ΔΕΚ/C-503/2004
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνεται η παράβαση — Μη τήρηση της υποχρεώσεως εκτελέσεως αποφάσεως — Χρηματοοικονομικές κυρώσεις (Άρθρο 228 § 2 EΚ) 2. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων — Οδηγία 89/665 (Άρθρο 226 EΚ και 228 EΚ• οδηγία 89/665 του Συμβουλίου, άρθρο 3) 3. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων — Οδηγία 89/665 (Άρθρο 226 EΚ και 228 EΚ• οδηγία 89/665 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 6, εδ. 2) 4. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της σύναψης δημοσίων συμβάσεων — Οδηγία 92/50 (Άρθρο 226 EΚ• οδηγία 92/50 του Συμβουλίου) 5. Κράτη μέλη — Υποχρεώσεις — Παράβαση — Δικαιολογητικός λόγος αντλούμενος από την εσωτερική έννομη τάξη — Δεν επιτρέπεται (Άρθρο 226 EΚ) 1. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 228, παράγραφος 2, ΕΚ, η προσφυγή δεν είναι απαράδεκτη διότι η Επιτροπή δεν ζητεί πλέον την επιβολή χρηματικής ποινής. Πράγματι, εφόσον το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφασίζει την επιβολή χρηματοοικονομικής κυρώσεως, μη προταθείσας από την Επιτροπή, η προσφυγή δεν καθίσταται απαράδεκτη για το γεγονός και μόνον ότι η Επιτροπή θεωρεί, σε κάποιο στάδιο της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας, ότι δεν τίθεται πλέον ζήτημα επιβολής χρηματικής ποινής. (βλ. σκέψεις 21-22) 2. Η ιδιαίτερη διαδικασία του άρθρου 3 της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, δυνάμει της οποίας η Επιτροπή μπορεί να παρεμβαίνει σε κράτος μέλος εφόσον θεωρήσει ότι έχει διαπραχθεί σαφής και κατάφωρη παράβαση των κοινοτικών διατάξεων περί συμβάσεων του δημοσίου, αποτελεί προληπτικό μέτρο το οποίο δεν μπορεί ούτε να παρεκκλίνει από τις εκ του άρθρου 226 ΕΚ και 228 ΕΚ αρμοδιότητες της Επιτροπής ούτε να τις υποκαταστήσει. (βλ. σκέψη 23) 3. Μολονότι η διάταξη του άρθρου 2, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, επιτρέπει στα κράτη μέλη να διατηρούν τα αποτελέσματα συμβάσεων συναφθεισών κατά παράβαση οδηγιών στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων και προστατεύει, με τον τρόπο αυτό, τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των αντισυμβαλλομένων, δεν μπορεί όμως να έχει ως αποτέλεσμα να θεωρείται ότι η έναντι τρίτων συμπεριφορά της αναθέτουσας αρχής είναι σύμφωνη προς το κοινοτικό δίκαιο ύστερα από τη σύναψη τέτοιων συμβάσεων. Ωστόσο, μολονότι η διάταξη αυτή δεν επηρεάζει την εφαρμογή του άρθρου 226 ΕΚ, δεν επηρεάζει ούτε την εφαρμογή του άρθρου 228 ΕΚ, ειδάλλως συρρικνώνεται το περιεχόμενο των διατάξεων της Συνθήκης περί δημιουργίας της εσωτερικής αγοράς. Περαιτέρω, η διάταξη αυτή αφορά, όπως προκύπτει από τη διατύπωσή της, την αποκατάσταση την οποία ο θιγείς από παράβαση διαπραχθείσα εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής μπορεί να επιτύχει από την αρχή αυτή. Ωστόσο, λόγω της εξειδίκευσής της, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι διέπει και τη σχέση μεταξύ ενός κράτους μέλους και της Κοινότητας, σχέση η οποία εμπίπτει στο πλαίσιο των άρθρων 226 ΕΚ και 228 ΕΚ. (βλ. σκέψεις 33-35) 4. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι, σε περίπτωση λύσης της συναφθείσας κατά παράβαση της οδηγίας 92/50 σύμβασης, οι αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η αρχή pacta sunt servanda καθώς και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας μπορούν να αντιταχθούν στην αναθέτουσα αρχή από τον αντισυμβαλλόμενό της, ένα κράτος μέλος δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να τα επικαλεστεί για να δικαιολογήσει τη μη εκτέλεση αποφάσεως διαπιστώνουσας παράβαση βάσει του άρθρου 226 ΕΚ και, ως εκ τούτου, να απεκδύεται της ευθύνης που υπέχει από το κοινοτικό δίκαιο. (βλ. σκέψη 36) 5. Ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλείται διατάξεις, πρακτικές ή καταστάσεις της εσωτερικής του έννομης τάξης για να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και προθεσμιών που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο. (βλ. σκέψη 38)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C-249/2001
Προσέγγιση των νομοθεσιών - Διαδικασίες εκδικάσεως προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων - Οδηγία 89/665 - Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν διαδικασία ασκήσεως προσφυγής - Δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής παρεχόμενη μόνο στα πρόσωπα που έχουν υποστεί ή ενδέχεται να υποστούν ζημία από τη φερόμενη παράβαση - Επιτρέπεται
ΔΕΚ/C-241/2006
«Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Διαδικασίες επί προσφυγών στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων — Αποκλειστική προθεσμία — Αρχή της αποτελεσματικότητας»
ΔΕΚ/C-92/2000
Διαδικασία συνάψεως δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών - Οδηγία 89/665/ΕΟΚ - Πεδίο εφαρμογής - Απόφαση περί ανακλήσεως προκηρύξεως διαγωνισμού - Δικαστικός έλεγχος
ΔΕΚ/C-230/2002
«Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 89/665/ΕΟΚ – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Άρθρα 1, παράγραφος 3, και 2, παράγραφος 1, στοιχείο β΄– Πρόσωπα στα οποία πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα προσφυγής – Έννοια του “συμφέροντος για τη σύναψη συμβάσεως δημοσίων έργων ή προμηθειών”»
ΔΕΚ/C-410/2001
Δημόσιες συμβάσεις - Οδηγία 89/665/ΕΟό - Διαδικασίες εκδικάσεως προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων - Άρθρο 1, παράγραφος 3 - Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκήσουν προσφυγή - Έννοια του συμφέροντος προς ανάληψη συγκεκριμένης δημόσιας συμβάσεως. –
ΔΕΚ/C-314/2001
«Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 89/665/ΕΟΚ – Διαδικασίες εκδικάσεως προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Συνέπειες αποφάσεως του αρμόδιου να επιλαμβάνεται των διαδικασιών προσφυγής οργάνου περί ακυρώσεως της αποφάσεως της αναθέτουσας αρχής να μην προβεί σε ανάκληση της προκηρύξεως διαγωνισμού – Περιορισμός προσφυγής σε υπεργολαβίες»
ΔΕΚ/C-470/1999
Eννοια της αναθέτουσας αρχής - Οργανισμός δημοσίου δικαίου - Κλειστή διαδικασία - Κανόνες σταθμίσεως των κριτηρίων επιλογής των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί να υποβάλουν προσφορές - Δημοσιότητα - Οδηγία 89/665/ΕΟΚ - Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων - Προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής.
ΔΕΚ/C-15/2004
«Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Διαδικασία προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων — Ανάκληση προκηρύξεως διαγωνισμού μετά το άνοιγμα των προσφορών — Δικαστικός έλεγχος — Έκταση — Αρχή της αποτελεσματικότητας»
2007/66/EK
Οδηγία 2007/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007 , για την τροποποίηση των οδηγιών 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης δημόσιων συμβάσεων Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ
ΔΕΚ/C-450/2006
Περίληψη της αποφάσεως.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως – Συγκερασμός με την αρχή της προστασίας των επιχειρηματικών απορρήτων – Αρμόδια για τις διαδικασίες προσφυγής αρχή (Οδηγίες του Συμβουλίου 89/665, άρθρο 1 § 1, και 93/36, άρθρο 15 § 2) Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665 για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50 για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, σε συνδυασμό με το άρθρο 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/36 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι η αρμόδια για τις προσφυγές του εν λόγω άρθρου αρχή οφείλει να εγγυάται τον εμπιστευτικό χαρακτήρα και το δικαίωμα για σεβασμό των επιχειρηματικών απορρήτων όσον αφορά τα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους τους οποίους της διαβιβάζουν οι διάδικοι και, ιδίως, η αναθέτουσα αρχή, χωρίς η ίδια να εμποδίζεται να λαμβάνει γνώση αυτών των πληροφοριών και να τις συνεκτιμά. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο προσφυγής που ασκείται κατά αποφάσεως ληφθείσας από αναθέτουσα αρχή σχετικά με διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως δεν σημαίνει ότι οι διάδικοι έχουν απόλυτο και απεριόριστο δικαίωμα πρόσβασης στο σύνολο των σχετικών με την εν λόγω διαδικασία συνάψεως στοιχείων που κατατέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας για την προσφυγή αρχής. Αντιθέτως, το εν λόγω δικαίωμα πρόσβασης πρέπει να σταθμίζεται με το δικαίωμα άλλων επιχειρηματιών για προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και των επιχειρηματικών απορρήτων τους. Εναπόκειται στην εν λόγω αρχή να αποφασίσει κατά πόσον και με ποιο τρόπο πρέπει να διασφαλιστεί ο εμπιστευτικός χαρακτήρας και το απόρρητο των στοιχείων αυτών, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας των διαδίκων και, σε περίπτωση ένδικης προσφυγής ή προσφυγής ενώπιον αρχής η οποία θεωρείται δικαιοδοτικό όργανο κατά την έννοια του άρθρου 234 ΕΚ, έτσι ώστε η όλη διαδικασία να μη θίγει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη. (βλ. σκέψεις 51, 55 και διατακτ.)