Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

E.2130/2019

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4389/2016, 3463/2006, ΠΟΛ.1041/2018, 3852/2010, 3156/2003, 3905/2010

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΤΗΣΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗΣ 2018 ΤΟΥ ΕΝΓΔΕ ΤΟΥ ΝΣΚ-ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΝΣΚ ΚΑΙ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΤΕ ΕΠΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΑΔΕ.(ΑΔΑ:6ΟΡΓ46ΜΠ3Ζ-Ν5Υ)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Ε.2006/2022

ΠΑΡΟΧΗ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΣΕ ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ ΠΟΥ ΕΠΛΗΓΗΣΑΝ ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ COVID-19 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 289 ΤΟΥ Ν.4738/2020 (Α΄207), ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 109 ΤΟΥ Ν. 4850/2021 (Α΄ 208), ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΩΝ ΕΠΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝΑΔΑ:Ψ9Π846ΜΠ3Ζ-Σ4Ι


E.2160/2020

«Γνωστοποίηση αποσπασμάτων της ετήσιας έκθεσης 2019 του Ειδικού Νομικού Γραφείου Δημοσίων Εσόδων (ΕΝΓΔΕ) του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) – γνωμοδοτήσεις ΝΣΚ και νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και Αρείου Πάγου (ΑΠ), επί θεμάτων αρμοδιότητας της ΑΑΔΕ» ΑΔΑ:ΩΣ2Ρ46ΜΠ3Ζ-ΡΟΕ


6383/2023

Γνωστοποίηση διατάξεων του ν. 5013/2023 (Α΄12) για τη συμμόρφωση με την αριθμ. 2377/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. ΑΔΑ:ΡΨΦΛ46ΜΤΛ6-ΟΘΨ

ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣτΕ/2377/2022.


ΝΣΚ/57/2018

Συμπληρωματική προς την υπ’ αριθ. 7/2017 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., για τον τρόπο υλοποίησης της αναστολής των καθηκόντων του δημοτικού συμβούλου που είναι ταυτόχρονα και μέλος του Α.Σ.Ε.Π.Κατά τη διάρκεια της θητείας μέλους του Α.Σ.Ε.Π. και αναστολής άσκησης των καθηκόντων του ως δημοτικού συμβούλου, η θέση αυτή δεν μένει κενή και δεν συντρέχει λόγος αναπλήρωσης κατά τις διατάξεις των άρθρων 38 και 55 του ν. 3852/2010 (Α' 87), οπότε το δημοτικό συμβούλιο συνεδριάζει νόμιμα, χωρίς την παρουσία του δημοτικού συμβούλου, εφόσον υπάρχει απαρτία, μέχρι τη λήξη της θητείας του ως μέλους του Α.Σ.Ε.Π., χωρίς να τίθεται θέμα αδικαιολόγητης απουσίας από τα καθήκοντά του, κατά την έννοια του άρθρου 68 του ίδιου νόμου, που θα μπορούσε να επιφέρει τις προβλεπόμενες στο άρθρο αυτό δυσμενείς συνέπειες σε βάρος του. Για την διαπίστωση της αναστολής των καθηκόντων του δημοτικού συμβούλου πρέπει να εκδοθεί σχετική πράξη του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ως ασκούντος τον έλεγχο νομιμότητας και την εν γένει κρατική εποπτεία στους ΟΤΑ, με την οποία θα διαπιστώνεται η υπαγωγή του στο καθεστώς της αναστολής και θα προσδιορίζονται η έναρξη και η λήξη της (πλειοψ.) (Βλ. υπ’ αριθ. ΝΣΚ/7/2017)


Δ.ΟΡΓ.Α 1061645 ΕΞ 2024

Τροποποίηση της υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ 2020/23-10-2020 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» (Β’ 4738), ως προς την ανακατανομή κενών οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού της Α.Α.Δ.Ε., μεταξύ κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων αυτού, καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της Αρχής μεταξύ των Υπηρεσιών αυτής. 

ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕ:

ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ ΜΕ ΤΟ ΔΙΟΡΘ.ΣΦΑΛΜ.-ΦΕΚ:3477/Β/18.06.2024

Δ.ΟΡΓ.Α 1089711 ΕΞ 2024-ΦΕΚ:4530/Β/02.08.2024:«Τροποποίηση της υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ2020/23-10-2020 (Β’ 4738) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), ως προς τον χρόνο έναρξης ισχύος των οριζομένων σε διατάξεις αυτής, κατά το μέρος που αφορούν στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού (ΔΙ.Δ.Δ.Υ.) και τη Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών (Δ.Τ.Δ.) της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ.), καθώς και στις Διευθύνσεις Διαχείρισης και Εκμετάλλευσης Περιουσίας (ΔΙ.Δ.Ε.Π.), Στρατηγικής και Εκτέλεσης Προμηθειών (ΔΙ.Σ.Ε.Π.) και Τεχνικών Υπηρεσιών και Στέγασης (ΔΙ.Τ.Υ.Σ.) της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Τεχνικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Τ.Υ.), όπως έχει καθοριστεί με την υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1057906 ΕΞ 2024/20-05-2024 (Β’ 2893) όμοια απόφαση με την οποία τροποποιήθηκε.». (ΔΙΟΡΘ.ΣΦΑΛΜ.-ΦΕΚ:4557/Β/05.08.2024) (ΒΛΕΠΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ)

Δ.ΟΡΓ.Α 1111284 ΕΞ 2024-ΦΕΚ:5640/Β/10.10.2024:Τροποποίηση της υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ 2020/23-10-2020 (Β’ 4738) απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ)», ως προς τον ανακαθορισμό των κλάδων και ειδικοτήτων προσωπικού της ΑΑΔΕ και την ανακατανομή κενών οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού της ΑΑΔΕ, μεταξύ κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων αυτού, καθώς και της υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1061645 ΕΞ 2024/28-05-2024 (Β’ 3065 και Β’ 3477) όμοιας, ως προς τον ανακαθορισμό των οργανικών θέσεων προσωπικού ορισμένων Υπηρεσιών της ΑΑΔΕ.

Δ.ΟΡΓ.Α 1117515 ΕΞ2024-ΦΕΚ:5831/Β/18.10.2024:Τροποποίηση της υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ2020/23-10-2020 απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ)» (Β’ 4738), ως προς τη σύσταση δύο (2) Ειδικών Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών, επιπέδου Διεύθυνσης, στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ.), με τίτλους «Τελωνειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Τ.Ε.Κ.) Αττικής» και «Τελωνειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Τ.Ε.Κ.) Θεσσαλονίκης», τον καθορισμό των επιχειρησιακών στόχων, της δομής και των αρμοδιοτήτων αυτών, καθώς και τροποποίηση των υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1061645 ΕΞ 2024/28-05-2024 (Β’ 3065 και Β’ 3477) και Δ.ΟΡΓ. Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’ 12, Β’ 52, Β’ 234 και Β’ 1032) όμοιων.(Ανακαθορισμός του χρόνου έναρξης ισχύος της από 16/12/2024 σε 10/2/2025 με την παρ.Α της Δ.ΟΡΓ.Α. 1139275 ΕΞ 2024-ΦΕΚ:6786/Β/11.12.2024.)


ΕΣ/ΤΜ.6/24/2012

Νομιμότητα του σχεδίου δανειακής σύμβασης.Ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 337/2011 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου δανειακής σύμβασης.(...)Με τα παραπάνω δεδομένα και σύμφωνα με όσα στις προηγούμενες σκέψεις έγιναν δεκτά το Τμήμα κρίνει ότι α) η συνομολόγηση του επίμαχου δανείου δεν εμπίπτει πεδίο εφαρμογής της Κ.Υ.Α. 22292/9.5.2011 δοθέντος ότι, όπως αναφέρεται στην 51/13.4.2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου καθώς και στο οικείο σχέδιο της ελεγχόμενης σύμβασης, ο Δήμος πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται από το άρθρο 264 παρ. 1 του ν. 3852/2010 και την 43093/30.7.2010 ΥΑ για τη λήψη δανείου για τη χρηματοδότηση των χρεών του, καθόσον το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης της δημόσιας πίστης του δεν υπερβαίνει το 20% των ετήσιων τακτικών του εσόδων και το συνολικό χρέος του δεν υπερβαίνει το 60% των συνολικών του εσόδων, και κατήρτισε μάλιστα ισοσκελισμένο προϋπολογισμό για το έτος 2011, ο οποίος ψηφίστηκε με την 53/15.4.2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, β) ο όρος της παρ. 4, που προβλέπει την προαναφερθείσα ρήτρα έκπτωσης, είναι καταχρηστικός, κατά τα ορθώς κριθέντα από το Κλιμάκιο, λαμβανομένης περαιτέρω υπ’ όψιν τόσο της Ζ1-798/25.6.2008 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης, όσο και της απόφασης 1210/2010 της Ολομέλειας του ΣτΕ, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακύρωσης κατ’ αυτής, και ως εκ τούτου πρέπει να απαλειφθεί από το συμβατικό κείμενο (βλ. απόφ. Τμ. Μείζονος Σύνθεσης 3118/2011), γ) οι όροι των παρ. 5 και 6 δεν πάσχουν δοθέντος ότι στο μεν σχέδιο της υπό έλεγχο σύμβασης διευκρινίζεται ότι «από 1.1.2012 οι ετήσιες τοκοχρεολυτικές δόσεις των δανείων του Δήμου ...-... συνολικού ποσού 258.858,18 ευρώ, θα καλύπτουν ποσοστό 7,22% των διερχόμενων εσόδων ΚΑΠ του Δήμου του έτους 2010 (ποσού 3.580.461,06 ευρώ), το οποίο δύναται να εκχωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 176 παρ. 5 του ν. 3463/2006 και άρθρο 45 παρ. 3 ν.3731/2008», ενώ επίσης τόσο στην παρ. 5 της δανειακής σύμβασης όσο στην 132/30.8.2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου με την οποία εγκρίθηκε η σύναψη της δανειακής σύμβασης καθώς και στη σχετική 117/16.8.2011 γνωμοδότηση της Οικονομικής Επιτροπής ρητά επισημαίνεται ότι η εκχώρηση δεν περιλαμβάνει εκείνα τα έσοδα «που δεν εκχωρούνται σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 176 του Ν. 3463/2006 όπως το τελευταίο εδάφιο αυτής αντικαταστάθηκε με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 45 του Ν. 3731/2008, (...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης καθώς και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων πρέπει να γίνουν δεκτές, όσον αφορά τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων συνομολόγησης του επίμαχου δανείου καθώς και τη νομιμότητα των όρων των παρ. 5 και 6 της υπό έλεγχο σύμβασης, να ανακληθεί, κατά το μέρος αυτό, η 337/2011 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου και να επιτραπεί η υπογραφή του οικείου σχεδίου σύμβασης, υπό τη ρητή επιφύλαξη της προηγούμενης απάλειψης από το κείμενο αυτής των όρων της παρ. 4, που προβλέπει τη δυνατότητα του Τ.Π.Δ. να καταγγείλει τη σύμβαση και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής στην περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε ετήσιας δόσης, και μάλιστα με τόκους υπερημερίας μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του, καθώς και της παρ. 7, που προβλέπει υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει «εξ ιδίων χρημάτων» στο Ταμείο τις οφειλόμενες δόσεις του δανείου, στην περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο, κατά τη διάρκεια αποπληρωμής του, τα εκχωρηθέντα έσοδά του δεν επαρκούν για την εξυπηρέτηση του τελευταίου.


ΠΟΛ 1099/2018

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση της αριθμ. 13/2018 γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σχετικά με τo εάν η ειδική εισφορά αλληλεγγύης εμπίπτει στην κατηγορία των «όμοιων με το φόρο εισοδήματος ή ουσιωδώς παρόμοιας φύσης φόρων», που περιλαμβάνονται στις ισχύουσες Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.

ΒΛΕΠΕ ΝΣΚ/13/2018.Αν η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α ΚΦΕ υπάγεται στην έννοια των «όμοιων με το φόρο εισοδήματος ή ουσιωδώς παρόμοιας φύσης φόρων», που περιλαμβάνονται στις Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) που έχει συνάψει η Ελλάδα.  Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ΚΦΕ (ν. 4172/2013), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 9 του ν. 4387/2016, δεν εμπίπτει στην κατηγορία των «όμοιων με το φόρο εισοδήματος ή ουσιωδώς παρόμοιας φύσης φόρων», που περιλαμβάνονται στις ισχύουσες Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολογίας, που έχει συνάψει η χώρα μας και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής τους.

ΣΤΕ/2465/2018 Εισφορά αλληλεγγύης- αποφυγή διπλής φορολογίας..Επειδή, από τις παραπάνω διατάξεις του άρθρου 63 παρ. 1 εδαφ. β΄ και παρ. 5 εδαφ. α΄ του ΚΦΔ, ερμηνευόμενες ενόψει και της ανάγκης διαφύλαξης του ωφέλιμου αποτελέσματος της προβλεπόμενης στο άρθρο αυτό ενδικοφανούς διαδικασίας (η οποία σκοπεί στην επανεξέταση από τη φορολογική Διοίκηση των ζητημάτων που εγείρονται από τον φορολογούμενο σε σχέση με ορισμένη πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του, ώστε είτε να επιλυθεί το πρόβλημα, ταχέως, από την ίδια τη Διοίκηση είτε, τουλάχιστον, να εκκαθαριστούν επαρκώς τα λυσιτελώς τιθέμενα νομικά ή/και πραγματικά ζητήματα, προκειμένου, αφενός, να μην επιβαρύνεται ασκόπως ο φόρτος των δικαστηρίων και, αφετέρου, να εξυπηρετείται η οικονομία και η αποτελεσματικότητα της οικείας ένδικης διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς και του ασκούμενου στο πλαίσιό της ελέγχου του διοικητικού δικαστηρίου) προκύπτει ότι η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της ΑΑΔΕ υποχρεούται κατ’ αρχήν να αποφαίνεται ρητά και αιτιολογημένα επί (εκάστου) των λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής. Ωστόσο, τούτο δεν σημαίνει ότι η ΔΕΔ υποχρεούται να εξετάσει το σύνολο των νομικών και πραγματικών ζητημάτων που μπορούν να εγερθούν στο πλαίσιο της εξέτασης της ενδικοφανούς προσφυγής, εάν, προκειμένου να αποφανθεί επί (εκάστου) των λόγων της προσφυγής, αρκεί να εκφέρει κρίση επί ορισμένων εκ των ζητημάτων αυτών, η οποία καθις τά, κατ’ αρχήν, αλυσιτελή την έρευνα των υπολοίπων. Πράγματι, η αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή, αφενός, δεν βρίσκει επαρκές έρεισμα στο γράμμα των ως άνω διατάξεων του άρθρου 63 του ΚΦΔ και στον προαναφερόμενο σκοπό της προβλεπόμενης σε αυτό ενδικοφανούς διαδικασίας και, αφετέρου, θα επέβαλε στην ΔΕΔ ένα υπέρμετρο βάρος, ασύμβατο προς την αρχή της εύρυθμης και ορθολογικής λειτουργίας της, με τις εντεύθεν επιπτώσεις στην ταχύτητα και στην αποτελεσματικότητα του έργου της και, συνακόλουθα, στην αποτελεσματικότητα της εν λόγω διαδικασίας. Συνεπώς, εάν ο φορολογούμενος υποστηρίζει με την ενδικοφανή προσφυγή του ότι η προσβαλλόμενη πράξη της ελληνικής φορολογικής Διοίκησης, περί επιβολής σε βάρος του φόρου επί του εισοδήματός του, αντιβαίνει σε διάταξη Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας, δυνάμει της οποίας το βαρυνόμενο εισόδημά του δεν υπόκειται σε φόρο στην ημεδαπή, η ΔΕΔ δύναται να απορρίψει τον οικείο λόγο, με την αιτιολογία ότι ο επίμαχος φόρος δεν εμπίπτει καν στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης, χωρίς να απαιτείται να εξετάσει εάν συντρέχουν στη συγκεκριμένη υπόθεση οι (λοιπές) προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης της Σύμβασης που επικαλείται ο φορολογούμενος. Περαιτέρω, σε τέτοια περίπτωση, η παράγραφος 5 του άρθρου 79 του ΚΔΔ (όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3900/2010, το οποίο αποβλέπει στην επιτάχυνση της επίλυσης από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια των διαφορών από πράξεις ή παραλείψεις της φορολογικής Διοίκησης), ερμηνευόμενη σε συνδυασμό με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ΚΦΔ, έχει την έννοια ότι το διοικητικό δικαστήριο, εάν δεχθεί ως βάσιμο τον προβαλλόμενο λόγο προσφυγής ότι δεν είναι νόμιμη η παραπάνω αιτιολογική βάση της απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής, ούτε εξετάζει το ίδιο εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης της Σύμβασης που επικαλέσθηκε ο βαρυνόμενος φορολογούμενος ούτε χορηγεί την επιδιωκόμενη απαλλαγή από τον επίμαχο ημεδαπό φόρο (ούτε διατάσσει την επιστροφή του τυχόν καταβληθέντος ποσού φόρου), θεωρώντας ως δεδομένη την (μη αμφισβητηθείσα από τη Διοίκηση) συνδρομή των εν λόγω προϋποθέσεων (την οποία η ΔΕΔ δεν εξέτασε και δεν όφειλε να ερευνήσει), αλλά παραπέμπει την υπόθεση στη ΔΕΔ, προκειμένου αυτή να αποφανθεί το πρώτον επί της εφαρμογής της διάταξης της Σύμβασης, στην οποία στηρίζεται η επιδιωκόμενη από τον προσφεύγοντα ακύρωση του επίμαχου φόρου. (...)Επειδή, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ απέρριψε την από 14.12.2017 ενδικοφανή προσφυγή της προσφεύγουσας, κατά το μέρος της που βασιζόταν στο άρθρο VII της ΣΑΔΦ, με την προεκτεθείσα μη νόμιμη αιτιολογία, χωρίς να εξετάσει εάν συντρέχουν, εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου αυτού. Ενόψει τούτου και σύμφωνα με όσα έγιναν κατά πλειοψηφία ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, προκειμένου αυτή να αποφανθεί αιτιολογημένα (το αργότερο εντός εξήντα ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης στο Διοικητή της ΑΑΔΕ) επί του σκέλους της ανωτέρω ενδικοφανούς προσφυγής που στηρίζεται στο άρθρο VII της ΣΑΔΦ, με το δεδομένο ότι η ένδικη εισφορά εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου I της ΣΑΔΦ.