ΥΠ.ΕΣ/1773/2016
Τύπος: Εγκύκλιοι
Ρόλοι και αρμοδιότητες των φορέων – σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο – που εμπλέκονται στην αντιμετώπιση και τη διαχείριση συνεπειών από συμβάντα/ατυχήματα κατά την οδική και σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΑΔΑ:7Ε9Η465ΦΘΕ-Ω06)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
2310/2013
Διαχείριση αποβλήτων (Μη επικίνδυνων ,επικίνδυνων και επικίνδυνων αποβλήτων υγειονομικών μονάδων)Θεσμικό πλαίσιο-ρόλοι και αρμοδιότητες εμπλεκομένων φορέων.
4603/2012
Θέμα: Σχεδιασμός και δράσεις Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών (εγκαταστάσεις SEVESO) σύμφωνα με την ΚΥΑ 12044/613/2007 - Ρόλοι και Αρμοδιότητες Φορέων στα πλαίσια της ΚΥΑ 12044/613/2007
Κ.Υ.Α1616/2014
ΚΥΑ 12044/613/2007 (ΦΕΚ Β’ 379/19.03.2007) για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών (εγκαταστάσεις SEVESO): Κύρια Σημεία, Εργαλεία Διαχείρισης της Επικινδυνότητας, Ρόλοι και Αρμοδιότητες Φορέων, Διευκρινιστικές Οδηγίες προς Περιφέρειες και Αποκεντρωμένες Διοικήσεις(ΑΔΑ: ΒΙΚΖΙ-ΝΨΥ)
4991/2020
1η Έκδοση Γενικού Σχεδίου Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών εξαιτίας Ατυχημάτων κατά την Οδική και Σιδηροδρομική Μεταφορά Επικινδύνων Εμπορευμάτων σύμφωνα με τους Κανονισμούς ADR/RID ΑΔΑ:ΩΒ5Ξ46ΜΤΛΒ-8ΣΒ
Αριθμ. Φ.101/40062/4881/2007
Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. 50941/40/1990 (ΦΕΚ Β 104) υπουργικής απόφασης, για την αποδοχή του πρωτοκόλλου τροποποίησης του 1993 της «Ευρωπαϊκής Συμφωνίας για την οδική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων ADR».
12044/613/2007
Καθορισμός μέτρων και όρων για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες, λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/105/ΕΚ «για τροποποίηση της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζομένων με επικίνδυνες ουσίες» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2003. Αντικατάσταση της υπ’ αριθμ. 5697/590/2000 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 405/29.3.2000).
172058/2016- ΦΕΚ: 354/B/2016:Καθορισμός κανόνων, μέτρων και όρων για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες, λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2012/18/ΕΕ «για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζομένων με επικίνδυνες ουσίες και για την τροποποίηση και στη συνέχεια την κατάργηση της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Ιουλίου 2012. Αντικατάσταση της υπ’ αριθ. 12044/613/2007 (Β΄376), όπως διορθώθηκε (Β΄2259/2007).(…)Αρθρο 26 Από την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργείται α) η υπ’ αριθ. 12044/613/2007 (Β΄376) κοινή υπουργική απόφαση, όπως διορθώθηκε με το ΦΕΚ Β΄2259/2007, συμπεριλαμβανομένων όλων των εγκυκλίων και οδη− γιών που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης σε εφαρμογή της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης, καθώς και β) κάθε άλλη διάταξη που έρχεται σε αντίθεση με την παρούσα απόφαση ή ανάγεται σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτήν.
ΕΣ/ΤΜ.1/27/2018
Καταβολή επιδόματος επικίνδυνης κ ανθυγιεινής εργασίας:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας πράξης, το Τμήμα κρίνει ότι η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, αποβλέπουσα αποκλειστικά στον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών των νέων μισθολογικών διατάξεων και στη διασφάλιση, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, των απολαβών των υπαλλήλων, όπως είχαν ήδη διαμορφωθεί υπό το προϊσχύον του ν.4354/2015 νομοθετικό πλαίσιο, προκειµένου να µην υπάρξει ανατροπή των οικογενειακών τους προϋπολογισµών, συνιστά προσωρινό προστατευτικό μέτρο, καθώς μόνο ως τέτοιο είναι σύμφωνο με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Διότι συνέπεια της ρύθμισης αυτής είναι η σταθεροποίηση των αποδοχών των ήδη απασχολουμένων υπαλλήλων των ν.π.δ.δ. στο διαμορφωθέν κατά την 31η.12.2015 ύψος και η σταδιακή απομείωση του ποσού της προσωπικής διαφοράς με την ενσωμάτωση των επερχόμενων αυξήσεων, ώστε με την πλήρη εξάλειψη του ποσού αυτού, να επανέλθει η ομαλή μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων και να αποφευχθεί η αντίθετη στην αρχή της ισότητας διαφορετική, σε βάθος χρόνου, μισθολογική αντιμετώπιση παλαιών και νέων εργαζομένων, που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα. Στο πλαίσιο αυτό, η απορρόφηση στο χρηματικό ποσό της προσωπικής διαφοράς οποιασδήποτε, πλην των ρητά προβλεπόμενων εξαιρέσεων, αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της φύσης και της αιτίας αυτής, δεν συνιστά κατάργησή της (της αύξησης), ούτε αντιστρατεύεται το σκοπό για την οποία αυτή χορηγείται, αλλά αποτελεί αντανακλαστική συνέπεια της λειτουργίας του μέτρου της προσωπικής διαφοράς και συνιστά απομείωση της τελευταίας. Περαιτέρω, τα επικαλούμενα 2/63599/ΔΕΠ/5.10.2017 και 2/20865/ΔΕΠ/22.4.2016 έγγραφα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, καθώς και η 39456/17.11.2017 εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών, με τα οποία παρέχονται οδηγίες εσωτερικής φύσης και δεν έχουν δημοσιευθεί, στερούνται δεσμευτικής ισχύος και δεν θέτουν πρωτογενώς κανόνες δικαίου (πρβλ. Πράξεις Κλιμ.Προλ.Ελ.Δαπανών στο Ι Τμήμα 117/2014, 103/2014, 192/2013). (...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο ορθά κατά την πλειοψηφούσα κρίση του Τμήματος, έκρινε ότι η προσβαλλομένη πράξη δεν πρέπει να ανακληθεί και συνεπώς η δαπάνη είναι μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/176/2019
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο. Και τούτο διότι η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, αποβλέπουσα αποκλειστικά στον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών των νέων μισθολογικών διατάξεων και στη διασφάλιση, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, των απολαβών των υπαλλήλων, όπως είχαν ήδη διαμορφωθεί υπό το προϊσχύον του ν.4354/2015 νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να µην υπάρξει ανατροπή των οικογενειακών τους προϋπολογισμών, συνιστά προσωρινό προστατευτικό μέτρο, καθώς μόνο ως τέτοιο είναι σύμφωνο με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Διότι συνέπεια της ρύθμισης αυτής είναι η σταθεροποίηση των αποδοχών των ήδη απασχολουμένων υπαλλήλων των Δήμων στο διαμορφωθέν κατά την 31η.12.2015 ύψος και η σταδιακή απομείωση του ποσού της προσωπικής διαφοράς με την ενσωμάτωση των επερχόμενων αυξήσεων, ώστε με την πλήρη εξάλειψη του ποσού αυτού, να επανέλθει η ομαλή μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων και να αποφευχθεί η αντίθετη στην αρχή της ισότητας διαφορετική, σε βάθος χρόνου, μισθολογική αντιμετώπιση παλαιών και νέων εργαζομένων, που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα. Στο πλαίσιο αυτό, η απορρόφηση στο χρηματικό ποσό της προσωπικής διαφοράς οποιασδήποτε, πλην των ρητά προβλεπόμενων εξαιρέσεων, αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της φύσης και της αιτίας αυτής, δεν συνιστά κατάργησή της (της αύξησης) ούτε αντιστρατεύεται το σκοπό για την οποία αυτή χορηγείται, αλλά αποτελεί αντανακλαστική συνέπεια της λειτουργίας του μέτρου της προσωπικής διαφοράς και συνιστά απομείωση της τελευταίας (Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 27/2018). Συνεπώς, η καταβολή στην φερόμενη στο ένταλμα ως δικαιούχο υπάλληλο του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστά αύξηση των αποδοχών της, κατά την έννοια του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, και πρέπει να υπολογιστεί για τη μείωση της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνει. Ενόψει του ότι η προσωπική διαφορά της των 90,75 ευρώ υπολείπεται των 150 ευρώ, που δικαιούται ως επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, θα πρέπει να καταβληθεί σε αυτήν το υπόλοιπο ποσό του επιδόματος των 59,25 ευρώ (150-90,75). Εξάλλου, καμία επιρροή δεν ασκεί το 2/25491/17.4.2018 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που επικαλείται ο Δήμος, στο οποίο αναφέρεται ότι στην περίπτωση χορήγησης επιδομάτων επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας τα σχετικά ποσά δεν συμψηφίζονται με την υπάρχουσα προσωπική διαφορά, καθόσον το έγγραφο αυτό δεν παράγει δεσμευτικότητα ούτε μπορεί να τροποποιεί το περιεχόμενο διατάξεων νόμου.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/87/2019
Καταβολή επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο. Και τούτο διότι η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, αποβλέπουσα αποκλειστικά στον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών των νέων μισθολογικών διατάξεων και στη διασφάλιση, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, των απολαβών των υπαλλήλων, όπως είχαν ήδη διαμορφωθεί υπό το προϊσχύον του ν. 4354/2015 νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να µην υπάρξει ανατροπή των οικογενειακών τους προϋπολογισμών, συνιστά προσωρινό προστατευτικό μέτρο, καθώς μόνο ως τέτοιο είναι σύμφωνο με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Διότι συνέπεια της ρύθμισης αυτής είναι η σταθεροποίηση των αποδοχών των ήδη απασχολουμένων υπαλλήλων των Δήμων στο διαμορφωθέν κατά την 31η.12.2015 ύψος και η σταδιακή απομείωση του ποσού της προσωπικής διαφοράς με την ενσωμάτωση των επερχόμενων αυξήσεων, ώστε με την πλήρη εξάλειψη του ποσού αυτού, να επανέλθει η ομαλή μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων και να αποφευχθεί η αντίθετη στην αρχή της ισότητας διαφορετική, σε βάθος χρόνου, μισθολογική αντιμετώπιση παλαιών και νέων εργαζομένων, που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα. Στο πλαίσιο αυτό, η απορρόφηση στο χρηματικό ποσό της προσωπικής διαφοράς οποιασδήποτε, πλην των ρητά προβλεπόμενων εξαιρέσεων, αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της φύσης και της αιτίας αυτής, δεν συνιστά κατάργησή της (της αύξησης), ούτε αντιστρατεύεται το σκοπό για την οποία αυτή χορηγείται, αλλά αποτελεί αντανακλαστική συνέπεια της λειτουργίας του μέτρου της προσωπικής διαφοράς και συνιστά απομείωση της τελευταίας (Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 27/2018). Συνεπώς, η καταβολή στους φερόμενους στο ένταλμα ως δικαιούχους υπαλλήλους του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστά αύξηση των αποδοχών τους, κατά την έννοια του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, και πρέπει να υπολογιστεί για τη μείωση της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν. Ως εκ τούτου, μη νομίμως εντέλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα το ως άνω ποσό επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, το οποίο υπολείπεται των μηνιαίων ποσών των 233,04 ευρώ και 178,08 ευρώ, αντίστοιχα, της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι υπάλληλοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/89/2019
Επιδόμα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο. Και τούτο διότι η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, αποβλέπουσα αποκλειστικά στον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών των νέων μισθολογικών διατάξεων και στη διασφάλιση, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, των απολαβών των υπαλλήλων, όπως είχαν ήδη διαμορφωθεί υπό το προϊσχύον του ν.4354/2015 νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να µην υπάρξει ανατροπή των οικογενειακών τους προϋπολογισμών, συνιστά προσωρινό προστατευτικό μέτρο, καθώς μόνο ως τέτοιο είναι σύμφωνο με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Διότι συνέπεια της ρύθμισης αυτής είναι η σταθεροποίηση των αποδοχών των ήδη απασχολουμένων υπαλλήλων των Δήμων στο διαμορφωθέν κατά την 31η.12.2015 ύψος και η σταδιακή απομείωση του ποσού της προσωπικής διαφοράς με την ενσωμάτωση των επερχόμενων αυξήσεων, ώστε με την πλήρη εξάλειψη του ποσού αυτού, να επανέλθει η ομαλή μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων και να αποφευχθεί η αντίθετη στην αρχή της ισότητας διαφορετική, σε βάθος χρόνου, μισθολογική αντιμετώπιση παλαιών και νέων εργαζομένων, που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα. Στο πλαίσιο αυτό, η απορρόφηση στο χρηματικό ποσό της προσωπικής διαφοράς οποιασδήποτε, πλην των ρητά προβλεπόμενων εξαιρέσεων, αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της φύσης και της αιτίας αυτής, δεν συνιστά κατάργησή της (της αύξησης) ούτε αντιστρατεύεται το σκοπό για την οποία αυτή χορηγείται, αλλά αποτελεί αντανακλαστική συνέπεια της λειτουργίας του μέτρου της προσωπικής διαφοράς και συνιστά απομείωση της τελευταίας (Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 27/2018). Συνεπώς, η καταβολή στους φερόμενους στο ένταλμα ως δικαιούχους υπαλλήλους του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστά αύξηση των αποδοχών τους, κατά την έννοια του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, και πρέπει να υπολογιστεί για τη μείωση της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν. Ενόψει δε του ότι η προσωπική διαφορά του υπαλλήλου ….. που ανέρχεται στο ποσό των 57,45 ευρώ υπολείπεται του ποσού των 70 ευρώ που δικαιούται ως επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, ενώ η προσωπική διαφορά του υπαλλήλου ….. που ανέρχεται στο ποσό των 74,45 ευρώ υπολείπεται του ποσού των 150 ευρώ που δικαιούται ως επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, θα πρέπει να καταβληθεί σε αυτούς το υπόλοιπο ποσό του επιδόματος των 12,55 ευρώ (70-57,45) και 75,55 ευρώ (150-74,45), αντίστοιχα. Ως εκ τούτου, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που υπερβαίνει το συνολικό ποσό των 88,10 ευρώ (12,55+75,55).