Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.6/895/2012

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

Εννοια δημοσίου έργου.Δημόσιο έργο είναι το έργο που εκτελείται για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος καθόσον καλύπτει βασικές ανάγκες της κοινωνίας, συμβάλλει στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων και γενικά αποσκοπεί στη βελτίωση της ζωής των πολιτών. Από τεχνικής απόψεως δημόσιο έργο αποτελεί ένα σύνολο πράξεων και εργασιών που διενεργούνται από δημόσιους φορείς, στους οποίους περιλαμβάνονται οι Περιφέρειες, το οποίο κατατείνει στην κατασκευή, επισκευή, επέκταση, ανακαίνιση ή συντήρηση έργου, και απαιτεί, λόγω της πολυπολοκότητάς του, εξειδικευμένη τεχνική γνώση και επέμβαση, δηλαδή χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και αντιστοίχων μέσων και προορίζεται να επιτελεί καθ’ εαυτό μία οικονομική και τεχνική λειτουργία επιφέροντας ένα άρτιο λειτουργικό αποτέλεσμα (Απόφαση VI Τμήματος 3371/2011, Πράξη ΙV Τμήματος 31/2010, Εφ.Λάρισας 45/2004). Το δημόσιο έργο πρέπει να συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί συστατικό αυτού κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ. και να μην μπορεί να αποχωρισθεί από αυτό χωρίς βλάβη ή αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού του (Πράξεις VII Τμήματος 24/2009, 3/2009, ΙV Τμήματος 31/2010, 196/2008, ΣτΕ 329/2007, 808/1997, 1426/1997). Αντιθέτως, όταν για την επίτευξη ενός αποτελέσματος απαιτούνται απλές εργασίες, χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις και μεθόδους, χωρίς τη χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού ή ιδιαίτερων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων, καθώς και όταν το αποτέλεσμα των ενεργειών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, τότε πρόκειται για εκτέλεση εργασιών ή παροχή υπηρεσιών (Απόφαση VI Τμήματος 3371/2011, Πράξεις VII Τμήματος 203/2011, 202/2011, 94/2011, 403/2010, 308/2009, 3/2009, 285/2008). Ακολούθως, όταν πρόκειται για δημόσιο έργο, κατά την ως άνω έννοια, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 57 παρ.3 και 17 παρ.7 του Κώδικα δημοσίων έργων, οι οποίες προβλέπουν την επιβάρυνση της απαιτούμενης δαπάνης με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος καθώς και με το κονδύλιο των απροβλέπτων δαπανών, υπολογιζόμενα σε ποσοστό επί της αξίας των εκτελεσθησομένων εργασιών κατασκευής του έργου. Τέλος, όταν μία σύμβαση έχει μεικτό χαρακτήρα διότι σε αυτήν περιλαμβάνονται τόσο η εκτέλεση έργου όσο και η παροχή υπηρεσιών, η σύμβαση χαρακτηρίζεται από το κύριο αντικείμενο αυτής, υπολογιζόμενο από την αξία αυτού καθώς και τον παρεπόμενο χαρακτήρα των λοιπών αντικειμένων σε σχέση με το πρωτεύον τοιούτο (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 19.4.1994 στη C-331/92, Cestiόn Hotelera Internacional, σκ. 20-29, απόφαση ΔΕΚ της 18.11.1999 στη C-107/98, Teckal, σκ. 38).(...)V. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι το αντικείμενο του κρινόμενου διαγωνισμού αφορά στην εκτέλεση έργου και όχι στην παροχή υπηρεσιών καθόσον πρόκειται για συντήρηση του υφιστάμενου δικτύου άρδευσης και στράγγισης της πεδιάδας της Άρτας. Ειδικότερα, για την πραγματοποίηση του καθαρισμού των τάφρων και των διωρύγων απαιτείται όχι μόνον η αποψίλωση της βλάστησης από τα πρανή και την κοίτη και η αποκομιδή των φερτών υλικών, αλλά, κατά κύριο λόγο, η αποκατάσταση της διατομής των τάφρων και των διωρύγων ώστε να επαναφερθούν τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους (πλάτος, βάθος και κατά μήκος κλίση) στις πρότερες διαστάσεις καθώς και η διαμόρφωση, με εκσκαφές ακριβείας, ο πυθμένας και τα πρανή για να είναι επιτρεπτή η απρόσκοπτη διέλευση του νερού. Προς τούτο απαιτείται η χρήση ιδιαίτερων τεχνικών μέσων (ειδικοί εκσκαφείς συγκεκριμένης ισχύος κ.λπ.), που περιγράφονται στην τεχνική έκθεση και κυρίως, η πραγματοποίηση των εργασιών υπό την επίβλεψη, την καθοδήγηση και τις οδηγίες των ειδικών μηχανικών ή μηχανολόγων μηχανικών του αναδόχου και της Υπηρεσίας, ενώ περαιτέρω η άμεση σύνδεση των εργασιών κατά τρόπο σταθερό και διαρκή με το έδαφος είναι αυτονόητη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.6/897/2012

Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές οι εργασίες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του με ανώτερα ποιοτικώς υλικά ή με μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη διότι είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου καθόσον δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας αναδείξεως αναδόχου (Αποφάσεις Τμήματος Μείζονος - Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, 3030/2011, Απόφαση VI Τμήματος 2069/2010, Πράξεις VI Τμήματος 108/2007, 232/2006, 216/2006, 197/2006, 192/2006, 98/2006). Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων φέρει η αναθέτουσα αρχή (Δ.Ε.Ε. στην υπόθεση C-601/10, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας). Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Απόφαση Τμήματος Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, Αποφάσεις VI Τμήματος 2726/2010, 2506/2009, 1780/2009, Πράξεις VI Τμήματος 52/2007, 106/2003). Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην εξαιρετική αυτή διαδικασία της απευθείας αναθέσεως μέσω καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως, ως εκ της φύσεώς της, πρέπει να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής των αναγκαίων για την κατάρτισή της προϋποθέσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 2066/2010, 286/2010, 285/2010, 136/2010). Τέλος, με το ποσό του κονδυλίου των απροβλέπτων της αρχικής συμβάσεως δύνανται να καλυφθούν εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου, η οποία λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια εκτελέσεως και επιβάλλει αναγκαστικές τροποποιήσεις στο σχεδιασμό του αρχικού έργου, εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από απαιτήσεις της κατασκευής και κρίνονται απαραίτητες για την αρτιότητα του έργου, καθώς και διαφορές, οι οποίες προκύπτουν στις ποσότητες των εργασιών που πρέπει να εκτελεσθούν και οφείλονται σε προφανείς παραλείψεις ή σε σφάλματα των προμετρήσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 792/2011, 791/2011).


ΕΣ/ΚΛ.Ε/33/2011

Κατασκευή κλειστού γυμναστηρίου Δήμου...Με δεδομένα αυτά, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, μη νομίμως επιχειρείται η σύναψη της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης με νέο ανάδοχο, χωρίς να έχει προηγηθεί η εγκριτική της υποκατάστασης απόφαση της αναθέτουσας αρχής, ενώ η 144/2009 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου με την οποία εγκρίθηκε η απορρόφηση του κλάδου δραστηριότητας της «....» από την «....» για το έργο «Κατασκευή Κλειστού Γυμναστηρίου Δήμου ...» και υπό την εκδοχή ότι αποτελεί την προβλεπόμενη από το άρθρο 65 του ν. 3669/2008 εγκριτική της υποκατάστασης απόφαση, δεν περιλαμβάνει τα απαιτούμενα από την ανωτέρω διάταξη στοιχεία και για το λόγο αυτό υφίσταται ουσιώδης νομική πλημμέλεια, που εμποδίζει την υπογραφή της.Στη διάταξη του άρθρου 28 του ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (ΦΕΚ Α΄, 116) ορίζεται ότι: « 3. Μετά από έγκριση του αρμοδίου οργάνου, χωρίς δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση: α) … ε) Σε περίπτωση συμπληρωματικών εργασιών, που δεν περιλαμβάνονται στην πρώτη σύμβαση κατασκευής έργου, οι οποίες είναι όμως αναγκαίες λόγω απροβλέπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης έργου και υπό τις περαιτέρω προϋποθέσεις: i) όταν δεν μπορούν να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση, ii) όταν μπορούν μεν να διαχωριστούν, είναι όμως απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες δεν μπορούν να υπερβαίνουν το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας της κύριας σύμβασης». Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 57 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι: «Το έργο εκτελείται σύμφωνα με τη σύμβαση και τα τεύχη και σχέδια που τη συνοδεύουν. Ο φορέας κατασκευής του έργου έχει το δικαίωμα, αν προκύψει ανάγκη εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών, που δεν περιλαμβάνονται στο αρχικό ανατεθέν έργο ούτε στην πρώτη συναφθείσα σύμβαση και οι οποίες κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση του έργου, όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, να συνάπτει σύμβαση με τον ανάδοχο του έργου, με την προϋπόθεση ότι οι συμπληρωματικές εργασίες δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για τις αναθέτουσες αρχές ή όταν αυτές οι εργασίες μολονότι μπορούν να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Το συνολικό ποσό των συμβάσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσοστό του 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η αμοιβή για τη σύνταξη των τυχόν απαιτούμενων μελετών για τις συμπληρωματικές εργασίες. Η εκτέλεση των συμπληρωματικών εργασιών είναι υποχρεωτική για τον ανάδοχο του έργου και, προκειμένου να υπογραφεί η σύμβαση για την εκτέλεσή τους, απαιτείται γνώμη του οικείου τεχνικού συμβουλίου … 2. Κάθε σύμβαση επόμενη της αρχικής συνοδεύεται από Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.) που περιλαμβάνει ιδίως τις ενδείξεις των εργασιών, τις τιμές μονάδας των εργασιών, τα μεγέθη των ποσοτήτων, τις δαπάνες του προϋπολογισμού του αρχικά ανατεθέντος έργου, του προϋπολογισμού της αμέσως προηγούμενης σύμβασης και του προϋπολογισμού της προς κατάρτιση νέας σύμβασης. Περιλαμβάνει ακόμη και τις δαπάνες των απρόβλεπτων, καθώς και την προβλεπόμενη δαπάνη για αναθεώρηση και Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.).

ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/1777/2011


ΕλΣυν/Τμ.6/27/2013

Η σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως προηγείται, κατά κανόνα, της εκτελέσεως των εργασιών που περιλαμβάνονται σε αυτήν και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη νομιμότητα της εκτελέσεώς τους. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η εκτέλεση πρόσθετων επειγουσών εργασιών, υπό τις αυστηρές προϋποθέσεις του άρθρου 56 του Ν. 3669/2008, δηλαδή μετά τη σύνταξη τεχνικής περιγραφής αυτών από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, αιτιολόγηση του επείγοντος, εκτίμηση της δαπάνης των εργασιών και έγκριση αυτών από την Προϊσταμένη Αρχή και ενδεχομένως πριν από την σύνταξη του Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών, οπότε, στην περίπτωση αυτή, προηγείται η εκτέλεσή τους και έπεται η κατάρτιση της συμπληρωματικής συμβάσεως. Οι ως άνω συμπληρωματικές εργασίες μπορεί να εκτελεσθούν πριν από τη σύνταξη Α.Π.Ε. και πριν από τη σύναψη συμβάσεως, μετά από έγγραφη εντολή της υπηρεσίας προς τον ανάδοχο του αρχικού έργου ή σε επείγουσες περιπτώσεις, μετά από προφορική εντολή στον τόπο του έργου, η οποία καταχωρείται στο ημερολόγιο αυτού (Απόφαση Μείζονος Τμήματος Επταμελούς Σύνθεσης 2093/2011, Πράξη VII Τμήματος Ε.Σ. 29/2010). Πέραν των ως άνω τυπικών προϋποθέσεων απαιτείται ωσαύτως όπως αυτές χαρακτηρίζονται ως επείγουσες, υπό την έννοια ότι στοχεύουν στην αποτροπή άμεσου επικείμενου κινδύνου τόσο για τις εγκαταστάσεις του έργου που έχει ήδη εκτελεσθεί όσο και για τους εργαζομένους ή και διερχομένους από αυτό. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας των εργασιών αυτών απαιτεί την ύπαρξη άμεσου κινδύνου καθόσον μόνον τότε δύναται να καταστεί εφικτή η πραγματοποίησή τους πάραυτα, χωρίς τη σύνταξη και έγκριση Α.Π.Ε., ακόμη και με προφορική εντολή που καταχωρείται στο ημερολόγιο του έργου. Σε κάθε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή επικαλείται την διενέργεια πρόσθετων επειγουσών εργασιών, πέραν των τυπικών προϋποθέσεων (σύνταξη τεχνικής περιγραφής, εκτίμηση της δαπάνης, έγκριση από την Προϊσταμένη Αρχή ή προφορική εντολή καταχωρημένη στο ημερολόγιο του έργου) απαιτείται η συνδρομή της ουσιαστικής προϋποθέσεως του επείγοντος, δηλαδή του εξαιρετικού κινδύνου υπό την έννοια που προεκτέθηκε. (...)Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων φέρει η αναθέτουσα αρχή (Δ.Ε.Ε. στην υπόθεση C-601/10, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας). Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Απόφαση Τμήματος Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, Αποφάσεις VI Τμήματος 2726/2010, 2506/2009, 1780/2009, Πράξεις VI Τμήματος 52/2007, 106/2003). Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην εξαιρετική αυτή διαδικασία της απευθείας αναθέσεως μέσω καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως, ως εκ της φύσεώς της, πρέπει να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής των αναγκαίων για την κατάρτισή της προϋποθέσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 2066/2010, 286/2010, 285/2010, 136/2010). Περαιτέρω, με το ποσό του κονδυλίου των απροβλέπτων της αρχικής συμβάσεως καλύπτονται εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου, η οποία λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια εκτελέσεως και επιβάλλει αναγκαστικές τροποποιήσεις στο σχεδιασμό του αρχικού έργου, εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από απαιτήσεις της κατασκευής, δεν οφείλονται σε απρόβλεπτες συνθήκες και κρίνονται απαραίτητες για την αρτιότητα του έργου (π.χ. κακοτεχνίες), καθώς και διαφορές, οι οποίες προκύπτουν στις ποσότητες των εργασιών που πρέπει να εκτελεσθούν και οφείλονται σε προφανείς παραλείψεις ή σφάλματα των προμετρήσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 792/2011, 791/2011). Τέλος, ουσιώδη διαδικαστικό τύπο για τη σύναψη της συμπληρωματικής συμβάσεως, συνιστά η σύνταξη από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.), ο οποίος υπογράφεται από τον ανάδοχο και οριστικοποιείται με την έγκρισή του από την Προϊσταμένη Αρχή, περιλαμβάνει δε τα ουσιώδη οικονομικά δεδομένα τόσο της αρχικής όσο και της συμπληρωματικής συμβάσεως.


ΕλΣυν/Τμ.6/2212/2011

Ενιαίο έργο -Κατάτμηση.(...)Από τις προεκτιθέμενες διατάξεις (π.δ.59/2007) συνάγεται ότι όταν ένα ενιαίο έργο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των εργασιών του, μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα τμήματα και το άθροισμα της προϋπολογισθείσας αξίας των επιμέρους τμημάτων του ισούται με ή υπερβαίνει το όριο των 4.845.000 ευρώ, που είναι το κατώτατο ισχύον όριο εφαρμογής του π.δ. 59/2007, οι διατάξεις του προεδρικού αυτού διατάγματος εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματά του (υποέργα). Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα υποέργα συνέχονται σε ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο από κάθε άποψη έργο και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή, χρησιμοποιείται κάθε πρόσφορο κατά περίπτωση λειτουργικό κριτήριο όπως η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου εκτέλεσής τους, το είδος των εργασιών τους, η χρονική εγγύτητα της έναρξης των διαδικασιών για την ανάθεσή τους, καθώς και της ανάθεσής τους και η τυχόν ομοιότητα των μελετών τους. Στο πλαίσιο αυτό συνεκτιμώνται τα ειδικότερα χαρακτηριστικά και ο προορισμός εκάστης εργολαβίας και ερευνάται εάν ο σκοπός αυτών κατατείνει στην πραγματοποίηση ενός ενιαίου έργου. Εξάλλου δεν επιτρέπεται, μέσω της κατάτμησης ενός ενιαίου έργου σε τμήματα και του αντίστοιχου επιμερισμού του συνολικού προϋπολογισμού του, να καταστρατηγείται το ως άνω π.δ. με τη μη υπαγωγή των επιμέρους υποέργων, λόγω των επιμερισμένων προϋπολογισμών τους, στο πεδίο εφαρμογής του καθώς και τη μη αποστολή περίληψης των διακηρύξεων για την ανάθεση αυτών στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς δημοσίευση


ΕλΣυν/Τμ.7/163/2010

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ως δημόσιο τεχνικό έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, που εκτελείται από δημόσιους φορείς και απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση, το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του, κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ., και να μην μπορεί να αποχωρισθεί απ’ αυτό χωρίς βλάβη ή αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού αυτού ή του κυρίου πράγματος. Στην ανάθεση και κατασκευή των έργων αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις περί δημοσίων έργων του κωδικοποιηθέντος στις προεκτεθείσες διατάξεις ν. 1418/1984 και του εκτελεστικού αυτού π.δ/τος 609/1985, όπως ισχύουν. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων. Περαιτέρω, για την ανάθεση εκτέλεσης εργασιών από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), εφ’ όσον ο προϋπολογισμός της σχετικής υπηρεσίας δεν εμπίπτει στα όρια εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (βλ. ήδη π.δ.59/2007, ΦΕΚ 63 Α΄ και π.δ.60/2007, ΦΕΚ 64 Α΄), εφαρμόζονται, για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί μετά την 1.1.2007, ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (άρθρο τέταρτο του ν.3463/2006, Α΄ 114) και μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 209 του ως άνω νομοθετήματος, οι διατάξεις του π.δ.28/1980, από τις οποίες προκύπτει ότι, στις συμβάσεις εκτέλεσης εργασιών δεν προβλέπεται η καταβολή στον ανάδοχο ποσών για γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, που ως εκ της φύσεώς τους σχετίζονται με την κατασκευή δημοσίων έργων (βλ. Πράξεις VΙΙ Τμ. 76/2005, 250/2006, 21, 36, 56, 106, 141, 276/2007, 30, 43, 113, 191, 197, 209/2008 κ.ά.)....Από το συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων συνάγεται ότι απαραίτητο δικαιολογητικό για την υποβολή λογαριασμού από τον ανάδοχο αποτελεί εκείνο της συνοπτικής επιμέτρησης των ήδη εκτελεσθεισών εργασιών, στην οποία πρέπει να γίνεται συνοπτική περιγραφή κάθε μιας από αυτές με αναγωγή στο αντίστοιχο άρθρο του τιμολογίου και προσδιορισμός της ακριβούς ποσότητας αυτών βάσει των στοιχείων των απευθείας καταμετρήσεων των εργασιών, προκειμένου να καταστεί δυνατός ο έλεγχος του ύψους της απαίτησης του εργολάβου, αλλά και το βέβαιο και εκκαθαρισμένο αυτής.


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)/30/2013

Συμπληρωματικές εργασίες κατασκευής περιβάλλοντος χώρου παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις 3669/2008 συνάγεται ότι ως δημόσιο τεχνικό έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, που εκτελείται από δημόσιους φορείς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση και το αποτέλεσμά της συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ.. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων ή εγκαταστάσεων. Στην ανάθεση και κατασκευή των δημοσίων έργων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, που προβλέπουν την επιβάρυνση της δαπάνης των εργασιών με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, υπολογιζόμενα, ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησης, σε ποσοστό 18% ή 28% επί της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών κατασκευής του έργου (πρξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 40/2011, 38, 70, 368/2010, 331, 374/2009 κ.ά).(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης, όπως παρατέθηκε ανωτέρω, αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εκτελούμενες εργασίες αποπεράτωσης του κτιρίου και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού συνιστούν κατασκευή, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ.3 του ν.3669/2008, το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται με το έδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις και μέθοδοι και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πλήρης και ασφαλής λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων του παιδικού σταθμού και κυρίως η ασφαλής λειτουργία των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων καθώς και των εγκαταστάσεων ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης(…)συμφερόντων αυτών (Ο.Τ.Α.) με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από το νόμο, μεταξύ των οποίων και εκείνη όπου η αξία της προμήθειας δεν υπερβαίνει το ποσόν των 15.000,00 ευρώ με Φ.Π.Α.(…) Κατά τη σαφή  έννοια της  άνω διάταξης,  3463/2006 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να ανατεθεί απευθείας από τον οικείο Δήμο η τα νομικά πρόσωπα αυτού,  σε κοινωφελή ή αναπτυξιακή δημοτική επιχείρηση, η παροχή υπηρεσιών, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται και η προμήθεια υλικών,   εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συμβατικό αντικείμενο είναι συναφές ή συνδέεται με το αντικείμενο της δραστηριότητας της δημοτικής επιχειρήσεως, β) η αξία των υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000,00 ευρώ, χωρίς συνυπολογισμό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, και γ) η επιχείρηση διαθέτει τα μέσα (προσωπικό, εξοπλισμό κ.λπ.) ώστε να δύναται να εκπληρώσει η ίδια και όχι τρίτα πρόσωπα τις συμβατικές της υποχρεώσεις (βλ. Πρ. VΙΙ Τμ. 212, 349/2009, 192/2007). Τούτο σημαίνει ειδικότερα ότι η δημοτική επιχείρηση οφείλει, πέραν των ειδικότερων ρυθμίσεων που προβλέπουν τα σχετικά με τη δραστηριότητά της ζητήματα στο οικείο καταστατικό, να διαθέτει εν τοις πράγμασι, τα αναγκαία, ίδια μέσα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την απευθείας ανάθεση (βλ. πράξη VII Τμ. 376/2010).(…) Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 27, 28 και 29 του ΕΚΠΟΤΑ συνάγεται ότι, όσον αφορά στις προμήθειες των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, ο προμηθευτής υποχρεούται να παραδίδει στον οικείο Ο.Τ.Α. τα προς προμήθεια υλικά μέσα στα χρονικά όρια και με τον τρόπο που ορίζει η σύμβαση. Η  παραλαβή των ως άνω υλικών γίνεται από επιτροπή παραλαβής, που συγκροτείται για τη συγκεκριμένη κάθε φορά προμήθεια με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία, κατόπιν ποσοτικού και ποιοτικού ελέγχου αυτών, ανάλογα δε με το αποτέλεσμα αυτού, συντάσσει πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής – όταν τα υλικά ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης - ή απόρριψης – όταν τα υλικά παρουσιάζουν ουσιώδεις αποκλίσεις ή δεν ανταποκρίνονται στους όρους της σύμβασης. Το πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής, με το οποίο πιστοποιείται κατά τα ως άνω η παραλαβή των υλικών και η εκπλήρωση από τον αντισυμβαλλόμενο των συμβατικών του υποχρεώσεων, αποτελεί μεταξύ άλλων, απαραίτητο κατά νόμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και εξόφλησης της εντελλόμενης δαπάνης  (πρβλ. πράξη VII Τμ. 36/2011).(…) Με  δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απευθείας ανάθεση από το Δήμο ..... τη

ΕλΣυν/Ε Κλιμ/444/2010

Συμπληρωματική σύμβαση. Εργο οδοποιίας. Εργασίες, που αποτελούν προσαύξηση εργασιών, που προβλέπονται από τη μελέτη του έργου καλύπτονται από το κονδύλιο των απροβλέπτων και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης. Η ανάγκη εκτέλεσης εργασιών αποκατάστασης κατολισθήσεων με τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης είναι αναιτιολόγητη, αφού δεν προκύπτει ούτε ο λόγος των κατολισθήσεων ούτε η ευθύνη του αναδόχου. Αόριστη προβολή ισχυρισμού περί μη δυνατότητας τεχνικού ή οικονομικού αποχωρισμού εργασιών από την κύρια σύμβαση χωρίς την πρόκληση προβλημάτων για τις αναθέτουσες αρχές. Διαπίστωση ουσιωδών νομικών πλημμελειών που κωλύουν την υπογραφή της σύμβασης. Με την 263/2011 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου απορρίφθηκε αίτηση ανάκλησης κατά της προμνησθείσας Πράξης του Κλιμακίου


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)35/2013

Καθαρισμός κοίτης ρεμάτων – τάφρων(…)Ως «δημόσιο τεχνικό έργο» νοείται κάθε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία που απαιτεί εξειδικευμένη τεχνική γνώση και επέμβαση και συνδέεται με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ούτως ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του, κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ., και να μην μπορεί να αποχωρισθεί από αυτό χωρίς βλάβη ή αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού της. Εξ αντιδιαστολής, ως σύμβαση εκτέλεσης εργασιών, κατά την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, νοείται εκείνη στην οποία είτε το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, κατά την ανωτέρω έννοια, είτε για την επίτευξη του αποτελέσματος αυτού δεν απαιτείται η χρήση ιδιαίτερων τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και ανάλογου εξοπλισμού (βλ. ενδεικτικά πράξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 93/2011,  419, 409/2010, 90, 386/2009, 110, 111/2008). Προκειμένης, περαιτέρω, της ανάθεσης εκτέλεσης εργασιών από Δήμο, εξακολουθούν να εφαρμόζονται αναλογικώς οι διατάξεις του π.δ/τος 28/1980 (βλ. και το άρθρο 273 παρ. 1 του ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α΄ 114), σύμφωνα με το άρθρο 39 του οποίου δεν επιτρέπεται η εκτέλεση των εργασιών από άλλο πρόσωπο, πλην του συμβληθέντος με τον Δήμο αναδόχου, χωρίς απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, αρμοδίως εγκριθείσα. Την  υποχρέωση δε τήρησης της ως άνω διαδικασίας, η οποία, ενόψει του δημοσίου σκοπού της σύμβασης, προβλέπεται προκειμένου να παρέχεται στην Υπηρεσία η δυνατότητα ασφαλούς εκτίμησης της καταλληλότητας (φερεγγυότητας, προσόντων κ.λπ.) του υπεισερχομένου στη σύμβαση τρίτου να εκτελέσει τις αναληφθείσες εργασίες, δεν μπορούν να αντιπαρέλθουν σιωπηρά τα αρμόδια όργανα, διά τούτο, άλλωστε, και η διαδικασία αυτή τάσσεται επί ποινή έκπτωσης του αρχικού αναδόχου(…)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει κατ' αρχάς ότι ο καθαρισμός των ρεμάτων και των χανδάκων, από τα φερτά υλικά, συνιστά εργασία δυνάμενη να εκτελεστεί προσηκόντως από επαγγελματίες χωματουργικών εργασιών, οι οποίοι διαθέτουν απλώς τα κατάλληλα μηχανήματα και τη σχετική εμπειρία, και όχι δημόσιο τεχνικό έργο, αφού ούτε το αποτέλεσμα αυτών συνίσταται σε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση ή επισκευή, συνδεόμενη κατά τρόπο άμεσο, διαρκή και σταθερό με το έδαφος, ούτε απαιτεί τη χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων

ΣτΕ/3307/2005

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφ’ όσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Επομένως, η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών πρέπει, κανονικώς, να προηγούνται της εκτελέσεως των νέων εργασιών. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται νέες εργασίες που εκτελέσθηκαν χωρίς έγγραφη διαταγή και χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του επείγοντος να κριθούν από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται δια της εκ των υστέρων συντάξεως και εγκρίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου καθορισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών (βλ. Σ.τ.Ε. 4162/1997 επταμ., 3306/1997 επταμ.).


ΕΣ/ΤΜ.Μ.Ε.Σ/1/2012

Κατασκευή υπόγειων διαβάσεων...ζητείται η αναθεώρηση της 2753/2011 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τρίτη (ΙΙΙ) νομική σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ορθά τόσο το Τμήμα όσο και το Κλιμάκιο έκρινε ότι είναι κατά χρόνο αναρμόδιο να διενεργήσει προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας για τις εργασίες υπό στοιχ. α΄ και β΄ της συμπληρωματικής σύμβασης, καθόσον οι εργασίες αυτές είχαν ήδη εκτελεστεί. Ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός της αιτούσας εταιρείας ότι οι σχετικές εργασίες δεν έχουν ολοκληρωθεί, αλλά έχει εκτελεστεί μόνον ένα μέρος αυτών (ποσοστό 20% περίπου), είναι απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελής, καθόσον ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει έργο «υπό εκτέλεση», δηλαδή έργο του οποίου οι εργασίες θα εκτελεσθούν μετά την κρίση του Δικαστηρίου ότι η οικεία διαδικασία είναι νόμιμη και όχι σύμβαση, η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι σε κάθε περίπτωση ο εν λόγω ισχυρισμός προβάλλεται αναποδείκτως. Εξάλλου, η αιτούσα ούτε και ενώπιον του παρόντος Τμήματος επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι οι εν λόγω εργασίες ανατέθηκαν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 44 του π.δ.609/1985, ούτε ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη σ’ αυτές διαδικασία (σύνταξη τεχνικής περιγραφής των εργασιών από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, αιτιολόγηση του επείγοντος, εκτίμηση της δαπάνης και έγκριση αυτών από την Προϊσταμένη Αρχή, βλ. και αποφ. 2093/2011 Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης Ελ. Συν. όπου και μειοψηφία). Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης υφίστατο πάγια νομολογία περί του ότι δεν ασκεί επιρροή για τον έλεγχο νομιμότητας η ενδεχόμενη μερική εκτέλεση των σχετικών εργασιών, δοθέντος ότι η πλέον πρόσφατη και πάντως οπωσδήποτε ισχύουσα κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης πάγια νομολογία του δικαστηρίου δέχεται ότι ο αρμόδιος δικαστικός σχηματισμός είναι χρονικά αναρμόδιος να ελέγξει έστω και μερικώς εκτελεσθείσα σύμβαση (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν 2219, 276, 272, 1250/2011, 1623/2010, πράξη 71/2007).Απορρίπτει την αίτηση αναθεώρησης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «.....» κατά της 2753/2011 απόφασης του VI Τμήματος