προστίμου κατά το διάστημα της αργίας. β) Εκτέλεση της ποινής της προσωρινής παύσης με πλήρη στέρηση των αποδοχών κατά το διάστημα της αργίας.(...)Α.α) Η πειθαρχική ποινή του προστίμου υπολογίζεται επί των νομίμων αποδοχών του υπαλλήλου κατά τον χρόνο έκδοσης της πειθαρχικής απόφασης. Οι αποδοχές που καταβάλλονται κατά το διάστημα της αργίας ή οι αποδοχές που καταβάλλονται πριν τη θέση του υπαλλήλου σε αργία, εφόσον δεν αναφέρονται στο χρόνο έκδοσης της πειθαρχικής απόφασης, δεν αποτελούν βάση για τον προσδιορισμό του προστίμου. β) Κατά το διάστημα που ο υπάλληλος τελεί σε αργία, η πειθαρχική ποινή του προστίμου δεν δύναται να εκτελεστεί εάν δεν καταβάλλονται αποδοχές ή οι αποδοχές αργίας δεν υπερβαίνουν το ποσοστό των 4/5 των νομίμων μηνιαίων αποδοχών. Σε περίπτωση απόδοσης του υπολοίπου ή μέρους των αποδοχών αργίας, εκτέλεση δύναται να διενεργηθεί κατά το μέτρο που οι αποδοχές αυτές υπερβαίνουν το ανωτέρω ποσοστό των νομίμων αποδοχών του. Ακολούθως, μετά τη λήξη της αργίας δύναται να διενεργηθεί εκτέλεση για το ποσό του προστίμου που δεν εισπράχθηκε. Β. Τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου με την οποία επιβάλλεται σε υπάλληλο η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από τα υπηρεσιακά καθήκοντα, είναι άμεσα εκτελεστή με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, και ενόσω τελεί σε αργία λόγω άλλων πειθαρχικών και ποινικών εκκρεμοτήτων, χωρίς η εκτέλεσή της να επηρεάζεται από το καθεστώς της αργίας, οι συνέπειες της οποίας κατά το διάστημα της εκτέλεσης της ποινής αναστέλλονται αυτοδικαίως. (ομοφ.)ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΝΣΚ/149/2013
Δημόσιοι υπάλληλοι – Πειθαρχική ποινή – Καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας – Υπολογισμός των αποδοχών αργίας των υπαλλήλων. α) Η για τυπικούς λόγους ακύρωση από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, της απόφασης του Πρωτοβαθμίου, με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος υπαλλήλων η ποινή της οριστικής παύσης και η αναπομπή της υπόθεσης στη Διοίκηση για επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, δεν συνιστά νόμιμο λόγο, δικαιολογούντα την επιστροφή των παρακρατηθέντων κατά το χρόνο της αργίας ποσών, αφού για την επιστροφή αυτή ο νόμος απαιτεί απαλλαγή ή αθώωση του υπαλλήλου με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, προϋπόθεση, που δεν συντρέχει εν προκειμένω. β) Οι αποδοχές αργίας των υπαλλήλων, που τέθηκαν, σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, (ο οποίος καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του υποθέσεις), υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το ν. 4057/2012. (ομοφ.)
ΝΣΚ/8/2017
Επιστροφή αποδοχών αργίας που καταβλήθηκαν μη νόμιμα σε δημόσιο υπάλληλο:(..)Η υπηρεσία νομίμως αναζητά από δημόσιο υπάλληλο την επιστροφή, ως αχρεωστήτως καταβληθέντων, των χρηματικών ποσών που αυτός έλαβε μη νόμιμα κατά το χρονικό διάστημα που τελούσε σε κατάσταση αργίας, λόγω πειθαρχικής καταδίκης σε πρώτο βαθμό για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του και επιβολής στον ίδιο της ποινής της οριστικής παύσης, έστω και αν ο εν λόγω υπάλληλος καταδικάστηκε μεταγενέστερα, με σχετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την ποινή της προσωρινής παύσης, η επιβολή της οποίας, βάσει των σχετικών διατάξεων που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης του ως άνω δικαστηρίου δικαιολογούσε την καταβολή αποδοχών αργίας (ομοφ).
ΝΣΚ/116/2020
Εκτέλεση ποινής οριστικής παύσης υπαλλήλου, εκκρεμούσης προσφυγής κατά της πράξης που επιβάλλει την ποινή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.(...)Η Διοίκηση δεν υποχρεούται ούτε δύναται να εκτελέσει την επιβληθείσα σε βάρος υπαλλήλου ποινή της οριστικής παύσης, στην περίπτωση που από την περιέλευση της προσφυγής του υπαλλήλου στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με την οποία στρέφεται κατά της πειθαρχικής απόφασης που του επιβάλλει την ποινή (η εκτέλεση της οποίας έχει ανασταλεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου α΄ της παρ. 5 του άρθρου 142 του Υ.Κ., όπως το ανωτέρω άρθρο έχει αντικατασταθεί με τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου του ν. 4057/2012), έχουν παρέλθει οκτώ μήνες χωρίς αυτή να εκδικασθεί, αλλά οφείλει να αναμένει τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου επί της ασκηθείσας προσφυγής, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 144 του Υ.Κ., ως ισχύει.
ΝΣΚ/239/2017
Δυνατότητα επιστροφής αποδοχών αργίας δημοσίου υπαλλήλου κατόπιν μεταρρύθμισης της ποινής της οριστικής παύσης σε προσωρινή έξι μηνών, με απόφαση του ΣτΕ - Μη προσμέτρηση του χρόνου αυτοδίκαιης αργίας ως πραγματικής υπηρεσίας. Για την επιστροφή του συνόλου ή μέρους των αποδοχών μονίμου υπαλλήλου, που παρακρατήθηκαν στο σύνολό τους, κατά το χρονικό διάστημα που τελούσε σε κατάσταση αυτοδίκαιης αργίας, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης για το πειθαρχικό παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του, η οποία στη συνέχεια μεταρρυθμίστηκε, με δικαστική απόφαση του ΣτΕ, σε προσωρινή παύση έξι (6) μηνών, αρμόδιο να αποφανθεί είναι το πειθαρχικό συμβούλιο, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του. Για το χρονικό διάστημα μετά την 11-5-2015, οπότε κατόπιν της αντικατάστασης του άρθρου 105 του ΥΚ, η ποινή της προσωρινής παύσης δεν συνεπάγεται πλέον την πλήρη στέρηση των αποδοχών, και έως την λήξη της αυτοδίκαιης αργίας, το ήμισυ των παρακρατηθεισών αποδοχών πρέπει να αποδοθεί αυτοδικαίως, ενώ το άλλο ήμισυ ή μέρος αυτού ύστερα από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου. Το χρονικό διάστημα που η υπάλληλος βρισκόταν σε αυτοδίκαιη αργία δεν υπολογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας (ομόφ.) Κατάσταση : Αποδεκτή
ΝΣΚ/26/2020
Αναστολή εκτέλεσης επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής οριστικής παύσης σε υπάλληλο ΙΔΑΧ Δήμου με απόφαση των πειθαρχικών συμβουλίων του ν. 4057/2012 και θέση του σε κατάσταση αυτοδίκαιης αργίας. Υποχρεωτική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ανωτέρω υπαλλήλου και του υπαλλήλου που υπηρετεί στο Δημόσιο και ν.π.δ.δ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου από την αμετάκλητη επιβολή σε αυτούς της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης.(...)A) Προκειμένου να ανασταλεί η εκτέλεση επιβληθείσας με πειθαρχική απόφαση σε υπάλληλο Δήμου, συνδεόμενο με αυτόν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, απαιτείται, η ευδοκίμηση αιτήματός του ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου για χορήγηση αναστολής εκτελέσεως της απόφασης. Το γεγονός δε, της χορήγησης υπό του Δικαστηρίου αναστολής εκτελέσεως της πειθαρχικής απόφασης, με την οποία επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης στον ανωτέρω υπάλληλο, δεν εμποδίζει την υπό του αρμοδίου οργάνου έκδοση διοικητικής πράξης περί αυτοδίκαιης θέσης του σε κατάσταση αργίας. Β) Από την αμετάκλητη επιβολή στον υπάλληλο που υπηρετεί στο Δημόσιο και ν.π.δ.δ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, καθώς και στον ανωτέρω υπάλληλο Δήμου της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, καθίσταται υποχρεωτική για το αρμόδιο όργανο η καταγγελία της σύμβασης εργασίας τους. Στην περίπτωση αυτή, δεν υπάρχει δυνατότητα τήρησης της προβλεπόμενης από τις παρ. 2 του άρθρου 53 του π.δ. 410/1988 και παρ. 3 του άρθρου 202 του ν. 3584/2007 διαδικασίας της προηγούμενης σύμφωνης αιτιολογημένης γνωμοδότησης του οικείου πειθαρχικού συμβουλίου. Η λύση της σύμβασης εργασίας τους επέρχεται από την ανακοίνωση της απόφασης καταγγελίας σε αυτούς, μεταξύ δε του αμετακλήτου της ποινής της οριστικής παύσης και της ανακοίνωσης της απόφασης καταγγελίας, η αυτοδίκαιη αργία τους συνεχίζεται (ομόφωνα).
ΣτΕ/223/2017
Αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας που, κατά τους ισχυρισμούς του, υπέστη εξαιτίας της παράνομης θέσεώς του σε αργία και της στερήσεως, για τον λόγο αυτό, του ημίσεος των αποδοχών του, καθώς και ποσό 15.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.(...)Επειδή, στο άρθρο 103 παρ. 2 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999 Α΄ 19), ορίζεται ότι: «Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση της πειθαρχικής αποφάσεως και λήγει την τελευταία ημέρα της προθεσμίας άσκησης προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή την ημέρα που δημοσιεύθηκε η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας εφόσον έχει ασκηθεί προσφυγή». Όπως έχει κριθεί, η αυτοδίκαια θέση υπαλλήλου σε κατάσταση αργίας, σε περίπτωση κατά την οποία έχει επιβληθεί σε αυτόν, με απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου η ποινή της οριστικής παύσεως, δεν επιφέρει την λύση της υπαλληλικής σχέσεως ούτε την απώλεια της οργανικής θέσεως ή του κατεχομένου από τον υπάλληλο βαθμού ούτε αποτελεί πράξη απολύσεως του υπαλλήλου από την υπηρεσία ή πράξη εκτελέσεως της σχετικής αποφάσεως του πειθαρχικού συμβουλίου, αλλά συνιστά προσωρινό διοικητικό μέτρο, το οποίο συνεπάγεται την, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, διακοπή της ενεργού ασκήσεως των υπηρεσιακών καθηκόντων των υπαλλήλων, κατά τη διάρκεια της εκκρεμότητας της πειθαρχικής του υποθέσεως (ΣτΕ 2163/2004 7μ., επίσης πρβλ. ΣτΕ 1990/2014 Ολομ., 3622/2012, 4919/1995, 1241/1993, 140/1992, 1506/1989, 4635/1987). Εξάλλου, όπως προκύπτει από την διατύπωση της διατάξεως του άρθρου 103 παρ. 2 του Υπαλληλικού Κώδικα, η διάταξη αυτή δεν τροποποιήθηκε, τόσο ως προς τις διαδικαστικές, όσο και ως προς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις θέσεως του υπαλλήλου σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας, μετά την πρόβλεψη, με τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 2839/2000, οι οποίες τροποποίησαν τις ανωτέρω διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, ενστάσεως κατά των πειθαρχικών αποφάσεων των πρωτοβαθμίων συμβουλίων. Το γεγονός δε αυτό, σε συνδυασμό με το ότι η αυτοδίκαια αργία υπαλλήλου δεν αποτελεί, κατά τα ήδη εκτεθέντα, πράξη εκτελέσεως της πειθαρχικής αποφάσεως, αλλά διοικητικό μέτρο που αποβλέπει στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος, δικαιολογεί την εφαρμογή του μέτρου αυτού, αμέσως μετά την έκδοση της αποφάσεως περί οριστικής παύσεως του υπαλλήλου από το πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. Εξάλλου, τυχόν αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή, που θα εξαρτούσε την εφαρμογή του διοικητικού αυτού μέτρου από την προηγούμενη έκδοση αποφάσεως του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, θα αναιρούσε, λόγω της καθυστερήσεως, τον επιδιωκόμενο με το μέτρο αυτό σκοπό της άμεσης διασφαλίσεως του δημοσίου συμφέροντος, το οποίο επιβάλλει την άμεση απομάκρυνση του διωκόμενου υπαλλήλου από την ενεργό υπηρεσία. Κατόπιν τούτων πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος λόγος ότι το δικάσαν δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένα τις διατάξεις των άρθρων 103 παρ. 2, 104, 121, 142, 144, 145 του Υπαλληλικού Κώδικα, δεχόμενο ότι για την αυτοδίκαιη αργία αρκεί η έκδοση αποφάσεως του πρωτοβαθμίου πειθαρχικού συμβουλίου περί οριστικής παύσεως του υπαλλήλου, χωρίς να απαιτείται η έκδοση αποφάσεως και από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο.8. Επειδή, κατόπιν τούτων η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.Δια ταύταΑπορρίπτει την αίτηση.
ΝΣΚ/44/2021
Προσμέτρηση ή μη χρονικού διαστήματος, κατά το οποίο δημόσιος υπάλληλος είχε τεθεί σε αυτοδίκαιη αργία, στο συνολικό χρόνο υπηρεσίας για τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη, κατόπιν μεταγενέστερης απαλλαγής του από κάθε πειθαρχική ευθύνη. Δυνατότητα επιστροφής παρακρατηθεισών αποδοχών αργίας και προσδιορισμός αυτών.(...)Μετά την απαλλαγή δημοσίου υπαλλήλου από κάθε πειθαρχική του ευθύνη, με νεώτερη, ληφθείσα μετά από επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η Διοίκηση οφείλει να προσμετρήσει το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο αυτός είχε τεθεί σε αυτοδίκαιη αργία στο συνολικό χρόνο υπηρεσίας για τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη και να του επιστρέψει ατόκως τις αποδοχές που παρακρατήθηκαν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, χωρίς την παρεμβολή υπηρεσιακού/πειθαρχικού συμβουλίου. Στις αποδοχές αυτές δεν δύναται να περιλαμβάνονται αποδοχές που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του υπαλλήλου (ομόφωνα). Οι ως άνω επιστρεπτέες στον υπάλληλο αποδοχές αφορούν όλο το χρονικό διάστημα που αυτός τελούσε σε αργία και όχι την τελευταία μόνο διετία αυτού (κατά πλειοψηφία).