ΕλΣυν.Κλ.1/26/2016
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Νόμιμη η δαπάνη που αφορά την καταβολή ποσού 2.069,63 ευρώ στη …., υπάλληλο του Δήμου, ως αποδοχές μηνός Σεπτεμβρίου και αναδρομικές όμοιες μηνός Αυγούστου του έτους 2015(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στη σκέψη 2.1.1, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η προαναφερόμενη υπάλληλος του Δήμου ….. δε δικαιούται να λαμβάνει με τις αποδοχές της νέας θέσης της, κατόπιν μετάταξής της από κατώτερη (ΔΕ) σε ανώτερη (ΠΕ) εκπαιδευτική κατηγορία, τη διαφορά μείωσης αποδοχών που λάμβανε στην παλαιά θέση της, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 περίπτωση γ΄ του άρθρου 29 του ν. 4024/2011. Και τούτο, διότι μετά την κατά τ’ ανωτέρω μετάταξή της, με συνέπεια την αύξηση του καταβαλλόμενου σ’ αυτήν μισθού, η ως άνω διαφορά έπαψε να υπάρχει, καθόσον μεταβλήθηκαν τα στοιχεία που τη δημιούργησαν (και συγκεκριμένα η εκπαιδευτική κατηγορία) και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα καταβολής της, ενώ, περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις δεν ορίστηκε η διαφορά αυτή ως ένα είδος πρόσθετης παροχής, η οποία ακολουθεί τον υπάλληλο ανεξαρτήτως μεταγενέστερης αύξησης του μισθού του ή η οποία μειώνεται αναλόγως της αύξησης αυτής (βλ. σκέψη 2.1.1). Συνεπώς, ο αναπληρωτής Επίτροπος νομίμως αρνήθηκε τη θεώρηση του κρινόμενου χρηματικού εντάλματος, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ερειδόμενη στην απαγόρευση της παραγράφου 22 του άρθρου 3 του ν. 3845/2010, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3899/2010, η οποία, όμως, δεν είναι εφαρμοστέα εν προκειμένω (βλ. σκέψη 2.2.1). Ωστόσο, το γεγονός της μη εφαρμογής της διάταξης αυτής στην περίπτωση της ανωτέρω υπαλλήλου του Δήμου ….δε συνεπάγεται αυτόθροα τη χορήγηση της προμνησθείσας «υπερβάλλουσας μείωσης», όπως αβασίμως υποστηρίζει ο Δήμος, καθόσον η χορήγηση οποιουδήποτε ποσού ως μέρους των αποδοχών του υπαλλήλου του Δημοσίου ή Ο.Τ.Α. ή ν.π.δ.δ. πρέπει να ερείδεται επί συγκεκριμένης διάταξης νόμου, ενώ, εν προκειμένω, τέτοια διάταξη δεν υφίσταται, ούτε μπορεί η χορήγησή της προαναφερόμενης παροχής να συναχθεί καθ’ ερμηνεία της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν. 4024/2011 (βλ. σκέψη 2.1.1).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/84/2017
Καταβολή αναδρομικών αποδοχών: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι προαναφερόμενοι εργαζόμενοι του Βρεφοκομείου δε δικαιούνται να λαμβάνουν με τις αποδοχές της νέας θέσης τους, κατόπιν μετάταξής τους από κατώτερη σε ανώτερη εκπαιδευτική κατηγορία, τη διαφορά μείωσης αποδοχών που ελάμβαναν στην παλαιά θέση τους. Και τούτο, διότι μετά την κατά τ’ ανωτέρω μετάταξή τους, η ως άνω διαφορά έπαψε να υπάρχει, καθόσον μεταβλήθηκαν τα στοιχεία που τη δημιούργησαν (και συγκεκριμένα η εκπαιδευτική κατηγορία) και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα καταβολής της, ενώ, περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν.4024/2011 δεν ορίστηκε η διαφορά αυτή ως ένα είδος πρόσθετης παροχής, η οποία ακολουθεί τον υπάλληλο ανεξαρτήτως μεταγενέστερης αύξησης του μισθού του. Αβασίμως το Βρεφοκομείο επικαλείται την άποψη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους .., σύμφωνα με την οποία η αύξηση που προκύπτει σε περίπτωση μετάταξης υπαλλήλου σε ανώτερη κατηγορία, μετά την 1.1.2011, καταβάλλεται χωρίς να προηγηθεί εκ νέου σύγκριση των αποδοχών του και, συνεπώς, δεν επηρεάζεται η προσωπική του διαφορά. Και τούτο, διότι οι ως άνω διατάξεις του ν. 4024/2011 επιδιώκουν την ομαλή προσαρμογή των αποδοχών του υπαλλήλου στο νέο μισθολογικό καθεστώς αντισταθμίζοντας μεταβατικά και σε βάθος χρόνου το ποσοστό της υπερβάλλουσας μείωσης, που προκύπτει από την εφαρμογή του, στις περιπτώσεις κανονικής εξέλιξης του υπαλλήλου στην αυτή κατηγορία και κλάδο, που τον κατέλαβε κατά το χρόνο ισχύος του (την 1.1.2011) και όχι στις περιπτώσεις όπου, ως εν προκειμένω, η διαμόρφωση της υπηρεσιακής του κατάστασης και, συνακόλουθα, το ύψος των αποδοχών του, καθορίζεται από τη μεταγενέστερη απόκτηση ανώτερων τυπικών προσόντων, αποσυνδεόμενη από τις δυσμενείς ρυθμίσεις του νέου μισθολογίου.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/226/2018
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ:..Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, παρά το γεγονός πως στο ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα- το οποίο είναι το πρώτο που εκδόθηκε μετά την εκκαθάριση της μισθοδοσίας της ανωτέρω υπαλλήλου ως πλήρους απασχόλησης- ποσού 591,53 ευρώ, δεν περιλαμβάνεται υπερβάλλουσα διαφορά του ν. 4024/2011 και προσωπική διαφορά του ν. 4354/2015, αφού το ποσό αυτό αντιστοιχεί, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη 5, στο άθροισμα των υπολοίπων του βασικού μισθού και του επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας που η υπάλληλος αυτή δικαιούται ως πλήρους απασχόλησης, η εντελλόμενη δαπάνη στηρίζεται σε μη νόμιμη εκκαθάριση, κατά το μέρος που κατά τη διενέργεια αυτής δεν ελήφθη υπόψη η προηγούμενη καταβολή στην ως άνω υπάλληλο με τις αποδοχές του μηνός Ιανουαρίου 2018 προσωπικής διαφοράς των ν. 4024/2011 και 4354/2015, οι οποίες όμως εν τέλει αχρεωστήτως της καταβλήθηκαν. Τούτου διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 2 και 3, μετά την κατά τα ανωτέρω υπηρεσιακή μεταβολή της δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος δημοτικής υπαλλήλου από μερικής σε πλήρους απασχόλησης α) η υπερβάλλουσα διαφορά του ν. 4024/2011 έπαυσε να υπάρχει, καθόσον μεταβλήθηκαν τα δεδομένα από τα οποία προέκυπτε και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα καταβολής της, ενώ, περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4024/2011 δεν ορίστηκε η διαφορά αυτή ως πρόσθετη παροχή, η οποία ακολουθεί την υπάλληλο ανεξαρτήτως μεταγενέστερης αύξησης του μισθού της, ούτε, συνακόλουθα, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 99 του ν. 4483/201 και β) η διαφορά του ν. 4354/2015 εξέλιπε λόγω της αύξησης του μισθού της εν λόγω υπαλλήλου, αύξηση η οποία υπερβαίνει τη μέχρι τότε καταβαλλόμενη προσωπική διαφορά του νόμου αυτού, ύψους 4,50 ευρώ. Ούτε εξάλλου από τα στοιχεία που συνοδεύουν το χρηματικό ένταλμα προκύπτει ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου ... έλαβαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο μέτρα (όπως πράξη καταλογισμού ή παρακράτησης από τις αποδοχές), για την επιστροφή της ως άνω αχρεωστήτως καταβληθείσας διαφοράς των ν. 4024/2011 και 4354/2015, ώστε να δικαιολογείται η καταβολή του εντελλόμενου με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα ποσού των 591,53 ευρώ.
ΕλΣυν/Κλ.1/135/2015
Αποδοχές μετατασσομένων.(.....) Μη νόμιμη η καταβολή σε υπαλλήλους Δήμου, αναλογίας της παροχής του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011 (ήτοι της διαφοράς από τη μείωση των αποδοχών τους σε ποσοστό μεγαλύτερο του 25%, λόγω της εφαρμογής του νέου μισθολογίου – «υπερβάλλουσα μείωση») συνολικού ποσού 191,06 ευρώ, καθόσον οι ανωτέρω εμφανίστηκαν στην νέα υπηρεσία τους στις 10.6.2014, μετά τη θέση τους σε διαθεσιμότητα για χρονικό διάστημα ενός μηνός, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ενώ από την προηγούμενη υπηρεσία τους, ελάμβαναν την παροχή του άρθρου 29 του ν. 4024/2011 (διαφορά μείωσης αποδοχών υπερβάλλουσα του 25%), για το λόγο ότι η παροχή του άρθρου 29 του ν. 4024/2011 αποτελεί μέρος των αποδοχών της θέσης προέλευσης των μετατασσόμενων υπαλλήλων, η οποία, ως προσωπική διαφορά, δεν διατηρείται στις αποδοχές της θέσης τους στον φορέα υποδοχής τους.
ΕλΣυνΚλ.Τμ.1/113/2018
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι: α) μη νομίμως στις αποδοχές της θέσης ανώτερης κατηγορίας περιλαμβάνεται η διαφορά μείωσης αποδοχών που καταβαλλόταν με τη μισθοδοσία της θέσης πριν τη μετάταξη. Και τούτο, διότι μετά την κατά τα ανωτέρω μετάταξη του δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος δημοτικού αστυνομικού από κατώτερη σε ανώτερη κατηγορία, η διαφορά έπαυσε να υπάρχει, καθόσον μεταβλήθηκαν τα δεδομένα από τα οποία προέκυπτε (εκπαιδευτική κατηγορία) και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα καταβολής της, ενώ, περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4024/2011 δεν ορίστηκε η διαφορά αυτή ως πρόσθετη παροχή, η οποία ακολουθεί τον υπάλληλο ανεξαρτήτως μεταγενέστερης αύξησης του μισθού του, ούτε, συνακόλουθα, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017. Επομένως, αν και με εν μέρει διάφορη αιτιολογία, βασίμως προβάλλεται ο πρώτος λόγος διαφωνίας. β) Πριν τη μετάταξη και κατά την πρώτη εφαρμογή του ν. 4354/2015, ο φερόμενος ως δικαιούχος του εντάλματος είχε επανακαταταχθεί στο 4ο μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας ΔΕ, ο βασικός μισθός του οποίου ανερχόταν στο ποσό των 1.038,00 ευρώ. Μετά τη μετάταξή του κατ’ επίκληση πτυχίου ανώτατης εκπαίδευσης στην κατηγορία ΤΕ, ο ως άνω υπάλληλος δεν μπορούσε να συνυπολογίσει στο σύνολό του το χρόνο που διανύθηκε στην κατηγορία ΔΕ, χωρίς να εκτελεί καθήκοντα ανάλογης φύσης από αντίστοιχη θέση και, συνεπεία αυτού, έπρεπε να καταταγεί στο πλησιέστερο ποσοτικά, ως προς το βασικό μισθό που ήδη λάμβανε, μισθολογικό κλιμάκιο της ανώτερης κατηγορίας, δηλαδή στο 2ο μισθολογικό κλιμάκιο ΤΕ, ο βασικός μισθός του οποίου ανέρχεται στο ποσό των 1.092,00 ευρώ και όχι στο 6ο στο οποίο κατετάγη. Ως εκ τούτου, η δαπάνη είναι μη νόμιμη, κατά το μέρος που εντέλλεται ποσό διαφοράς αποδοχών μεγαλύτερης από τη διαφορά των εν λόγω μισθολογικών κλιμακίων (4ο ΜΚ ΔΕ – 2ο ΜΚ ΤΕ) και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας παρίσταται βάσιμος, οι δε αντίθετοι ισχυρισμοί που αναπτύσσονται στο 60094/28.12.2017 έγγραφο της Προϊσταμένης Διεύθυνσης Διοικητικού Οικονομικού του Δήμου … είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/186/2018
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ:.. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι: α) η εντελλόμενη δαπάνη, κατά το μέρος αυτής που αφορά στην καταβολή διαφοράς αποδοχών, αναδρομικά από 18.8.2015, στον φερόμενο ως δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, κατόπιν κατάταξής του σε ανώτερη εκπαιδευτική βαθμίδα, είναι μη νόμιμη, προεχόντως διότι ερείδεται επί της διάταξης της παραγράφου 3 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017, με την οποία αντικαταστάθηκε η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του ν. 4325/2015, η οποία, καθ’ ο μέρος προβλέπει, μετά την μη επανασύσταση υπηρεσίας Δημοτικής Αστυνομίας, την κατάταξη των πρώην δημοτικών αστυνομικών σε υπηρεσίες του οικείου Δήμου, σε κλάδους ανώτερης κατηγορίας, με βάση τα τυπικά προσόντα που κατείχαν κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4325/2015, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 και 4) και της αξιοκρατίας (άρθρο 5 παρ. 1), κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, και ως εκ τούτου είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα. Εξάλλου, στην 47902/19.12.2017 πράξη του Δημάρχου …, με την οποία τροποποιήθηκε η 39715/16.11.2016 προγενέστερη απόφασή του, ως προς την κατηγορία κατάταξης του εν λόγω υπαλλήλου, ουδόλως προσδόθηκε αναδρομική ισχύς, συνεπώς, σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα αυτής της τροποποίησης δεν μπορούν να ανατρέξουν αναδρομικά, β) οι αξιώσεις του φερόμενου ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος δημοτικού υπαλλήλου, που αφορούν στην υπερβάλλουσα διαφορά, για το έτος 2015 (από 11.5.2015 έως 30.6.2015 και από 1.8.2015 έως 31.8.2015), έχουν, σε κάθε περίπτωση, υποπέσει στη διετή παραγραφή του άρθρου 140 παρ. 3 του ν. 4270/2014. Άλλωστε, οι σχετικές αξιώσεις δεν θεμελιώνονται στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 99 του ν. 4483/17, όπως αβάσιμα υποστηρίζει ο Δήμος … στο έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, αλλά στις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4325/2015, όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί, και των οικείων μισθολογικών νόμων, άρχονται δε, κατά πλάσμα δικαίου, αυτοδικαίως με την κατάληψη των θέσεων που ανασυστήθηκαν, δηλαδή από 11.5.2015 (Ε.Σ. Ι Τμ. πράξη 17/2016). Περαιτέρω, δεν βρίσκουν, εν προκειμένω, πεδίο εφαρμογής, ούτε οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 99 του ν. 4483/17, καθόσον δεν προκύπτει, από τα στοιχεία του φακέλου, περικοπή της προσωπικής διαφοράς του εν λόγω υπαλλήλου, για τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, δυνάμει κάποιας νομοθετικής ρύθμισης, ώστε να τίθεται ζήτημα εξαίρεσης από αυτή. Αντιθέτως, στα συνοδευτικά του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος έγγραφα αναφέρεται ότι αυτή του καταβλήθηκε κανονικά κατά τις χρονικές περιόδους Ιουλίου 2015, Αυγούστου 2015 (σε ποσοστό 13/30) και από 1.9.2015 έως 25.4.2017, ενώ δεν του καταβλήθηκε προσωπική διαφορά από 11.5.2015 έως 30.6.2015 και για τον μήνα Αύγουστο 2015 (σε ποσοστό 17/30) «πιθανώς εκ παραδρομής», γ) όσον αφορά το χρονικό διάστημα από 26.4.2017 έως 30.4.2018, μη νομίμως στις αποδοχές της θέσης ανώτερης κατηγορίας περιλαμβάνεται η διαφορά μείωσης αποδοχών που καταβαλλόταν στον φερόμενο ως δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος με τη μισθοδοσία της θέσης του πριν από τη μετάταξη. Και τούτο, διότι μετά την κατά τα ανωτέρω μετάταξή του από κατώτερη σε ανώτερη κατηγορία, δυνάμει της 11337/30.3.2017 (Γ΄ 370/25.4.2017) απόφασης του Δημάρχου …, η σχετική διαφορά έπαυσε να υπάρχει, καθόσον μεταβλήθηκαν τα στοιχεία που τη δημιούργησαν (και συγκεκριμένα η εκπαιδευτική κατηγορία) και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα καταβολής της, ενώ, περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4024/2011 δεν ορίστηκε η διαφορά αυτή ως πρόσθετη παροχή, η οποία ακολουθεί τον υπάλληλο ανεξαρτήτως μεταγενέστερης αύξησης του μισθού του, ούτε, συνακόλουθα, τυγχάνουν εφαρμογής, όπως προαναφέρθηκε, οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 99 του ν. 4483/2017.Κατόπιν τούτων, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει αυτό να θεωρηθεί.ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.1/2/2019
ΕλΣυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/211/2013
Υπερβάλλουσα μείωση:Νόμινη η καταβολή αποδοχών μηνός Ιανουαρίου 2013 στη φερόμενη ως δικαιούχο ..η οποία υπηρετεί στο ως άνω νομικό πρόσωπο, κατόπιν μετάταξης από το Δημοτικό Βρεφοκομείο .. (ν.π.δ.δ.)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη (ΙΙ) της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της περ.β' του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν.4024/2011 υπερβάλλουσα μείωση, η οποία προκύπτει από την κατάταξη της φερόμενης ως δικαιούχου υπαλλήλου σε βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού του ως άνω νέου μισθολογικού νόμου, δεν εμπίπτει στην έννοια της προσωπικής διαφοράς από τυχόν επιπλέον αποδοχές που ελάμβανε από το φορέα από τον οποίο μετατάχθηκε, την οποία δεν δικαιούται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου τρίτου του ν.3845/2010 κι, επομένως, νομίμως με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα εντέλλεται η καταβολή αυτής στην υπάλληλο του νομικού προσώπου, στο όνομα της οποίας αυτό έχει εκδοθεί. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/3/2020
Περικοπές σε αποδοχές...Όμως σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, όσον αφορά την από 18-12-2017 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) αγωγή, η αμοιβή του εκκαλούντος με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εφεσίβλητης, υπάγονταν στις διατάξεις των νόμων 3833/2010 και 4024/2011 δεδομένου ότι η παραχώρηση της εφεσίβλητης στο ... επήλθε μετά την εφαρμογή των παραπάνω νόμων όταν δηλαδή η αμοιβή του εκκαλούντα είχε ήδη μειωθεί και συνεπώς οι αξιώσεις του για την αμοιβή του σύμφωνα με τους όρους της αρχικής σύμβασης είναι μη νόμιμες . Περαιτέρω όσον αφορά την από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγή της εκκαλούσας, είναι απορριπτέα ω μη νόμιμη καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής, ο εφεσίβλητος ακολούθησε τη νόμιμη διαδικασία ώστε να λαμβάνει την μειωμένη αμοιβή του από την εκκαλούσα από την 1-1-2013, πλην όμως ο τελικός υπολογισμός της δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο αλλά από τα αρμόδια όργανα της εκκαλούσας. Τέλος όσον αφορά την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …/2015) αγωγή από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τις με αριθμούς …/2016 και …/2016 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου ……, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της από 18-11-2009 σύμβασης που συνήφθει μεταξύ των διαδίκων ο εκκαλών προσλήφθηκε από την εφεσίβλητη για να παρέχει την εργασία του ως διευθύνων σύμβουλος και με όρο της παραπάνω σύμβασης συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καταγγελίας της (της σύμβασης) η εφεσίβλητη θα του κατέβαλε ως αποζημίωση το ποσό που θα αντιστοιχούσε στην αμοιβή δύο μηνών για κάθε έτος εργασίας του λαμβάνοντας ως βάσει τις αποδοχές του κατά τον χρόνο της καταγγελίας. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η παραπάνω σύμβαση καταγγέλθηκε στις 22-6-2015 και η πραγματικά οφειλόμενη αμοιβή του όπως θα διαμορφώνονταν μετά την 1-1-2013 ανέρχονταν στο ποσό των 2.375 ευρώ. Συνεπώς το συνολικό ποσό που έπρεπε να λάβει ως αποζημίωση κατά τον ανωτέρω χρόνο (22-6-2015) ανέρχονταν σε 30.479,13 ευρώ. Από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε υπαιτιότητα του εκκαλούντος στην καταγγελία της παραπάνω σύμβασης όπως επίσης δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τον χρόνο της καταγγελίας ώστε ο τελευταίος να δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη. Ενόψει των παραπάνω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια απορρίπτοντας ως μη νόμιμες τις από 28-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) και από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγές και κάνοντας εν μέρει δεκτή ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγή δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τις εφέσεις είναι απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθούν οι κρινόμενες εφέσεις ως κατ΄ουσιαν αβάσιμες και να συμψηφισθούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).
ΕΣ/Κλ.Τμ.1/3/2017
Καταβολή ποσού ως διαφορά αποδοχών μετά από τη χορήγηση σε αυτή ανώτερου μισθολογικού κλιμακίου.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, για λόγο που ανάγεται στο νόμιμο έρεισμα της δαπάνης και αποτελεί νομικά προγενέστερο ζήτημα αναφορικά προς τον προβαλλόμενο λόγο άρνησης θεώρησης του χρηματικού εντάλματος και αυτεπαγγέλτως, ως εκ τούτου, εξεταζόμενο, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως βάσει του μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της η φερόμενη ως δικαιούχος του χρηματικού εντάλματος εξελίχθηκε μισθολογικά κατά κλιμάκιο, δεδομένου ότι σύμφωνα με τα εκτιθέμενα ανωτέρω, στη σκέψη 3, και τις εφαρμοστέες διατάξεις του ν. 4024/2011, η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ασκεί επίδραση στη βαθμολογική και μόνο εξέλιξη των υπαλλήλων που τον αποκτούν, μειώνοντας κατά δύο έτη το χρόνο που απαιτείται για να εξελιχθούν στον επόμενο βαθμό, ενώ δεν ασκεί επιρροή στην κατάταξή τους σε μισθολογικό κλιμάκιο. Συνεπώς, η εντελλόμενη με το χρηματικό ένταλμα δαπάνη, που αντιστοιχεί στη διαφορά από την εξέλιξη της υπαλλήλου στο επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο, χωρίς έρεισμα σε βαθμολογική εξέλιξη, δεν είναι νόμιμη.
2/17132/0022/2012
Καθορισμός αποδοχών δικηγόρων που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους φορείς της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226).
Βλέπε την 2/85127/0022/2012 - ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση μισθολογικών διατάξεων.». Με τις διατάξεις της περ. 9, το χρονοεπίδομα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του διατακτικού της αριθμ. 2/17132/0022/28.2.2012 (498 Β'), κοινής υπουργικής απόφασης, για τους δικηγόρους του Δημοσίου των ΝΠΔΔ και ΟΤΑ με σχέση έμμισθης εντολής, καταργείται από 1.1.2013. Η περικοπή του χρονοεπιδόματος δεν θα επηρεάσει τα ποσά υπερβάλλουσας αύξησης ή μείωσης που προέκυψαν από την εφαρμογή της παρ. 2 του αρ. 29 του ν. 4024/2011.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/87/2019
Καταβολή επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο. Και τούτο διότι η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, αποβλέπουσα αποκλειστικά στον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών των νέων μισθολογικών διατάξεων και στη διασφάλιση, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, των απολαβών των υπαλλήλων, όπως είχαν ήδη διαμορφωθεί υπό το προϊσχύον του ν. 4354/2015 νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να µην υπάρξει ανατροπή των οικογενειακών τους προϋπολογισμών, συνιστά προσωρινό προστατευτικό μέτρο, καθώς μόνο ως τέτοιο είναι σύμφωνο με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Διότι συνέπεια της ρύθμισης αυτής είναι η σταθεροποίηση των αποδοχών των ήδη απασχολουμένων υπαλλήλων των Δήμων στο διαμορφωθέν κατά την 31η.12.2015 ύψος και η σταδιακή απομείωση του ποσού της προσωπικής διαφοράς με την ενσωμάτωση των επερχόμενων αυξήσεων, ώστε με την πλήρη εξάλειψη του ποσού αυτού, να επανέλθει η ομαλή μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων και να αποφευχθεί η αντίθετη στην αρχή της ισότητας διαφορετική, σε βάθος χρόνου, μισθολογική αντιμετώπιση παλαιών και νέων εργαζομένων, που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα. Στο πλαίσιο αυτό, η απορρόφηση στο χρηματικό ποσό της προσωπικής διαφοράς οποιασδήποτε, πλην των ρητά προβλεπόμενων εξαιρέσεων, αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της φύσης και της αιτίας αυτής, δεν συνιστά κατάργησή της (της αύξησης), ούτε αντιστρατεύεται το σκοπό για την οποία αυτή χορηγείται, αλλά αποτελεί αντανακλαστική συνέπεια της λειτουργίας του μέτρου της προσωπικής διαφοράς και συνιστά απομείωση της τελευταίας (Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 27/2018). Συνεπώς, η καταβολή στους φερόμενους στο ένταλμα ως δικαιούχους υπαλλήλους του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστά αύξηση των αποδοχών τους, κατά την έννοια του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, και πρέπει να υπολογιστεί για τη μείωση της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν. Ως εκ τούτου, μη νομίμως εντέλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα το ως άνω ποσό επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, το οποίο υπολείπεται των μηνιαίων ποσών των 233,04 ευρώ και 178,08 ευρώ, αντίστοιχα, της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι υπάλληλοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.