ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)/168/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Μη νόμιμη η καταβολή αποδοχών αποδοχών αργίας, σε δημοτικούς υπαλλήλους, υπολογιζομένων στο 75% των νόμιμων αποδοχών που τέθηκαν σε αργία, διότι έπρεπε να γίνει περικοπή στο 1/3 αυτών, καθόσον τέθηκαν σε αργία, βάσει του άρθρου 107 παρ. 1 περ. γ του ν.3584/2007, λόγω της αμετάκλητης παραπομπής τους ενώπιον του αρμοδίου ποινικού δικαστηρίου για κακούργημα και για το αδίκημα της πλαστογραφίας. Οι αυξημένες ως άνω αποδοχές (75%), καταβάλλονται μόνο σε υπαλλήλους που έχουν τεθεί σε αργία λόγω παραπομπής τους στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο και μάλιστα για συγκεκριμένα αδικήματα.
ΒΛΕΠΕ ΝΣΚ/53/2014
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Δ.ΕΦ.ΑΘ/77/2020
Επαναφορά υπαλλήλου σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση...Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η απόρριψη του αιτήματος για επαναφορά του αιτούντος στην υπηρεσία, κατ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 4325/2015, παρίσταται νόμιμη. Και τούτο διότι, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η επαναφορά του υπαλλήλου στην υπηρεσία συνεπαγόμενη την αναβίωση της υπαλληλικής σχέσεως κωλύεται, εν προκειμένω, λόγω της αμετάκλητης καταδίκης του αιτούντος για το αδίκημα της πλαστογραφίας, που συνιστά, κατ άρθρο 53 παρ. 1 του π.δ. 410/1988 (Α 191) σοβαρό και σπουδαίο λόγο για την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου. Συνεπώς, αβασίμως προβάλλονται τα αντίθετα. Εξάλλου, ουδεμία επιρροή ασκεί, εν προκειμένω, το γεγονός ότι η εκτέλεση της επιβληθείσας στον αιτούντα ποινής ανεστάλη επί τριετία (πρβλ. ΣτΕ 2948/2017, 3276/2014, 3968/2013, 326/2011 κ.ά).
ΝΣΚ/149/2013
Δημόσιοι υπάλληλοι – Πειθαρχική ποινή – Καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας – Υπολογισμός των αποδοχών αργίας των υπαλλήλων. α) Η για τυπικούς λόγους ακύρωση από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, της απόφασης του Πρωτοβαθμίου, με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος υπαλλήλων η ποινή της οριστικής παύσης και η αναπομπή της υπόθεσης στη Διοίκηση για επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, δεν συνιστά νόμιμο λόγο, δικαιολογούντα την επιστροφή των παρακρατηθέντων κατά το χρόνο της αργίας ποσών, αφού για την επιστροφή αυτή ο νόμος απαιτεί απαλλαγή ή αθώωση του υπαλλήλου με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, προϋπόθεση, που δεν συντρέχει εν προκειμένω. β) Οι αποδοχές αργίας των υπαλλήλων, που τέθηκαν, σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, (ο οποίος καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του υποθέσεις), υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το ν. 4057/2012. (ομοφ.)
ΝΣΚ/184/2014
Αποδοχές αργίας λόγω παραπομπής στο Πειθαρχικό Συμβούλιο για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα.(...)Δημοσιογράφος ο οποίος υπηρετεί στις ΓΓΜΕ-ΓΓΕΕ με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατά το χρονικό διάστημα που τελούσε σε αυτοδίκαιη αργία, λόγω παραπομπής στο Πειθαρχικό Συμβούλιο για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντά του και μέχρι την έκδοση της απόφασης του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, δικαιούτο αποδοχές αργίας, που ορίζονται στο 75% των νόμιμων αποδοχών του. Μετά όμως από την επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης για το παράπτωμα αυτό από το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο των ΓΓΜΕ-ΓΓΕΕ, δεν δικαιούται αποδοχές για όλο το διάστημα της αυτοδίκαιης αργίας, τυχόν δε καταβληθείσες αναζητούνται από την υπηρεσία. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΝΣΚ/105/2023
Εφαρμοστέο δίκαιο στις περιπτώσεις αυτοδίκαιης έκπτωσης ιατρών ΕΣΥ λόγω αμετάκλητης ποινικής καταδίκης και θέσης αυτών σε δυνητική αργία λόγω εκκρεμούς ποινικής δίωξης για ποινικά αδικήματα που δεν περιλαμβάνονταν στα κωλύματα διορισμού της παρ. 4 του άρθρου 27 ν.1397/1983, πριν την τροποποίησή της με το άρθρο 9 του ν.4999/2022.(..) Νομίμως εκδίδεται πράξη διαπιστωτική της αυτοδίκαιης έκπτωσης ιατρού που έχει καταδικαστεί για αδίκημα που προστέθηκε με τον ν. 4999/2022, ακόμη κι αν τελέστηκε πριν τη θέση σε ισχύ του νόμου (07-12-2022), υπό την προϋπόθεση ότι η καταδικαστική απόφαση κατέστη αμετάκλητη μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου. Αντιθέτως δεν είναι νόμιμη η έκπτωση στις περιπτώσεις, που η καταδικαστική απόφαση κατέστη αμετάκλητη πριν τη θέση σε ισχύ του νόμου. Νομίμως εκδίδεται, μετά τη θέση σε ισχύ του ίδιου νόμου, απόφαση θέσης σε δυνητική αργία ιατρού, σε βάρος του οποίου εκκρεμεί ποινική δίωξη για αδίκημα που προστέθηκε με τον ν. 4999/2022 ή ο οποίος έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο στην περίπτωση της δίωξης για παράβαση καθήκοντος, ακόμη κι αν η ποινική δίωξη ή η παραπομπή ανάγεται σε χρόνο πριν την θέση σε ισχύ του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει αιτιολογημένη κρίση ως προς την συνδρομή ή μη λόγων δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι εξετάζονται, in concreto, αν δικαιολογούν ή μη την θέση του ιατρού σε αργία (ομόφωνα)
ΝΣΚ/53/2014
Πυροσβεστικό Σώμα – Πυροσβεστικό προσωπικό και αυτοδίκαιη αργία – Εφαρμογή και στο προσωπικό αυτό της διατάξεως της παρ.3 του άρθρου 103 του Υ.Κ. – Αρμοδιότητα των ανακριτικών συμβουλίων – Εφαρμογή της προβλεπόμενης εξαίρεσης του άρθρου 105 του Υ.Κ., σχετικά με την καταβολή του 1/4 των αποδοχών σε περίπτωση αυτοδίκαιης αργίας. α) Εφαρμόζεται η διάταξη της παρ.3 του άρθρου 103 του Κώδικα Κατάστασης Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., όπως έχει τροποποιηθεί με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Ζ3 του ν.4093/2012 στο πυροσβεστικό προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος (ομοφ.), β) τα πειθαρχικά –ανακριτικά συμβούλια του Πυροσβεστικού Σώματος έχουν την αρμοδιότητα να γνωμοδοτούν για την αναγκαιότητα ή μη της συνεχίσεως του διοικητικού μέτρου της αυτοδίκαιης αργίας κατά την παρ.4 του άρθρου 103 Υ.Κ .(ομοφ.), και γ) η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 105 του Υ.Κ., σχετικά με την καταβολή του 1/4 των αποδοχών σε όσους υπαλλήλους τελούν σε κατάσταση αργίας ή αναστολής καθηκόντων, έχει εφαρμογή στην περίπτωση του υπαλλήλου που τίθεται αυτοδίκαια σε αργία για τα εγκλήματα που ορίζονται στην περ.γ’ της παρ.1 του άρθρου 103 του Υ.Κ. (πλειοψ.).
ΒΛΕΠΕ ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)/168/2014
ΝΣΚ/272/2017
Αποδοχές αργίας πολιτικού προσωπικού Ε.Υ.Π.. Υπάλληλοι της Ε.Υ.Π. που τελούσαν σε αργία (δυνητική και αυτοδίκαιη), κατά την 1.1.2017, που αποτελεί τον χρόνο έναρξης ισχύος - για το πολιτικό προσωπικό της Ε.Υ.Π.- της παραγράφου 4 του άρθρου 25 του ν. 4354/2015, έπρεπε να λαμβάνουν, από την ημερομηνία αυτή (1.1.2017), και σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, το ήμισυ των αποδοχών τους, πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων τους (ομόφ.).
ΝΣΚ/55/2013
Zητήματα ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου πρώτου (αργία-αναστολή άσκησης καθηκόντων) και άρθρου δεύτερου (πειθαρχικό δίκαιο) του ν. 4057/2012.1) Για την εφαρμογή των άρθρων 103 και 105 είτε του ν. 3528/2007 (Α΄26), είτε του ν. 4057/2012 (Α΄54), λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία έναρξης της προσωρινής κράτησης των υπαλλήλων, ανεξάρτητα από τον χρόνο της έκδοσης του εντάλματος προσωρινής κράτησης. 2) Μια πειθαρχική υπόθεση θεωρείται εκκρεμής με την έναρξη της πειθαρχικής δίωξης, η οποία αρχίζει είτε με την επίδοση της κλήσης του υπαλλήλου σε απολογία από το μονομελές πειθαρχικό όργανο, είτε με την έκδοση του εγγράφου περί παραπομπής αυτού στο Πειθαρχικό Συμβούλιο (άρθρο 122 παρ. 1 του ν. 3528/2007, είτε του ίδιου άρθρου όπως αντικαταστάθηκε από τον ν. 4057/2012. 3) Για τα πειθαρχικά παραπτώματα που τελέστηκαν πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4057/2012 θα εφαρμοστούν οι ουσιαστικού χαρακτήρα διατάξεις του προϊσχύσαντος πειθαρχικού δικαίου (άρθρο 106 επ. ν. 3528/2007) και οι διαδικαστικής φύσεως διατάξεις του νέου πειθαρχικού κώδικα (άρθρο δεύτερο ν. 4057/2012). Για εκείνα εκ των παραπτωμάτων που εξακολούθησαν και μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4057/2012 θα εφαρμοστούν τόσο οι ουσιαστικής όσο και οι διαδικαστικής φύσεως διατάξεις του νέου πειθαρχικού κώδικα του ν. 4057/2012 και 4) Για τον καθορισμό του ύψους των αποδοχών των υπαλλήλων, κατά τον χρόνο κατά τον οποίο αυτοί έχουν περιέλθει σε κατάσταση αυτοδίκαιης αργίας, στην μεν, ως άνω, πρώτη περίπτωση θα εφαρμοστεί η διάταξη του προϊσχύσαντος άρθρου 105 του ν. 3528/2007, στη δε δεύτερη περίπτωση η διάταξη του άρθρου 105 όπως αντικαταστάθηκε από τον ν. 4057/2012. (ομοφ.)
ΝΣΚ/114/2020
α) Δυνατότητα ή μη του Ελληνικού Δημοσίου για την καταβολή της αποζημίωσης των άρθρων 34 και 34Α του ν. 2682/1999 σε αποσπασμένους υπαλλήλους και σε υπαλλήλους που φέρουν την συνδικαλιστική ιδιότητα κατά τις ημέρες της συνδικαλιστικής άδειας, β) δυνατότητα ή μη αναδρομικής περικοπής της αποζημίωσης, και γ) δυνατότητα ή μη έκδοσης και κοινοποίησης απόφασης πριν την περικοπή αποδοχών.α) Από την ημερομηνία ισχύος των διατάξεων του άρθρου 53 παρ. 20 του π.δ. 85/2018, δηλαδή από 27.8.2018, η αποζημίωση των άρθρων 34 και 34Α του ν. 2682/1999 δεν καταβάλλεται στους αποσπασμένους υπαλλήλους της ΥΠΑ, ούτε στους υπαλλήλους που φέρουν τη συνδικαλιστική ιδιότητα κατά τις ημέρες της συνδικαλιστικής άδειας, β) σχετικά με την αναδρομική περικοπή της ανωτέρω αποζημίωσης, εφαρμογή έχουν το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 34 του ν. 2682/1999 και η κοινή υπουργική απόφαση με αριθμό Δ11/Α/18488/7838/18.5.2006 «Διαχείριση Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 73 του ν. 3431/2006, της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας», και γ) από τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 4354/2015, με τις οποίες ρυθμίζονται οι αποδοχές των αποσπασμένων ή μετακινούμενων υπαλλήλων δεν προβλέπεται η έκδοση και κοινοποίηση απόφασης πριν την περικοπή αποδοχών για οποιοδήποτε λόγο (ομόφωνα).
ΝΣΚ/36/2020
Εάν η έκδοση διαπιστωτικής διοικητικής πράξης θέσεως αιρετού τοπικής αυτοδιοίκησης σε κατάσταση αργίας, κατ’ εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 236Α του ν. 3852/2010, προϋποθέτει να συνέτρεξαν άπαξ στο πρόσωπο του αιρετού η αμετάκλητη παραπομπή για κακούργημα και η επιβολή σε βάρος του περιοριστικών όρων ή προσωρινής κράτησης, χωρίς να απαιτείται να εξακολουθούν να συντρέχουν οι καταστάσεις αυτές και κατά το χρόνο έκδοσης της διαπιστωτικής πράξης και, σε καταφατική περίπτωση, εάν το επιβληθέν με τη διαπιστωτική πράξη διοικητικό μέτρο της αργίας ανατρέχει και σε προηγούμενη αυτοδιοικητική περίοδο, κατά την οποία συνέτρεξαν οι πιο πάνω καταστάσεις στο πρόσωπο του αιρετού.Η έκδοση σε βάρος αιρετού διαπιστωτικής πράξης περί θέσεώς του σε αργία, κατ’ εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 236Α του ν. 3852/2010, επιβάλλεται όταν συντρέξουν άπαξ στο πρόσωπό του οι καταστάσεις που περιγράφονται στη διάταξη αυτή, ήτοι παραπομπή για κακούργημα με αμετάκλητο βούλευμα ή κλητήριο θέσπισμα με περιοριστικούς όρους ή προσωρινή κράτηση σε βάρος του που, είτε ίσχυαν κατά το χρόνο που το παραπεμπτικό βούλευμα ή το κλητήριο θέσπισμα έγιναν αμετάκλητα, είτε επιβλήθηκαν μετά την αμετάκλητη παραπομπή μέχρι τη λήξη της υποδικίας με την έκδοση είτε καταδικαστικής σε πρώτο βαθμό είτε τελεσίδικης αθωωτικής απόφασης και εφόσον ο αμετακλήτως παραπεμπόμενος κατείχε ή απέκτησε την ιδιότητα του αιρετού από το χρόνο που συνέτρεξαν οι καταστάσεις αυτές μέχρι τη λήξη της ως άνω υποδικίας. Η ισχύς του μέτρου της αργίας θα ανάγεται, είτε στο χρόνο που το παραπεμπτικό βούλευμα ή το κλητήριο θέσπισμα κατέστησαν αμετάκλητα, όταν οι περιοριστικοί όροι ή προσωρινή κράτηση ίσχυαν κατά το χρόνο αυτό, είτε στο χρόνο που επιβλήθηκαν σε βάρος του παραπεμπόμενου αιρετού περιοριστικοί όροι ή προσωρινή κράτηση, όταν οι τελευταίοι επιβλήθηκαν μετά το αμετάκλητο της παραπομπής και μέχρι τη λήξη της υποδικίας. Η αναδρομικότητα, όμως, της διαπιστωτικής πράξης δεν μπορεί να επεκταθεί σε προηγούμενη και ήδη λήξασα αυτοδιοικητική περίοδο, ούτε επεκτείνεται σε επακολουθούσα αυτοδιοικητική περίοδο, ώστε, στην τελευταία περίπτωση, απαιτείται η έκδοση νέας πράξης περί θέσεως του αιρετού σε αργία, εφόσον εξακολουθεί να ισχύει η κατάσταση της υποδικίας και κατά τη νέα αυτοδιοικητική περίοδο, με χρόνο έναρξης αυτό της ανάληψης των καθηκόντων του. Στη δε περίπτωση που συνέτρεξαν οι πιο πάνω καταστάσεις σε ορισμένο πρόσωπο προτού αυτό αποκτήσει την ιδιότητα του αιρετού, η πράξη θα ισχύσει από το χρόνο που απέκτησε το πρόσωπο αυτό την ιδιότητα του αιρετού και μέχρι τη λήξη της υποδικίας (ομόφωνα).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/77/2017
Καταβολή προσωπικής διαφοράς. (..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας, η επίμαχη παροχή νομίμως καταβάλλεται στον ως άνω δικαιούχο υπάλληλο της Δημοτικής Αστυνομίας του Δήμου ..-.., αφού αποτελεί νομίμως τμήμα των αποδοχών των υπαλλήλων που κατατάσσονται στις επανασυσταθείσες, κατά τα ανωτέρω, θέσεις. Τούτο, δε, ανεξαρτήτως αν η εν λόγω παροχή καταβάλλονταν ή όχι στους υπαλλήλους αυτούς, κατά τον χρόνο ένταξής τους στην Ελληνική Αστυνομία, καθόσον σκοπός των ρυθμίσεων του ν. 4325/2015 ήταν η αποκατάσταση των αποδοχών τους στο επίπεδο που βρίσκονταν πριν από τη θέση τους σε διαθεσιμότητα, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της Επιτρόπου. Συνεπώς, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη και το ένταλμα αυτό πρέπει να θεωρηθεί