Κ.Γ/Δ11/Γ 13868/2020
Τύπος: Αποφάσεις
Καθιέρωση παραβόλου για την έκδοση ή επανέκδοση δελτίου ταυτότητας αερολιμένα (ΔΤΑ) προσωπικού εταιρειών και φορέων απασχολουμένου σε αερολιμένες στους οποίους φορέας διαχείρισης είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ν.1599/1986
Σχέσεις κράτους - πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας και άλλες διατάξεις
Ν.1988/1991
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α') "Σχέσεις Κράτους - Πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας και άλλες διατάξεις"
ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/145/2020
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ:Να ελέγξει τη νομιμότητα του σχεδίου σύμβασης και της υποκείμενης διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου για την «Προμήθεια συστημάτων αεροναυτιλίας για τη μετεγκατάσταση της προσέγγισης Αθηνών από το Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Αθηνών και Μακεδονίας (ΚΕΠΑΘΜ) στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ)» από το Ελληνικό Δημόσιο διά του Διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών(....)Είναι μη νόμιμη η ανωτέρω απόφαση κατακύρωσης των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού στην … A.E., καθότι, κατά παράβαση όσων έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη VI, ουδεμία αιτιολογία περιλαμβάνει αφενός για τους λόγους που η αναθέτουσα αρχή δεν θεώρησε, κατόπιν εκτίμησης των δεδομένων της συγκεκριμένης περίπτωσης, ότι η ανωτέρω έκπτωση της ως άνω μειοδότριας εταιρείας από τις ως άνω αντίστοιχες δημόσιες συμφωνίες-πλαίσιο και η κατάπτωση των αντίστοιχων εγγυήσεών της εξαιτίας της μη υποβολής εκ μέρους της αντίστοιχων οικονομικών προσφορών στους αντίστοιχους επαναδιαγωνισμούς για τη σύναψη αντίστοιχων εκτελεστικών συμβάσεων δεν συνιστούν σοβαρή ή/και επαναλαμβανόμενη πλημμέλεια-παράβασή της στο πλαίσιο των προηγούμενων αυτών συμφωνιών – πλαίσιο, ήτοι τον λόγο αποκλεισμού του άρθρου 73 παρ. 4 περ. στ΄ του ν. 4412/2016, ούτε, περαιτέρω, τους λόγους για τους οποίους η αναθέτουσα αρχή ενδεχομένως θεώρησε ότι, αν και οι ανωτέρω πλημμέλειες - παραβάσεις της εταιρείας αυτής συνιστούν τον ανωτέρω λόγο αποκλεισμού, αποδεικνύεται η σχετική αξιοπιστία-φερεγγυότητά της από την εκτίμηση των σχετικών στοιχείων που θα έπρεπε να προσκομίσει η εταιρεία για να αποδείξει την αξιοπιστία της και, ειδικότερα, από στοιχεία ότι αυτή έχει λάβει επανορθωτικά μέτρα για να αποφευχθεί η επανάληψη της ανωτέρω πλημμέλειας – παράβασής της, όπως βασίμως προβλήθηκε και με τον υπό στοιχείο Β λόγο της ανωτέρω προδικαστικής προσφυγής της … Α.Ε.Β.Ε. κατά της απόφασης αυτής.Κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης για την «Προμήθεια συστημάτων αεροναυτιλίας για τη μετεγκατάσταση της προσέγγισης Αθηνών από το Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Αθηνών και Μακεδονίας (ΚΕΠΑΘΜ) στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ)» από το Ελληνικό Δημόσιο διά του Διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.
ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/1358/2020.
ΔΕΚ/C-355/1998
Περίληψη 1 Στο πλαίσιο προσφυγής ασκουμένης βάσει του άρθρου 169 της Συνθήκης (νυν άρθρου 226 ΕΚ), η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την κατάσταση του κράτους μέλους όπως αυτή παρουσιάζεται κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, οι δε μεταβολές που επέρχονται στη συνέχεια δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο. (βλ. σκέψη 22) 2 Ως παρέκκλιση από τον θεμελιώδη κανόνα της ελευθερίας εγκαταστάσεως, η προβλεπόμενη στο άρθρο 55, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης (νυν άρθρο 45, πρώτο εδάφιο, ΕΚ), εξαίρεση, σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με το άρθρο 66 της Συνθήκης (νυν άρθρο 55 ΕΚ), πρέπει να περιορίζεται στις δραστηριότητες οι οποίες συνιστούν αυτές καθεαυτές, άμεση και συγκεκριμένη συμμετοχή στην άσκηση της δημόσιας εξουσίας. Τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση της δραστηριότητας των επιχειρήσεων φυλάξεως ή ασφαλείας και των εσωτερικών υπηρεσιών φυλάξεως. (βλ. σκέψεις 24-26) 3 Υποχρεώνοντας μια επιχείρηση φυλάξεως να έχει την έδρα εκμεταλλεύσεως στο εθνικό έδαφος, καθιστώντας έτσι αδύνατη την παροχή στο έδαφος αυτό υπηρεσιών από επιχειρήσεις εγκατεστημένες εντός άλλων κρατών μελών, ένα κράτος μέλος παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 59 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 49 ΕΚ). Μια τέτοια απαίτηση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από λόγους δημοσίας τάξεως και δημοσίας ασφαλείας. Συγκεκριμένα, η ευχέρεια των κρατών μελών να περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών για τους προαναφερθέντες λόγους δεν αποσκοπεί στον αποκλεισμό οικονομικών τομέων, όπως αυτός της ιδιωτικής ασφαλείας, από την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας, όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, αλλά αποβλέπει στην παροχή της δυνατότητας στα κράτη μέλη να απαγορεύουν την πρόσβαση ή τη διαμονή στο έδαφός τους σε πρόσωπα των οποίων η πρόσβαση ή η διαμονή στα εδάφη αυτά θα συνιστούσε, αυτή καθεαυτή, κίνδυνο για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία. (βλ. σκέψεις 27-29, 41 και διατακτ.) 4 Συνιστά περιορισμό της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων ένας κανόνας εθνικού δικαίου βάσει του οποίου τα διευθυντικά στελέχη και το προσωπικό των επιχειρήσεων φυλάξεως και των εσωτερικών υπηρεσιών φυλάξεως, εξαιρουμένου του προσωπικού που ασκεί καθήκοντα διοικητικά και υλικοτεχνικής υποστήριξης, πρέπει να διαμένουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο οι επιχειρήσεις αυτές είναι εγκατεστημένες. Η ως άνω προϋπόθεση περί διαμονής δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ανάγκη ελέγχου του παρελθόντος και της συμπεριφοράς των εν λόγω προσώπων. Συγκεκριμένα, η ανάγκη συλλογής των σχετικών στοιχείων μπορεί να ικανοποιηθεί με λιγότερο περιοριστικά της ελεύθερης κυκλοφορίας μέσα, ενδεχομένως με συνεργασία μεταξύ των αρχών των κρατών μελών. Επιπλέον, μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι και να επιβάλλονται κυρώσεις κατά κάθε επιχειρήσεως εγκατεστημένης εντός κράτους μέλους, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής των διευθυντικών στελεχών της. (βλ. σκέψεις 31-34, 41 και διατακτ.) 5 Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, ως θεμελιώδης αρχή της Συνθήκης, μπορεί να περιοριστεί μόνον από ρυθμίσεις δικαιολογούμενες από το γενικό συμφέρον και εφαρμοζόμενες σε κάθε πρόσωπο ή επιχείρηση που ασκεί δραστηριότητα επί του εδάφους του κράτους μέλους που είναι αποδέκτης της παροχής, στον βαθμό που το συμφέρον αυτό δεν διασφαλίζεται από τους κανόνες στους οποίους υπόκειται ο παρέχων τις υπηρεσίες εντός του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος. (βλ. σκέψη 37) 6 Συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών ένας εθνικός κανόνας δικαίου βάσει του οποίου κάθε υπάλληλος επιχειρήσεως φυλάξεως ή εσωτερικής υπηρεσίας φυλάξεως πρέπει να είναι κάτοχος δελτίου ταυτότητας εκδοθέντος σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Συγκεκριμένα, οι διατυπώσεις που συνεπάγεται η κατοχή ενός τέτοιου δελτίου ταυτότητας μπορούν να καταστήσουν επαχθέστερη την παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών. Περαιτέρω, δεδομένου ότι ο παρέχων υπηρεσίες, ο οποίος μεταβαίνει σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να είναι κάτοχος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, η απαίτηση προσθέτου εγγράφου ταυτότητας είναι δυσανάλογη σε σχέση με την ανάγκη διασφαλίσεως του προσδιορισμού της ταυτότητας των εν λόγω προσώπων. (βλ. σκέψεις 39-41 και διατακτ.)
ΔΕΚ/C-189/2003
Περίληψη της αποφάσεως Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών φυλάξεως και έρευνας εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος – Υποχρέωση λήψεως διοικητικής άδειας για τις επιχειρήσεις και τους διευθύνοντές τους και δελτίου νομιμοποιήσεως για το προσωπικό – Μη συνεκτίμηση των υποχρεώσεων που επιβάλλει το κράτος μέλος εγκαταστάσεως – Δεν επιτρέπεται – Δικαιολόγηση – Δεν χωρεί (Άρθρο 49 ΕΚ) Συνιστά παραβίαση των υποχρεώσεων που επιβάλλει το άρθρο 49 ΕΚ η θέσπιση από ένα κράτος μέλος διατάξεων: – οι οποίες υποχρεώνουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών φυλάξεως και έρευνας, που επιθυμούν να παρέχουν υπηρεσίες στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, καθώς και τους διευθύνοντές τους να λάβουν σχετική διοικητική άδεια, επιβάλλοντας προς τούτο την καταβολή τελών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι υποχρεώσεις στις οποίες υπόκειται η αλλοδαπή επιχείρηση παροχής υπηρεσιών στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένη, και – οι οποίες απαιτούν τα μέλη του προσωπικού των επιχειρήσεων αυτών, τα οποία είναι αποσπασμένα από το κράτος μέλος της εγκαταστάσεως στο άλλο κράτος μέλος, να κατέχουν δελτίο επαγγελματικής ταυτότητας που εκδίδουν οι εθνικές αρχές, ενώ δεν λαμβάνονται υπόψη συναφώς οι έλεγχοι στους οποίους υπόκεινται στο κράτος μέλος προελεύσεως οι παρέχοντες διασυνοριακές υπηρεσίες. Τέτοιες απαιτήσεις συνιστούν πράγματι περιορισμούς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι υπερβαίνουν το αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρο και, ως εκ τούτου, δεν δικαιολογούνται από λόγους γενικού συμφέροντος. (βλ. σκέψεις 18, 20, 30, 33 και διατακτ.)
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/132/2024
Αξιοποίηση του παλαιού ξενοδοχείου.(...) Στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι, στις 8.1.2024, ήτοι πριν την ορισθείσα, αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, ημερομηνία συζήτησης της υπό κρίση προσφυγής, κατατέθηκε στο Γραφείο Πρωτοκόλλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου η από 19.12.2023 έγγραφη δήλωση παραίτησης της προσφεύγουσας ένωσης και των κατ’ ιδίαν μελών αυτής, υπογεγραμμένη από τους πληρεξουσίους δικηγόρους αυτών ...., στους οποίους χορηγήθηκε ειδική προς τούτο πληρεξουσιότητα, με τις από 18.12.2023 εξουσιοδοτήσεις των νομίμων εκπροσώπων των εταιρειών-μελών της ένωσης, οι οποίες φέρουν ψηφιακή βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής τους από το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Μετά την ως άνω παραίτηση της προσφεύγουσας ένωσης και των κατ΄ ιδίαν μελών αυτής από την ένδικη προσφυγή, πρέπει να γίνει δεκτό, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, ότι έχει καταργηθεί η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που ανοίχθηκε με την άσκηση της προσφυγής αυτής. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην προσφεύγουσα ένωση του κατατεθέντος παραβόλου (βλ. άρθρο 336 παρ. 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 310 παρ. 1 του ν. 4700/2020).Για τους λόγους αυτούς.Κηρύσσει καταργημένη τη δίκη που ανοίχθηκε με την από 14.12.2023 (Α.Β.Δ. 3998/14.12.2023) προσφυγή της ένωσης οικονομικών φορέων «…Α.Τ.Ε.», καθώς και των κατ’ ιδίαν μελών αυτής, για την ανάκληση της 700/2023 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΤΜ.6/1860/2009
Προμήθεια οχημάτων..ζητείται η ανάκληση της 54/2009 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙΙ και IV το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι εσφαλμένα το Κλιμάκιο αποφάνθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του επίμαχου σχεδίου σύμβασης διότι α) η ενημέρωση που έγινε στην Υπηρεσία Επίσημων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (19.9.2006) σχετικά με τη νέα ημερομηνία του διαγωνισμού, ήταν ελλιπής σε σχέση με τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν με τις εγχώριες δημοσιεύσεις, κατά το τμήμα τους που σχετιζόταν με την επελθούσα μετά την άσκηση προσφυγών τροποποίηση των όρων της διακήρυξης (των τεχνικών προδιαγραφών) και συνεπώς η διαδικασία του διαγωνισμού για το λόγο αυτό εξελίχθηκε πλημμελώς και β) ενόψει του ότι με τη διακήρυξη, όπως τροποποιήθηκε, η πιστοποίηση ISO 9001 τέθηκε ως απαράβατος όρος για τον κύριο πυροσβεστικό εξοπλισμό και το όχημα, καθώς και για τον τελικό κατασκευαστή του πυροσβεστικού οχήματος, ενώ ως προς τον υπόλοιπο εξοπλισμό η ίδια πιστοποίηση τέθηκε ως κριτήριο αξιολόγησης, η αποδοχή της τεχνικής προσφοράς της εταιρείας «…..» ήταν μη νόμιμη, καθόσον η εταιρεία αυτή δεν προσκόμισε μεταφρασμένα πιστοποιητικά ISO 9001, αλλά μόνο ξενόγλωσσα, η νομιμότητα και το κύρος των οποίων δεν ήταν δυνατό να ελεγχθεί ούτε κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού ούτε στο πλαίσιο του διενεργούμενου από το Κλιμάκιο ελέγχου, καθόσον: α) Με το Π1/4206/13.9.2006 έγγραφο εστάλη αυθημερόν στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το πλήρες κείμενο της Δ2/1899/12.9.2006 ανακοίνωσης, η οποία δημοσιεύτηκε στον ελληνικό τύπο στις 14.9.2006, ενώ στο συμπλήρωμα της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 19.9.2006, χωρίς πράγματι να περιέχεται σε αυτή ενημέρωση σχετική με τις τροποποιήσεις των όρων και των τεχνικών προδιαγραφών, πλην όμως, αφενός η δημοσίευσή της έλαβε χώρα στον ελληνικό τύπο μετά την αποστολή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφετέρου εστάλησαν προς δημοσίευση (παρότι δεν περιλαμβάνονταν ρητά στα στοιχεία του υποδείγματος ανακοινώσεων του παραρτήματος του άρθρου 10 του π.δ.394/1996) τα ίδια ακριβώς στοιχεία με εκείνα που δημοσιεύτηκαν τελικά στον εγχώριο τύπο και συνεπώς στην υπό κρίση υπόθεση η διαδικασία του διαγωνισμού, στον οποίο συμμετείχαν πέντε εταιρείες, μεταξύ των οποίων και μία γερμανική με απευθείας εκ του εξωτερικού υποβολή προσφοράς, δεν εξελίχθηκε πλημμελώς και β) Η προδιαγραφή που προβλέπεται στην παρ. 2.1.4 του άρθρου 2.1 με τίτλο «Γενικά» (όπου δεν υπάρχει, όπως σε άλλες προδιαγραφές, εντός παρένθεσης, η επισημείωση «απαράβατος όρος») του Παραρτήματος Ε΄ της διακήρυξης (με τίτλο «ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ») δεν συνιστά απαράβατο όρο, εφόσον η διακήρυξη δεν τη χαρακτηρίζει ρητά ως τέτοιο με οποιαδήποτε παρεμφερή ονομασία («απαράβατος» ή «επί ποινή αποκλεισμού» όρος, «ελάχιστη» ή «υποχρεωτική απαίτηση»), ούτε το ανωτέρω άρθρο 2.1 περιλαμβάνεται μεταξύ των απαράβατων όρων που απαριθμούνται περιοριστικά στο άρθρο 18 του ως άνω παραρτήματος (Ε) και συνεπώς τυχόν πλημμέλειες αναφορικά με τα δικαιολογητικά (μη υποβολή αυτών, ή υποβολή αυτών σε ξένη γλώσσα) που υπεβλήθησαν από την ανάδοχο ως προς τον όρο αυτό των τεχνικών προδιαγραφών δεν αρκούσαν για να καταστήσουν απαράδεκτη την προσφορά της. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι, αφενός στην ως άνω παράγραφο 2.1.4 των τεχνικών προδιαγραφών δεν υπήρχε ρητή μνεία για υποχρέωση υποβολής με την προσφορά και των πιστοποιητικών ISO των εργοστασίων ούτε για υποχρέωση υποβολής αυτών οπωσδήποτε μεταφρασμένων στην ελληνική γλώσσα, αφετέρου η εταιρεία «…..» κατέθεσε με την προσφορά της, καίτοι δεν είχε υποχρέωση από τη διακήρυξη, οκτώ πιστοποιητικά ISO (εκ των οποίων επτά αλλοδαπών εργοστασίων συντεταγμένα στην αγγλική γλώσσα). Όσον αφορά δε τον τρίτο λόγο για τον οποίο αποφάνθηκε το Κλιμάκιο ότι κωλύεται η υπογραφή της επίμαχης σύμβασης, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη V, μη νόμιμα κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού στην προερχόμενη από τη συγχώνευση των εταιρειών «…» και «….» εταιρεία «….», εφόσον δεν ζητήθηκαν ούτε υπεβλήθησαν αυτοβούλως από αυτήν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά ονομαστικοποίησης των μετοχών της, παρότι η εν λόγω εταιρεία είχε ήδη συσταθεί από τις αρχές του έτους 2008, σε χρόνο σημαντικά προγενέστερο όχι μόνο της κατακύρωσης του αποτελέσματος αλλά και του ανοίγματος της οικονομικής προσφοράς της. Λαμβάνοντας όμως υπόψη, ι) την ελλιπή διατύπωση των επίμαχων διατάξεων όσον αφορά την υποχρέωση υποβολής των δικαιολογητικών ονομαστικοποίησης όταν η επιτρεπτή από το νόμο και τη διακήρυξη μεταβολή της νομικής μορφής της συμμετέχουσας εταιρείας πραγματοποιηθεί σε μεταγενέστερο εκείνου της υποβολής των προσφορών στάδιο της διαγωνιστικής διαδικασίας, ιι) την πεποίθηση που εύλογα δημιουργήθηκε στην αναθέτουσα αρχή ότι δεν υφίσταται νομική πλημμέλεια του διαγωνισμού, δεδομένου ότι με την προηγούμενη 188/2008 Πράξη του το Στ΄ Κλιμάκιο στα πλαίσια διαγωνισμού παρόμοιας με την επίμαχη προμήθειας είχε κρίνει ότι δεν υπήρχε νομικό κώλυμα για την υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης μεταξύ του Δημοσίου και της ίδιας ανώνυμης εταιρείας («….», η οποία είχε προέλθει από τη συγχώνευση των εταιρειών «….» και «….») και ιιι) ότι τα επίμαχα δικαιολογητικά ονομαστικοποίησης των μετοχών της αναδόχου εταιρείας (168/16.1.2009 βεβαίωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ..., Διεύθυνση Εμπορίου & Τουρισμού, Τμήμα Ανωνύμων Εταιρειών και από 8.4.2009 αναλυτική κατάσταση μετόχων και μετοχών της …. στην οποία επισυνάπτεται και επικυρωμένο αντίγραφο του Βιβλίου Μετόχων και Μετοχών) έχουν προσκομιστεί, το Τμήμα κρίνει, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου ανάκλησης, ότι συντρέχει συγγνωστή πλάνη της αναθέτουσας αρχής. Τέλος, όσον αφορά τις ασκηθείσες κατά των ένδικων αιτήσεων ανάκλησης παρεμβάσεις των εταιρειών …., το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι αυτές πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες, καθόσον οι ως άνω εταιρείες δεν θεμελιώνουν σπουδαίο έννομο συμφέρον για τη μη ανάκληση της προσβαλλόμενης Πράξης του Κλιμακίου, αφού από την ενδεχόμενη ευδοκίμηση των παρεμβάσεών τους δεν αποκομίζουν καμία ωφέλεια. (....)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνουν δεκτές οι υπό κρίση αιτήσεις ανάκλησης καθώς και η υπέρ της αίτησης του Υπουργείου Ανάπτυξης ασκηθείσα παρέμβαση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, να απορριφθούν οι ασκηθείσες κατά αυτών παρεμβάσεις, να ανακληθεί η 54/2009 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να διαταχθεί η απόδοση στην αιτούσα εταιρεία με την επωνυμία «….» του κατατεθέντος από αυτήν παραβόλου (άρθρο 56 παρ. 4 π.δ.774/1980, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 57 παρ. 3 ν.3659/2008), μη υπάρχοντος δε άλλου λόγου που να κωλύει την υπογραφή της υπό έλεγχο σύμβασης, πρέπει αυτή να υπογραφεί .