ΝΣΚ/33/2019
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Έκταση της υποχρέωσης της Διοίκησης να κοινοποιεί στο Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης πειθαρχικές αποφάσεις των πειθαρχικών οργάνων του ΥΠΕΞ (μονομελών ή συλλογικών), μετά την τροποποίηση του ν.3074/2002 με τον ν. 4478/2017.Η Διοίκηση υποχρεούται να κοινοποιεί στο Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης όλες τις πειθαρχικές αποφάσεις των μονομελών πειθαρχικών οργάνων του Υπουργείου Εξωτερικών, εκτός από αυτές του Υπουργού, των Αναπληρωτών Υπουργών και των Υφυπουργών, καθώς και τις πειθαρχικές αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων του Υπουργείου Εξωτερικών, με τις οποίες επιβάλλεται σε υπαλλήλους του η ποινή της προσωρινής παύσης ή του υποβιβασμού (ομόφ.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/185/2017
Αρμοδιότητες Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης στη διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ.Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης έχει δικαίωμα να ασκεί ένσταση ή προσφυγή κατά πειθαρχικών αποφάσεων, που αφορούν υπαλλήλους της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), η οποία συνεστήθη με το ν. 4389/2016 και η Αρχή οφείλει να κοινοποιεί σ’ αυτόν τις εκδιδόμενες σε βάρος υπαλλήλων της πειθαρχικές αποφάσεις. Η ΑΑΔΕ οφείλει επίσης να ενημερώνει τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για την πορεία πειθαρχικών υποθέσεων και τη λήψη διοικητικών μέτρων και να χορηγεί τα πορίσματα ερευνών που αφορούν το υπαλληλικό προσωπικό της
ΔΟΑ/17378/2004
Λήξη θητείας μελών συλλογικών οργάνων και μονομελών οργάνων Διοίκησης
ΥΠΕΣ 32311/2014
Διατήρηση του αριθμού πρωτοκόλλου στις αποφάσεις των συλλογικών και μονομελών οργάνων των δήμων και των περιφερειών και μετά την εγκατάσταση από 1η Σεπτεμβρίου 2014 των νέων αρχών (ΑΔΑ:6ΠΓΑΝ-ΡΛ5)
49625/2014
Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. 219/6.2.1995 (ΦΕΚ 79 Β΄/7.2.1995) υπουργικής απόφασης «Καθορισμός Αποφασιστικών, Συλλογικών και Μονομελών Οργάνων Διοίκησης του Κέντρου Ερευνών για θέματα Ισότητας», όπως ισχύει σήμερα.
ΥΠΕΣ/71351/2010
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ: 41 ΘΕΜΑ: Ορκωμοσία των αιρετών των Δήμων, εγκατάσταση των νέων αρχών και εκλογή μελών των συλλογικών οργάνων των Δήμων και των μονομελών οργάνων διοίκησης των Δημοτικών και Τοπικών Κοινοτήτων και ορισμός Αντιδημάρχων (Δημοτική Περίοδος: 1η Ιανουαρίου 2011- 31η Αυγούστου 2014).
ΣτΕ/2350/2017
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ-ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΘΗΤΕΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ: Επειδή, η καθ’ ης η προσφυγή, εκπαιδευτικός της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του κλάδου ΠΕ03, παραπέμφθηκε στο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Π.Υ.Σ.Δ.Ε.) Δ' Αθήνας με το ερώτημα της οριστικής παύσεως για το πειθαρχικό παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων της, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι δύο (22) εργασίμων ημερών συνεχώς ή μεγαλύτερο των τριάντα (30) εργασίμων ημερών σε διάστημα ενός (1) έτους (...) ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης είναι μετακλητός υπάλληλος και, επομένως, τελεί σε σχέση πολιτικής εμπιστοσύνης προς το πολιτικό πρόσωπο που τον διορίζει. Κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως (άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 3074/2002), με τη συμπλήρωση της πενταετούς θητείας του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης χωρίς προηγουμένως να έχει εκδοθεί το προεδρικό διάταγμα ανανεώσεως της θητείας του επέρχεται αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής του σχέσης (...) Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι, μετά τη λήξη της θητείας του και μέχρι τον διορισμό άλλου προσώπου στη θέση αυτή, ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης εξακολουθεί να ενεργεί νομίμως, έστω και επί «εύλογο», κατά περίπτωση, χρονικό διάστημα, ως de facto όργανο, προς τον σκοπό της εξασφάλισης της συνέχειας της δημόσιας υπηρεσίας. Και τούτο διότι η αρχή της συνεχούς και αδιατάρακτης λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας επιτρέπει την, κατά παρέκκλιση από την αρχή της νομιμότητας (ιδιαίτερη έκφανση της οποίας αποτελεί η ανάθεση χρονικώς περιορισμένων αρμοδιοτήτων στα επί θητεία όργανα της Διοίκησης), υπό προϋποθέσεις άσκηση αρμοδιοτήτων μετά τη λήξη της θητείας του οργάνου όταν η συνταγματική τάξη δεν ανέχεται την διακοπή μιας διοικητικής δραστηριότητας, περίπτωση που δεν συντρέχει, όμως, προκειμένου περί του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης (μη συνταγματικά κατοχυρωμένης δημόσιας αρχής) εν όψει της φύσεως των καθηκόντων του. Κατά συνέπεια, μετά την αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής του σχέσης με τη λήξη της θητείας του, δεν δύναται το συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο να εκφράσει εγκύρως τη βούληση του προαναφερόμενου διοικητικού οργάνου, αλλ’ ούτε να ασκήσει, κατά το νόμο, οποιαδήποτε από τις αρμοδιότητες του ιδίου οργάνου και, επομένως, ούτε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά των τελεσίδικων αποφάσεων των πειθαρχικών συμβουλίων.(...) Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, ο …, ο οποίος υπογράφει την κρινόμενη προσφυγή διορίσθηκε στη θέση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης με το από 10-9-2004 Προεδρικό Διάταγμα (Γ΄ 239/14-9-2004) και η θητεία του έληξε στις 14-9-2009. Σύμφωνα όμως με τα γενόμενα κατά πλειοψηφία δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, νομίμως και παρά τη λήξη της θητείας του άσκησε την κατατεθείσα στις 9.6.2010 προσφυγή κατά της ανωτέρω 179/28.1.2010 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου, με την οποία επιβλήθηκε στην καθ’ ης η προσφυγή η προαναφερθείσα πειθαρχική ποινή. Κατόπιν δε επιλύσεως του ζητήματος αυτού, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο Γ΄ Τμήμα προς περαιτέρω κρίση επί της ανωτέρω προσφυγής.
ΝΣΚ/113/2020
Δυνατότητα ή μη παράτασης της απόσπασης μονίμου υπαλλήλου ο οποίος υπηρετούσε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και αποσπάστηκε με ΚΥΑ, ως Επιθεωρητής – Ελεγκτής, στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.(...)Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών στερείται αρμοδιότητας για την έκδοση της σχετικής απόφασης για την τυχόν αναδρομική παράταση της ανωτέρω απόσπασης του πρώην Επιθεωρητή – Ελεγκτή στο Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Μεταφορών (ΣΕΕΜΕ), διότι από τη δημοσίευση του ν. 4622/2019 (7-8-2019) με τον οποίο συστάθηκε η Ανεξάρτητη Αρχή με την επωνυμία «Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ)», καταργήθηκε αυτή η δυνατότητα καθώς και η θέση του Γενικού Επιθεωρητή που προΐστατο αυτού και είχε την αρμοδιότητα Εισήγησης για την παράταση της απόσπασης, όπως και το άρθρο 19 του ν. 2671/1998, που ρύθμιζε μέχρι τότε την οργάνωση και τη λειτουργία του, το σύνολο δε των αρμοδιοτήτων του ανωτέρω καταργηθέντος φορέα και των οργάνων του μεταφέρθηκαν στην ως άνω Αρχή, που κατέστη καθολικός τους διάδοχος και ασκούνται πλέον από αυτήν με τα αρμόδια όργανά της (ομόφωνα).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/274/2011
Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, οι φερόμενοι ως δικαιούχοι του επίμαχου χρηματικού εντάλματος μετακλητοί υπάλληλοι μη νομίμως παρείχαν, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (1.1.2011 – 15.2.2011), τις υπηρεσίες τους στο Δήμο. Τούτο διότι οι οικείες αποφάσεις (9/3.1.2011 και 10/3.1.2011) του Δημάρχου ......, με τις οποίες αυτοί διορίστηκαν, δεν είχαν αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, καθόσον δεν είχαν, ακόμα, περιβληθεί τον απαιτούμενο συστατικό τους τύπο, της δημοσίευσή τους δηλαδή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, τα έννομα αποτελέσματά τους δεν μπορούν να ανατρέχουν, εφόσον τούτο δεν επιτρέπεται από τις προβλέπουσες την έκδοσή τους διατάξεις των άρθρων 161 και 162 του Κώδικα Δημοτικών Υπαλλήλων, σε χρόνο προγενέστερο από τη δημοσίευσή τους, στις 16.2.2011, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εξάλλου, αβασίμως προβάλλεται από τον διατάκτη των εντελλόμενων με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπανών (βλ. μνημονευθέν, ανωτέρω σκέψη 1, 7695/4.7.2011 έγγραφο του Δημάρχου ......): α) ότι οι αποφάσεις διορισμού τους κατά τη νέα δημοτική περίοδο συνιστούν, απλώς, βεβαιωτικές ατομικές πράξεις, αφού αυτοί συνεχίζουν τη θητείας τους, και κατά τη νέα δημοτική περίοδο, στις θέσεις που ήδη κατείχαν κατά την αμέσως προηγούμενη δημοτική περίοδο, καθόσον ρητώς ορίζεται, από τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 161 και 162 του Κώδικα Δημοτικών Υπαλλήλων ότι οι ως άνω μετακλητοί υπάλληλοι απολύονται αυτοδικαίως όταν ο Δήμαρχος που τους προσέλαβε απολέσει την ιδιότητά του «για οποιονδήποτε λόγο», τέτοιο δε λόγο, όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. 68/2011 πράξη του Τμήματος τούτου), συνιστά και η λήξη της δημοτικής περιόδου για την οποία εκλέχθηκε ο οικείος δήμαρχος, β) ότι η δημοσίευση των αποφάσεων διορισμού τους συνιστά απλό τύπο δημοσιότητας κι όχι συστατικό τύπο αυτών, καθόσον η δημοσίευση της διοικητικής πράξης, όταν, ως εν προκειμένω, επιβάλλεται από τις οικείες διατάξεις, αποτελεί αναγκαίο τύπο της δήλωσης της βούλησης του διοικητικού οργάνου και συστατικό στοιχείο της πράξης, γ) ότι ως χρόνος διορισμού τους ισχύει ο οριζόμενος από τις ίδιες ως άνω αποφάσεις του Δημάρχου, ήτοι η 1.1.2011, αφού οι εν λόγω αποφάσεις κατά την ως άνω πρόβλεψη είναι μη νόμιμες, καθόσον η δυνατότητα τέτοιας αναδρομικής ισχύς τους δεν επιτρέπεται από το νόμο. Σε κάθε δε περίπτωση, η ανωτέρω πλημμέλεια δεν μπορεί να θεραπευθεί από τη μη διάγνωσή της κατά τη διενέργεια των προβλεπόμενων ελέγχων νομιμότητας των εν λόγω πράξεων ή κατά την άσκηση διοικητικής εποπτείας επ’ αυτών. Πολλώ δε μάλλον στην προκειμένη περίπτωση, που ο επικαλούμενος έλεγχος νομιμότητας, επί των πράξεων αυτών, από το Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης αφορά, μόνο, στη διάφορη, κατ’ άρθρο 101 του Κώδικα Δημοτικών Υπαλλήλων, αρμοδιότητα του ανωτέρω διοικητικού οργάνου να μεριμνά για τη δημοσίευση των πράξεων των οργάνων των δήμων που αφορούν σε υπηρεσιακές μεταβολές των υπαλλήλων τους (βλ. και άρθρα 225 και 280 παρ. 1 του ν.3852/2010 "Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης"), ενώ οι σχετικές, με το προκείμενο ζήτημα, αρμοδιότητες του Νομικού Γραφείου της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, το οποίο «υποστηρίζει το νομοθετικό έργο της Κυβέρνησης», αφορούν, μόνο, στη μέριμνα «για τη θεώρηση των δοκιμίων των φύλλων της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και την αποστολή τους στο Εθνικό Τυπογραφείο» (βλ. άρθρο 76 του π.δ/τος 63/2005 "Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα", ΦΕΚ 98 Α΄), δ) ότι η δυνατότητα αναδρομικής ισχύος των πράξεων διορισμού τους παρέχεται από το άρθρο 224 του ως άνω ν.3852/2010, σύμφωνα με το οποίο «οι αποφάσεις των συλλογικών και μονομελών οργάνων των δήμων είναι εκτελεστές αφότου εκδοθούν», καθόσον οι ανωτέρω διατάξεις αφορούν στο διάφορο ζήτημα της άμεσης εκτελεστότητας των πράξεων των οργάνων των δήμων, η οποία συνίσταται στο ότι η ρύθμιση που θεσπίζουν είναι υποχρεωτική χωρίς άλλο, δηλαδή χωρίς να χρειάζεται άλλη διαδικασία και ειδικότερα χωρίς ο εν λόγω πράξεις να υπόκεινται σε προηγούμενη έγκριση άλλου, και δη κρατικού, οργάνου (πρβλ. ΣτΕ 2362/1991).
ΕλΣυν/Κλ.7/Πρακτικά/3η/2016
Διαταγή πληρωμής.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη των Πρακτικών, στα ερωτήματα του Επιτρόπου προσήκει η ακόλουθη απάντηση: α) η υποχρέωση καταβολής των τόκων υπερημερίας πηγάζει από την υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις ως άνω εκδοθείσες διαταγές πληρωμής, οι οποίες, εφόσον δεν ασκήθηκε ανακοπή, κατέστησαν τελεσίδικες και εξομοιώνονται με δικαστικές αποφάσεις που παράγουν δεδικασμένο και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προληπτικό έλεγχο των δαπανών, αποτελούσες νόμιμο και πλήρες δικαιολογητικό, με το οποίο αποδεικνύεται νόμιμη απαίτηση. Τούτο ειδικότερα σημαίνει ότι δεν είναι επιτρεπτός ο έλεγχος της ορθότητας ή μη των ως άνω αποφάσεων επί των προσωρινών διαταγών και άρα η συμμόρφωση προς αυτές δεν συναρτάται με οιαδήποτε πλημμέλεια του Δήμου κατά την κατάρτιση ή την εκτέλεση τους, β) η μη άσκηση ανακοπής εκ μέρους του Δήμου …παρά την επίδοση των διαταγών πληρωμής δύο φορές, στις 27.2.2014 και στις 28.2.2014, και την ύπαρξη αμφισβήτησης ως προς την εγκυρότητα ή το ύψος της απαίτησης που επιδικάσθηκε, δημιουργούν ενδεχομένως πειθαρχικές κυρώσεις σε βάρος των υπαιτίων οργάνων που αμέλησαν την προάσπιση των οικονομικών συμφερόντων του Δήμου και εγείρουν ζητήματα καταλογισμού του ελλείμματος που δημιουργείται από την τοιαύτη καταβολή, αλλά δεν αποσείουν την υποχρέωση συμμόρφωσης προς αυτές, καθόσον, ως ήδη εξετέθη, οι διαταγές πληρωμής από την τελεσιδικία τους, εξομοιώνονται με δικαστικές αποφάσεις και παράγουν δεδικασμένο και γ) η μη ύπαρξη εκτελεστικών της προγραμματικής συμβάσεων και αληθής υποτιθέμενη, καθώς και η συνάρτηση της τοκοφορίας με την ανυπαρξία τοιούτων συμβάσεων, ανάγεται στην αμφισβήτηση του ουσιαστικού δικαιώματος που κρίθηκε με τις ως άνω διαταγές πληρωμής, κατά των οποίων δεν ασκήθηκαν ένδικα βοηθήματα (ανακοπές ή εφέσεις κατά της απόρριψης αυτών), με συνέπεια αυτές να καταστούν τελεσίδικες.
ΝΣΚ/71/2020
Αν η Εθνική Αρχή Διαφάνειας δύναται να χορηγήσει: 1) σε αιτούντα υπάλληλο της ΔΕΗ ΑΕ τα στοιχεία τρίτου προσώπου, το οποίο προέβη σε καταγγελία σε βάρος του υπαλλήλου προς τον τότε Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης (ήδη Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας), δεδομένου ότι ο καταγγέλλων είχε ζητήσει κατά την υποβολή της καταγγελίας του και υπό την ισχύ των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 8 του π.δ. 77/2005 τη μη ανακοίνωση των προσωπικών στοιχείων του, και 2) σε ανώνυμη εταιρεία αντίγραφο αίτησης προσώπου που προέβη σε επώνυμη καταγγελία βάσει της οποίας χορηγήθηκε στον τελευταίο, απόσπασμα της έκθεσης επιθεώρησης- ελέγχου, που εκδόθηκε σε συνέχεια της καταγγελίας του σε βάρος της ως άνω εταιρείας.(...)1) Το αίτημα του καταγγελλόμενου δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, καθόσον υφίσταται η ειδική διάταξη του άρθρου 4 παρ.8 του π.δ. 77/2005, βάσει της οποίας ο καταγγέλλων είχε ζητήσει τη μη γνωστοποίηση των στοιχείων του και η οποία εμπίπτει στις εξαιρέσεις του άρθρου 5 του Κ.Δ.Διαδ., και 2) η αίτηση με την οποία ο καταγγέλλων ζήτησε από την Υπηρεσία την έκθεση ελέγχου που αφορά την ανωτέρω εταιρεία αποτελεί ιδιωτικό έγγραφο, καθόσον η ως άνω αίτηση δεν επιστήριξε μετέπειτα κάποια κρίση της Διοίκησης. Ως εκ τούτου για τη χορήγησή της απαιτείται να συντρέχει ειδικό έννομο συμφέρον της αιτούσας εταιρείας. Δεδομένου, δε, ότι για την υπαγωγή της εταιρείας στον επενδυτικό νόμο 3299/2004 διενεργήθηκε έλεγχος, κατόπιν της επώνυμης καταγγελίας, και συντάχθηκε η ως άνω έκθεση ελέγχου, που αφορά άμεσα στην αιτούσα εταιρεία, η τελευταία έχει ειδικό έννομο συμφέρον να λάβει γνώση της σχετικής αίτησης του καταγγέλλοντος, ως σχετιζόμενη άμεσα με υπόθεση που την αφορά και επιπροσθέτως συνδέεται με δικαστική διένεξή τους (ομόφωνα).