Ενιαίο Σύστημα Παρακολούθησης Δεικτών για τα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014-2020
Τύπος: Εγκύκλιοι
To σύστημα καλύπτει τη μέθοδο μέτρησης των δεικτών των Προγραμμάτων ΕΣΠΑ 2014-2020 κοινών και ειδικών προγράμματος, εκροών και αποτελέσματος που περιλαμβάνονται στα εγκεκριμένα προγράμματα. Παράλληλα, καλύπτει τους δείκτες παρακολούθησης που συνδέονται με επιμέρους απαιτήσεις των ΕΔΕΤ ομαδοποιημένους σε υποσυστήματα. Τέλος, καλύπτει τους ποσοτικούς στόχους των στρατηγικών πλαισίων πολιτικής. Το σύστημα εγκρίθηκε με την Απόφαση 66427/ΕΥΣΣΑ 1388/14.6.2017 του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων - ΕΣΠΑ.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΝΙΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΕΙΚΤΩΝ
ΕΝΙΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΣΠΑ 2014-2020.Το έγγραφο αφορά στην ενέργεια «Κατάρτιση εγγράφου με τίτλο Ενιαίο Σύστημα Δεικτών ΕΣΠΑ 2014-2020» που υλοποιείται στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης εκπλήρωσης της γενικής εκ των προτέρων αιρεσιμότητας 7 ‘’Στατιστικά συστήματα και δείκτες αποτελεσμάτων’’ του Παραρτήματος XI του Κανονισμού ΕΕ 1303/2013.
ΔΕΚ/C-324/2007
Περίληψη της αποφάσεως 1. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας (Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ) 2. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας (Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ) 1. Τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, οι αρχές της ίσης μεταχείρισης και της απαγορεύσεως διακρίσεων λόγω ιθαγένειας καθώς και της συνακόλουθης υποχρεώσεως διαφάνειας δεν απαγορεύουν την παραχώρηση από δημόσια αρχή, χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού, δημόσιων υπηρεσιών σε διαδημοτικό συνεταιρισμό του οποίου όλα τα μέλη είναι δημόσιες αρχές, εφόσον οι δημόσιες αυτές αρχές ασκούν στον συνεταιρισμό αυτό έλεγχο ανάλογο με εκείνον που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες και ο εν λόγω συνεταιρισμός πραγματοποιεί το κύριο μέρος της δραστηριότητάς του με αυτές τις δημόσιες αρχές. Για να εκτιμηθεί αν η παραχωρούσα αρχή ασκεί έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των κρίσιμων νομοθετικών διατάξεων και πραγματικών περιστατικών. Από την εξέταση αυτή πρέπει να προκύψει ότι ο εν λόγω ανάδοχος υπόκειται σε έλεγχο που επιτρέπει στην παραχωρούσα αρχή να επηρεάζει τις αποφάσεις του εν λόγω αναδόχου. Η δυνατότητα καθοριστικής επιρροής πρέπει να καλύπτει τόσο τους στρατηγικούς στόχους όσο και τις σημαντικές αποφάσεις του αναδόχου αυτού. Συναφώς, όταν οι αποφάσεις σχετικά με τις δραστηριότητες διαδημοτικού συνεταιρισμού που ελέγχεται αποκλειστικά από δημόσιες αρχές λαμβάνονται από καταστατικά όργανα του συνεταιρισμού αυτού που απαρτίζονται από εκπροσώπους των δημοσίων αρχών που είναι μέλη, ο έλεγχος που ασκείται επί των αποφάσεων αυτών από τις εν λόγω δημόσιες αρχές μπορεί να θεωρηθεί ότι καθιστά δυνατή για τις αρχές αυτές την άσκηση επ’ αυτού ελέγχου αναλόγου με εκείνον που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες. (βλ. σκέψεις 28, 42, διατακτ. 1–2) 2. Στην περίπτωση που μία δημόσια αρχή προσχωρεί σε διαδημοτικό συνεταιρισμό του οποίου όλα τα μέλη είναι δημόσιες αρχές, προκειμένου να του μεταβιβάσει τη διαχείριση δημόσιας υπηρεσίας, ο έλεγχος που ασκούν επ’ αυτού οι αρχές που είναι μέλη του συνεταιρισμού, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανάλογος με τον έλεγχο που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες, όταν ασκείται από τις αρχές αυτές από κοινού, με απόφαση λαμβανόμενη, ενδεχομένως, κατά πλειοψηφία. Συγκεκριμένα, ο έλεγχος αυτός πρέπει να είναι ανάλογος με εκείνον που ασκεί η αρχή αυτή στις δικές της υπηρεσίες, όχι όμως να ταυτίζεται με αυτόν ως προς όλα τα σημεία. Αυτό που έχει σημασία είναι ο έλεγχος που ασκείται στον ανάδοχο φορέα να είναι αποτελεσματικός, δεν απαιτείται όμως να είναι ατομικός. Στην περίπτωση που περισσότερες δημόσιες αρχές επιλέγουν να εκπληρώσουν τα δημόσια καθήκοντά τους προσφεύγοντας σε κοινό ανάδοχο φορέα, αποκλείεται κατά κανόνα μία από τις αρχές αυτές, εκτός αν μετέχει πλειοψηφικώς στον φορέα αυτό, να ασκεί μόνη της καθοριστικό έλεγχο στις αποφάσεις του φορέα αυτού. Η απαίτηση να είναι ατομικός ο έλεγχος που ασκείται από τη δημόσια αρχή στην περίπτωση αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα να επιβάλει τον ανταγωνισμό στις περισσότερες περιπτώσεις στις οποίες η δημόσια αρχή θα ήθελε να προσχωρήσει σε ομάδα απαρτιζόμενη από άλλες αρχές, όπως ο διαδημοτικός συνεταιρισμός. Πάντως, το αποτέλεσμα αυτό δεν είναι σύμφωνο με το σύστημα των κοινοτικών κανόνων σε θέματα δημόσιων συμβάσεων και αναθέσεων. Συγκεκριμένα, μια δημόσια αρχή έχει τη δυνατότητα να εκπληρώνει τα καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος τα οποία υπέχει με τα δικά της διοικητικά, τεχνικά και λοιπά μέσα, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να απευθύνεται σε εξωτερικούς οργανισμούς που δεν ανήκουν στις υπηρεσίες της. Οι δημόσιες αρχές μπορούν να κάνουν χρήση της δυνατότητάς τους αυτής να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους δημοσίου συμφέροντος με δικά τους μέσα σε συνεργασία με άλλες δημόσιες αρχές. Επομένως, στις περιπτώσεις που περισσότερες δημόσιες αρχές ελέγχουν ανάδοχο φορέα στον οποίο αναθέτουν την εκπλήρωση ενός από τα καθήκοντά τους δημοσίου συμφέροντος, ο έλεγχος που οι δημόσιες αυτές αρχές ασκούν επί του εν λόγω φορέα μπορεί να ασκηθεί από κοινού. Όσον αφορά το συλλογικό όργανο, η διαδικασία που χρησιμοποιείται για τη λήψη αποφάσεως, συγκεκριμένα η δια πλειοψηφίας απόφαση, δεν ασκεί επιρροή. (βλ. σκέψεις 46–51, 54, διατακτ. 3)